Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2016
Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2016
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ: Η ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΠΑΣΩΝ ΤΩΝ ΕΟΡΤΩΝ
Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου
Χριστούγεννα: ἡ μητρόπολη ὅλων τῶν
ἑορτῶν
ΘΕΟΤΟΚΟΣ ΠΑΝΤΑΝΑΣΣΑ. ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟ ΝΑΟ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΙΤΕΑΣ. ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ ΑΒΡΑΜΙΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ. ΝΕΑ ΣΚΗΤΗ 1907 |
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος
ὀνόμασε τά Χριστούγεννα «μητρόπολιν πασῶν
τῶν ἑορτῶν». Γιατί πράγματι, εἶναι ἡ ἀρχή καί πηγή ὅλων τῶν σωτηριωδῶν
χριστιανικῶν γεγονότων, πού συνέβησαν στήν ἱστορία τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπινου
γένους. Αὐτή ἡ φανέρωση τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο μας, ἡ εἴσοδός Του μέσα στή δική
μας ἀνθρώπινη πραγματικότητα καί ἱστορία, μέσα στό εἶναι μας καί τή ζωή μας,
εἶναι πράγματι «πάντων τῶν καινῶν
καινότατον, τό μόνον καινόν ὑπό τόν ἥλιον» ὅπως διδάσκει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ
Δαμασκηνός…
Ὁ ὅσιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος μᾶς λέγει ὅτι αὐτός πού ξέρει τί σημαίνει θεάρεστος ἑορτή, αὐτός πού δέ μένει στά φαινομενικά στοιχεῖα τῆς γιορτῆς, βλέπει κάθε γιορτή σάν ἕνα μέρος ἀπό τά ἐπουράνια καί τήν αἰωνιότητα. Καί σήμερα, πού ἡ πατρίδα μας ἐξακολουθεῖ να χειμάζεται ἀπό τήν οἰκονομική κρίση, πού ἀσφαλῶς εἶναι συνέπεια τῆς πνευματικῆς κρίσης. σήμερα πού τό σκοτάδι πού περιβάλλει τόν σημερινό ἄνθρωπο φαντάζει πιό βαθύ κι ἀπό τήν πιό σκοτεινή παραμονή Χριστουγέννων, χρειάζεται νά διατηρηθεῖ ἡ ἐλπίδα ὅτι κάποτε θά μπορέσει νά δεῖ τή λάμψη πού ἐκπέμπει τό θεῖο βρέφος μέσα στή καρδιά του.
Χριστοῦ εἶναι τό εὐτυχέστερο γεγονός πού συνέβη στήν ἱστορία τοῦ κόσμου.
Καί μᾶς λέγει ἀκόμα πώς ὁ Θεός ἐνσαρκώθηκε γιά νά γνωρίσει ὁ κόσμος τήν ἀγάπη
πού ἔχει γιά τή δημιουργία Του. Τό θαῦμα τελεσιουργεῖται στά ἐσώτερα τῆς ψυχῆς.
Ὅσο ὁ ἄνθρωπος καλλιεργεῖ τήν ἀγάπη καί τήν ταπείνωση, τόσο γίνεται πιό οἰκεῖος
μέ τόν γεννηθέντα στήν ταπεινή φάτνη Χριστό. Σπήλαιο γίνεται τότε ἡ ταπεινή
καρδιά του.
Ὁ μεγάλος ρώσος λογοτέχνης Ντοστογιέφσκυ,
γράφει στό ἔργο του Ἀδελφοί Καραμαζώφ, ὅτι δέν
ὑπάρχει καμμιά ἀπόλυτα ὡραία μορφή στόν κόσμο παρά ὁ Χριστός…
Ἄς
κατανοήσουμε τή μεγάλη δωρεά τοῦ Θεοῦ σέ μᾶς, νά σαρκωθεῖ ἀπό ἀγάπη γιά τή δική
μας σωτηρία. Καί στή συνέχεια, ἐμεῖς, στήν φιλάνθρωπη αὐτή κίνηση τοῦ Θεοῦ, νά
συγκινηθοῦμε = νά συν-κινηθοῦμε, καί νά δώσουμε τό χέρι σ᾿ Ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος, «δι᾿ ἡμᾶς ἐφάνη ἐπί γῆς ταπεινός ἄνθρωπος,
βουλόμενος ἑλκῦσαι», θέλοντας νά μᾶς τραβήξει πρός τά ἄνω, πρός τήν
βασιλεία Του, ὅπως ψάλλουμε στον Ἀκάθιστο Ὕμνο.
Ἀποσπάσματα ἀπό Ὁμιλία
τοῦ συγγραφέα στόν ἱερό ναό Μεταμορφώσεως Σωτῆρος Ἰτέας τῆς ἱερᾶς Μητροπόλεως
Φωκίδος, κατά τήν Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2016. Στόν ἱερο Ναό εἶχε τεθεῖ πρός
προσκυνηση ἀπό τούς πιστούς τμῆμα τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τοῦ ὁσίου Ἀκακίου τοῦ
Καυσοκαλυβίτου
Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2016
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ, ΕΝΑ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΔΙΑΣΤΑΣΗ
Άρθρο του μοναχού Παταπίου Καυσοκαλυβίτου που δημοσιεύθηκε
στην εφημερίδα ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΛΗΘΕΙΑ στις 21 Δεκεμβρίου 2016
Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2016
Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2016
Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2016
ΟΜΙΛΙΑ ΠΑΤΑΠΙΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ: «Πνευματικό Ὁδοιπορικό στή Σκήτη Καυσοκαλυβίων»
Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου
Ὅπου ἡ πίστη ἀνάβει καί εὐωχεῖται,
ἐκεῖ νηστεύουν οἱ κεραυνοί !
Στά
1930, ὁ λόγιος ἐπίσκοπος πρώην Λεοντοπόλεως Σωφρόνιος Εὐστρατιάδης, ὑπέγραφε
ἕνα ἐμπνευσμένο κείμενό του, πού ἀποτελοῦσε τά Προλεγόμενα στόν ὑπ’ αὐτοῦ ἐκδοθέντα πρῶτο Κατάλογο τῶν Κωδίκων τῆς
Ἱερᾶς Σκήτης Καυσοκαλυβίων, ὁ ὁποῖος συντάχθηκε ἀπό τό λόγιο Λαυριώτη
ἱερομόναχο Εὐλόγιο Κουρίλα, μετέπειτα μητροπολίτη Κορυτσᾶς καί πού ἐκδόθηκε στό
Παρίσι τήν ἴδια χρονιά.
Στό παρακάτω ἀπόσπασμα, τό ὁποῖο παραθέτουμε, σέ δική μας νεοελληνική
ἀπόδοση, ὁ συντάκτης, ἀφοῦ μᾶς δώσει μία ζωντανή εἰκόνα τοῦ ἄγριου ἀλλά καί
φιλόσοφου τοπίου τῶν Καυσοκαλυβίων, μᾶς μεταφέρει νοερά στά πρῶτα χρόνια τῆς
ἐποικίσεώς τους ἀπό τόν μεγάλο Ἁγιορείτη ἡσυχαστή τοῦ 14ου αἰώνα, ὅσιο Μάξιμο
τόν Καυσοκαλύβη.
«Στόν
κόσμο καί ἔξω ἀπό τόν κόσμο, στόν Ἄθω καί κάτω ἀπό τόν Ἄθω, στούς τραχεῖς
του πρόποδες πού ἡ μαινόμενη θάλασσα ἀπορραπίζει ἀφρίζουσα, ὑψώνεται
τῆς ἡσυχίας ἀκρόπολη, ὅπου βρίσκεται τό μέγα πάνθεο τῶν ἀζύγων, ἡ
ἱερά τῶν Καυσοκαλυβίων Σκήτη.
Ἐρημική βασίλισσα πού στήν πέτρα τῆς ὑπομονῆς ἔχει ἀπαρασάλευτα
στηρίξει τά πόδια της, καί πού ἐπιδεικνύοντας τό στέμμα της τό περιανθισμένο
μέ τίς ἀσκητικές καλύβες πού τήν κυκλώνουν ὡς ἄλλοι ἱεροί λίθοι, βασιλεύει
στήν ἔρημο, μακρυά ἀπό τούς ἀνθρώπινους ὀφθαλμούς, ζῶσα ἀγνοούμενη,
ξένη σ’ αὐτή τή ζωή, θαυμαστή στήν ταπείνωση, πλατυνόμενη στίς θεωρίες
τοῦ νοῦ, στενούμενη στόν ἀσκητισμό. Πάνω στήν πέτρα καθήμενη καί ἔχοντας
ἑδράσει τούς πύργους τῆς ψυχῆς της πάνω στήν πέτρα τῆς πίστεως, ἀνυψώνεται
στόν οὐρανό μέ τά φτερά τῆς σωφροσύνης, ἔχοντας κοιμήσει τά πάθη καί
συντηρῶντας τή ψυχική της λαμπάδα ἀνύστακτη.
Κι αὐτά πού τήν περικυκλώνουν;
Θάλασσα καί φαράγγια καί κρημνοί καί βράχοι!
Βράχοι αἰώνιοι βουβοί καί γαλήνιοι!
Πῶς ἡ πίστη μέ τόσα στόματα σᾶς ὅπλισε καί τώρα λαλοί οἱ ἄλαλοι
στάζετε μυστικά στά αὐτιά μας τόση μελωδική τερπνότητα πού τήν ψυχή
κατανύγει;
Δέ θά τολμήσω νά ἐρευνήσω τά κατά φύσιν ἀκατάληπτα οὔτε τήν
ἄβυσσο νά καταμετρήσω τῶν μυστηρίων σας καθώς αὐτό θά ἦταν μάταιο.
Πιστεύω μόνο, βράχοι ἀσκητικοί, στή δύναμη τῆς πίστεως πού σᾶς ἔχει
ἱερώσει, σᾶς ἔχει σφραγίσει μέ ἀσκητικούς ἱδρῶτες, πού σᾶς ἔχει ζωοποιήσει.
Στά σκληρά βάθη σας καί ἀπό τίς ρίζες ξεπήδησαν κλαδιά κι ἀπό τά κλαδιά
καρποί. Τούς καρπούς βλέπω τῆς πέτρας· τούς καρπούς ἀπολαμβάνω καί εὐφραίνομαι.
Δέν πολυπραγμονῶ στά ὑπέρ φύσιν τελούμενα. Πιστεύω τυφλά σ’ ὅτι
βλέπω, ἀρκοῦμαι στήν ἀσφάλεια τῆς ὁράσεως. Βλέπω τήν ἄγονη στείρα
νά κρατᾶ στήν ἀγκάλη της γεννήματα
τούς ἑπτά ἁγίους πού ἀνέδειξε ἡ σκήτη. Βλέπω τήν πέτρα νά ἀνθεῖ καί
τά ἔρημα παράδεισο. Δέν πολυπραγμονῶ στά ὑπέρ φύσιν, ἀρκοῦμαι στήν
ἀσφάλεια τῆς ὁράσεως.
«Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης».
Σύγχρονη
τοιχογραφία στόν ἱερό ναό Μεταμορφώσεως Σωτῆρος Ἰτέας.
Τήν γαλήνη τῆς ἀθωνικῆς ἐρήμου διατάραξε κάποια μέρα κρότος
μυστηριώδης βηματίζοντος ἀσκητοῦ. Γέροντας πού ἔσερνε τά ράκη
πού φοροῦσε ὡς χλαμύδα πολεμιστοῦ, στηριζόμενος σέ ραβδί, περιφερόταν
συνοφρυομένος περισκοπῶντας τά πάνω, τά κάτω. Ἀνέβηκε, κατέβηκε
καί κατάκοπος ἀνέπαυε κάτω ἀπό τίς καυστικές τοῦ ἥλιου ἀκτίνες τό
καταπονημένο καί λιπόσαρκο σῶμα του. Ἔπειτα σηκώθηκε νά ἐρευνήσει
γιά σταλαγμούς ὑδάτων πρός δροσισμό τῆς γλώσσας· πηγή πουθενά· ὁ καύσωνας
πολύς. Ἀγκάθια ἀποψιλωμένα μέσα στίς σχισμάδες τῶν χαραδρῶν καί
τῶν βράχων, ἔκλιναν μέσα τους θλιβερά τή δρόσο πού τήν ἐπαιτοῦσαν ἀκόμα
κι αὐτά.
Ὁ γέροντας ἀφοῦ στέναξε, ὕψωσε τό βλέμμα πρός τόν οὐρανό καί ἀφοῦ
ἔκλινε τά γόνατα ἄρχισε νά προσεύχεται. Λιβανιζόταν γιά πρώτη φορά
ἡ ἔρημος αὐτή μέ τό θυμίαμα τῆς προσευχῆς καί σφραγιζόταν χριστιανικά
μέ τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ.
Ἀφοῦ στήριξε τά κλονιζόμενα μέλη του πάνω στή ράβδο, σηκώθηκε
ὁ ἀσκητής καί ἀφοῦ βύθισε τό βλέμμα στίς σχισμές τῆς ἐρήμου εἶπε: τήν
ἔρημο αὐτή, ὅπου στενάζει ἡ ἄκανθα ἄτεκνη, θά καταστήσω – μέ τή βοήθεια
τοῦ Θεοῦ - τήν πιό εὐπρεπή τοῦ κόσμου καί τούς φοβερούς βράχους της θά
μεταστρέψω σέ ἱερούς λίθους πού καθώς θά κυλοῦν, θά συντρίβουν τά ὀχυρώματα
τῆς πλάνης.
Ἦταν ὁ ἀσκητής Μάξιμος, ὁ χλευαστής τῆς σάρκας· αὐτός πού περιφρόνησε
τήν ἡδυπάθεια τοῦ κόσμου· αὐτός πού μαζί μέ τήν καλύβη του ἔκαιγε καί
τά ἀγκάθια τῶν παθῶν· ὁ Καυσοκαλύβης Μάξιμος.
Στήν ἔρημο, σάν ἀηδόνι ἐρημικό, ἔπηξε τήν πρώτη φωλιά καί
στήν πέτρα ἔστησε τήν κατοικία του, ἀφοῦ στένωσε κάτω τό σῶμα. Ἔξω
ἀπό τήν καλύβη του σκληραγωγοῦταν καί ἀφοῦ ἄπλωσε τίς ψυχικές του
πτέρυγες, ἄρχισε νά τρέχει πρός τά πάνω ὡς πεζοπόρος ἀέριος.
Ἡ ἀπάτητη καί παρθενική ἔρημος κατακτήθηκε καί ἡ κατεψυγμένη γῆ δεχόταν ψεκάδες παράδοξης δροσιᾶς, τούς πρώτους σταλαγμούς τῶν δακρύων τῆς ἀσκήσεως. Ὁ γέροντας λουζόταν στά ἀσκητικά δάκρυα καί ἔπλενε μ’ αὐτά τίς κηλίδες τῆς ψυχῆς. Ὁ ὀρεσίτροφος πότιζε τόν ἀσκητικό τῆς εὐσέβειας σπόρο μέ τά ἴδια του τά δάκρυα γιά νά κοσμηθεῖ ἡ ἔρημος θεόπνευστα βότανα, μέ τά ἄνθη τῶν πόνων, μέ τά κρῖνα τά εὐώδη καί τίμια. Ριζωμένος βαθειά στή πίστη καί ἀδιάστατος ἀλλά ἄστατος στούς λογισμούς, μετακινοῦταν διαρκῶς ἀπό τόπο σέ τόπο, ἀπό τούς βράχους στίς χαράδρες, ἀπό τά σπήλαια στούς κρημνούς, κτίζοντας καί καίγοντας τίς καλύβες, ὑποχωρῶντας στά ἄβατα καί προκαθαρίζοντας τήν καρδιά του μέ τήν ἄσκηση, μέχρι πού παρέδωσε τήν ψυχή στήν ἔρημο, ἔχοντας ὅμως πρῶτα ἁγιάσει τόν τόπο μέ τούς κόπους τῆς ἀσκήσεως.
Καί νά! Σέ σύντομο χρόνο ἡ πρίν ἄτεκνη καί στεῖρα ἔρημος, ἔχοντας εὐλογηθεῖ μέ τά ἱερά παλαίσματα τοῦ Καυσοκαλύβη ἀσκητῆ, καταπυκνώθηκε καί γέμισε ἀνθρώπους. Ἡ φήμη του ὡς μαγνητική βελόνα προσείλκυσε στίφη μοναχῶν πού πρόκριναν τήν ἔρημο ἀπό τήν τερπνότητα τοῦ βίου. Ὑπερβαίνοντας κι αὐτοί τά μέτρα τῆς φύσεως καί τά τείχη τῶν ἡδονῶν ὑπερπηδῶντας, ἔφευγαν ἀπό τόν κόσμο, ἀποφεύγοντας τήν ἡδυπάθεια καί περιφρονῶντας τίς ἀπολαύσεις.
Καί ἔγινε πόλη ἡ ἔρημος καί ἱδρύθηκαν καλύβες καί σκήτη, ναοί
καί ἡσυχαστήρια, ἐργαστήρια τῆς ἀρετῆς, ἀνάκτορα τῆς φιλοπονίας,
πύργοι τῆς πίστεως ἀσάλευτοι, τεμένη θείας λατρείας, πολίσματα πολιτείας
θεάρεστης, καταφύγια σεμνά κάθε ἀγαθοεργίας καί ἐνάρετης πράξης.
(...) Ἡ ἀθωνική κορυφή ἀπό αἰώνες
περιφρονεῖ τούς κεραυνούς, καί τίς μανιώδεις ὀργές τους λεπταίνει σέ
σκόνη. Ὅπου ἡ πίστη ἀνάβει καί εὐωχεῖται, ἐκεῖ νηστεύουν οἱ κεραυνοί
!».
Ἀποσπάσματα
ἀπό Ὁμιλία τοῦ συγγραφέα στό Πνευματικό Κέντρο τοῦ ἱεροῦ ναοῦ Μεταμορφώσεως
Σωτῆρος Ἰτέας, τῆς ἱερᾶς Μητροπόλεως Φωκίδος, κατά τό Σάββατο 18 Δεκεμβρίου
2016, μέ θέμα «Πνευματικό Ὁδοιπορικό στή Σκήτη Καυσοκαλυβίων». Μετά τήν Ὁμιλία,
μεταδόθηκε δοκιμαστικά σέ πρώτη προβολή βιντεοταινία μέ τήν ἱστορία τῆς ἱερᾶς
Καλύβης τοῦ Ἁγίου Ἀκακίου.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)