Πέμπτη 16 Απριλίου 2020

Η ΑΓΑΠΗ ΠΟΥ ΣΤΑΥΡΩΝΕΤΑΙ

Ἄρθρο τοῦ μοναχοῦ Παταπίου Καυσοκαλυβίτου πού δημοσιεύτηκε στήν ἐφημερίδα Δημοκρατία, τήν Μεγάλη Πέμπτη, 5 Απριλίου 2018

Τετάρτη 15 Απριλίου 2020

Ο ΟΥΡΑΝΟΣ ΣΤΗ ΓΗ

Ἄρθρο τοῦ μοναχοῦ Παταπίου Καυσοκαλυβίτου πού δημοσιεύτηκε στήν ἐφημερίδα Δημοκρατία, τήν Μεγάλη Τετάρτη, 4 Απριλίου 2018

ΠΡΟΣΜΕΝΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΝΥΜΦΙΟ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΑΣ

Ἄρθρο τοῦ μοναχοῦ Παταπίου Καυσοκαλυβίτου πού δημοσιεύτηκε στήν ἐφημερίδα Δημοκρατία, τήν Μεγάλη Τρίτη, 3 Απριλίου 2018

Τρίτη 14 Απριλίου 2020

Δευτέρα 13 Απριλίου 2020

ΚΑΛΗ ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ


Τό ἱστολόγιό μας ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ, 

μέ ἀφορμή καί τήν χθεσινή ἑορτή τῆς μνήμης τοῦ ὁσίου Ἀκακίου, 


ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΝΥΜΦΙΟΥ ΣΤΗΝ ΚΑΛΥΒΗ ΑΓ. ΑΚΑΚΙΟΥ
εὔχεται σ᾿ ὅλους τούς ἀναγνῶστες μας καί τούς προσκυνητές τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὁ ἅγιος Ἀκάκιος νά εἶναι βοήθειά τους σ᾿ αὐτή τήν δυσχερή κατάσταση λόγω τῆς ὑγειονομικῆς κρίσης. 
Εὔχεται ἐπίσης καλόν ἀγῶνα κατά τήν Μεγάλη Ἑβδομάδα πού ἤδη ξεκίνησε. Μαζί μέ ὅλα τά μοναστικά κέντρα τοῦ Ἁγίου Ὄρους, καί ἡ ἁγιοτόκος Καλύβη τοῦ Ἁγίου Ἀκακίου, θά προσεύχεται καί γιά ὅλους ὅσοι λόγω τῶν μέτρων ἀποφυγῆς τοῦ συνωστισμοῦ ἀδυνατοῦν νά συμμετέχουν στίς ἀπό κοινοῦ Ἀκολουθίες τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος.
Μπροστά μας ἀνοίγεται ἡ ἐλπίδα πού ἀνέτειλε μέ τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ γιά τήν ἀνάταση τῶν ἀνθρώπων.

Καλή Μεγάλη Ἑβδομάδα !

Κυριακή 12 Απριλίου 2020

ΟΣΙΟΣ ΑΚΑΚΙΟΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗΣ (+12 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1730)

                                                                                                               Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου 

                                               Ὅσιος Ἀκάκιος ὁ Καυσοκαλυβίτης.

Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στίς 12 Ἀπριλίου

Μία ἀπό τίς μεγάλες ὁσιακές μορφές πού ἐβλάστησαν στό φυτώριο τῶν ἁγίων ἀνδρῶν, τό Ἅγιον Ὄρος, εἶναι ὁ ὅσιος Ἀκάκιος ὁ Νέος ὁ Καυσοκαλυβίτης. Ὁ ὅσιος Ἀκάκιος γεννήθηκε στά 1630 στό χωριό Γόλιτζα τῶν Ἀγράφων, πού ἀργότερα, στά 1927, μετονομάστηκε πρός τιμήν του σέ Ἅγιος Ἀκάκιος. Στά 23 του χρόνια, ποθώντας τή μοναχική ζωή, ἀναχωρεῖ ἀπό τήν γενέτειρά του καί γίνεται μεγαλόσχημος μοναχός στή μονή Ἁγίας Τριάδος Σουρβιᾶς, τήν ὁποία εἶχε ἱδρύσει περί τό 1534/5 ὁ ὅσιος Διονύσιος ὁ ἐν Ὀλύμπῳ στήν εὐρύτερη περιοχή τῆς Μακρυνίτσας τοῦ Πηλίου. Ἀργότερα, καθώς εἶχε κλίση περισσότερο στήν ἡσυχαστική ζωή, ἀναχωρεῖ ἀπό τό κοινόβιο γιά τόν ἱερό Ἄθωνα. Κατόπιν περιπλανήσεων στή Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννας καί σέ ἡσυχαστήρια τῆς Καψάλας καί τῶν μονῶν Γρηγορίου καί Διονυσίου, κατέληξε -μέ τήν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ Γαλακτίωνος Κατουνακιώτου- στά Καυσοκαλύβια, ἀρχικά, στά 1660, στήν περιοχή τῆς Μεταμορφώσεως (μοναστικό οἰκισμό πού βρισκόταν σέ ὕψωμα, βόρεια τῶν Καυσοκαλυβίων) καί στή συνέχεια, στά 1680, στήν περιοχή τῆς σημερινῆς Σκήτης.


Τό σπήλαιο πού βρίσκεται στήν ἀνατολική πλευρά τῆς σκήτης σέ ὑψόμετρο 250 μέτρων, γνωστό στίς μέρες μας ὡς Σπήλαιο Ἁγίου Ἀκακίου καί στό ὁποῖο τό πρῶτο μισό τοῦ 14ου αἰ., εἶχε ἀσκηθεῖ ὁ μεγάλος ἁγιορείτης ἡσυχαστής ὅσιος Μάξιμος ὁ Καυσοκαλύβης, ἔμελλε νά γίνει ἡ μοναχική παλαίστρα τοῦ ὁσίου Ἀκακίου. Ἐκεῖ, κάτω ἀπό δύσκολες συνθῆκες διαβίωσης, ἀγωνιζόταν μέ θαυμαστό τρόπο, ζώντας μέ ὑπερβολική -κατά τόν βιογράφο του- ἄσκηση. Σύμφωνα μέ τό Βίο, «ἐπειδή ὁ τόπος ἦταν ἄνυδρος, τόν μέν χειμώνα μάζευε βρόχινο νερό σέ μία στάμνα, τό δέ καλοκαίρι, ἐρχόταν ἕνα μικρό σύννεφο πάνω ἀπό τό Σπήλαιο καί ἔβρεχε, μέχρις ὅτου γέμιζε ἡ στάμνα καί τό σύννεφο ἔφευγε πάλι». Συχνές καί σφοδρές ἐπίσης ἦταν καί οἱ ἐπιθέσεις πού δεχόταν ὁ Ὅσιος ἀπό τούς δαίμονες, οἱ ὁποῖοι τόν πείραζαν ποικιλοτρόπως. Ἔτσι ἀγωνιζόμενος ὁ ὅσιος Ἀκάκιος, εἵλκυσε τή χάρη τοῦ Θεοῦ, πού τόν ἀντάμειψε μέ πολλές ἀρετές καί χαρίσματα, ὅπως τό διορατικό καί ἐκεῖνο τῆς νοερᾶς προσευχῆς, καθώς καί θείες ἀποκαλύψεις.


Ἡ φήμη τοῦ διορατικοῦ ἁγίου γέροντος ξέφυγε ἀπό τήν ἐρημική περιοχή τῶν Καυσοκαλυβίων. Ἔτσι ὁ Ὅσιος γίνεται γνωστός τόσο στό ὑπόλοιπο Ἅγιον Ὄρος ὅσο κι ἔξω ἀπ' αὐτό. Πολλοί -ἀνάμεσά τους καί "ἐπώνυμοι", ὅπως ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Χρύσανθος Νοταρᾶς (1707-1730) καί ὁ ρῶσος περιηγητής, μοναχός Βασίλειος Μπάρσκι (1701-1747), πού ἐπισκέφθηκε τόν Ὅσιο στά 1726- εἶναι αὐτοί πού φθάνουν στόν ὅσιο Ἀκάκιο καί φεύγουν ὠφελημένοι τόσο ἀπό τήν ἁγία του ζωή ὅσο κι ἀπό τή διδασκαλία του. Μέ τόν καιρό, ἀρκετοί μονάζοντες συγκεντρώθηκαν γύρω ἀπό τόν ὅσιο Ἀκάκιο, ἐμπιστευόμενοι τή σωτηρία τους στίς θεοπειθεῖς εὐχές του καί στίς πλούσιες ἁγιοπνευματικές ἐμπειρίες του. Ἔτσι, στίς ἀρχές τοῦ 18ου αἰ., ἔχουμε τήν ὀργάνωση ἀπό τόν Ὅσιο τῆς νέας μοναστικῆς αὐτῆς κοινότητας σέ Σκήτη, κατά τά πρότυπα τῆς σκήτης τῆς Ἁγίας Ἄννας. Λίγο ἀργότερα, μέ θαυματουργία τοῦ ἰδίου ἀνέβλυσε καί τό νερό-ἁγίασμα ἀπό τήν μέχρι τότε ἄγονη καί ἄνυδρη γῆ τῶν Καυσοκαλυβίων. Ἡ ὕπαρξη τοῦ νεροῦ συνέβαλε στήν περαιτέρω ἀκμή τῆς Σκήτης, ἡ ὁποία ἀφιερώθηκε ἀπό τόν ἅγιο ἱδρυτή της στήν Ἁγία Τριάδα. Οἱ μέχρι τότε πρόχειρα στημένες καλύβες κτίζονται τώρα πέτρινες, ἐνῶ δημιουργοῦνται οἱ κῆποι, ὁ ὑδρόμυλος καί ἄλλα κοινοφελῆ κτίσματα. Σύντομα κτίζεται καί τό πρῶτο Κυριακό τῆς σκήτης, μέ πρωτοβουλία τοῦ Λαυριώτη προηγουμένου καί σκευοφύλακα Νεοφύτου τοῦ Χίου (+ 1732). Ὁ τελευταῖος μάλιστα ἀξιωματοῦχος κατέστησε καί ἐπίσημα τόν ὅσιο Ἀκάκιο πρῶτο Δικαῖο στή Σκήτη, προσφέροντάς του καί τή σχετική ράβδο.


Ὁ ὅσιος Ἀκάκιος κατέχει μία ἀπό τίς δεσπόζουσες θέσεις στό ὑπερχιλιετές ἁγιορειτικό ἁγιολόγιο, ὄχι μόνο λόγω τῆς ἄκρας ἀσκήσεως καί τῶν πολλαπλῶν χαρισμάτων, τῶν πολλῶν θαυμάτων καί τῆς νεοησυχαστικῆς διδασκαλίας του ἤ ἐπειδή ἀναδείχθηκε ἱδρυτής τῆς δεύτερης στή τάξη Σκήτης τοῦ Ἄθω. Ἡ διακονία του στή Ἐκκλησία ὡς ἀλείπτου νεομαρτύρων θεωρεῖται ἀπό ὅλους τούς ἐρευνητές, ἐξίσου σημαντική. Εἶναι μάλιστα χαρακτηριστικό, ὅτι ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, στό Νέο Μαρτυρολόγιό του, ἔχει συμπεριλάβει καί τόν Βίο τοῦ ὁσίου Ἀκακίου, ἄν καί ὁ τελευταῖος δέν εἶχε μαρτυρικό τέλος «... διά τήν ὑπεράνθρωπον Πολιτείαν του καί τούς τρεῖς Ὁσιομάρτυρας ὁποῦ ἔκαμε», ὅπως γράφει ὁ ἴδιος ὁ ὅσιος Νικόδημος. Πρόκειται γιά τούς νέους ὁσιομάρτυρες Ρωμανό (†5 Ἰανουαρίου 1694), Νικόδημο (†10 Ἰουλίου 1722) καί Παχώμιο (†7 Μαῒου 1730), πού μαρτύρησαν γιά τόν Χριστό, ἀφοῦ πρῶτα ἑτοιμάστηκαν καί ἐμψυχώθηκαν ἀπό τόν ὅσιο Ἀκάκιο, ἀσκούμενοι ὡς ὑποτακτικοί του στήν Καλύβη τοῦ Ὁσίου.


Ἀξιοσημείωτη εἶναι καί ἡ διδασκαλία τοῦ ὁσίου Ἀκακίου. Τήν ἐποχή του, οἱ μοναστηριακές ἀρχές τοῦ Ἁγίου Ὄρους εἶχαν δείξει τήν πρόθεσή τους -πρός ἐλάττωση τῶν ἴδιων φορολογικῶν βαρῶν, πού προέρχονταν τόσο ἀπό τόν κεφαλικό ὅσο καί τόν κτηματικό φόρο- νά ἐπιβάλλουν φόρους στούς ἐκτός τῶν μονῶν ἀσκουμένους ἐξαρτηματικούς ἀδελφούς. Ἐκτός ἀπό τό γογγυσμό τῶν πατέρων τῆς Σκήτης γιά τά παραπάνω, κάποιοι ἐπιπλέον ἰσχυρίζονταν ὅτι ὁ κεφαλικός φόρος εἶναι τό σφράγισμα τοῦ ἀντιχρίστου. Ὁ Ὅσιος, στηρίζοντας τούς πατέρες καί κατ’ ἐπέκταση τούς ὑπόδουλους χριστιανούς στό νά ὑπομείνουν τή δοκιμασία τῆς δυσβάστακτης καί ἄδικης ἐκείνης φορολογίας, ἔλεγε: «Καλότυχος θά εἶναι αὐτός πού πληρώνει ἀγόγγυστα στούς Τούρκους τό χαράτσι καί τά ἄλλα δοσίματα», ἔχοντας κατανοήσει «τό τί ἀγαθά ἔχουν νά ἀπολαύσουν αὐτοί πού ὑπομένουν τόν βαρύτατο ζυγό τῶν ἄθεων τυρράνων γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ» καί «ὅτι θά συμμετέχουν στήν αἰώνια μακαριότητα, μέ τό νά πάσχουν τόσα δεινά, φυλάσσοντας τήν πίστη στόν Χριστό». Δίδασκε ἐπίσης ὅτι δύο σωματικές ἀρετές πρέπει νά καλλιεργεῖ ὁ μοναχός, στόν ἀγώνα του νά νικήσει τά σαρκικά πάθη· τή νηστεία καί τήν ἀγρυπνία. Κάποτε, στήν ἀπορία μαθητή του, πάνω στήν ἀλήθεια τοῦ λόγου τοῦ ὁσίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου πού λέγει, ὅτι ‘‘ἄν ὁ Χριστιανός δέν καταφέρει νά δεῖ τόν Χριστό στήν παρούσα ζωή, ἄς μήν ἐλπίζει νά τόν δεῖ οὔτε στή μέλλουσα’’, ἔλαβε τήν ἀπάντηση: «Ἀλήθεια εἶναι, τέκνο μου, καί μήν ἀμφιβάλλεις στούς λόγους τοῦ Ἁγίου. Κι αὐτό βέβαια διότι, ἄν ὁ Χριστιανός δέν ἀποκτήσει τήν ὅραση τῶν νοερῶν ὀφθαλμῶν, ὥστε νά βλέπει καθαρά τόν Χριστό ἐδῶ, στήν παρούσα ζωή, δέν ὑπάρχει τρόπος οὔτε ἐκεῖ νά τόν δεῖ». Στήν ἐρώτησε πάλι τοῦ μαθητή του, ἄν βλέπει ὁ ἄνθρωπος τόν Χριστό στήν παρούσα ζωή, μέ τά σωματικά ἤ τά νοερά μάτια, ἀπάντησε: «Μέ τά νοερά! Πλήν ὅμως νά ξέρεις, ὅτι ἐκεῖνος πού θά ἀξιωθεῖ αὐτοῦ τοῦ χαρίσματος, ὅταν ἔλθει σέ τέτοιες ἀποκαλύψεις, βλέπει τά νοερά σάν αἰσθητά. Κι αὐτό γιατί ἡ αἴσθηση τῶν σωματικῶν ὀφθαλμῶν μένει τότε τελείως ἀνενέργητη».


Ὁ ὅσιος Ἀκάκιος, μετά τήν ἀποδημία γιά τό μαρτύριο τοῦ ὁσιομάρτυρα Παχωμίου, ἀσθένησε καί ἀναχώρησε κι αὐτός γιά τόν Κύριο στίς 12 Ἀπριλίου, Κυριακή τῶν Μυροφόρων τοῦ ἔτους 1730, ἀφοῦ εἶχε προγνωρίσει τόν θάνατό του. Στόν τελευταῖο ἀσπασμό συνέτρεξε πλῆθος μοναχῶν ἀπ’ ὅλο τόν Ἄθω, πού ὅλοι τους θρηνοῦσαν γιά τή στέρησή του. Τόν κατά πλάτος Βίο καθώς καί τήν Ἀκολουθία τοῦ ὁσίου Ἀκακίου συνέταξε μετά τό 1740 ὁ λόγιος ὑποτακτικός του ἱερομόναχος Ἰωνᾶς ὁ Καυσοκαλυβίτης ἀπό τήν Καστανιά τῶν Ἀγράφων († 1765). Ὁ Ἰωνᾶς μάλιστα ἐκπλήρωσε τήν ἐπιθυμία τοῦ Ὁσίου νά ἀνεγερθοῦν τόσο τό νέο Κυριακό τῆς Ἁγίας Τριάδος (1745) ὅσο καί τό παρεκκλήσι τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τῆς Καλύβης τοῦ Ἁγίου Ἀκακίου (1747), μεριμνώντας μάλιστα καί γιά τήν ἱστόρησή τους ἀπό τόν Ἀγραφιώτη ὅσιο ἱερομόναχο Παρθένιο Σκούρτο καί τούς μαθητές του, περί τά 1759. Ἡ μνήμη τοῦ ὁσίου Ἀκακίου ἑορτάζεται πανορθοδόξως στίς 12 Ἀπριλίου. Στήν ἀσκητική ὅμως παλαίστρα του, τό ἱερό Σπήλαιο καί τήν ὁμώνυμη Καλύβη του, ὁ ὅσιος Ἀκάκιος τιμᾶται ἀπό τούς Καυσοκαλυβίτες Πατέρες τήν Κυριακή τῶν Μυροφόρων, μέ ὁλονύκτιο Πανηγυρική Ἀγρυπνία. Στό σεπτό Κυριακό τῆς Σκήτης, φυλάσσεται ἡ ἁγία κάρα τοῦ Ἁγίου, στήν Καλύβη του ἡ κάτω σιαγόνα του, ἐνῶ στή Μεγίστη Λαύρα τό μεγαλύτερο μερος τῶν ἱερῶν λειψάνων του. Στό σπήλαιο τῶν Καυσοκαλυβίων, πού φέρει καί τήν ἐπωνυμία του σώζεται καί ἡ κλινοστρωμνή τοῦ Ὁσίου.


Ἀπολυτίκιον

Ἦχος πλ.α΄. Τόν συνάναρχον Λόγον


Πρός Χριστόν τόν Σωτῆρα Πάτερ Ἀκάκιε, σέ πρεσβευτήν καί μεσίτην ἡμεῖς κεκτήμεθα νῦν, συμπαράλαβε τούς τρεῖς Ὁσιομάρτυρας, σούς φοιτητάς τόν Ρωμανόν καί τόν Παχώμιον ὁμοῦ Νικόδημον καί αἰτεῖτε, δωρηθῆναι πλημελημάτων, ἡμῶν τήν λύσιν καί παντοίων δεινῶν.


Βιβλιογραφία

Προσκυνητάριον τῆς Βασιλικῆς καί Σεβασμίας Μονῆς Μεγίστης Λαύρας τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ ἐν τῷ Ἄθῳ. Συντεθέν μέν παρά Μακαρίου Κυδωνέως τοῦ ἐκ χώρας Χανίων, τοῦ Τριγώνη, τοῦ καί τῆς αὐτῆς Μονῆς Σκευοφύλακος, τύποις δέ νῦν πρῶτον ἐκδοθέν, ἐπιμελείᾳ καί δαπάνῃ τοῦ Πανοσιωτάτου Κυρίου Σεργίου ἱερομονάχου, τοῦ ἐκ ταύτης τῆς Ἁγίας Λαύρας. Ἐνετίησιν 1772, σ. 49-50. ΣΑΒΒΑΣ ΛΑΥΡΙΩΤΗΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΣ, Προσκυνητάριον τῆς βασιλικῆς καί σεβασμίας μονῆς Μεγίστης Λαύρας τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ ἐν τῷ Ἄθῳ, Ἐνετίησιν 1780, σ. 78-79. ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Νέον Μαρτυρολόγιον, Ἀθῆναι 1856, σ. 9 σημ. 1, 286-294. Τοῦ ἰδίου, Ἀκολουθία ἀσματική καί ἐγκώμιον τῶν ὁσίων καί θεοφόρων Πατέρων ἡμῶν τῶν ἐν τῷ Ἁγίῳ Ὄρει τοῦ Ἄθω διαλαμψάντων, Ἑρμούπολις 1847, σ. 80-88. ΕΥΛΟΓΙΟΣ ΚΟΥΡΙΛΑΣ ΛΑΥΡΙΩΤΗΣ, Ἱστορία τοῦ ἀσκητισμοῦ τ. Α΄, Θεσσαλονίκη 1929, σ. 66-84. Εὐρυτανικόν Λειμωνάριον (ἐπιμέλ. Κ. Βαστάκη πρεσβυτ.), Ἀθήνα 1978. ΒΙΚΤΩΡ ΜΑΤΘΑΙΟΥ, Μέγας Συναξαριστής τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τ.Δ΄, ἔκδ. Ε΄. ΓΚΑΛΙΟΣ Ν., Ὅσιος Ἀκάκιος ὁ Καυσοκαλυβίτης, ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 1993. ΜΗΛΙΤΣΗΣ Γ., Ὁ Ὅσιος Ἀκάκιος ὁ Καυσοκαλυβίτης, Τρίκαλα 1986. Πανηγυρική Ἀκολουθία Ἁγίου Ἀκακίου Καυσοκαλυβίτου, ἐκδ. Καλύβης Ἁγ. Ἀκακίου, Ἅγιον Ὄρος 2001. ΠΑΤΑΠΙΟΣ ΜΟΝΑΧΟΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗΣ, Ἅγιος Ἀκάκιος ὁ Καυσοκαλυβίτης. Ἀπό τό περιβόλι τῆς Παναγίας στόν κῆπο τοῦ Θεοῦ, ἐκδ. Καλύβης Ἁγ. Ἀκακίου (σειρά "Ἐρημοπολίτες" ἀρ. 7), Ἅγιον Ὄρος 2001. Ο ΙΔΙΟΣ, Ἰωνᾶς ὁ Καυσοκαλυβίτης. Ὁ βίος καί τά ἔργα μιᾶς πνευματικῆς μορφῆς τοῦ 18ου αἰ., ἔκδ. Καλύβης Ἁγ. Ἀκακίου, Ἅγιον Ὄρος 1999. Ο ΙΔΙΟΣ, Ἁγιασμένες μορφές τῶν Καυσοκαλυβίων. Ἀπό τόν ὅσιο Μάξιμο ὥς τό Γέροντα Πορφύριο, ἔκδ. Καλύβης Ἁγ. Ἀκακίου, Ἅγιον Ὄρος 2008, σ. 65-74. Β V. GRIGOROVIČ BARSKIJ, Πρώτη καί τρίτη περιοδεία εἰς τάς Μονάς καί τάς Σκήτας τοῦ Ἄθω. 1725-1726 (ρωσσιστί), Κίεβο 1877. ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ, Vtoroe poseščeni. Svjatoj Gory [B΄ ἐπίσκεψις εἰς τό Ἁγιώνυμο Ὄρος τοῦ Ἄθω. Ἐντυπώσεις], ἔκδ. Ἱ. Μονῆς Ἁγίου Παντελεήμονος Ρωσικοῦ, Ἁγία Πετρούπολη 1887. Vtoroe putešestvie po svjatoj gore Afonkoij Arhimandrita, nyne Episkopa, Porfirija Uspenskago v gody 1858, 1859 i 1861, i Opisanie Skitov Afonskih, Μόσχα 1880, σ. 304, 504.

Φωτογραφίες:

Ὁ ἅγ. Άκάκιος. Κέντημα σέ έπιγονάτιο. Καλύβη Ἁγ. Άκακίου / Τό σπήλαιο τοῦ ἁγ. Ἀκακίου. Καλύβη Ἁγ. Ἀκακίου / Τά ἱερά λείψανα τοῦ ἁγ. Ἀκακίου. Καλύβη Ἁγ. Ἀκακίου.

Τρίτη 7 Απριλίου 2020

Ο ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΕΝ ΚΑΛΥΜΝΩ

Ο Ἁγιορείτης ἅγιος Σάββας ὁ ἐν Καλύμνῳ (1862-1948)


  τοῦ  μοναχοῦ Παταπίου Καυσοκαλυβίτου
Ο ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΕΝ ΚΑΛΥΜΝΩ.
 ΦΟΡΗΤΗ ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟ ΑΓ. ΦΑΝΟΥΡΙΟΥ ΒΙΓΛΑΣ ΜΕΓ. ΛΑΥΡΑΣ. ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ

Κατάγονταν ἀπό τήν Ἠράκλεια τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης. Δωδεκαετής ἔφθασε στό Ἅγιον Ὄρος ὅπου ἀργοτερα ἐκάρη μοναχός στή σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης καί στήν ἔρημη σήμερα καλύβη τῆς Κοιμήσεως Θεοτόκου ὑπό τόν γέροντα Αὐξέντιο. Ἡ καλύβη τῆς Κοιμήσεως βρισκόταν στά νότια τῆς Σκήτης κάτω ἀπό τήν καλύβη τοῦ Ἁγίου Γεωργίου καί πάνω ἀπό τήν καλύβη τοῦ Ἁγίου Ἀρτεμίου, καί θεωρεῖται ὡς τό παλαιότερο (τό πρῶτο) Κυριακό τῆς Σκήτης). 
Κατά τή δωδεαετῆ παραμονή στή Σκήτη θά ἀσχοληθεῖ μέ τήν ἁγιογραφία καί τή βυζαντινή μουσική. Κατά τήν παράδοση τῆς Σκήτης δάσκαλός του στήν ἁγιογραφία στάθηκε ὁ γέροντας Θεόφιλος τῆς καλύβης τῶν Εἰσοδίων, πού διηύθυνε τό ὀνομαστό ἐργαστήριο τῆς Καλύβης (τῶν Θεοφιλαίων).



   Περί τό 1887 μεταβαίνει στούς Ἁγίους Τόπους στή μονή Ἁγίου Γεωργίου Χοζεβᾶ καί εἰδικότερα στήν πλησιόχωρη Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης ὅπου ἀσκήθηκε ἐπί 14 ἔτη, ἔχοντας ἀνάμεσα σέ ἄλλα καί τό διακόνημα τοῦ ἁγιογράφου. Στό καθολικό τῆς μονῆς Χοζεβᾶ σώζονται καί σημερα τοιχογραφίες, ἔργα τοῦ ὁσίου Σάββα. Ἀσκήθηκε ἐπίσης καί στή Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα τοῦ Ἡγιασμένου. Τό 1894 ἐπέστρεψε στό Ἅγιον Ὄρος ἀπό τό ὁποῖο ἀναχώρησε μετά τριετία γιά τά Ἱεροσόλυμα ὅπου χειροτονήθηκε ἱερέας.   

Στήν περίοδο 1907 – 1916 βρέθηκε πάλι στό Ἅγιον Ὄρος ὅμως κατόπιν προσκλήσεως τοῦ ἁγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως, ἀναχώρησε γιά τήν Αἴγινα ὅπου διακόνησε ὡς ἐφημέριος στή μονή Ἁγίας Τριάδος, διακονώντας ἐπίσης καί τόν ἅγιο ἱεράρχη στίς ἀνάγκες του. Παράλληλα ἁγιογραφοῦσε φορητές εἰκόνες γιά τίς ἀνάγκες τῆς Μονῆς ἐνῶ δίδασκε καί τίς μοναχές τήν ἱερά τέχνη. Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι μετά τήν ὁσιακή κοίμηση τοῦ ἁγίου Νεκταρίου ὁ ὅσιος Σάββας εἶναι ἐκεῖνος πού θά ἁγιογραφήσει τήν πρώτη εἰκόνα του.

  Περί τό 1926 ἤ 1928 ἀναχώρησε γιά τήν Κάλυμνο καί ἔζησε στή μονή τῶν Ἁγίων Πάντων μέχρι τήν κοίμησή του τό 1948. Πλῆθος εἶναι τά θαύματα πού ἐπετέλεσε καί συνεχίζει νά ἐπιτελεῖ σ᾿ ὅσους ἐπικαλοῦνται τήν βοήθειά του καί τίς πρεσβεῖες του πρός τόν δωρεοδότη Κύριο.Ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τή μνήμη του τήν 7η Ἀπριλίου καθώς καί κατά τήν Ε΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν κάθε ἔτους.