Κυριακή 13 Μαρτίου 2011

ΕΙΚΟΝΕΣ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ


Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου

Οἱ ἅγιες εἰκόνες,
ἀναπόσπαστο τμῆμα
τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης

Ἄν ἡ τέχνη μόνον, φίλε, θέλγῃ σε τῆς ζωγραφίας,
βλέπεις χρώματα ὡραῖα καί κανόνας συμμετρίας.
Ἀλλ᾿ οὖν στρέψον ἐκ τῆς ὕλης τό περίεργόν σου βλέμμα
καί ἀνύψωσον τόν νοῦν σου ἱστορίας εἰς τό πνεῦμα.

Ἐπιγραφή ΙΘ΄ αἰ. Μεγίστη Λαύρα. Ἅγιον Ὄρος

ἱερή Παράδοση ἀποτελεῖ γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἕναν ἀπό τούς πλέον ἀπαραίτητους καί σταθερούς θεμελίους στύλους τῆς πίστης, ὕπαρξης καί αὐτοσυνειδησίας της.
(...) Εἶναι γνωστό ὅτι κατά τίς ἐργασίες τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τό πρῶτο πού ἔκαναν οἱ Πατέρες οἱ ὁποῖοι τήν ἀποτελοῦσαν ἦταν ἡ ἔρευνα, ἡ διαπίστευση καί ἡ κατοχύρωση -μέσα ἀπό πλῆθος μαρτυριῶν ἀπό συγγράμματα Πατέρων καί Ἁγίων- τῆς θέσης πού εἶχε ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση πάνω στό θέμα τῶν εἰκόνων· κίνηση σίγουρη καί ἀσφαλής, πού διασφάλιζε τήν παραμονή τῆς Ἐκκλησίας στήν τότε χειμαζόμενη Ὀρθοδοξία.
Γι᾿ αὐτό καί στά Πρακτικά τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τό πιό σταθερό καί συνεχῶς ἐπαναλαμβανόμενο στοιχεῖο, εἶναι ἡ ἔξαρση τῆς ἀξίας τῆς Παράδοσης, πού κατά τούς Πατέρες τῆς Συνόδου, ταυτίζεται μέ τήν Ὀρθοδοξία.
Κατά τήν ὄγδοη καί τελευταία συνεδρία τῆς Συνόδου, θριαμβευτικά οἱ Πατέρες διακηρύσσουν γιά τίς ἀποφάσεις τους ὅτι: «Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων. Αὕτη ἡ πίστις τήν Οἰκουμένην ἐστήριξεν... Ἡμεῖς τῇ ἀρχαίᾳ θεσμοθεσίᾳ τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίας ἐπακολουθοῦμεν. Ἡμεῖς τούς προστιθέντας τι ἤ ἀφαιροῦντας ἐκ τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίας ἀναθεματίζομεν...Ἡμεῖς τάς σεπτάς εἰκόνας ἀποδεχόμεθα».
(...) Ἔτσι, τίς κρίσιμες, γιά τό μέλλον τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου, ἐκεῖνες ἡμέρες τοῦ ἔτους 787, οἱ Πατέρες, προβάλλοντας ἀπό τή Νίκαια τῆς Βιθυνίας, τήν αὐτοσυνειδησία τῆς Ἐκκλησίας, διατράνωσαν τήν πίστη τους στήν ὀρθόδοξη παρόδοση, ἀποφεύγοντας τή μεταβολή τῆς Ὀρθοδοξίας σέ τελετουργία τοῦ λόγου μέ τήν κυριαρχία τοῦ κηρύγματος. Μέ τόν τρόπο αὐτό διαμόρφωσαν τόν πλοῦτο καί τήν ποικιλία τῆς θείας λατρείας, ὅπου συνεργάζονται ἁρμονικά ὅλες οἱ τέχνες· ἡ ποίηση, ἡ μουσική, ἡ ζωγραφική, ἡ ἀρχιτεκτονική. Μέ τό θεόπνευστο αὐτό τρόπο, δίνεται ἡ δυνατότητα στόν πιστό νά συμμετέχει ὡς ἄνθρωπος ὁλόκληρος, μέ ὅλες του τίς αἰσθήσεις στή θεία λατρεία καί τή δόξα τοῦ Θεοῦ....
(...) Ἡ εἰκόνα, βέβαια εἶναι μιά τέχνη· ἀλλά πρίν ἀπ' ὅλα εἶναι τέχνη λειτουργική. Γιά νά τήν κατανοήσουμε δέν ἀπαιτοῦνται εἰδικές γνώσεις αἰσθητικῆς καί τέχνης. Ἀπαιτεῖται μόνο σεβασμός στήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας καί κυρίως, στή διδασκαλία τῶν ἁγίων θεόπνευστων Πατέρων. Σ᾿ αὐτά πρέπει νά εἴμαστε στερεωμένοι, ὥστε νά μποροῦμε, βγαίνοντας ἀπό τό ναό μετά ἀπό μία λατρευτική σύναξη, νά ἐπαναλαμβάνουμε, μαζί μέ τούς Πατέρες τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τά λόγια: «Καθάπερ ἠκούσαμεν, οὕτως καί εἴδομεν».

Ἀποσπάσματα ἀπό τή μελέτη τοῦ γράφοντος, «Οἱ ἅγιες εἰκόνες, ἀναπόσπαστο τμῆμα τῆς Ὀρθοδόξου παραδόσεως», Ὀρθόδοξη Μαρτυρία 78 (2006), σσ. 70-73.

Κυριακή 6 Μαρτίου 2011

ΕΙΣΟΔΙΑ ΣΤΗ ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ

Οἱ συνεργάτες τοῦ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ
εὔχονται σέ ὅλους τούς ἀναγνῶστες καλή, εὐλογημένη καί καρποφόρο πνευματικά Μεγάλη Τεσσαρακοστή.






φωτογραφία:
Ὑδατογραφία τοῦ Doug Patterson








Πρωτοπρεσβ. Κωνσταντίνου Καλλιανοῦ

Ἑσπέρας, Μέγα Προκείμενον... ἤ τῆς κυρα-Σαρακοστῆς τὰ εἰσόδια

Τό μενεξεδί δειλινό, ἡ μεγάλη καμπάνα τοῦ πρώτου κατανυκτικοῦ ἑσπερινοῦ, κι ὕστερα ἡ μικρὴ ἡ σύναξη τῶν πιστῶν, τῶν ὅσων πιστῶν, ποὺ περιμένουν μὲ τὸ ἄκουσμα τοῦ Μεγἀλου Προκειμένου νὰ δοῦν κι ἐφέτος νὰ εἰσοδεύει ἡ Κυρὰ-Σαρακοστή. Σοβαρή, σιωπηλή, μὲ τὸ λιπόσαρκο κορμί της νὰ κινεῖται ἀνάλαφρα μέσα στὸ νυχτωμένο ναὸ ποὺ εὐωδιάζει θυμίαμα, μελισσοκέρι καὶ τὸ ἄρωμα ποὺ ἔμεινε ἀπό τὴν πρωϊνὴ τὴ λειτουργία. Ποιὸς ξέρει, ἴσως νὰ τὸ ἀναδίνει κι ὁ Ἀμνὸς τῆς Προηγιασμένης ποὺ περιμένει πάνω στὴ Ἁγία Τράπεζα «σφαγιασθῆναι καὶ δοθῆναι εἰς βρῶσιν τοῖς πιστοῖς» (βλ. Χερουβικὸ Μ. Σαββάτου)...
Ἑσπέρας προκείμενον, λοιπόν, «Μὴ ἀποστρέψεις τὸ πρόσωπόν σου ἀπὸ τοῦ παιδός σου ὅτι θλίβομαι...». Οἱ στίχοι ἀκτινοβολοῦν μὲ ἀκρίβεια στὶς ψυχὲς τὸ φῶς τῆς Ἀναστάσεως, ποὺ ἄν καὶ ἀργεῖ, ἀχνοφέγγει στὸ βάθος τοῦ χρόνου, τοῦ χρόνου ποὺ ἄρχισε νὰ ντύνεται ἀπό ἀπόψε τὰ μώβ τοῦ πένθους. Μέχρι νὰ σκορπιστοῦν οἱ δάφνες καὶ τὰ ἄνθη τοῦ Μ. Σαββάτου στὸ «Ἀνάστα ὁ Θεός...», μαζὶ μὲ τὸ φωτεινό, τὸ ἀνοιξιάτικο χαμόγελο. Μέχρι τότε ὅμως...
Μέχρι τότε ὁ δρόμος εἶναι μακρὺς καὶ ἀνηφορικὸς. Κάπου-κάπου, σιμὰ στὰ βράδυα τῶν Χαιρετισμῶν, στὰ χαρμολυπικὰ τὰ Σάββατα καὶ τὶς φωτεινὲς τὶς Κυριακές, ξαποσταίνουμε, ὡς τὸ βράδυ τῆς Κυριακῆς ὅμως, ποὺ θ᾿ ἀκουστεῖ καὶ πάλι τὸ Μέγα Προκείμενο. Τότε, λοιπόν, θὰ περάσει ἀπό ἐμπρὸς μας ξανὰ ἡ Κυρα-Σαρακοστή, γιὰ νὰ μᾶς θυμίζει τὴν παρουσία της κι ἐμεῖς θὰ φυτέψουμε στὴν ψυχὴ μας ἄλλον ἔνα σπόρο ὑπομονῆς, καθὼς θὰ συλλαβίζουμε τὴν εὐχὴ τοῦ ''Ἁγίου τῆς κατανύξεως'', τοῦ ὁσίου Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου. «Ναὶ, Κύριε, πνεῦμα ὑπομονῆς χάρισαί μοι..»
Ὅταν μὲ τὴ νύχτα ποὺ ἔρχεται, ἐπιστρέφουμε στὰ σπίτια μας, νοιώθουμε νὰ μᾶς συντροφεύει ἡ Κυρα-Σαρακοστὴ καὶ νὰ θρονιάζεται σὲ περίοπτη θέση, ἀφοῦ προηγουμένως μαζέψει ὅλα τὰ ἐδέσματα τῆς Τυρινῆς καὶ μᾶς θυμίσει τὸ τραγούδι ποὺ τὸ ἔλεγαν οἱ παλιὲς οἱ γιαγιές, ποὺ σήμερα δὲν ὑπαρχουν πιὰ καὶ μόνο τὰ λόγια τους περπατοῦν ἀνάμεσά μας, ὅπως οἱ σεβάσμιοι οἱ ἴσκιοι τους...
«Πάει οὑ κριάτους πέθανι / ψυχουμαχάει κι οὑ τύρους / κι παίρνει τὴ περηφανιά οὑ σκόρδους κι οὑ κρουμύδους».
Ἀπό κεῖ καὶ πέρα, ἀφοῦ μᾶς σερβίρει τὰ εὐώδη νηστίσιμα καὶ ντύσει τὸ σπίτι μὲ τῆς χαρμολύπης τὸ χιτῶνα, μᾶς ὁδηγεῖ στὸ εἰκονοστάσι καὶ μὲ περισσὴ φροντίδα μᾶς δείχνει τὴ Σταύρωση καὶ τὴν εἰς Ἅδου Κάθοδο τοῦ Κυρίου, γιὰ νὰ μᾶς φιλέψει μετὰ τὴν ἐλπίδα, ὅπως ὁ παπᾶς τὸ ἀντίδωρο στὴν Προηγιασμένη...

π. Κωνσταντῖνος Καλλιανός. Σκόπελος

Παρασκευή 4 Μαρτίου 2011

ΧΑΙΡΕ ΑΙΓΥΠΤΕ ΠΙΣΤΗ, ΧΑΙΡΕ ΛΙΒΥΗ ΟΣΙΑ


Φωτογραφία: Οἱ ἐν ἀσκήσει λάμψαντες Ὁσιοι Πατέρες. 1799. Φορητή εἰκόνα πιθ. ἁγιορειτικοῦ ἐργαστηρίου στό ναό τῆς Koιμήσεως Θεοτόκου Γλώσσας Σκοπέλου.

Τό Σάββατο τῆς Τυρινῆς, μνήμην ἐπιτελοῦμεν πάντων τῶν ἐν ἀσκήσει λαμψάντων ὁσίων θεοφόρων Πατέρων ἡμῶν.

Ἦχος πλ. δ΄ Δεῦτε ἅπαντες πιστοί
Χαῖρε Αἴγυπτε πιστή, χαῖρε Λιβύη ὁσία, χαῖρε Θηβαΐς ἐκλεκτή, χαῖρε πᾶς τόπος καί πόλις, καί χώρα, ἡ τούς πολίτας θρέψασα, τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν, καί τούτους ἐν ἐγκρατεία, καί πόνοις αὐξήσασα, καί τῶν ἐπιθυμιῶν, τελείους ἄνδρας τῶ Θεῶ ἀναδείξασα. Οὗτοι φωστῆρες τῶν ψυχῶν ἡμῶν ἀνεφάνησαν, οἱ αὐτοί τῶν θαυμάτων τῆ αἴγλῃ, καί τῶν ἔργων τοῖς τέρασιν, ἐξέλαμψαν νοητῶς, εἰς τά πέρατα ἅπαντα. Αὐτοῖς βοήσωμεν. Πατέρες παμμακάριστοι, πρεσβεύσατε, τοῦ σωθῆναι ἡμᾶς.
β΄στιχηρό τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς.

Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2011

Ο ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ ΓΕΡΩΝ ΠΕΤΡΩΝΙΟΣ ΠΡΟΔΡΟΜΙΤΗΣ (+ 2011)

Ὁ μακαριστός Γέρων Πετρώνιος Προδρομίτης (1914/16 – 22 Φεβρουαρίου 2011)

«πωμιζόμενος τόν ὁμολογουμένως βαρύν τοῦτον σταυρόν τοῦ ἁγίου ὑπουργήματος ὑμῶν, πιστεύομεν ὅτι κατά πολύ θά ἐλαφρυνθῆτε, ἀναλογιζόμενος, ὅτι τό ἔδαφος τοῦτο καλῶς ἐλειάνθη, ἐκαλλιεργήθη καί ἐσπάρη ὑπό τοῦ σεβαστοῦ καί ἀξιοθαυμάστου ὑμῶν προκατόχου.
Εἰς τό σημεῖον τοῦτο, ἡ Ἱ. ἡμῶν Μονή, μνείαν ίδιαιτέραν περί τοῦ πανοσιολογιωτάτου Γέροντος ἱερομονάχου Πετρωνίου ποιουμένη, εὐχαριστεῖ αὐτόν ἐκ βαθέων, διά τήν πολυετῆ καί ἄοκνον διακονίαν του, διά τήν μεγάλην προσφοράν του εἰς τήν προαγωγήν τῶν καλῶς νοουμένων συμφερόντων τῆς Ἱ. Σκήτης, ὡς καί διά τήν ἀνυπολόγιστον συμβολήν του εἰς τήν γενικωτέραν πρόοδον αὐτῆς, πνευματικήν τε καί ὑλικήν. Νῦν, ἔκρινεν, ὅτι ἦλθεν τό πλήρωμα τοῦ χρόνου ἵνα ἐφησυχάσῃ. Δεόμεθα, πρός Κύριον, ὅπως χαρίζηται αὐτῶ ἱκανά καί εἰρηνικά εἰσέτι ἔτη ἵνα ἀπολαύσῃ τούς καρπούς τῶν κόπων του, καί ἵνα εὐφρανθῆ ὁρῶν τήν ἐν Χριστῶ προκοπήν τῶν πνευματικῶν του τέκνων...»
Τά παραπάνω, ἀνάμεσα σέ ἄλλα σημαντικά, ἀνέφερε ὁ σεβαστός καθηγούμενος τῆς Μεγίστης Λαύρας ἀρχιμανδρίτης Πρόδρομος, προσφωνώντας τόν νέο Δικαῖο τῆς «εὐκλεεστέρας καί γραφικοτέρας» κοινοβιακῆς Σκήτης Τιμίου Προδρόμου, ἱερομόναχο Ἀθανάσιο Προδρομίτη, κατά τήν τελετή τῆς ἐνθρονίσεως του, «εἰς διαδοχήν τοῦ πολιοῦ καί σοφοῦ Γέροντος ἱερομονάχου Πετρωνίου», ὅπως χαρακτηριστικά ὑπογραμμίστηκε. Λίγες μέρες πρίν, ὁ μακαριστός πλέον Γέρων Πετρώνιος Προδρομίτης, προγνωρίζοντας, τό πιθανότερο, τήν έπικείμενη κοίμησή του, εἶχε παραιτηθεῖ ἀπό τήν διαποίμανση τῆς Σκήτης.

Πατάπιος μοναχός Καυσοκαλυβίτης

Ἡ φωτογραφία προέρχεται ἀπό τό ἰστολόγιο paratiritis.blog. com










Ὁ π Πετρώνιος γεννήθηκε το 1914 στην κοινότητα Φαρκάσα του νομού Νεάμτς. Ο πόθος του από νέος ακόμα να γίνει μοναχός οδήγησε τα βήματά του στη Μονή Νεαμτς όπου και έγινε μοναχός. Έπειτα πήγε στην Μονή Αντίμ του Βουκουρεστίου ενώ σπούδασε και στη Θεολογική Σχολή του Βουκουρεστίου.
Το 1978 πήγε στο Άγιον Όρος. Ο π. Πετρώνιος πήγε εκεί με τη δεύτερη γενιά μοναχών, σταλμένοι από το Πατριαρχείο Ρουμανίας με σκοπό την πνευματική αναγέννηση της σκήτης του Τιμίου Προδρόμου
Από το 1984 ήταν και πνευματικός αλλά και βιβλιοθηκάριος της Σκήτης.
Όταν ο Placide Desseille ζήτησε από τον π. Μακάριο τον Σιμωνοπετρίτη να τον πάει σε κάποιον γέροντα για να ακούσει κάποιον πνευματικό λόγο, εκείνος μαζί με τον ηγούμενο Ελισσαίο και άλλους μοναχούς της συνοδείας τους τον πήγαν στον πατέρα Πετρώνιο.
Όταν ζήτησαν από τον γέροντα Αντριάν Φαγκατσεάνου να πεί κάτι για τον γέροντα Πετρώνιο εκείνος είπε: «Τον Πετρώνιο τον Προδρομίτη; Ο πιο ταπεινός, ο πιο ταπεινός, ο πιο ταπεινός»!
Πατώντας το πόδι του στην αθωνική γη της Σκήτης του Τιμίου Προδρόμου ο Νικολάε Μπαλτσιούτ θα γράψει: «Ο πατέρας Πετρώνιος είναι τόσο αγαπητός που τον συμβουλεύονται και οι Έλληνες και οι Ρουμάνοι μοναχοί»
Ο π Ιωαννίκιος από την Μονή Σίμωνος Πέτρα θα πει: «Ο π। Πετρώνιος ο Προδρομίτης συνταιριάζει τέλεια την αγάπη με την άσκηση και την πραότητα. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια ο γέροντας στεκόνταν όρθιος στις αγρυπνίες όλη νύχτα. Το να καθίσει για λίγο γονατιστός ήταν μια ευλογία»
Ψάχνοντας να βρω και κάτι άλλο να γράψω θυμήθηκα τι είχε γράψει πριν από 2 χρόνια στο ορθόδοξο περιοδικό Lumea Monahilor ο George Crasnean: «Έδειξα στην γυναίκα μου 3217 φωτογραφίες με αθωνίτες μοναχούς και την ρώτησα ποιός σου φαίνεται ''καλός άνθρωπος''. Απ' όλους διάλεξε τον π. Πετρώνιο ίσως επειδή τα μάτια του να ''πρόδωσαν'' την ξεχωριστή του ψυχή
Κανένας από όσους πέρασαν το κατώφλι της Σκήτης του Τιμίου Προδρόμου δεν μπορούν να ξεχάσουν το φως που εξέμπεμπε η μορφή του και τα πνευματικά λόγια που πρόσφερε καθισμένος σ' ένα παγκάκι κάτω από το φως της ανατολής ή του δειλινού.
«Μ' αρέσει να περπατάω, αυτή είναι η χαρά μου, επειδή πολλοί Άγιοι Πατέρες αγίασαν τις πέτρες τούτες με τον ιδρώτα τους» έλεγε ο γέροντας. Πατώντας στα χνάρια αυτών των πατέρων, αισθανόταν την χαρά της κοινωνίας και της αδιάλειπτης προσευχής
Ο Θεός να τον αναπαύει.»
Ἀπό τό ἱστολόγιο: proskynitis।blogspot.com

Κυριακή 20 Φεβρουαρίου 2011

ΜΝΗΜΗ ΜΟΝΑΧΟΥ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΜΙΚΡΑΓΙΑΝΝΑΝΙΤΟΥ. 20 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΟΥ (+1991). ΜΙΚΡΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ 1

Πα­τα­πί­ου μο­να­χοῦ Καυ­σο­κα­λυ­βί­του

Ἄγνωστα καί ἀνέκδοτα Ὑμνογραφήματα
τοῦ μοναχοῦ Γερασίμου Μικραγιαννανίτου τῆς περιόδου 1926-1941 στή σκήτη Καυσοκαλυβίων

Συμ­βο­λή στή με­λέ­τη τῆς ζω­ῆς καί τοῦ ἔρ­γου του

Στή μι­κρή πλήν ἀ­ξι­ό­λο­γη Βι­βλι­ο­θή­κη τοῦ Κυ­ρι­α­κοῦ τῆς Σκή­της Ἁγίας Τρι­ά­δος Καυ­σο­κα­λυ­βί­ων, ἀλ­λά καί τίς Βι­βλι­ο­θῆ­κες ὁ­ρι­σμέ­νων ἀ­πό τίς Κα­λύ­βες της, φυ­λάσ­σο­νται με­τα­ξύ τῶν 300[1] καί πλέ­ον χει­ρο­γρά­φων κω­δί­κων, καί ὁ­ρι­σμέ­νοι πού πε­ρι­λαμ­βά­νουν εἴ­τε πα­ντε­λῶς ἄ­γνω­στα, εἴ­τε γνω­στά ἀλ­λά ἀ­νέκ­δο­τα ὑ­μνο­γρα­φι­κά ἔρ­γα[2] τοῦ ἀ­ει­μνή­στου Ὑ­μνο­γρά­φου τῆς Με­γά­λης τοῦ Χρι­στοῦ Ἐκ­κλη­σί­ας Γε­ρα­σί­μου μο­να­χοῦ Μι­κρα­γι­αν­να­νί­του (1905-1991)[3]. Ὁ­ρι­σμέ­να μά­λι­στα ἀ­πό τά ἔρ­γα αὐ­τά, ἐ­κτός τοῦ ση­μα­ντι­κοῦ γε­γο­νό­τος ὅ­τι εἶ­ναι χρο­νο­λο­γη­μέ­να καί πα­ρα­δί­δο­νται ἀ­πό τή γρα­φί­δα τοῦ ἴ­δι­ου τοῦ ποι­η­τοῦ τους, θά πρέ­πει νά ὑ­πο­γραμ­μι­στεῖ, ὅ­τι ἀ­πο­τε­λοῦν –μέ βά­ση τή μέ­χρι σή­με­ρα ἔ­ρευ­να- τά πρω­ϊ­μό­τε­ρα ποι­η­τι­κά ἔρ­γα τῆς ση­μαί­νου­σας αὐ­τῆς ἁ­γι­ο­ρει­τι­κῆς προ­σω­πι­κό­τη­τας, χρο­νο­λο­γη­μέ­να ἀ­πό τό 1926 καί ἐ­ντεῦ­θεν.
Τό σύ­νο­λο τῶν ὑ­μνο­γρα­φη­μά­των αὐ­τῶν δη­μι­ούρ­γη­σε ὁ μα­κα­ρι­στός π. Γε­ρά­σι­μος[4] –μέ­σα στά πλαί­σι­α ἐρ­γο­χει­ρι­κῆς τέ­χνης, ὅ­πως στά­θη­κε γι­᾿ αὐ­τόν ἡ ὑ­μνο­γρα­φί­α- κα­τό­πιν πα­ραγ­γε­λί­ας Καυ­σο­κα­λυ­βι­τῶν γε­ρό­ντων, καί προ­ο­ρι­ζό­ταν γι­ά τήν κά­λυ­ψη λει­τουρ­γι­κῶν ἀ­να­γκῶν εἴ­τε τοῦ Κυ­ρι­α­κοῦ τῆς Σκή­της εἴ­τε τῶν Κα­λυ­βῶν τους εἴ­τε ἀ­κό­μη καί τῶν ἰ­δι­αι­τέ­ρων πα­τρί­δων τους, ὅ­πως θά δοῦ­με πα­ρα­κά­τω.
Στήν ἐ­παι­νε­τή προ­σπά­θει­α τῶν Καυ­σο­κα­λυ­βι­τῶν πα­τέ­ρων νά τι­μοῦν μέ λα­μπρούς ὕ­μνους καί ὠ­δές πνευ­μα­τι­κές τό­σο τήν Ἁ­γί­α Τρι­ά­δα στήν ὁ­ποί­α εἶ­ναι ἀ­φι­ε­ρω­μέ­νη ἡ σκή­τη καί ὁ Κυ­ρι­α­κός να­ός της, ὅ­σο καί τούς ἁ­γί­ους πο­λι­ού­χους της, ὀ­φεί­λε­ται ἡ σύν­θε­ση ἀ­πό τόν π. Γε­ρά­σι­μο Πα­ρα­κλη­τι­κοῦ κα­νό­να στήν Ἁγία Τρι­ά­δα, Ἀ­κο­λου­θί­ας τοῦ ὁσίου Μα­ξί­μου τοῦ Καυ­σο­κα­λύ­βη με­τά Πα­ρα­κλή­σε­ως καί Χαι­ρε­τι­σμῶν[5] κα­θώς καί Ἀ­κο­λου­θί­ας στήν ἀ­πό κοι­νοῦ μνή­μη τῶν ὁ­σί­ων Μα­ξί­μου, Νή­φω­νος καί Ἀ­κα­κί­ου, πού βρί­σκο­νται σέ κώ­δι­κες τῆς Βι­βλι­ο­θή­κης τοῦ Κυ­ρι­α­κοῦ.
Δύ­ο ἀ­πό τούς δι­α­δό­χους τοῦ γνω­στοῦ ἱ­ε­ρο­μο­νά­χου Χα­ρί­τω­νος τοῦ Πνευ­μα­τι­κοῦ τοῦ Τρικ­καί­ου (1876-1906)[6], οἱ μο­να­χοί Χα­ρί­των (Τρά­πα­λης) καί Ἀ­θα­νά­σι­ος (Κυ­ρι­α­κό­που­λος), πού μό­να­ζαν στήν Κα­λύ­βη τοῦ Ἀ­κα­θί­στου Ὕ­μνου τῶν Καυ­σο­κα­λυ­βί­ων, κα­τά­γο­νταν ἀ­πό τήν κω­μό­πο­λη Δά­φνη (πα­λαι­ά Στρέ­ζο­βα) τῶν Κα­λα­βρύ­των। Σ᾿ αὐ­τήν καί σέ δι­ά­φο­ρους να­ούς της πού με­ρί­μνη­σαν γι­ά τήν ἀ­να­καί­νι­σή τους, οἱ πα­τέ­ρες αὐ­τοί ἀ­φι­έ­ρω­σαν καί φο­ρη­τές εἰ­κό­νες, ἱ­στο­ρη­μέ­νες οἱ πε­ρισ­σό­τε­ρες ἀ­πό τούς δι­ά­ση­μους καυ­σο­κα­λυ­βί­τες ζω­γρά­φους Ἰ­ω­α­σα­φαί­ους[7]. Μέ δι­κή τους πά­λι πρω­το­βου­λί­α, θέ­σπι­σαν ἑ­ορ­τές γι­ά τίς ἱ­ε­ρές αὐ­τές εἰ­κό­νες καί γι­ά νά κα­λύ­ψουν τίς σχε­τι­κές λει­τουρ­γι­κές ἀ­νά­γκες πού προ­έ­κυ­ψαν, πα­ρήγ­γει­λαν στόν ἀρ­χά­ρι­ο τό­τε μο­να­χό καί εὔ­ελ­πη ὑ­μνο­γρά­φο μο­να­χό Γε­ρά­σι­μο, τόν «ἐξ Ἠ­πεί­ρου κα­τα­γό­με­νο», πού ἀ­σκεῖ­το στήν ἐ­ρη­μι­κή τό­τε πε­ρι­ο­χή τῆς Μι­κρᾶς Ἁ­γί­ας Ἄν­νης, νά συν­θέ­σει εἴ­τε πλή­ρεις πα­νη­γυ­ρι­κές Ἀ­κο­λου­θί­ες, εἴ­τε συ­μπλη­ρώ­σεις Ἀ­κο­λου­θι­ῶν εἴ­τε Κα­νό­νες, Με­γα­λυ­νά­ρι­α, Ἐ­γκώ­μι­α, Οἴ­κους Χαι­ρε­τι­στή­ρι­ους, Πα­ρα­κλη­τι­κούς Κα­νό­νες, Ἀ­πο­λυ­τί­κι­α, Κο­ντά­κι­α κ.ἄ. Ὁ­ρι­σμέ­νες φο­ρές, ὁ π. Γε­ρά­σι­μος συ­νέ­τα­ξε καί Συ­να­ξα­ρι­α­κά κεί­με­να ἤ Ὑ­πο­μνή­μα­τα γι­ά τίς ἑ­ορ­τές πού ὑ­μνο­λο­γοῦ­σε. Τά πε­ρισ­σό­τε­ρα ἀ­πό τά ἔρ­γα αὐ­τά εἶ­ναι ἰ­δι­ό­γρα­φα τοῦ ποι­η­τοῦ τους καί χρο­νο­λο­γη­μέ­να.
Γι­ά τίς ἀ­νά­γκες τῶν πα­τέ­ρων τῆς Κα­λύ­βης τοῦ Ἁγ. Ἰ­ω­άν­νου τοῦ Θε­ο­λό­γου καί κα­τό­πιν αἰ­τή­σε­ώς τους, ὁ π. Γε­ρά­σι­μος συ­νέ­θε­σε τά ὑ­μνο­γρα­φή­μα­τα πού πα­ρου­σι­ά­ζου­με στήν πα­ρού­σα με­λέ­τη. Ὁ κοι­νός Πα­ρα­κλη­τι­κός κα­νό­νας καί οἱ Χαι­ρε­τι­σμοί στούς ἁ­γί­ους Ἰ­ω­άν­νη τό Θε­ο­λό­γο, Νι­κό­λα­ο καί Ἀ­θα­νά­σι­ο Ἀ­θω­νί­τη θά πρέ­πει νά ἑρ­μη­νευ­τεῖ, ἐ­κτός ἀ­πό τό γε­γο­νός ὅ­τι ὁ ὅσιος Ἀ­θα­νά­σι­ος εἶ­ναι ὁ κτί­το­ρας τῆς κυ­ρι­άρ­χου μο­νῆς Με­γί­στης Λαύ­ρας, καί ἀ­πό τήν ὕ­παρ­ξη δύ­ο πα­ρεκ­κλη­σί­ων στήν ἴ­δι­α Κα­λύ­βη: τό με­γα­λύ­τε­ρο, τοῦ Ἁγ. Ἰ­ω­άν­νου τοῦ Θε­ο­λό­γου, πού ἀ­να­καί­νι­σε στά 1766 ὁ ἱ­ε­ρο­μό­να­χος Πα­ΐ­σι­ος ὁ Μυ­τη­λι­ναῖ­ος († 1801) καί τό μι­κρό­τε­ρο, τοῦ Ἁγ. Νι­κο­λά­ου.
Γι­ά τίς ἀ­νά­γκες τῆς ἀρ­χαι­ό­τε­ρης Κα­λύ­βης τῶν Καυ­σο­κα­λυ­βί­ων, αὐ­τῆς τοῦ Ἁγίου Ἀ­κα­κί­ου, γρά­φη­καν τό­σο οἱ Χαι­ρε­τι­σμοί τοῦ ἱ­δρυ­τοῦ τῆς σκή­της ὁσίου Ἀ­κα­κί­ου τοῦ Καυ­σο­κα­λυ­βί­του, ὅ­σο ἡ Ἀ­κο­λου­θί­α τοῦ ἁγίου ὁ­σι­ο­μάρ­τυ­ρος Πα­χω­μί­ου κα­θώς καί τό συ­μπλή­ρω­μα τῆς Ἀ­κο­λου­θί­ας τοῦ ἁγίου ὁ­σι­ο­μάρ­τυ­ρος Ρω­μα­νοῦ· ὑ­μνο­γρα­φή­μα­τα γι­ά δύ­ο Νε­ο­μάρ­τυ­ρες οἱ ὁ­ποῖ­οι ἀ­σκή­θη­καν ὡς ὑ­πο­τα­κτι­κοί τοῦ ὁσίου Ἀ­κα­κί­ου στήν Κα­λύ­βη του, πρό τοῦ μαρ­τυ­ρί­ου τους[8]।



Ὅ­πως προ­κύ­πτει ἀ­πό τή με­λέ­τη μας, οἱ ὀ­ρε­σί­βι­οι οἰ­κι­στές τῆς πλέ­ον ἀ­πο­μα­κρυ­σμέ­νης ἁ­γι­ο­ρει­τι­κής σκή­της, ἦ­ταν οἱ πρῶ­τοι οἱ ὁ­ποῖ­οι, ἐ­κτι­μῶ­ντας τό ποι­η­τι­κό χά­ρι­σμα τοῦ ἀρ­χά­ρι­ου τό­τε μο­να­χοῦ Γε­ρα­σί­μου, τοῦ ζή­τη­σαν νά συν­θέ­σει ὑ­μνο­γρα­φή­μα­τα γι­ά τίς λει­τουρ­γι­κές τους ἀ­νά­γκες. Πρό­κει­ται, ὅ­πως δι­α­πι­στώ­νου­με ἀ­πό τό χρό­νο συν­θέ­σε­ως τῶν πε­ρισ­σό­τε­ρων ἀ­π’ αὐ­τά (1926 καί ἐ­ντεῦ­θεν), γι­ά τά πρῶ­τα –βά­ση ἀ­κρι­βοῦς χρο­νο­λο­γή­σε­ως- ἀ­πό τά εὑ­ρι­σκό­με­να ἔρ­γα, πού συ­νέ­θε­σε ὁ μα­κα­ρι­στός ὑ­μνο­γρά­φος. Εἶ­ναι μά­λι­στα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό ὅ­τι ἀ­νά­με­σα στά σή­με­ρα πα­ρου­σι­α­ζό­με­να ἔρ­γα βρί­σκε­ται καί τό πα­λαι­ό­τε­ρο χρο­νο­λο­γη­μέ­νο ἔρ­γο τοῦ π. Γε­ρα­σί­μου. Πρό­κει­ται γι­ά τά «Με­γα­λυ­νά­ρι­α ψαλ­λό­με­να πρός τήν Ὑ­πε­ρού­σι­ον καί Ζω­αρ­χι­κήν Τρι­ά­δα καί εἰς τούς Ὁ­σί­ους καί Θε­ο­φό­ρους πα­τέ­ρας ἡ­μῶν Μά­ξι­μον τόν Καυ­σο­κα­λυ­βί­την, Νή­φω­να καί Ἀ­κά­κι­ον». Γρά­φη­καν ἀ­πό τόν π. Γε­ρά­σι­μο τό 1926, δύ­ο μό­λις ἔ­τη με­τά τήν κου­ρά του ὡς μο­να­χοῦ καί σέ ἡ­λι­κί­α μό­λις 19 ἐ­τῶν.
Στή συ­νέ­χει­α, πα­ρα­θέ­του­με τόν Κα­τά­λο­γο τῶν 48 αὐ­τῶν ἔρ­γων ἀ­πό 15 κώ­δι­κες πού εἶ­ναι θη­σαυ­ρι­σμέ­νοι στό Κυ­ρι­α­κό καί σέ ὁ­ρι­σμέ­νες ἀ­πό τίς Κα­λύ­βες τῆς Σκή­της, πε­ρι­γρά­φο­ντας συ­νο­πτι­κά τά ὑ­μνο­γρα­φή­μα­τα (καί τά συ­να­ξα­ρι­α­κά κεί­με­να) τοῦ π Γε­ρα­σί­μου καί κά­νο­ντας πα­ράλ­λη­λα τίς ἀ­πα­ραί­τη­τες γι’ αὐ­τά ἐ­πι­ση­μάν­σεις.
Ὡς Ἐ­πί­με­τρο τῆς πα­ρού­σας με­λέ­της, πρω­το­δη­μο­σι­εύ­ου­με τά τρία ἀρ­χαι­ό­τε­ρα ἀ­πό τά ποι­ή­μα­τα αὐ­τά: τά ἀ­νω­τέ­ρω Με­γα­λυ­νά­ρι­α (ἔ­τος 1926), τόν Κα­νό­να τῆς ἐν Στρε­ζό­βῃ εὐ­ρι­σκο­μέ­νης Εἰ­κό­νος τῆς Ὑ­πε­ρα­γί­ας Θε­ο­τό­κου καί ἐ­πι­λε­γο­μέ­νης τοῦ «Ἀ­κα­θί­στου Ὕ­μνου (ἔ­τος 1928) καί τόν κυ­ρί­ως κα­νό­να ἀ­πό τόν Πα­ρα­κλη­τι­κόν κα­νό­να εἰς τήν Πά­νταρ­χον καί Ζω­ο­ποι­όν Πα­να­γί­αν Τρι­ά­δα (ἔ­τος 1928).
Ὡς τα­πει­νή μας συμ­βο­λή στή σπου­δή τοῦ ποι­η­τι­κοῦ ἔρ­γου τοῦ ἀ­εί­μνη­στου αὐ­τοῦ ὑ­μνο­γρά­φου, ἄς θε­ω­ρη­θεῖ ἡ πα­ροῦ­σα με­λέ­τη μας.

Ἀπόσπασμα ἀπό τήν ὁμώνυμη μελέτη τοῦ γράφοντος πού δημοσιεύθηκε στό περιοδικό «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς», τεῦχ. 811 (2006), σ. 789-827.
--------------------------------------------------------------------------------

[1] Στή Βιβλιοθήκη τοῦ Κυριακοῦ φυλάσσονται 242 χειρόγραφοι κώδικες περί τῶν ὁποίων ἐκπονήσαμε τό πρόσφατα ἐκδοθέν ἔργο μας: Κατάλογος τῶν Χειρογράφων Κωδίκων τοῦ Κυριακοῦ τῆς Σκήτης Ἁγ. Τριάδος Καυσοκαλυβίων, ἔκδ. Ἀ. Σταμούλης, Θεσσαλονίκη 2005 (στό ἑξῆς, Παταπίου μον., Κατάλογος).
[2] Ἡ ὕπαρξη ὁρισμένων ἀπό τά ἔργα αὐτα γνωστοποιήθηκε γιά πρώτη φορά μέ τή δημοσίευση τοῦ παραπάνω Καταλόγου μας, μιά πού εἶναι ἀκατάγραφα στά Εὑρετήρια πού δημιούργησε ὁ ἀρχιμανδρ. π. Γεώργιος Χρυσοστόμου στήν πολύ σημαντική του μελέτη: Τό ἔργον τοῦ ὑμνογράφου Γερασίμου μοναχοῦ Μικραγιαννανίτου. Εὑρετήρια, Θεσσαλονίκη 1997 (στό ἑξῆς: Εὑρετήρια).
[3] Γιά τό μοναχό Γεράσιμο βλ. ἐνδεικτικά: Μαρτζέλου Γ., "Ὁ ὑμνογράφος τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας", Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς 75 (1992), σ.1287-1296. Θεοκλήτου μοναχοῦ Διονυσιάτου, Γεράσιμος Μοναχός Μικραγιαννανίτης Ὑμνογράφος τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, Θεσσαλονίκη 1997. Χρυσοστόμου Γεωργίου, ἀρχιμανδρ., Ὁ ὑμνογράφος Γεράσιμος μοναχός Μικραγιαννανίτης καί οἱ Ἀκολουθίες του σέ ἁγίους τῆς Θεσσαλονίκης. Συμβολή στή μελέτη τοῦ βίου καί τοῦ ἔργου του, Θεσσαλονίκη 1997. Ὑμνήτωρ. Τόμος Ἀναμνηστήριος Γέροντος Γερασίμου Μοναχοῦ Μικραγιαννανίτου, Βέροια 2001.
[4] Στό σημεῖο αὐτό θά πρέπει νά ἐπισημανθεῖ ἡ ἀξιέπαινη προσπάθεια πού ἐπιμελῶς καταβάλει στίς μέρες μας ἡ φίλεργη συνοδία τοῦ ὁσιωτάτου Γέροντος μοναχοῦ Σπυρίδωνος, ὅπως καταγραφεῖ καί ἀξιοποιηθεῖ τό σύνολο τῆς πνευματικῆς δημιουργίας τοῦ ἀειμνήστου γέροντός τους, π. Γερασίμου. Ὡς συμβολή στήν προσπάθειά τους αὐτή ἄς θεωρηθεῖ ἡ παροῦσα μελέτη.
[5] Τἀ ἔργα αὐτά ἐκδόθηκαν πρόσφατα ἀπό τόν γράφοντα στό ἔργο: Ὅσιος Μάξιμος ὁ Καυσοκαλύβης. Ἁγιολογία-Ὑμνογραφία-Τέχνη. Συμβολή στή μελέτη τοῦ ἁγιορειτικοῦ μοναχισμοῦ κατά τόν 14ο αἰ., ἔκδ. Μυγδονία, Θεσσαλονίκη 2010.
[6] Γιά τόν περίφημο αὐτόν πνευματικό βλ. Παταπίου μοναχοῦ Ἁγιορείτου, Χαρίτων ὁ Πνευματικός (1836-1906). Βίος καί Ἔργα, ἔκδ. Βρυέννιος, Θεσσαλονίκη 2003.
[7] Πληροφορίες γιά τή δραστηριότητά τους αὐτή μᾶς παρέχονται σέ ἀρκετά χειρόγραφα τῆς Βιβλιοθήκης τοῦ Κυριακοῦ πού προέρχονται ἀπό τήν Καλύβη τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου.
[8] Περί τῶν ἁγίων αὐτῶν βλ. Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου, Ἅγιος Ἀκάκιος ὁ Καυσοκαλυβίτης. Ἀπό τό περιβόλι τῆς Παναγίας στόν κῆπο τοῦ Θεοῦ, ἔκδ. Καλύβης Ἁγίου Ἀκακίου, Ἅγιον Ὄρος 2001.

Κυριακή 13 Φεβρουαρίου 2011

ΕΚΑΤΟ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΟΥ ΑΛΕΞ. ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ. ΜΙΚΡΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ 2


π. Κωνσταντίνου Καλλιανοῦ

Ὄψεις
ποιμαντικοῦ διαλόγου
στὸ ἔργο τοῦ Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη

πως ἀπέδειξε ὁ ἱστορικὸς τῆς Σκιάθου Ἰω. Ν. Φραγκούλας, οἱ ἱερεῖς ποὺ ἀναφέρονται στὰ διηγήματα τοῦ Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη, κι ἐδῶ μνημονεύω μόνο τὰ σκιαθίτικα, εἶναι πρόσωπα ὑπαρκτά. Ἔτσι, ἐκτὸς ἀπό τὸν πατέρα του, τὸν παπα-Ἐμμανουὴλ, μνημονεύονται στὶς σελίδες του καὶ οἱ ἄλλοι ἐφημέριοι τῶν ἐνοριῶν τῆς Σκιάθου τοῦ τέλους τοῦ 19ου αἰ. Ὀφειλὴ ἐξάπαντος τιμητικὴ καὶ δικαία.
Οἱ ἐν λόγω ἐφημέριοι, λοιπόν, ποὺ δὲν ἔχουν καμμία ὑπεροψία ἤ διοικητικὲς καὶ ἄλλες ἰκανότητες, γιατὶ διακρατοῦν στὴ συνείδησή τους ὅτι εἶναι λειτουργοὶ τοῦ Ὑψίστου καὶ ταπεινοὶ Του διάκονοι, μοναδικό τους κριτήριο εἶναι ἡ μέριμνα γιὰ τὸ ποίμνιό τους μὲ τὶς δυνάμεις ποὺ διαθέ-τουν, δίχως νὰ νοιάζονται γιὰ τὴν προσωπική τους προβολὴ καὶ τὸ γόητρό τους. Τὶ τὸ χρειάζονται, ἄλλωστε, άφοῦ δὲν προσθέτει στὴν ψυχή τους τίποτε, ἄλλο, παρὰ μονάχα τὸ δηλητήριο τῆς ἔπαρσης καὶ τοῦ ναρκισσισμοῦ; Ἥσυχα, ταπεινά, κάποτε καὶ μὲ χιοῦμορ, διαλέγονται μὲ τοὺς ἁπλοϊκοὺς νησιῶτες, τοὺς ἐνορίτες τους, ποὺ τοὺς γνωρίζουν πολὺ καλὰ. Γι᾿ αὐτὸ καὶ τοὺς ἀντιμετωπίζουν μὲ εἰλικρίνεια καὶ φιλαδελφία, δίχως κανένα ἴχνος προσποιητῆς-φαρισαϊκῆς προσέγγισης. Κι αὐτὸ τοὺς ἀναπαύει, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἐνισχύει.
Παράλληλα, παρατηροῦμε καὶ τὴν ἀπουσία τοῦ κηρύγματος ἀπὸ μέρους ἐκείνων τῶν ἱερέων, χωρὶς αὐτὸ νὰ σημαίνει παραίτηση ἀπό τὸ καθῆκον τῆς διδαχῆς καὶ τοῦ καταρτισμοῦ τῶν πιστῶν. Γιατὶ κήρυγμα γι᾿ αὐτοὺς τοὺς ἁπλοὺς καὶ ὀλιγογράμματους στὴν πλειοψηφία τους παπάδες εἶναι ἡ γνήσια λειτουργικὴ διακονία καὶ ζωή. Ὡστόσο πρέπει νὰ τονιστεῖ ὅτι οἱ ἐν λόγω ἱερεῖς δὲν ἀφήνουν κάποιες εὐκαιρίες, γιὰ νὰ νουθετήσουν τὸ ποίμνιό τους χρησιμοποιώντας τὴ διδαχὴ, μὲ λόγια λιτὰ, χωρὶς ὑπεροψία καὶ προσπάθεια νὰ πείσουν τοὺς γύρω. Γι᾿ αὐτὸ καὶ στη-ρίζονται στὸν γνήσιο ποιμαντικὸ διάλογο, μὲ σκοπὸ νὰ συνδράμουν τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων.
Ἰκανὰ παραδείγματα βλέπουμε στὰ διηγήματα «Στὸ Χριστό, στὸ Κάστρο», «Λαμπριάτικος ψάλτης», κ.ἀ. Παραδείγματα ποὺ ἐπιτρέπουν στὸν ἀναγνώστη νὰ μαθητεύσει στὸν ἁγνὸ, ἄδολο καὶ τίμιο διάλογο, ἄσχετ᾿ ἄν τὸν ξυνίζουν φράσεις, ὅπως «- Ἔ! Πανάγο, γείτονα, δὲ ξέρουμε, βλέπω, τὶ λέμε... Ποῦ εἴμαστε ἐμεὶς ἰκανοὶ νὰ τὰ καταλάβουμε αὐτά...». Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ παπα-Φραγκούλη ἀπευθύνονται στὸν γείτονά του, τὸν Πανάγο τὸν καραβομαραγκό, ὅταν ἐκεῖνος, ἐν τῇ ἀφελείᾳ του ἀσφαλῶς, εἶπε πὼς ἄν ἤθελε ὁ Χριστὸς νὰ τὸν λειτουργήσουν, ἀνήμερα τὰ Χριστούγεννα θὰ ἔκανε καλωσύνη, ὥστε νὰ μπορέσουν νὰ μεταβοῦν στὸ δύσβατο Κάστρο. Γιὰ νὰ ἐξηγήσει στὴ συνέχεια ὁ «παλαιὸς ναυτικὸς»καὶ σημερινὸς παπᾶς, ὁ παπα-Φραγκούλης δηλαδή, ὅτι ἡ βαρυχειμωνιὰ γίνεται γιὰ καλὸ, καὶ γιὰ, τὴν εὐφορίαν τῆς γῆς καὶ γιὰ ὑγεία ἀκόμα. Ἀνάγκη ὁ Χριστὸς δὲν ἔχει νὰ πᾶνε νὰ τὸν λειτουργήσουνε... Μὰ ὅπου εἶναι μία μερικὴ προαίρεσις καλή, κ᾿ ἔχῃ κανεὶς τὸ χρέος νὰ πληρώσῃ, ἄς εἶνε καὶ τόλμη ἀκόμα, καὶ ὅπου πρόκειται νὰ βοηθήσῃ κανεὶς ἀνθρώπους, καθὼς ἐδῶ, ἐκεῖ ὁ Θεὸς ἔρχεται βοηθὸς καὶ ἐναντίον τοῦ καιροῦ, καὶ μὲ χίλια ἐμπόδια. Ἐκεῖ ὁ Θεὸς συντρέχει καὶ μὲ εὐκολίας πολλὰς καὶ μὲ θαῦμα ἀκόμα...»
Δὲ νομίζω νὰ ἔγινε ποτὲ τόσο σαφὲς καὶ παράλληλα βιωματικὸ μάθημα ὁμιλητικῆς, κηρυκτικῆς δηλ. τέχνης, ὅπου κυριαρχεῖ ἡ ἀντιστοιχία λόγου καὶ πίστεως. Μάθημα γιὰ μᾶς τοὺς κατοπινοὺς, ποὺ ἀρεσκόμασε στὴ θήρευση λόγων καὶ ἐντυπωσιακῶν ἐκφράσεων γιὰ ἐπίδειξη.
Ὁ παπα-Διανέλλος πάλι τοῦ διηγήματος «Ἐξοχικὴ λαμπρή», ὅταν γίνεται λόγος γιὰ τὰ μνημόσυνα- τὸ λεγόμενο κολλυβαδικὸ ζήτημα ἐξακολουθεῖ, βλέπετε, νὰ προβληματίζει- ἐν ἡμέρᾳ, μάλιστα, συμβολικῇ, ἐκείνη τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, ὕστερ᾿ ἀπὸ διήγηση ποὺ εἶχε, νουθετικῷ τῶ τρόπῳ, ἀφηγηθεῖ ὁ παπα-Θεόφιλος (ὁ Μπουσιόπουλος, ἄραγε;) τονίζει μὲ σαφῆ τρόπο τὸ πόσο ὠφελοῦνται οἱ ψυχὲς ἀπό τὰ μνημόσυνα. Φυσικὰ ὄχι ἐκεῖνες τὶς τελετὲς ποὺ κατέληξαν νὰ γίνουν κοινωνικὲς ἐκδηλώσεις, ἀλλὰ τὶς μυστηριακὲς πράξεις τῆς Ἐκκλησίας, στὶς ὁποῖες κυριαρχεῖ ὁ εὐχαριστιακὸς-προσευχητικὸς χαρακτήρας (πρβλ. «Τὸ μυστήριον τῶν ἱερῶς κεκοιμημένων» τοῦ Ἀγ. Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου). Ἐξηγεῖ, λοιπόν, ὁ παπα-Διανέλλος, ὅτι ὁ σκοπὸς ποὺ εἰπώθηκε ἡ διηγήση ἀπό τὸν παπα-Θεόφιλο, ὅτι δηλ. κάποιος σώθηκε ἀπό τὸ θάνατο, «δὲν ἦτον νὰ δειχθῇ ἡ παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ, ὅπου εἶναι ἀποδειγμένη δι᾿ ἀπείρων θαυμάτων, ἀλλὰ νὰ φανερωθῇ μόνον ἡ δύναμις τῶν μνημοσύνων καὶ τῶν διά τοὺς νεκροὺς προσφορῶν, καὶ ὅτι τίποτε τὸ ὁποῖον θυσιάζει ὁ ἄνθρωπος, τίποτε τὸ ὁποῖον προσφέρει εἰς τὸν Θεόν, εἰς τοὺς πτωχούς, καμμία καλὴ πρᾶξις, καμμία ἀρετή, καμμία ὑπομονή, κανὲν μαρτύριον, κανὲν δάκρυ, τίποτε δὲν χάνεται. Ὅλα σπείρονται εἰς γῆν ἀγαθήν, ὡς κόκκος τοῦ σίτου, εἶπεν ὁ Κύριος, ὅπου ἐὰν πέσῃ εἰς τὴν γῆν καὶ ἀποθάνῃ (καὶ τοιαῦτα εἶναι τὰ κόλλυβα, τοιοῦτοι καὶ οἱ νεκροί), πολὺν καρπὸν φέρῃ». Λόγια λιτὰ, νοικοκυρεμένα, φροντισμένα νὰ νουθετοῦν, γιατὶ δὲν ἐπιζητεῖ αὐτὸς ποὺ τὰ λέει νὰ ἐντυπωσιάσει καὶ νὰ δεχθεῖ ἐπευφημεῖες καὶ χειροκροτήματα, ἀλλὰ νὰ οἰκοδομήσει καὶ νὰ συνδράμει τὶς ψυχὲς ποὺ τοῦ ἐμπιστεύτηκε ὁ Χριστός.



( Πολύτιμος σύμβουλος στὴ μελετη αὐτὴ εἶναι τὸ βιβλίο τοῦ καθ. Ἀνέστη Γ. Κεσελόπουλου, Ἡ λειτουργικὴ παράδοση στὸν Ἀλέξανδρο Παπαδιαμάντη, Πουρναρᾶς, Θεσσαλονίκη 1994. Ἐπίσης γιὰ τὸ ζήτημα τοῦ διαλόγου βλ. τὸ πολὺ καλὸ βιβλίο τοῦ π. Φιλοθέου Φάρου, Ὁ διάλογος, Ἀκρίτας, Ἀθήνα )



π. Κων. Ν. Καλλιανός, Σκόπελος

Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου 2011

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΛΟΓΟ ΤΩΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου

Παιδαγωγικές διαστάσεις

στή ζωή

καί τό λόγο τῶν

Ἁγιορειτῶν Πατέρων




(Φωτογραφία: Γέρων Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης. Σύγχρονη τοιχογραφία στό καθολικό τῆς μονῆς Ἀναλήψεως Σωτῆρος Σήψας Δράμας. Φωτό : Πατάπιος μον Καυσοκαλυβίτης)





Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τή μνήμη τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ἑορτή πού ἔχει καθιερωθεῖ ὡς γιορτή τῆς Ἑλληνικῆς Παιδείας, μιά πού οἱ ἑορταζόμενοι Ἅγιοι ἔθεσαν τίς βάσεις θά λέγαμε, ἀξιοποίησαν τόν Ἑλληνικό Λόγο, ὁ ὁποῖος ἦταν στήν ἐποχή τους ὁ κυριότερος φορέας τοῦ παγκόσμιου πολιτισμοῦ, στό νά φθάσει ὁ Λόγος αὐτός καί νά γίνει μεθεκτός σ᾿ ὅλο τόν κόσμο ὁ λόγος τοῦ Εὐαγγελίου...
(...) Ἀφοῦ στήν ἀρχή ὁρίσουμε τίς «πνευματικές», κατά κάποιον τρόπο, συντεταγμένες τῆς κατά Θεόν παιδαγωγίας, σύμφωνα μέ τήν ὀρθόδοξη παράδοση, θά ἐστιάσουμε στή συνέχεια τήν προσοχή μας στήν πνευματική συνδρομή τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας στή διαμόρφωση κυρίως τῆς ποιμαντικῆς καί τῆς παιδαγωγίας τῶν νέων ἀνθρώπων. Πιό εἰδικά ὅμως, θά προσπαθήσουμε νά δοῦμε τό θέμα μας προσεγγίζοντας τόν λόγο τῶν ἁγιασμένων ἐκείνων μορφῶν, πού ἀσκήθηκαν, ἄνθησαν καί καρποφόρησαν πνευματικά στό Περιβόλι τῆς Παναγίας μας, ὅπως πολύ εὔστοχα ὀνομάζει ὁ εὐσεβής λαός μας τό Ἅγιον Ὄρος....
(...) Οἱ Ἁγιορεῖτες Ἅγιοι καί οἱ ἄλλες ἁγιασμένες ἁγιορειτικές μορφές στάθηκαν, ἀνάμεσα σέ ἄλλα, γνήσιοι πνευματικοί Πατέρες, εἶχαν φθάσει σέ ὑψηλά μέτρα πνευματικότητας καί γι᾿ αὐτό μποροῦσαν νά λειτουργοῦν ὡς παιδαγωγοί καί ἀκόμη ὡς οἰκογενειακοί σύμβουλοι, κατά κάποιον τρόπο. Ἡ παιδαγωγική πού ἐφάρμοζαν, θεμελιωμένη πάνω στή διακονία τῆς πνευματικῆς πατρότητας, δέν ἦταν ἄλλη ἀπό τήν παιδαγωγική τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, πού διασώζεται μέχρι καί τίς μέρες μας, μέσα ἀπό τήν ἡσυχαστική καί φιλοκαλική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας...
(...) Ἔλεγε ὁ γέρων Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης:
«Αὐτά πού θέλετε νά πεῖτε στά παιδιά σας, νά τά λέτε μέ τήν προσευχή σας. Τά παιδιά δέν ἀκοῦν μέ τά αὐτιά⋅ μόνο ὅταν ἔρχεται ἡ Θεία Χάρις πού τά φωτίζει, τότε ἀκοῦνε αὐτά πού θέλουμε νά τούς ποῦμε. Ὅταν θέλετε νά πεῖτε κάτι στά παιδιά σας, πέστε το στήν Παναγία κι αὐτή θά ἐνεργήσει. Ἡ προσευχή σας αὐτή θά γίνει ζωογόνος πνοή, πνευματικό χάδι, πού χαϊδεύει, ἀγκαλιάζει, ἕλκει τά παιδιά»...
(...) Ἡ ἀγάπη εἶναι προϋπόθεση γιά νά φέρει τό ἐπιδιωκόμενο ἀποτέλεσμα τοῦ ἐλέγχου τῶν σφαλμάτων τοῦ ἄλλου κι αὐτό εἶναι κάτι πού τό ὑπογραμμίζει ὁ πατήρ Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης: «Ὅταν ἐλέγχουμε κάποιον ἀπό ἀγάπη, εἴτε τήν καταλαβαίνει ὁ ἄλλος τήν ἀγάπη μας εἴτε ὄχι, ἡ ἀλλοίωση γίνεται στήν καρδιά του, ἐπειδή κινούμαστε ἀπό καθαρή ἀγάπη. Ἐνῶ ὁ ἔλεγχος πού γίνεται χωρίς ἀγάπη, μέ ἐμπάθεια, τόν κάνει τόν ἄλλο θηρίο γιατί ἡ κακία μας προσκρούει στόν ἐγωϊσμό του...Ὅταν ἀνεχώμαστε τόν ἄλλον ἀπό ἀγάπη, ἐκεῖνος τό καταλαβαίνει»...
(...) Οἱ ἅγιοι καί οἱ ἄλλες ἁγιασμένες μορφές τοῦ Ἁγίου Ὄρους, παλαιοί καί σύγχρονοι, ζῶντας στό θεῖο γνόφο τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, μποροῦσαν νά ὁδηγήσουν στήν Ἄνω Ἱερουσαλήμ, νά διδάξουν τή νοερά προσευχή, νά καθοδηγήσουν στήν πνευματική ζωή, νά ἐνισχύσουν στίς δοκιμασίες καί τούς πειρα¬σμούς τῶν ἄλλων....
(...) Μέ τόν πλήρη θεϊκῆς ἐμπειρίας λόγο τους ἄγγιξαν τίς διψασμένες ψυχές, συνδύασαν τό φωτισμένο λόγο μέ τό ζωντανό βίωμα καί μετέφεραν τή θεολογία ἀπό τό στοχασμό στήν προσωπική ζωή...
(...) Ἄντλησαν δυνάμεις ἀπό τίς ἀστείρευτες ἁγιορείτικες πηγές γιά λίγα μόνο χρόνια καί μεταμορφώθηκαν σέ παγκόσμιους ἀναμορφωτές τῆς πνευματικῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς...''



Ἀποσπάσματα ἀπό διάλεξη τοῦ Γέροντος τῆς καλύβης Ἁγ. Ἀκακίου, Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου, στόν ἱερό ναό τοῦ Ἁγ. Εὐγενίου τοῦ Τραπεζουντίου Δράμας, στίς 30 Ἰανουαρίου 2011.