Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Καυσοκαλύβια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Καυσοκαλύβια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 12 Απριλίου 2020

ΟΣΙΟΣ ΑΚΑΚΙΟΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗΣ (+12 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1730)

                                                                                                               Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου 

                                               Ὅσιος Ἀκάκιος ὁ Καυσοκαλυβίτης.

Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στίς 12 Ἀπριλίου

Μία ἀπό τίς μεγάλες ὁσιακές μορφές πού ἐβλάστησαν στό φυτώριο τῶν ἁγίων ἀνδρῶν, τό Ἅγιον Ὄρος, εἶναι ὁ ὅσιος Ἀκάκιος ὁ Νέος ὁ Καυσοκαλυβίτης. Ὁ ὅσιος Ἀκάκιος γεννήθηκε στά 1630 στό χωριό Γόλιτζα τῶν Ἀγράφων, πού ἀργότερα, στά 1927, μετονομάστηκε πρός τιμήν του σέ Ἅγιος Ἀκάκιος. Στά 23 του χρόνια, ποθώντας τή μοναχική ζωή, ἀναχωρεῖ ἀπό τήν γενέτειρά του καί γίνεται μεγαλόσχημος μοναχός στή μονή Ἁγίας Τριάδος Σουρβιᾶς, τήν ὁποία εἶχε ἱδρύσει περί τό 1534/5 ὁ ὅσιος Διονύσιος ὁ ἐν Ὀλύμπῳ στήν εὐρύτερη περιοχή τῆς Μακρυνίτσας τοῦ Πηλίου. Ἀργότερα, καθώς εἶχε κλίση περισσότερο στήν ἡσυχαστική ζωή, ἀναχωρεῖ ἀπό τό κοινόβιο γιά τόν ἱερό Ἄθωνα. Κατόπιν περιπλανήσεων στή Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννας καί σέ ἡσυχαστήρια τῆς Καψάλας καί τῶν μονῶν Γρηγορίου καί Διονυσίου, κατέληξε -μέ τήν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ Γαλακτίωνος Κατουνακιώτου- στά Καυσοκαλύβια, ἀρχικά, στά 1660, στήν περιοχή τῆς Μεταμορφώσεως (μοναστικό οἰκισμό πού βρισκόταν σέ ὕψωμα, βόρεια τῶν Καυσοκαλυβίων) καί στή συνέχεια, στά 1680, στήν περιοχή τῆς σημερινῆς Σκήτης.


Τό σπήλαιο πού βρίσκεται στήν ἀνατολική πλευρά τῆς σκήτης σέ ὑψόμετρο 250 μέτρων, γνωστό στίς μέρες μας ὡς Σπήλαιο Ἁγίου Ἀκακίου καί στό ὁποῖο τό πρῶτο μισό τοῦ 14ου αἰ., εἶχε ἀσκηθεῖ ὁ μεγάλος ἁγιορείτης ἡσυχαστής ὅσιος Μάξιμος ὁ Καυσοκαλύβης, ἔμελλε νά γίνει ἡ μοναχική παλαίστρα τοῦ ὁσίου Ἀκακίου. Ἐκεῖ, κάτω ἀπό δύσκολες συνθῆκες διαβίωσης, ἀγωνιζόταν μέ θαυμαστό τρόπο, ζώντας μέ ὑπερβολική -κατά τόν βιογράφο του- ἄσκηση. Σύμφωνα μέ τό Βίο, «ἐπειδή ὁ τόπος ἦταν ἄνυδρος, τόν μέν χειμώνα μάζευε βρόχινο νερό σέ μία στάμνα, τό δέ καλοκαίρι, ἐρχόταν ἕνα μικρό σύννεφο πάνω ἀπό τό Σπήλαιο καί ἔβρεχε, μέχρις ὅτου γέμιζε ἡ στάμνα καί τό σύννεφο ἔφευγε πάλι». Συχνές καί σφοδρές ἐπίσης ἦταν καί οἱ ἐπιθέσεις πού δεχόταν ὁ Ὅσιος ἀπό τούς δαίμονες, οἱ ὁποῖοι τόν πείραζαν ποικιλοτρόπως. Ἔτσι ἀγωνιζόμενος ὁ ὅσιος Ἀκάκιος, εἵλκυσε τή χάρη τοῦ Θεοῦ, πού τόν ἀντάμειψε μέ πολλές ἀρετές καί χαρίσματα, ὅπως τό διορατικό καί ἐκεῖνο τῆς νοερᾶς προσευχῆς, καθώς καί θείες ἀποκαλύψεις.


Ἡ φήμη τοῦ διορατικοῦ ἁγίου γέροντος ξέφυγε ἀπό τήν ἐρημική περιοχή τῶν Καυσοκαλυβίων. Ἔτσι ὁ Ὅσιος γίνεται γνωστός τόσο στό ὑπόλοιπο Ἅγιον Ὄρος ὅσο κι ἔξω ἀπ' αὐτό. Πολλοί -ἀνάμεσά τους καί "ἐπώνυμοι", ὅπως ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Χρύσανθος Νοταρᾶς (1707-1730) καί ὁ ρῶσος περιηγητής, μοναχός Βασίλειος Μπάρσκι (1701-1747), πού ἐπισκέφθηκε τόν Ὅσιο στά 1726- εἶναι αὐτοί πού φθάνουν στόν ὅσιο Ἀκάκιο καί φεύγουν ὠφελημένοι τόσο ἀπό τήν ἁγία του ζωή ὅσο κι ἀπό τή διδασκαλία του. Μέ τόν καιρό, ἀρκετοί μονάζοντες συγκεντρώθηκαν γύρω ἀπό τόν ὅσιο Ἀκάκιο, ἐμπιστευόμενοι τή σωτηρία τους στίς θεοπειθεῖς εὐχές του καί στίς πλούσιες ἁγιοπνευματικές ἐμπειρίες του. Ἔτσι, στίς ἀρχές τοῦ 18ου αἰ., ἔχουμε τήν ὀργάνωση ἀπό τόν Ὅσιο τῆς νέας μοναστικῆς αὐτῆς κοινότητας σέ Σκήτη, κατά τά πρότυπα τῆς σκήτης τῆς Ἁγίας Ἄννας. Λίγο ἀργότερα, μέ θαυματουργία τοῦ ἰδίου ἀνέβλυσε καί τό νερό-ἁγίασμα ἀπό τήν μέχρι τότε ἄγονη καί ἄνυδρη γῆ τῶν Καυσοκαλυβίων. Ἡ ὕπαρξη τοῦ νεροῦ συνέβαλε στήν περαιτέρω ἀκμή τῆς Σκήτης, ἡ ὁποία ἀφιερώθηκε ἀπό τόν ἅγιο ἱδρυτή της στήν Ἁγία Τριάδα. Οἱ μέχρι τότε πρόχειρα στημένες καλύβες κτίζονται τώρα πέτρινες, ἐνῶ δημιουργοῦνται οἱ κῆποι, ὁ ὑδρόμυλος καί ἄλλα κοινοφελῆ κτίσματα. Σύντομα κτίζεται καί τό πρῶτο Κυριακό τῆς σκήτης, μέ πρωτοβουλία τοῦ Λαυριώτη προηγουμένου καί σκευοφύλακα Νεοφύτου τοῦ Χίου (+ 1732). Ὁ τελευταῖος μάλιστα ἀξιωματοῦχος κατέστησε καί ἐπίσημα τόν ὅσιο Ἀκάκιο πρῶτο Δικαῖο στή Σκήτη, προσφέροντάς του καί τή σχετική ράβδο.


Ὁ ὅσιος Ἀκάκιος κατέχει μία ἀπό τίς δεσπόζουσες θέσεις στό ὑπερχιλιετές ἁγιορειτικό ἁγιολόγιο, ὄχι μόνο λόγω τῆς ἄκρας ἀσκήσεως καί τῶν πολλαπλῶν χαρισμάτων, τῶν πολλῶν θαυμάτων καί τῆς νεοησυχαστικῆς διδασκαλίας του ἤ ἐπειδή ἀναδείχθηκε ἱδρυτής τῆς δεύτερης στή τάξη Σκήτης τοῦ Ἄθω. Ἡ διακονία του στή Ἐκκλησία ὡς ἀλείπτου νεομαρτύρων θεωρεῖται ἀπό ὅλους τούς ἐρευνητές, ἐξίσου σημαντική. Εἶναι μάλιστα χαρακτηριστικό, ὅτι ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, στό Νέο Μαρτυρολόγιό του, ἔχει συμπεριλάβει καί τόν Βίο τοῦ ὁσίου Ἀκακίου, ἄν καί ὁ τελευταῖος δέν εἶχε μαρτυρικό τέλος «... διά τήν ὑπεράνθρωπον Πολιτείαν του καί τούς τρεῖς Ὁσιομάρτυρας ὁποῦ ἔκαμε», ὅπως γράφει ὁ ἴδιος ὁ ὅσιος Νικόδημος. Πρόκειται γιά τούς νέους ὁσιομάρτυρες Ρωμανό (†5 Ἰανουαρίου 1694), Νικόδημο (†10 Ἰουλίου 1722) καί Παχώμιο (†7 Μαῒου 1730), πού μαρτύρησαν γιά τόν Χριστό, ἀφοῦ πρῶτα ἑτοιμάστηκαν καί ἐμψυχώθηκαν ἀπό τόν ὅσιο Ἀκάκιο, ἀσκούμενοι ὡς ὑποτακτικοί του στήν Καλύβη τοῦ Ὁσίου.


Ἀξιοσημείωτη εἶναι καί ἡ διδασκαλία τοῦ ὁσίου Ἀκακίου. Τήν ἐποχή του, οἱ μοναστηριακές ἀρχές τοῦ Ἁγίου Ὄρους εἶχαν δείξει τήν πρόθεσή τους -πρός ἐλάττωση τῶν ἴδιων φορολογικῶν βαρῶν, πού προέρχονταν τόσο ἀπό τόν κεφαλικό ὅσο καί τόν κτηματικό φόρο- νά ἐπιβάλλουν φόρους στούς ἐκτός τῶν μονῶν ἀσκουμένους ἐξαρτηματικούς ἀδελφούς. Ἐκτός ἀπό τό γογγυσμό τῶν πατέρων τῆς Σκήτης γιά τά παραπάνω, κάποιοι ἐπιπλέον ἰσχυρίζονταν ὅτι ὁ κεφαλικός φόρος εἶναι τό σφράγισμα τοῦ ἀντιχρίστου. Ὁ Ὅσιος, στηρίζοντας τούς πατέρες καί κατ’ ἐπέκταση τούς ὑπόδουλους χριστιανούς στό νά ὑπομείνουν τή δοκιμασία τῆς δυσβάστακτης καί ἄδικης ἐκείνης φορολογίας, ἔλεγε: «Καλότυχος θά εἶναι αὐτός πού πληρώνει ἀγόγγυστα στούς Τούρκους τό χαράτσι καί τά ἄλλα δοσίματα», ἔχοντας κατανοήσει «τό τί ἀγαθά ἔχουν νά ἀπολαύσουν αὐτοί πού ὑπομένουν τόν βαρύτατο ζυγό τῶν ἄθεων τυρράνων γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ» καί «ὅτι θά συμμετέχουν στήν αἰώνια μακαριότητα, μέ τό νά πάσχουν τόσα δεινά, φυλάσσοντας τήν πίστη στόν Χριστό». Δίδασκε ἐπίσης ὅτι δύο σωματικές ἀρετές πρέπει νά καλλιεργεῖ ὁ μοναχός, στόν ἀγώνα του νά νικήσει τά σαρκικά πάθη· τή νηστεία καί τήν ἀγρυπνία. Κάποτε, στήν ἀπορία μαθητή του, πάνω στήν ἀλήθεια τοῦ λόγου τοῦ ὁσίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου πού λέγει, ὅτι ‘‘ἄν ὁ Χριστιανός δέν καταφέρει νά δεῖ τόν Χριστό στήν παρούσα ζωή, ἄς μήν ἐλπίζει νά τόν δεῖ οὔτε στή μέλλουσα’’, ἔλαβε τήν ἀπάντηση: «Ἀλήθεια εἶναι, τέκνο μου, καί μήν ἀμφιβάλλεις στούς λόγους τοῦ Ἁγίου. Κι αὐτό βέβαια διότι, ἄν ὁ Χριστιανός δέν ἀποκτήσει τήν ὅραση τῶν νοερῶν ὀφθαλμῶν, ὥστε νά βλέπει καθαρά τόν Χριστό ἐδῶ, στήν παρούσα ζωή, δέν ὑπάρχει τρόπος οὔτε ἐκεῖ νά τόν δεῖ». Στήν ἐρώτησε πάλι τοῦ μαθητή του, ἄν βλέπει ὁ ἄνθρωπος τόν Χριστό στήν παρούσα ζωή, μέ τά σωματικά ἤ τά νοερά μάτια, ἀπάντησε: «Μέ τά νοερά! Πλήν ὅμως νά ξέρεις, ὅτι ἐκεῖνος πού θά ἀξιωθεῖ αὐτοῦ τοῦ χαρίσματος, ὅταν ἔλθει σέ τέτοιες ἀποκαλύψεις, βλέπει τά νοερά σάν αἰσθητά. Κι αὐτό γιατί ἡ αἴσθηση τῶν σωματικῶν ὀφθαλμῶν μένει τότε τελείως ἀνενέργητη».


Ὁ ὅσιος Ἀκάκιος, μετά τήν ἀποδημία γιά τό μαρτύριο τοῦ ὁσιομάρτυρα Παχωμίου, ἀσθένησε καί ἀναχώρησε κι αὐτός γιά τόν Κύριο στίς 12 Ἀπριλίου, Κυριακή τῶν Μυροφόρων τοῦ ἔτους 1730, ἀφοῦ εἶχε προγνωρίσει τόν θάνατό του. Στόν τελευταῖο ἀσπασμό συνέτρεξε πλῆθος μοναχῶν ἀπ’ ὅλο τόν Ἄθω, πού ὅλοι τους θρηνοῦσαν γιά τή στέρησή του. Τόν κατά πλάτος Βίο καθώς καί τήν Ἀκολουθία τοῦ ὁσίου Ἀκακίου συνέταξε μετά τό 1740 ὁ λόγιος ὑποτακτικός του ἱερομόναχος Ἰωνᾶς ὁ Καυσοκαλυβίτης ἀπό τήν Καστανιά τῶν Ἀγράφων († 1765). Ὁ Ἰωνᾶς μάλιστα ἐκπλήρωσε τήν ἐπιθυμία τοῦ Ὁσίου νά ἀνεγερθοῦν τόσο τό νέο Κυριακό τῆς Ἁγίας Τριάδος (1745) ὅσο καί τό παρεκκλήσι τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τῆς Καλύβης τοῦ Ἁγίου Ἀκακίου (1747), μεριμνώντας μάλιστα καί γιά τήν ἱστόρησή τους ἀπό τόν Ἀγραφιώτη ὅσιο ἱερομόναχο Παρθένιο Σκούρτο καί τούς μαθητές του, περί τά 1759. Ἡ μνήμη τοῦ ὁσίου Ἀκακίου ἑορτάζεται πανορθοδόξως στίς 12 Ἀπριλίου. Στήν ἀσκητική ὅμως παλαίστρα του, τό ἱερό Σπήλαιο καί τήν ὁμώνυμη Καλύβη του, ὁ ὅσιος Ἀκάκιος τιμᾶται ἀπό τούς Καυσοκαλυβίτες Πατέρες τήν Κυριακή τῶν Μυροφόρων, μέ ὁλονύκτιο Πανηγυρική Ἀγρυπνία. Στό σεπτό Κυριακό τῆς Σκήτης, φυλάσσεται ἡ ἁγία κάρα τοῦ Ἁγίου, στήν Καλύβη του ἡ κάτω σιαγόνα του, ἐνῶ στή Μεγίστη Λαύρα τό μεγαλύτερο μερος τῶν ἱερῶν λειψάνων του. Στό σπήλαιο τῶν Καυσοκαλυβίων, πού φέρει καί τήν ἐπωνυμία του σώζεται καί ἡ κλινοστρωμνή τοῦ Ὁσίου.


Ἀπολυτίκιον

Ἦχος πλ.α΄. Τόν συνάναρχον Λόγον


Πρός Χριστόν τόν Σωτῆρα Πάτερ Ἀκάκιε, σέ πρεσβευτήν καί μεσίτην ἡμεῖς κεκτήμεθα νῦν, συμπαράλαβε τούς τρεῖς Ὁσιομάρτυρας, σούς φοιτητάς τόν Ρωμανόν καί τόν Παχώμιον ὁμοῦ Νικόδημον καί αἰτεῖτε, δωρηθῆναι πλημελημάτων, ἡμῶν τήν λύσιν καί παντοίων δεινῶν.


Βιβλιογραφία

Προσκυνητάριον τῆς Βασιλικῆς καί Σεβασμίας Μονῆς Μεγίστης Λαύρας τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ ἐν τῷ Ἄθῳ. Συντεθέν μέν παρά Μακαρίου Κυδωνέως τοῦ ἐκ χώρας Χανίων, τοῦ Τριγώνη, τοῦ καί τῆς αὐτῆς Μονῆς Σκευοφύλακος, τύποις δέ νῦν πρῶτον ἐκδοθέν, ἐπιμελείᾳ καί δαπάνῃ τοῦ Πανοσιωτάτου Κυρίου Σεργίου ἱερομονάχου, τοῦ ἐκ ταύτης τῆς Ἁγίας Λαύρας. Ἐνετίησιν 1772, σ. 49-50. ΣΑΒΒΑΣ ΛΑΥΡΙΩΤΗΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΣ, Προσκυνητάριον τῆς βασιλικῆς καί σεβασμίας μονῆς Μεγίστης Λαύρας τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ ἐν τῷ Ἄθῳ, Ἐνετίησιν 1780, σ. 78-79. ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Νέον Μαρτυρολόγιον, Ἀθῆναι 1856, σ. 9 σημ. 1, 286-294. Τοῦ ἰδίου, Ἀκολουθία ἀσματική καί ἐγκώμιον τῶν ὁσίων καί θεοφόρων Πατέρων ἡμῶν τῶν ἐν τῷ Ἁγίῳ Ὄρει τοῦ Ἄθω διαλαμψάντων, Ἑρμούπολις 1847, σ. 80-88. ΕΥΛΟΓΙΟΣ ΚΟΥΡΙΛΑΣ ΛΑΥΡΙΩΤΗΣ, Ἱστορία τοῦ ἀσκητισμοῦ τ. Α΄, Θεσσαλονίκη 1929, σ. 66-84. Εὐρυτανικόν Λειμωνάριον (ἐπιμέλ. Κ. Βαστάκη πρεσβυτ.), Ἀθήνα 1978. ΒΙΚΤΩΡ ΜΑΤΘΑΙΟΥ, Μέγας Συναξαριστής τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τ.Δ΄, ἔκδ. Ε΄. ΓΚΑΛΙΟΣ Ν., Ὅσιος Ἀκάκιος ὁ Καυσοκαλυβίτης, ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 1993. ΜΗΛΙΤΣΗΣ Γ., Ὁ Ὅσιος Ἀκάκιος ὁ Καυσοκαλυβίτης, Τρίκαλα 1986. Πανηγυρική Ἀκολουθία Ἁγίου Ἀκακίου Καυσοκαλυβίτου, ἐκδ. Καλύβης Ἁγ. Ἀκακίου, Ἅγιον Ὄρος 2001. ΠΑΤΑΠΙΟΣ ΜΟΝΑΧΟΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗΣ, Ἅγιος Ἀκάκιος ὁ Καυσοκαλυβίτης. Ἀπό τό περιβόλι τῆς Παναγίας στόν κῆπο τοῦ Θεοῦ, ἐκδ. Καλύβης Ἁγ. Ἀκακίου (σειρά "Ἐρημοπολίτες" ἀρ. 7), Ἅγιον Ὄρος 2001. Ο ΙΔΙΟΣ, Ἰωνᾶς ὁ Καυσοκαλυβίτης. Ὁ βίος καί τά ἔργα μιᾶς πνευματικῆς μορφῆς τοῦ 18ου αἰ., ἔκδ. Καλύβης Ἁγ. Ἀκακίου, Ἅγιον Ὄρος 1999. Ο ΙΔΙΟΣ, Ἁγιασμένες μορφές τῶν Καυσοκαλυβίων. Ἀπό τόν ὅσιο Μάξιμο ὥς τό Γέροντα Πορφύριο, ἔκδ. Καλύβης Ἁγ. Ἀκακίου, Ἅγιον Ὄρος 2008, σ. 65-74. Β V. GRIGOROVIČ BARSKIJ, Πρώτη καί τρίτη περιοδεία εἰς τάς Μονάς καί τάς Σκήτας τοῦ Ἄθω. 1725-1726 (ρωσσιστί), Κίεβο 1877. ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ, Vtoroe poseščeni. Svjatoj Gory [B΄ ἐπίσκεψις εἰς τό Ἁγιώνυμο Ὄρος τοῦ Ἄθω. Ἐντυπώσεις], ἔκδ. Ἱ. Μονῆς Ἁγίου Παντελεήμονος Ρωσικοῦ, Ἁγία Πετρούπολη 1887. Vtoroe putešestvie po svjatoj gore Afonkoij Arhimandrita, nyne Episkopa, Porfirija Uspenskago v gody 1858, 1859 i 1861, i Opisanie Skitov Afonskih, Μόσχα 1880, σ. 304, 504.

Φωτογραφίες:

Ὁ ἅγ. Άκάκιος. Κέντημα σέ έπιγονάτιο. Καλύβη Ἁγ. Άκακίου / Τό σπήλαιο τοῦ ἁγ. Ἀκακίου. Καλύβη Ἁγ. Ἀκακίου / Τά ἱερά λείψανα τοῦ ἁγ. Ἀκακίου. Καλύβη Ἁγ. Ἀκακίου.

Κυριακή 12 Απριλίου 2015

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ

Η ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ. ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ Β΄ ΜΙΣΟΥ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ ΣΤΟ ΚΥΡΙΑΚΟ ΤΗΣ ΣΚΗΤΗΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΩΝ. ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΙΕΡΟΜ. ΠΑΡΘΕΝΙΟΥ ΤΟΥ ΕΞ ΑΓΡΑΦΩΝ

Τό Πάσχα, ἡ «ἑορτή τῶν ἑορτῶν καί πανήγυρις πανηγύρεων», ἀποτελεῖ τήν κορύφωση τῆς κατάνυξης καί τῆς μεγαλοπρέπειας στό ἁγιορειτικό λειτουργικό τυπικό.
Ὁ καθένας πού, ἔστω καί γιά μία μόνο φορά, ἔζησε αὐτή τή νύχτα «τήν σωτήριο, τήν φωταυγῆ καί λαμπροφόρο», καί πού γεύτηκε ἐκείνη τήν μοναδική χαρά, γνωρίζει ὅτι τό Πάσχα εἶναι κάτι πολύ περισσότερο ἀπό μία ἑορτή· πολύ πέρα ἀπό μία ἐτήσια ἀνάμνηση ἑνός ἱεροῦ γεγονότος πού πέρασε.
Τό Πάσχα μᾶς εἰσάγει σ᾿ ἕναν ἄλλο αἰώνα, σέ μία νέα διάσταση πού προαναγγέλει τόν ἀναμενόμενο κόσμο· Βασιλεία πού εἶναι ἤδη παροῦσα, μυστικά καί ὀντολογικά ἀνάμεσά μας:
           Ὦ Πάσχα τό μέγα καί ἱερώτατον, Χριστέ. 
            Σοφία καί Λόγε τοῦ Θεοῦ καί Δύναμις· 
            δίδου ἡμῖν ἐκτυπώτερον Σοῦ μετασχεῖν 
           ἐν τῇ ἀνεσπέρῳ ἡμέρᾳ τῆς Βασιλείας Σου 
                                       (Ἀναστάσιμος Κανόνας στόν Ὄρθρο). 

Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο τοῦ μοναχοῦ Παταπίου Καυσοκαλυβίτου: 
ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ. ΒΗΜΑΤΙΖΟΝΤΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΠΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ

Σάββατο 11 Απριλίου 2015

Ο ΑΝΑΠΕΣΩΝ

Ο ΑΝΑΠΕΣΩΝ. ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ Β΄ ΜΙΣΟΥ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ ΣΤΟ ΚΥΡΙΑΚΟ ΤΗΣ ΣΚΗΤΗΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΩΝ. ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΙΕΡΟΜ. ΠΑΡΘΕΝΙΟΥ ΤΟΥ ΕΞ ΑΓΡΑΦΩΝ

Μεγάλο Σάββατο πρωΐ.
   Ὁ λίθος τοῦ μνήματος ἔχει ἤδη ἀποκυλισθεῖ καί ὁ Χριστός, ἀφοῦ ἐπετέλεσε τό σχέδιο τῆς θείας οἰκονομίας γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, σαββατίζει στόν τάφο.
   Κοιμᾶται ὡς σκύμνος, ὅπως τό μικρό λιοντάριο, καί ἀναπαυόμενος γιά τό μαρτύριο, μᾶς χαρίζει καινούργια ἀνάπαυση.
  Ἡ ζωή κεῖται στόν τάφο γιά νά ζωοποιήσει αὐτούς πού βρίσκονται στούς τάφους. «Καί ἀναπεσών, ἐκοιμήθη ὡς λέων. Τίς ἐγερεῖ σε βασιλεῦ;».

 Αὐτές οἱ ὀλίγες σκέψεις, γιά τό εἰκονογραφικό θέμα, πολύ συχνό καί ἀγαπητό στούς ἁγιορειτικούς ναούς: Ὁ Ἀναπεσών

                                     μοναχός Πατάπιος Καυσοκαλυβίτης
Καλή Ἀνάσταση!

Ο ΑΝΑΠΕΣΩΝ. ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗΣ ΕΙΚΟΝΑΣ

Παρασκευή 10 Απριλίου 2015

Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΑΘΗΛΩΣΕΩΣ ΣΤΟ ΚΥΡΙΑΚΟ ΤΗΣ ΣΚΗΤΗΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΩΝ


Η ΑΠΟΚΑΘΗΛΩΣΙΣ. ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ Β΄ ΜΙΣΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ ΣΤΟ ΚΥΡΙΑΚΟ ΤΗΣ ΣΚΗΤΗΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΩΝ. ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΙΕΡΟΜ. ΠΑΡΘΕΝΙΟΥ ΤΟΥ ΕΞ ΑΓΡΑΦΩΝ
παράσταση τῆς Ἀποκαθηλώσεως ἔργο τοῦ β΄μισοῦ τοῦ 18ου αἰώνα βρίσκεται στό Κυριακό τῆς Σκήτης Καυσοκαλυβίων  καί εἶναι ἔργο τοῦ ἐργαστηρίου τοῦ ἱερομονάχου Παρθενίου τοῦ Σκούρτου τοῦ ἐξ Ἀγράφων. Ἀντιγράφηκε ἀπό τόν Φώτη Κόντογλου στά 1922, ὅταν ὁ κυρ Φώτης βρέθηκε στά Καυσοκαλύβια. Βρίσκεται μαζί μέ ἄλλα ἔργα του στό λεύκωμα:
Ἡ τέχνη τοῦ Ἄθω / Ἀντιγραφή καί ἀνασυγκρότηση Φώτη Κόντογλου (ἔκδοση τοῦ Χρυσόστομου Γανιάρη, Ἀθήνα 1923 ).

ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ


Ο ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΣ. ΕΡΓΟ ΖΑΧΑΡΙΑ ΜΟΝΑΧΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ 1954. Ι. ΝΑΟΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΧΑΪΔΑΡΙΟΥ
 Μεγάλη Παρασκευή, μέ τήν φύση νά συστενάζει μέ τόν παθόντα Ἰησοῦ.

«Ἀφῆστε τά βάρη καί τόν πόνο σας στά πόδια τοῦ Ἐσταυρωμένου πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι, γιά νά ἀναπαυθεῖτε», ἔλεγε ὁ ὅσιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης.

Ο ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΣ. ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΑ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗΣ ΕΙΚΟΝΑΣ
Διαβάζουμε  στό Ἁγιορειτικόν Τυπικόν:
Μεγάλη Παρασκευή. Μεσονυκτικόν - Ὄρθρος.
Σημαίνει ἐπίσημος κόπανος, «σιδεράκι» καί δωδεκάκις ὁ μέγας κώδων (πενθίμως). Ὁ ἐφημέριος θυμιᾷ εἰς τό «Ἐπακούσαι σου» ὡς εἴθισται. Πληρωθέντος τοῦ Ἑξαψάλμου ὁ ἐκκλησιαστικός ἀνάπτει τά λαδοκέρια καί τάς λαμπάδας καί θέτει τό δισκέλιον μετά δύο εἰσοδικῶν ἔμπροσθεν τῆς ὡραίας πύλης.
Τά «Ἀλληλούϊα» καί «Ὅτε οἱ ἔνδοξοι» ἀργῶς (τά δύο πρῶτα) ὡς ἐν ταῖς προλαβούσαις ἡμέραις... Τό Α΄ Εὐαγγέλιον λέγει ὁ ἡγούμενος, τά δέ λοιπά οἱ ἱερεῖς τῆς μονῆς κατά τάξιν. Φέρουσι δέ μανδύαν καί ἐπιτραχήλιον... Τά τρία πρῶτα Ἀντίφωνα λέγονται μουσικά ἐκ τῶν ψαλτῶν. Τά λοιπά ὑπό διαφόρων πατέρων ὁρισθέντων ὑπό τοῦ τυπικάρη...

ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΩΣΕΩΣ ΣΕ ΔΕΡΜΑΤΟΔΕΤΟ ΠΑΛΑΙΤΥΠΟ ΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ ΤΗΣ ΣΚΗΤΗΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΙΩΝ

Μετά τό Ε΄ Εὐαγγέλιον ὁ ἐκκλησιαστικός ἀποσύρει τήν εἰκόνα τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου ἐκ τοῦ προσκυνηταρίου καί τό δισκέλιον ἐκ τῆς ὡραίας πύλης. Τά δέ ἀνημμένα εἰσοδικά φέρει ὥς τήν βόρειον πύλην.
Ὁ διαβαστής μετά τοῦ δεξιοῦ ψάλτου εἰσέρχονται εἰς τό Βῆμα καί γίνεται ἡ ἔξοδος τῆς εἰκόνος τῆς Σταυρώσεως. Προπορεύεται ὁ διαβαστής κανοναρχῶν τό «Σήμερον κρεμᾶται», ἀκολουθεῖ ὁ ψάλτης μέ τούς βοηθούς του ψάλλων (ἤ κατ᾿ ἄλλους, ἐκ τῆς οἰκείας αὐτοῦ θέσεως, τοῦ δεξιοῦ δηλονότι χοροῦ), εἶτα δύο ἐκκλησιαστικοί μετά εἰσοδικῶν, εἷς διάκονος μέ σαντάνιον καί θυμιατόν καί ὁ ἐφημέριος ἱερεύς μέ τήν εἰκόνα. Ἅπαντες δέ καταβαίνουσιν ἐκ τῶν στασιδίων των καί ἵστανται ἀσκεπεῖς.

Ὁ ἱερεύς τοποθετεῖ τήν εἰκόνα εἰς τό προσκυνητάριον, τήν θυμιᾷ, προσκυνεῖ καί εἰσέρχεται εἰς τό Βῆμα. Εἶτα χαιρετᾷ ὁ ἡγούμενος καί οἱ πατέρες κατά τάξιν, μετανίζοντες ἕως γῆς...».

Παρασκευή 27 Μαρτίου 2015

ΜΟΝΑΧΟΥ ΙΑΚΩΒΟΥ ΝΕΑΣΚΗΤΙΩΤΟΥ (+ 1869): ΔΕΗΣΙΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΘΕΟΤΟΚΟΝ

ΘΕΟΤΟΚΟΣ ΟΔΗΓΗΤΡΙΑ. ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟΝ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΑΚΟ ΝΑΟ ΤΗΣ ΣΚΗΤΗΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΩΝ. ΕΡΓΟ ΙΕΡΟΜ. ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΤΟΥ ΕΚ ΦΟΥΡΝΑ. Α΄ ΜΙΣΟ 18 ου ΑΙΩΝΑ

Τῆς ἀναξιότητός μου ἡ ἔνδεια, ἀνάρμοστον μοῦ σχηματίζει τό αἴτημα, ἀλλά τολμήσας ζητῶ νά ἀπολαύσω μιᾶς ῥανίδος ἐλέους ἀπόκτησιν ὡς ἀχρεῖος οἰκέτης σου καί πιστός.
  Σβέσον οὖν τῶν παθῶν τήν φλόγα τῇ δρόσῳ τῆς εὐσπλάγχνου σου συμπαθείας. Ὕψωσόν με ἀπό τήν πτῶσιν τῶν ἐγκλημάτων μου, ὁδηγοῦσα με πρός σωτηρίας ὁδούς, καί δώρησαι τήν ἄφεσιν τῶν ἐπταισμένων μοι, καί ἀσφάλειαν βίου ἐγχείρισόν μοι, μέ εὐαρέστησιν θείων ἔργων, καί ἄξιον λατρευτήν τοῦ σοῦ υἱοῦ καί Θεοῦ ἀνάδειξόν με.
  Καί ἀξίωσον πάντας τούς ὑμνοῦντας σε, καί ψάλλοντάς σοι τόν ἐφύμνιον τοῦτον ἱκετήριον κανόνα ἀκατακρίτους παραστάτας εἰς τό δεσποτικόν αὐτοῦ θεῖον πρόσωπον, εἰς τό φρικτόν βῆμα τῆς ἀδεκάστου αὐτοῦ κρίσεως. Ἀμήν»[1].

Μοναχοῦ Ἰακώβου Νεασκητιώτου, Δέησις πρός τήν Θεοτόκον




[1] Κώδικας Μονῆς Φιλοθέου Ἁγίου Ὄρους  220, φ. 3α.

Τρίτη 27 Ιανουαρίου 2015

Ο ΟΣΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΗΣ ΚΑΙ Ο ΗΣΥΧΑΣΜΟΣ

                                   Παταπίου μοναχοῦ  Καυσοκαλυβίτου

   Ὁ ὅσιος Μάξιμος ὁ Καυσοκαλύβης καί ὁ Ἡσυχασμός
 
ΟΣΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΗΣ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΧΡΥΣΟΚΕΝΤΗΤΟΥ ΕΠΙΓΟΝΑΤΙΟΥ. ΚΥΡΙΑΚΟ ΣΚΗΤΗΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΩΝ
ν καί ὁ Ἡσυχασμός, ὡς εὐρύτερο πνευματικό κίνημα πού συνιστᾶ τήν πεμπτουσία τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης, ἔχει τήν ἀρχή του στή μοναχική πρακτική τοῦ 4ου αἰ., ἐνηλικιώθηκε καί κυριάρχησε στή ζωή τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τόν 14ο αἰ. Δέν θά ἦταν ἴσως ὑπερβολή ἐάν θεωρούσαμε τόν 14ο αἰ. ὡς τόν αἰώνα τοῦ Ἡσυχασμοῦ. Τήν περίοδο αὐτή, ἡ ἡσυχαστική κίνηση βγῆκε ἀπό τήν ἔρημο καί ἔγινε ἡ κυρίαρχη τάση τόσο τῆς ἐκκλησιαστικῆς καί κοινωνικῆς ζωῆς τοῦ βυζαντινοῦ κράτους ὅσο καί τῆς κοινωνικῆς καί πολιτιστικῆς ζωῆς τῶν ὀρθοδόξων λαῶν, τουλάχιστον αὐτῶν πού γειτόνευαν μέ τήν βυζαντινή ἐπικράτεια. Ἀκόμη καί ἡ ἐκκλησιαστική ζωγραφική τέχνη  δέχθηκε τήν εὐεργετική ἐπίδραση τοῦ Ἡσυχασμοῦ.
  Τό παράδοξο πάντως εἶναι ὅτι ἡ πνευματική αὐτή ἄνθηση σημειώθηκε μέσα σέ μιά ταραγμένη πολιτικά γιά τόν βυζαντινό κόσμο ἐποχή, ὅπως στάθηκε τό μεγαλύτερο μέρος τοῦ 14ου αἰ. Ἡ ἐποχή αὐτή εἶναι μία ἀπό τίς κρισιμότερες τῆς βυζαντινῆς χιλιετίας. Ὁ ἑλληνικός κόσμος μαστίζεται ἀπό πολιτικές διαμάχες καί ἐμφυλίους πολέμους πού ἐπιτάχυναν μέ τίς πολλαπλές ἐπιπτώσεις τους τήν τελική πτώση τῆς βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας, ἀλλά καί θρησκευτικές ἔριδες, ὅπως ἡ λεγόμενη ‘‘ἡσυχαστική’’, πού ἀπασχόλησαν πολύ καί δίχασαν πρός στιγμήν τήν βυζαντινή κοινωνία, πρόσφεραν ὅμως στούς πιστούς λαμπρότερη καί ἐνδυναμωμένη δογματικῶς τήν ὀρθόδοξη πίστη.
   Παράλληλα, ὁ Ἄθως, πού ζοῦσε κι αὐτός τά τελευταῖα βυζαντινά του χρόνια, δέν ἔμεινε ἀνεπηρέαστος ἀπό τίς πολιτικές καί γεωοπολιτικές ἐξελίξεις. Τό Ἅγιον Ὄρος προσπαθοῦσε νά συνέλθει ἀπό τίς καταστροφές τῶν Καταλανῶν (ἀρχές 14ου αἰ.), ἐνῶ ἀργότερα γεύθηκε γιά μία σύντομη περίοδο τή σερβική ἐπικυριαρχία σ’ αὐτό (τρίτο τέταρτο τοῦ 14ου αἰ.). Ταυτόχρονα ἐνισχύθηκε ὁ θεσμός τοῦ Πρώτου καθώς καί ἡ παρουσία τοῦ οἰκουμενικοῦ πατριάρχου (1312). Ἡ ἐμφάνιση τῆς ἰδιορρυθμίας στή μοναχοπολιτεία δημιούργησε τίς προϋποθέσεις γιά τήν ἐμφάνιση τῶν πρώτων Σκητῶν σ’ αὐτήν, ἐνῶ ἡ ἴδια δέν ἄργησε νά δεχθεῖ τίς ἐπιπτώσεις τῶν πρώτων τουρκικῶν ἐπιδρομῶν· πραγματικότητες ὅμως πού δέν ἀπέτρεψαν τήν ἵδρυση ἀρκετῶν νέων μονῶν στήν ἱερή χερσόνησο.
  Παράλληλα, στό Ἅγιον Ὄρος, πού τόν αἰώνα αὐτό ἔφθασε σέ μεγάλη θεολογική, πνευματική καί καλλιτεχνική ἄνθιση, ριζώνει καί φέρνει καρπούς ἡ διδασκαλία καί πρακτική τῆς ‘‘νοερᾶς προσευχῆς’’. Γύρω ὅμως ἀπ’ αὐτήν περιστράφηκε τό σημαντικότερο  ἀναμφισβήτητα γεγονός πού ἐπιρρέασε βαθειά τήν πνευματική ζωή τόσο στόν Ἄθωνα ὅσο καί τήν ὑπόλοιπη βυζαντινή κοινωνία κατά τήν περίοδο αὐτή· ἡ ἔριδα περί τοῦ Ἡσυχασμοῦ, ἡ ὁποῖα ἔληξε μέ τήν τελική ἐπικράτηση τῶν Ἡσυχαστῶν καί τῶν θεολογικῶν θέσεων τοῦ ὑπερασπιστή τους, ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ (1296-1359).
   Μέσα στήν ταραγμένη, ἀλλά πολύ ἐνδιαφέρουσα ἀπό πνευματικῆς ἀπόψεως, αὐτή ἐποχή, ἔζησε ἕνας μεγάλος Μικρασιάτης ἀσκητής, ὁ ὅσιος Μάξιμος ὁ Καυσοκαλύβης, μία μεγάλη φυσιογνωμία τοῦ ἀθωνικοῦ ἀλλά καί πανορθόδοξου χώρου.


ΟΣΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΗΣ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΧΡΥΣΟΚΕΝΤΗΤΟΥ ΕΠΙΓΟΝΑΤΙΟΥ. ΚΥΡΙΑΚΟ ΣΚΗΤΗΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΩΝ


  Σύμφωνα μέ ὅλες τίς ἐνδείξεις πού προκύπτουν ἀπό τόν Βίο ἀλλά καί ἄλλες ἔμμεσες πηγές, τό πιθανότερο εἶναι, ὅσιος νά ἐκοιμήθη γύρω στό ἔτος 1365, ὁπότε καί νά γεννήθηκε περί τό 1270, ἀφοῦ γνωρίζουμε ἀπό τό Βίο του ὅτι ἔζησε ἐνενήντα πέντε ἔτη.
  Τό γεγονός ὅτι λίγο μετά τήν ὁσιακή του κοίμηση καί σέ διάστημα λίγων δεκαετιῶν, γράφηκαν πρός τιμήν του τέσσερεις Βίοι (ὑπό τῶν ἱερομονάχων Νήφωνος, Θεοφάνους Περιθεωρίου, Μακαρίου Μακρῆ καί Ἰωαννικίου Κόχιλα), οἱ ὁποῖοι σέ μεταγενέστερες ἐποχές παρουσιάστηκαν σέ ἁπλούστερη δημώδη γλώσσα μέ τή βοήθεια τεσσάρων παραφράσεων (ὑπό Διονύσιου ἱερομονάχου, Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Ἰακώβου Νεασκητιώτου καί ἑνός ἑτέρου ἀγνώστου) -ὅλα τους κείμενα ἀθωνικῆς προέλευσης- ἀποδεικνύει τήν μεγάλη ἀπήχηση πού εἶχε στόν ἁγιορειτικό κόσμο ἡ ἱερή μορφή τοῦ ὁσίου Μαξίμου.
  Παράλληλα, γιά τίς λειτουργικές ἀνάγκες ὅσων ἐπιθυμοῦσαν νά προστρέξουν στίς πρεσβεῖες του καί νά ἔχουν μία ἐναργέστερη σχέση μαζί του, συντέθηκαν τρεῖς Ἀκολουθίες, παρακλητικοί κανόνες, Χαιρετιστήριοι Οἶκοι καί πλῆθος ἄλλων ὑμνογραφημάτων (κυρίως ἀπό τούς Νήφωνα Ἀθωνίτη, Ἱερεμία Πατητᾶ, Ἰάκωβο Νεασκητιώτη, Νήφωνα Ἰβηροσκητιώτη, Ἱλαρίωνα Ξενοφωντινό καί Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη), ἐνῶ παράλληλα, οἱ πολυάριθμες ἀπεικονίσεις του στούς ἀθωνικούς ναούς ἐπέτειναν τήν παρουσία του στίς ψυχές τῶν Ἁγιορειτῶν μοναχῶν πού ἔβλεπαν σ’ αὐτόν ἕνα ἀσφαλές πρότυπο πρός μίμηση γιά τή σωστή βίωση τῶν μοναχικῶν ἀρετῶν καί τήν ἐπίτευξη τῆς σωτηρίας τους.