Κυριακή 12 Απριλίου 2020

ΟΣΙΟΣ ΑΚΑΚΙΟΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗΣ (+12 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1730)

                                                                                                               Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου 

                                               Ὅσιος Ἀκάκιος ὁ Καυσοκαλυβίτης.

Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στίς 12 Ἀπριλίου

Μία ἀπό τίς μεγάλες ὁσιακές μορφές πού ἐβλάστησαν στό φυτώριο τῶν ἁγίων ἀνδρῶν, τό Ἅγιον Ὄρος, εἶναι ὁ ὅσιος Ἀκάκιος ὁ Νέος ὁ Καυσοκαλυβίτης. Ὁ ὅσιος Ἀκάκιος γεννήθηκε στά 1630 στό χωριό Γόλιτζα τῶν Ἀγράφων, πού ἀργότερα, στά 1927, μετονομάστηκε πρός τιμήν του σέ Ἅγιος Ἀκάκιος. Στά 23 του χρόνια, ποθώντας τή μοναχική ζωή, ἀναχωρεῖ ἀπό τήν γενέτειρά του καί γίνεται μεγαλόσχημος μοναχός στή μονή Ἁγίας Τριάδος Σουρβιᾶς, τήν ὁποία εἶχε ἱδρύσει περί τό 1534/5 ὁ ὅσιος Διονύσιος ὁ ἐν Ὀλύμπῳ στήν εὐρύτερη περιοχή τῆς Μακρυνίτσας τοῦ Πηλίου. Ἀργότερα, καθώς εἶχε κλίση περισσότερο στήν ἡσυχαστική ζωή, ἀναχωρεῖ ἀπό τό κοινόβιο γιά τόν ἱερό Ἄθωνα. Κατόπιν περιπλανήσεων στή Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννας καί σέ ἡσυχαστήρια τῆς Καψάλας καί τῶν μονῶν Γρηγορίου καί Διονυσίου, κατέληξε -μέ τήν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ Γαλακτίωνος Κατουνακιώτου- στά Καυσοκαλύβια, ἀρχικά, στά 1660, στήν περιοχή τῆς Μεταμορφώσεως (μοναστικό οἰκισμό πού βρισκόταν σέ ὕψωμα, βόρεια τῶν Καυσοκαλυβίων) καί στή συνέχεια, στά 1680, στήν περιοχή τῆς σημερινῆς Σκήτης.


Τό σπήλαιο πού βρίσκεται στήν ἀνατολική πλευρά τῆς σκήτης σέ ὑψόμετρο 250 μέτρων, γνωστό στίς μέρες μας ὡς Σπήλαιο Ἁγίου Ἀκακίου καί στό ὁποῖο τό πρῶτο μισό τοῦ 14ου αἰ., εἶχε ἀσκηθεῖ ὁ μεγάλος ἁγιορείτης ἡσυχαστής ὅσιος Μάξιμος ὁ Καυσοκαλύβης, ἔμελλε νά γίνει ἡ μοναχική παλαίστρα τοῦ ὁσίου Ἀκακίου. Ἐκεῖ, κάτω ἀπό δύσκολες συνθῆκες διαβίωσης, ἀγωνιζόταν μέ θαυμαστό τρόπο, ζώντας μέ ὑπερβολική -κατά τόν βιογράφο του- ἄσκηση. Σύμφωνα μέ τό Βίο, «ἐπειδή ὁ τόπος ἦταν ἄνυδρος, τόν μέν χειμώνα μάζευε βρόχινο νερό σέ μία στάμνα, τό δέ καλοκαίρι, ἐρχόταν ἕνα μικρό σύννεφο πάνω ἀπό τό Σπήλαιο καί ἔβρεχε, μέχρις ὅτου γέμιζε ἡ στάμνα καί τό σύννεφο ἔφευγε πάλι». Συχνές καί σφοδρές ἐπίσης ἦταν καί οἱ ἐπιθέσεις πού δεχόταν ὁ Ὅσιος ἀπό τούς δαίμονες, οἱ ὁποῖοι τόν πείραζαν ποικιλοτρόπως. Ἔτσι ἀγωνιζόμενος ὁ ὅσιος Ἀκάκιος, εἵλκυσε τή χάρη τοῦ Θεοῦ, πού τόν ἀντάμειψε μέ πολλές ἀρετές καί χαρίσματα, ὅπως τό διορατικό καί ἐκεῖνο τῆς νοερᾶς προσευχῆς, καθώς καί θείες ἀποκαλύψεις.


Ἡ φήμη τοῦ διορατικοῦ ἁγίου γέροντος ξέφυγε ἀπό τήν ἐρημική περιοχή τῶν Καυσοκαλυβίων. Ἔτσι ὁ Ὅσιος γίνεται γνωστός τόσο στό ὑπόλοιπο Ἅγιον Ὄρος ὅσο κι ἔξω ἀπ' αὐτό. Πολλοί -ἀνάμεσά τους καί "ἐπώνυμοι", ὅπως ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Χρύσανθος Νοταρᾶς (1707-1730) καί ὁ ρῶσος περιηγητής, μοναχός Βασίλειος Μπάρσκι (1701-1747), πού ἐπισκέφθηκε τόν Ὅσιο στά 1726- εἶναι αὐτοί πού φθάνουν στόν ὅσιο Ἀκάκιο καί φεύγουν ὠφελημένοι τόσο ἀπό τήν ἁγία του ζωή ὅσο κι ἀπό τή διδασκαλία του. Μέ τόν καιρό, ἀρκετοί μονάζοντες συγκεντρώθηκαν γύρω ἀπό τόν ὅσιο Ἀκάκιο, ἐμπιστευόμενοι τή σωτηρία τους στίς θεοπειθεῖς εὐχές του καί στίς πλούσιες ἁγιοπνευματικές ἐμπειρίες του. Ἔτσι, στίς ἀρχές τοῦ 18ου αἰ., ἔχουμε τήν ὀργάνωση ἀπό τόν Ὅσιο τῆς νέας μοναστικῆς αὐτῆς κοινότητας σέ Σκήτη, κατά τά πρότυπα τῆς σκήτης τῆς Ἁγίας Ἄννας. Λίγο ἀργότερα, μέ θαυματουργία τοῦ ἰδίου ἀνέβλυσε καί τό νερό-ἁγίασμα ἀπό τήν μέχρι τότε ἄγονη καί ἄνυδρη γῆ τῶν Καυσοκαλυβίων. Ἡ ὕπαρξη τοῦ νεροῦ συνέβαλε στήν περαιτέρω ἀκμή τῆς Σκήτης, ἡ ὁποία ἀφιερώθηκε ἀπό τόν ἅγιο ἱδρυτή της στήν Ἁγία Τριάδα. Οἱ μέχρι τότε πρόχειρα στημένες καλύβες κτίζονται τώρα πέτρινες, ἐνῶ δημιουργοῦνται οἱ κῆποι, ὁ ὑδρόμυλος καί ἄλλα κοινοφελῆ κτίσματα. Σύντομα κτίζεται καί τό πρῶτο Κυριακό τῆς σκήτης, μέ πρωτοβουλία τοῦ Λαυριώτη προηγουμένου καί σκευοφύλακα Νεοφύτου τοῦ Χίου (+ 1732). Ὁ τελευταῖος μάλιστα ἀξιωματοῦχος κατέστησε καί ἐπίσημα τόν ὅσιο Ἀκάκιο πρῶτο Δικαῖο στή Σκήτη, προσφέροντάς του καί τή σχετική ράβδο.


Ὁ ὅσιος Ἀκάκιος κατέχει μία ἀπό τίς δεσπόζουσες θέσεις στό ὑπερχιλιετές ἁγιορειτικό ἁγιολόγιο, ὄχι μόνο λόγω τῆς ἄκρας ἀσκήσεως καί τῶν πολλαπλῶν χαρισμάτων, τῶν πολλῶν θαυμάτων καί τῆς νεοησυχαστικῆς διδασκαλίας του ἤ ἐπειδή ἀναδείχθηκε ἱδρυτής τῆς δεύτερης στή τάξη Σκήτης τοῦ Ἄθω. Ἡ διακονία του στή Ἐκκλησία ὡς ἀλείπτου νεομαρτύρων θεωρεῖται ἀπό ὅλους τούς ἐρευνητές, ἐξίσου σημαντική. Εἶναι μάλιστα χαρακτηριστικό, ὅτι ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, στό Νέο Μαρτυρολόγιό του, ἔχει συμπεριλάβει καί τόν Βίο τοῦ ὁσίου Ἀκακίου, ἄν καί ὁ τελευταῖος δέν εἶχε μαρτυρικό τέλος «... διά τήν ὑπεράνθρωπον Πολιτείαν του καί τούς τρεῖς Ὁσιομάρτυρας ὁποῦ ἔκαμε», ὅπως γράφει ὁ ἴδιος ὁ ὅσιος Νικόδημος. Πρόκειται γιά τούς νέους ὁσιομάρτυρες Ρωμανό (†5 Ἰανουαρίου 1694), Νικόδημο (†10 Ἰουλίου 1722) καί Παχώμιο (†7 Μαῒου 1730), πού μαρτύρησαν γιά τόν Χριστό, ἀφοῦ πρῶτα ἑτοιμάστηκαν καί ἐμψυχώθηκαν ἀπό τόν ὅσιο Ἀκάκιο, ἀσκούμενοι ὡς ὑποτακτικοί του στήν Καλύβη τοῦ Ὁσίου.


Ἀξιοσημείωτη εἶναι καί ἡ διδασκαλία τοῦ ὁσίου Ἀκακίου. Τήν ἐποχή του, οἱ μοναστηριακές ἀρχές τοῦ Ἁγίου Ὄρους εἶχαν δείξει τήν πρόθεσή τους -πρός ἐλάττωση τῶν ἴδιων φορολογικῶν βαρῶν, πού προέρχονταν τόσο ἀπό τόν κεφαλικό ὅσο καί τόν κτηματικό φόρο- νά ἐπιβάλλουν φόρους στούς ἐκτός τῶν μονῶν ἀσκουμένους ἐξαρτηματικούς ἀδελφούς. Ἐκτός ἀπό τό γογγυσμό τῶν πατέρων τῆς Σκήτης γιά τά παραπάνω, κάποιοι ἐπιπλέον ἰσχυρίζονταν ὅτι ὁ κεφαλικός φόρος εἶναι τό σφράγισμα τοῦ ἀντιχρίστου. Ὁ Ὅσιος, στηρίζοντας τούς πατέρες καί κατ’ ἐπέκταση τούς ὑπόδουλους χριστιανούς στό νά ὑπομείνουν τή δοκιμασία τῆς δυσβάστακτης καί ἄδικης ἐκείνης φορολογίας, ἔλεγε: «Καλότυχος θά εἶναι αὐτός πού πληρώνει ἀγόγγυστα στούς Τούρκους τό χαράτσι καί τά ἄλλα δοσίματα», ἔχοντας κατανοήσει «τό τί ἀγαθά ἔχουν νά ἀπολαύσουν αὐτοί πού ὑπομένουν τόν βαρύτατο ζυγό τῶν ἄθεων τυρράνων γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ» καί «ὅτι θά συμμετέχουν στήν αἰώνια μακαριότητα, μέ τό νά πάσχουν τόσα δεινά, φυλάσσοντας τήν πίστη στόν Χριστό». Δίδασκε ἐπίσης ὅτι δύο σωματικές ἀρετές πρέπει νά καλλιεργεῖ ὁ μοναχός, στόν ἀγώνα του νά νικήσει τά σαρκικά πάθη· τή νηστεία καί τήν ἀγρυπνία. Κάποτε, στήν ἀπορία μαθητή του, πάνω στήν ἀλήθεια τοῦ λόγου τοῦ ὁσίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου πού λέγει, ὅτι ‘‘ἄν ὁ Χριστιανός δέν καταφέρει νά δεῖ τόν Χριστό στήν παρούσα ζωή, ἄς μήν ἐλπίζει νά τόν δεῖ οὔτε στή μέλλουσα’’, ἔλαβε τήν ἀπάντηση: «Ἀλήθεια εἶναι, τέκνο μου, καί μήν ἀμφιβάλλεις στούς λόγους τοῦ Ἁγίου. Κι αὐτό βέβαια διότι, ἄν ὁ Χριστιανός δέν ἀποκτήσει τήν ὅραση τῶν νοερῶν ὀφθαλμῶν, ὥστε νά βλέπει καθαρά τόν Χριστό ἐδῶ, στήν παρούσα ζωή, δέν ὑπάρχει τρόπος οὔτε ἐκεῖ νά τόν δεῖ». Στήν ἐρώτησε πάλι τοῦ μαθητή του, ἄν βλέπει ὁ ἄνθρωπος τόν Χριστό στήν παρούσα ζωή, μέ τά σωματικά ἤ τά νοερά μάτια, ἀπάντησε: «Μέ τά νοερά! Πλήν ὅμως νά ξέρεις, ὅτι ἐκεῖνος πού θά ἀξιωθεῖ αὐτοῦ τοῦ χαρίσματος, ὅταν ἔλθει σέ τέτοιες ἀποκαλύψεις, βλέπει τά νοερά σάν αἰσθητά. Κι αὐτό γιατί ἡ αἴσθηση τῶν σωματικῶν ὀφθαλμῶν μένει τότε τελείως ἀνενέργητη».


Ὁ ὅσιος Ἀκάκιος, μετά τήν ἀποδημία γιά τό μαρτύριο τοῦ ὁσιομάρτυρα Παχωμίου, ἀσθένησε καί ἀναχώρησε κι αὐτός γιά τόν Κύριο στίς 12 Ἀπριλίου, Κυριακή τῶν Μυροφόρων τοῦ ἔτους 1730, ἀφοῦ εἶχε προγνωρίσει τόν θάνατό του. Στόν τελευταῖο ἀσπασμό συνέτρεξε πλῆθος μοναχῶν ἀπ’ ὅλο τόν Ἄθω, πού ὅλοι τους θρηνοῦσαν γιά τή στέρησή του. Τόν κατά πλάτος Βίο καθώς καί τήν Ἀκολουθία τοῦ ὁσίου Ἀκακίου συνέταξε μετά τό 1740 ὁ λόγιος ὑποτακτικός του ἱερομόναχος Ἰωνᾶς ὁ Καυσοκαλυβίτης ἀπό τήν Καστανιά τῶν Ἀγράφων († 1765). Ὁ Ἰωνᾶς μάλιστα ἐκπλήρωσε τήν ἐπιθυμία τοῦ Ὁσίου νά ἀνεγερθοῦν τόσο τό νέο Κυριακό τῆς Ἁγίας Τριάδος (1745) ὅσο καί τό παρεκκλήσι τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τῆς Καλύβης τοῦ Ἁγίου Ἀκακίου (1747), μεριμνώντας μάλιστα καί γιά τήν ἱστόρησή τους ἀπό τόν Ἀγραφιώτη ὅσιο ἱερομόναχο Παρθένιο Σκούρτο καί τούς μαθητές του, περί τά 1759. Ἡ μνήμη τοῦ ὁσίου Ἀκακίου ἑορτάζεται πανορθοδόξως στίς 12 Ἀπριλίου. Στήν ἀσκητική ὅμως παλαίστρα του, τό ἱερό Σπήλαιο καί τήν ὁμώνυμη Καλύβη του, ὁ ὅσιος Ἀκάκιος τιμᾶται ἀπό τούς Καυσοκαλυβίτες Πατέρες τήν Κυριακή τῶν Μυροφόρων, μέ ὁλονύκτιο Πανηγυρική Ἀγρυπνία. Στό σεπτό Κυριακό τῆς Σκήτης, φυλάσσεται ἡ ἁγία κάρα τοῦ Ἁγίου, στήν Καλύβη του ἡ κάτω σιαγόνα του, ἐνῶ στή Μεγίστη Λαύρα τό μεγαλύτερο μερος τῶν ἱερῶν λειψάνων του. Στό σπήλαιο τῶν Καυσοκαλυβίων, πού φέρει καί τήν ἐπωνυμία του σώζεται καί ἡ κλινοστρωμνή τοῦ Ὁσίου.


Ἀπολυτίκιον

Ἦχος πλ.α΄. Τόν συνάναρχον Λόγον


Πρός Χριστόν τόν Σωτῆρα Πάτερ Ἀκάκιε, σέ πρεσβευτήν καί μεσίτην ἡμεῖς κεκτήμεθα νῦν, συμπαράλαβε τούς τρεῖς Ὁσιομάρτυρας, σούς φοιτητάς τόν Ρωμανόν καί τόν Παχώμιον ὁμοῦ Νικόδημον καί αἰτεῖτε, δωρηθῆναι πλημελημάτων, ἡμῶν τήν λύσιν καί παντοίων δεινῶν.


Βιβλιογραφία

Προσκυνητάριον τῆς Βασιλικῆς καί Σεβασμίας Μονῆς Μεγίστης Λαύρας τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ ἐν τῷ Ἄθῳ. Συντεθέν μέν παρά Μακαρίου Κυδωνέως τοῦ ἐκ χώρας Χανίων, τοῦ Τριγώνη, τοῦ καί τῆς αὐτῆς Μονῆς Σκευοφύλακος, τύποις δέ νῦν πρῶτον ἐκδοθέν, ἐπιμελείᾳ καί δαπάνῃ τοῦ Πανοσιωτάτου Κυρίου Σεργίου ἱερομονάχου, τοῦ ἐκ ταύτης τῆς Ἁγίας Λαύρας. Ἐνετίησιν 1772, σ. 49-50. ΣΑΒΒΑΣ ΛΑΥΡΙΩΤΗΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΣ, Προσκυνητάριον τῆς βασιλικῆς καί σεβασμίας μονῆς Μεγίστης Λαύρας τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ ἐν τῷ Ἄθῳ, Ἐνετίησιν 1780, σ. 78-79. ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Νέον Μαρτυρολόγιον, Ἀθῆναι 1856, σ. 9 σημ. 1, 286-294. Τοῦ ἰδίου, Ἀκολουθία ἀσματική καί ἐγκώμιον τῶν ὁσίων καί θεοφόρων Πατέρων ἡμῶν τῶν ἐν τῷ Ἁγίῳ Ὄρει τοῦ Ἄθω διαλαμψάντων, Ἑρμούπολις 1847, σ. 80-88. ΕΥΛΟΓΙΟΣ ΚΟΥΡΙΛΑΣ ΛΑΥΡΙΩΤΗΣ, Ἱστορία τοῦ ἀσκητισμοῦ τ. Α΄, Θεσσαλονίκη 1929, σ. 66-84. Εὐρυτανικόν Λειμωνάριον (ἐπιμέλ. Κ. Βαστάκη πρεσβυτ.), Ἀθήνα 1978. ΒΙΚΤΩΡ ΜΑΤΘΑΙΟΥ, Μέγας Συναξαριστής τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τ.Δ΄, ἔκδ. Ε΄. ΓΚΑΛΙΟΣ Ν., Ὅσιος Ἀκάκιος ὁ Καυσοκαλυβίτης, ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 1993. ΜΗΛΙΤΣΗΣ Γ., Ὁ Ὅσιος Ἀκάκιος ὁ Καυσοκαλυβίτης, Τρίκαλα 1986. Πανηγυρική Ἀκολουθία Ἁγίου Ἀκακίου Καυσοκαλυβίτου, ἐκδ. Καλύβης Ἁγ. Ἀκακίου, Ἅγιον Ὄρος 2001. ΠΑΤΑΠΙΟΣ ΜΟΝΑΧΟΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗΣ, Ἅγιος Ἀκάκιος ὁ Καυσοκαλυβίτης. Ἀπό τό περιβόλι τῆς Παναγίας στόν κῆπο τοῦ Θεοῦ, ἐκδ. Καλύβης Ἁγ. Ἀκακίου (σειρά "Ἐρημοπολίτες" ἀρ. 7), Ἅγιον Ὄρος 2001. Ο ΙΔΙΟΣ, Ἰωνᾶς ὁ Καυσοκαλυβίτης. Ὁ βίος καί τά ἔργα μιᾶς πνευματικῆς μορφῆς τοῦ 18ου αἰ., ἔκδ. Καλύβης Ἁγ. Ἀκακίου, Ἅγιον Ὄρος 1999. Ο ΙΔΙΟΣ, Ἁγιασμένες μορφές τῶν Καυσοκαλυβίων. Ἀπό τόν ὅσιο Μάξιμο ὥς τό Γέροντα Πορφύριο, ἔκδ. Καλύβης Ἁγ. Ἀκακίου, Ἅγιον Ὄρος 2008, σ. 65-74. Β V. GRIGOROVIČ BARSKIJ, Πρώτη καί τρίτη περιοδεία εἰς τάς Μονάς καί τάς Σκήτας τοῦ Ἄθω. 1725-1726 (ρωσσιστί), Κίεβο 1877. ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ, Vtoroe poseščeni. Svjatoj Gory [B΄ ἐπίσκεψις εἰς τό Ἁγιώνυμο Ὄρος τοῦ Ἄθω. Ἐντυπώσεις], ἔκδ. Ἱ. Μονῆς Ἁγίου Παντελεήμονος Ρωσικοῦ, Ἁγία Πετρούπολη 1887. Vtoroe putešestvie po svjatoj gore Afonkoij Arhimandrita, nyne Episkopa, Porfirija Uspenskago v gody 1858, 1859 i 1861, i Opisanie Skitov Afonskih, Μόσχα 1880, σ. 304, 504.

Φωτογραφίες:

Ὁ ἅγ. Άκάκιος. Κέντημα σέ έπιγονάτιο. Καλύβη Ἁγ. Άκακίου / Τό σπήλαιο τοῦ ἁγ. Ἀκακίου. Καλύβη Ἁγ. Ἀκακίου / Τά ἱερά λείψανα τοῦ ἁγ. Ἀκακίου. Καλύβη Ἁγ. Ἀκακίου.

Τρίτη 7 Απριλίου 2020

Ο ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΕΝ ΚΑΛΥΜΝΩ

Ο Ἁγιορείτης ἅγιος Σάββας ὁ ἐν Καλύμνῳ (1862-1948)


  τοῦ  μοναχοῦ Παταπίου Καυσοκαλυβίτου
Ο ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΕΝ ΚΑΛΥΜΝΩ.
 ΦΟΡΗΤΗ ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟ ΑΓ. ΦΑΝΟΥΡΙΟΥ ΒΙΓΛΑΣ ΜΕΓ. ΛΑΥΡΑΣ. ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ

Κατάγονταν ἀπό τήν Ἠράκλεια τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης. Δωδεκαετής ἔφθασε στό Ἅγιον Ὄρος ὅπου ἀργοτερα ἐκάρη μοναχός στή σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης καί στήν ἔρημη σήμερα καλύβη τῆς Κοιμήσεως Θεοτόκου ὑπό τόν γέροντα Αὐξέντιο. Ἡ καλύβη τῆς Κοιμήσεως βρισκόταν στά νότια τῆς Σκήτης κάτω ἀπό τήν καλύβη τοῦ Ἁγίου Γεωργίου καί πάνω ἀπό τήν καλύβη τοῦ Ἁγίου Ἀρτεμίου, καί θεωρεῖται ὡς τό παλαιότερο (τό πρῶτο) Κυριακό τῆς Σκήτης). 
Κατά τή δωδεαετῆ παραμονή στή Σκήτη θά ἀσχοληθεῖ μέ τήν ἁγιογραφία καί τή βυζαντινή μουσική. Κατά τήν παράδοση τῆς Σκήτης δάσκαλός του στήν ἁγιογραφία στάθηκε ὁ γέροντας Θεόφιλος τῆς καλύβης τῶν Εἰσοδίων, πού διηύθυνε τό ὀνομαστό ἐργαστήριο τῆς Καλύβης (τῶν Θεοφιλαίων).



   Περί τό 1887 μεταβαίνει στούς Ἁγίους Τόπους στή μονή Ἁγίου Γεωργίου Χοζεβᾶ καί εἰδικότερα στήν πλησιόχωρη Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης ὅπου ἀσκήθηκε ἐπί 14 ἔτη, ἔχοντας ἀνάμεσα σέ ἄλλα καί τό διακόνημα τοῦ ἁγιογράφου. Στό καθολικό τῆς μονῆς Χοζεβᾶ σώζονται καί σημερα τοιχογραφίες, ἔργα τοῦ ὁσίου Σάββα. Ἀσκήθηκε ἐπίσης καί στή Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα τοῦ Ἡγιασμένου. Τό 1894 ἐπέστρεψε στό Ἅγιον Ὄρος ἀπό τό ὁποῖο ἀναχώρησε μετά τριετία γιά τά Ἱεροσόλυμα ὅπου χειροτονήθηκε ἱερέας.   

Στήν περίοδο 1907 – 1916 βρέθηκε πάλι στό Ἅγιον Ὄρος ὅμως κατόπιν προσκλήσεως τοῦ ἁγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως, ἀναχώρησε γιά τήν Αἴγινα ὅπου διακόνησε ὡς ἐφημέριος στή μονή Ἁγίας Τριάδος, διακονώντας ἐπίσης καί τόν ἅγιο ἱεράρχη στίς ἀνάγκες του. Παράλληλα ἁγιογραφοῦσε φορητές εἰκόνες γιά τίς ἀνάγκες τῆς Μονῆς ἐνῶ δίδασκε καί τίς μοναχές τήν ἱερά τέχνη. Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι μετά τήν ὁσιακή κοίμηση τοῦ ἁγίου Νεκταρίου ὁ ὅσιος Σάββας εἶναι ἐκεῖνος πού θά ἁγιογραφήσει τήν πρώτη εἰκόνα του.

  Περί τό 1926 ἤ 1928 ἀναχώρησε γιά τήν Κάλυμνο καί ἔζησε στή μονή τῶν Ἁγίων Πάντων μέχρι τήν κοίμησή του τό 1948. Πλῆθος εἶναι τά θαύματα πού ἐπετέλεσε καί συνεχίζει νά ἐπιτελεῖ σ᾿ ὅσους ἐπικαλοῦνται τήν βοήθειά του καί τίς πρεσβεῖες του πρός τόν δωρεοδότη Κύριο.Ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τή μνήμη του τήν 7η Ἀπριλίου καθώς καί κατά τήν Ε΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν κάθε ἔτους.


Κυριακή 5 Απριλίου 2020

Η ΟΣΙΑ ΜΑΡΙΑ Η ΑΙΓΥΠΤΙΑ ΠΡΟΤΥΠΟ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ


τοῦ μοναχοῦ Παταπίου Καυσοκαλυβίτου

Πέμπτη Κυριακ τν Νηστειν σήμερα κακαθς ὁδεύουμε πρός τό τέλος τς Μεγάλης Τεσσαρακοστς, κκλησία μας προβάλλει ἀκόμη ἕνα πρότυπο ἁγιαστικῆς ζωῆς, ἕνα πρότυπο μετανοίας, γι νὰ βοηθήσει νά ἐντείνουμε τν πνευματικ γνα τς περιόδου αὐτῆς, τοῦ «καιροῦ τοῦ εὐπρόσδεκτου τῆς μετανοίας», ὅπως εὔστοχα ἡ ἐκκλησιαστική ποίηση χαρακτηρίζει τήν περίοδο τῆς Σαρακοστῆς.
  Ἡ ὁσία Μαρία, μιά γυναίκα ἀπόλυτα δουλωμένη στά ἐγωκεντρικά πάθη τῆς ματαιοδοξίας καί τῶν σωματικῶν ἀπολαύσεων, παρ᾿ ὅλο πού, ὅπως γνωρίζουμε, προσπάθησε νά δεῖ καί νά προσκυνήσει τόν τίμιο Σταυρό στά Ἱεροσόλυμα, δέν τά κατάφερε, καθώς τά πάθη της τήν ἐμπόδιζαν. Καί τότε ἦταν πού ἡ ἀκτινοβολία τῆς σταυρωμένης ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ ἄνοιξε καί φώτισε τά τυφλωμένα ἀπό τόν ἐγωκεντρισμό μάτια τῆς ψυχῆς της καί μπόρεσε νά σταυρώσει τά πάθη της.
  Βλέπουμε λοιπόν ὅτι ἡ κατάντια στήν ὁποία εἶχε φθάσει ἡ ὁσία Μαρία, δέν τήν ἀπέκλεισε τελικά ἀπό τή συνάντησή της μέ τόν ἀναστημένο Χριστό.
 Ὅπου κι ἄν βρίσκεται κανείς, ὅταν κεντριστεῖ ἀπό τόν θεῖο πόθο καί ἀπό πίστη ζέουσα καί φλογερή ὅπως ἐκείνη τῆς ὁσίας Μαρίας, μπορεῖ ἀσφαλῶς νά πορευθεῖ πρός αὐτή τή συνάντηση.
 Εἶναι ἡ στιγμή πού ὁ ἄνθρωπος μεταθέτει τόν ἔρωτά του ἀπό τά κτίσματα στόν Κτίστη. Αὐτή τή μεγάλη ἀγάπη βίωσαν οἱ Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ, πού ἦταν πρόθυμοι καί τήν ἴδια τή σωτηρία τους νά θυσιάσουν γιά τό συνάνθρωπο. «Ηὐχόμην γάρ αὐτός ἐγώ ἀνάθεμα εἶναι ἀπό τοῦ Χριστοῦ ὑπέρ τῶν ἀδελφῶν μου» γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. 
  Ἔτσι λοιπόν, σ᾿ αὐτό τό στάδιο τῆς πορείας μας πρός τό Πάσχα, τῆς πορείας μας πρός τή συνάντηση μέ τόν ἀναστημένο Χριστό, ἡ Ἐκκλησία προβάλλει τό παράδειγμα μιᾶς πόρνης, τῆς ὁποίας οἱ πολλές ἁμαρτίες συγχωρέθηκαν, ὅπως καί ἐκείνης τῆς ἄλλης πόρνης τοῦ Εὐαγγελίου, γιά νά μᾶς διαβεβαιώσει γιά ἕνα πρᾶγμα:
 Πώς, τόν ἀναστημένο Χριστό μπορεῖ κάθε ἄνθρωπος, ἄν τό θελήσει καί τό ἐπιθυμήσει, νά Τόν συναντήσει. Στήν περίπτωση τῆς ὁσίας Μαρίας, ἡ ἁμαρτωλότητά της δέν τῆς ἀπέκλεισε τήν δυνατότητα νά πλησιάσει τόν Χριστό καί νά αἰσθανθεῖ τή λυτρωτική Του παρουσία στή ζωή της.
   Ἡ περίπτωση τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας μᾶς ὁδηγεῖ στό συμπέρασμα ὅτι κανείς δέν πρέπει νά ἀποθαρρύνεται ἀπό τήν πνευματική του κατάσταση, ὅσο ἄσχημη κι ἄν εἶναι. Γιά ὅλους ὑπάρχει ἐλπίδα. «Μηδείς ὀδυρέσθω πταίσματα, συγγνώμη ἐκ τοῦ τάφου ἀνέτειλε», θά ἀναφωνήσει σέ λίγες μέρες ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος στόν Κατηχητικό του Λόγο τό Πάσχα.
   Ἐξάλλου τά μάτια τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι μέ τά ἴδια μέ τά ἀνθρώπινα μάτια. Ὅτι φαίνεται μακρυνό καί ἄπιαστο στούς ἀνθρώπους, μπορεῖ νά φαίνεται κοντινό στό Θεό, καί τό ἀντίστροφο. Ἄλλωστε, ὅπως εἶπε ὁ Χριστός, «οἱ τελῶνες καί οἱ πόρνες» μᾶς προάγουν στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Κι αὐτό γιατί ἐκεῖνοι γνωρίζουν ὅτι βρίσκονται μακρυά ἀπό τόν Θεό καί γι᾿ αὐτό μποροῦν νά αἰσθανθοῦν τήν ἀνάγκη νά ἐπιστρέψουν, ἐνῶ οἱ «δίκαιοι» πολλές φορές περιχαρακωμένοι στήν «δικαιοσύνη» τους δέν αἰσθάνονται τήν ἀνάγκη τῆς μετάνοιας, γιατί πιστεύουν ὅτι τήν ἔχουν πετύχει ἤδη, δέν αἰσθάνονται τήν ἀνάγκη νά ἐπιστρέψουν στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ γιατί εἶναι βέβαιοι ὅτι τήν δικαιοῦνται καί πιστεύουν ὅτι βρίσκονται ἤδη σ᾿ αὐτήν.
   Στίς μέρες μας ὁλόκληρος ὁ γαλάζιος πλανήτης μας μαστίζεται ἀπό τή μεγάλη ὑγειονομική κρίση πού βιώνουμε ὅλοι μας μέ τήν πανδημία τοῦ κορωναϊοῦ. Ἰδιαίτερα τὴν ­περίοδο αὐτῆς τῆς τόσο «παράξενης» Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ὅπου –πέραν τῶν ἄλλων δυσχερειῶν- οἱ ὀρθόδοξοι πιστοί ὅπου γῆς δυσκολευόμαστε πρός στιγμῆς ἀκόμη καί νά συμπροσευχηθοῦμε στούς ἱερούς ναούς μας, ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μὲ κατάνυξη καὶ συντριβὴ μᾶς καλεῖ νὰ ἐξετάσουμε τὸν ἑαυτό μας, νὰ ἐλέγξουμε τὶς πράξεις μας, νὰ με­τα­­νο­­ή­σουμε γιὰ τὶς πτώσεις μας καὶ ν᾿ ἀγω­νι­σθοῦμε γιὰ νὰ ἐπιτύχουμε τὴν ἀνόρθωσή μας. Συμπαραστάτη, σύμμαχο καί ὑπέρμαχο στρατηγό στὸν ἀγώνα μας αὐτὸ ἔχουμε τὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, τὴν Παν­αγία.
   Ἂς ἀτενίζουμε μὲ βλέμμα ἱκεσίας τὴν ἁγία μορφή της. Ἂς ἀντλοῦμε θάρρος ἀπὸ τὴ στοργή της. Ἂς παρηγορούμαστε γιὰ τὶς μέχρι τώ­ρα πτώσεις μας καὶ ἂς τὴν παρακαλοῦμε νὰ μᾶς δίνει δύναμη, ὥστε ἀνορθωμένοι νὰ ξεπεράσουμε καί αὐτή τή δυσχερή κατάσταση καί νά συνεχίσουμε ἀπρόσκοπτα νά βαδίζουμε πρός τή συνάντησή μας μέ τόν ἀναστημένο Χριστό.
  Ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος, τό Περιβόλι τῆς Παναγίας πολλές ἀδελφικές εὐχές καί προτροπές νά προσεύχεστε μαζί μέ μᾶς ἀκόμη περισσότερο, τώρα πού περιορίζετε τίς μετακινήσεις σας καί ἔχετε περισσότερο ἐλεύθερο χρόνο στό σπίτι σας, τήν «κατ᾿ οἶκον Ἐκκλησία». Καί νά μελετᾶτε περισσότερο τό ἱερό Εὐαγγέλιο, τούς ἁγίους Πατέρες, τούς Βίους τῶν Ἁγίων καί βιβλία ὀρθόδοξης πνευματικότητας. Ὅλα αὐτά ἀσφαλῶς θά ἐνδυναμώσουν τήν ἐλπίδα σας στόν Θεό. Εἶναι ἀσφαλῶς μιά δοκιμασία αὐτό πού περνοῦμε, ἀλλά οἱ Ὀρθόδοξοι πιστοί ὅπου γῆς γνωρίζουμε πολύ καλά ὅτι μετά τή Σταύρωση ἀκολουθεῖ ἡ Ἀνάσταση.
    Ὅπως Χριστός, τσι κι μες, π τ θλίψη το Σταυρο κα το πάθους, π τν πόνο κα τ θάνατο, εὔχομαι νά φθάσουμε στ χαρ τς ναστάσεως, πρς τν ποία κα πορεύομαστε μ κουράγιο κα δύναμη.
  Στήν πορεία πρός τήν συνάντησή μας μέ τόν ἀναστημένο Χριστό, τόν Θεό μας, στόν ὁποῖο πρέπει κάθε δόξα, τιμή καί προσκύνηση, στούς αἰώνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν!   
                                            Κα­λήν Ἀ­νά­στα­ση !

Παρασκευή 27 Μαρτίου 2020

Τετάρτη 25 Μαρτίου 2020

Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

O Ευαγγελισμός της Υπεραγίας Θεοτόκου
                  
Εἰκόνα τοῦ 18ου αἰ. στήν Ἱερά Καλύβη
Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου.
Ἱερά Σκήτη Ἁγίας Τριάδος Καυσοκαλυβίων
 

 Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.

Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τὸ κεφάλαιον,
καὶ τοῦ ἀπ' αἰῶνος Μυστηρίου ἡ φανέρωσις,
ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, Υἱὸς τῆς Παρθένου γίνεται,
καὶ Γαβριὴλ τὴν χάριν εὐαγγελίζεται.
                                 Διὸ σὺν αὐτῷ τῇ Θεοτόκῳ βοήσωμεν,                                   
Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ

Κυριακή 22 Μαρτίου 2020

ΣΥΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΙ ΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΚΑΙ ΣΥΝΑΝΑΣΤΗΜΕΝΟΙ

Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου
Τρίτη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν σήμερα καὶ καθὼς βρισκόμαστε στὴ μέση τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἡ Ἐκκλησία μας προβάλλει τὸν Τίμιο Σταυρό, γιὰ νὰ ἐνισχυθοῦμε στὸν πνευματικὸ ἀγῶνα τῆς περιόδου αὐτῆς, πού εἶναι καιρός εὐπρόσδεκτος τῆς μετανοίας γιά ὅλους μας. Σήμερα, κατακλύζουμε τούς ἱερούς ναούς προκειμένου νά προσκυνήσουμε τόν Τίμιο Σταυρό καί νά ἀντλήσουμε δύναμη καί χάρη οὐράνια ἀπό αὐτόν.
Βλέ­πο­ντας καί προ­σκυ­νῶ­ντας εὐ­λα­βι­κά τόν Σταυ­ρό τοῦ Χρι­στοῦ, ἀρ­χί­ζουμε νά δι­α­κρί­νου­με τό φῶς τῆς Ἀ­να­στά­σε­ώς Του. Ὅ­ποι­ος θέ­λει νά ἀ­κο­λου­θή­σει τό δρό­μο πού ὁ­δη­γεῖ στόν ἀ­να­στη­μέ­νο Χρι­στό, πρέ­πει νά ἀρ­νη­θεῖ τόν ἑ­αυ­τό του καί νά ση­κώ­σει τό σταυ­ρό του, σταυ­ρώ­νο­ντας τόν ἐ­γω­κε­ντρι­σμό του καί τή φι­λαυ­τί­α του. Αὐτό τό μήνυμα λάβαμε μέ τήν χάρη τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ σήμερα, Κυ­ρι­α­κή τῆς Σταυ­ρο­προ­σκυ­νή­σε­ως. 
   Σύμφωνα μέ τή διδασακαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, δέν νοεῖται ἀληθινός χριστιανός χωρίς Σταυρό, δηλαδή χωρίς συμμετοχή στόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ. «Ὅστις οὐ βαστάζει τόν Σταυρόν ἑαυτοῦ καί ἔρχεται ὀπίσω μου, οὐ δύναται εἶναί μου μαθητής», διδάσκει τό ἀψευδές στόμα τοῦ Κυρίου. Οἱ χριστιανοί δέν ἔχουμε ἄλλο τρόπο νά ζήσουμε παρά μόνον τόν τρόπο τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, συμμεριζόμενοι δηλαδή σέ κάθε στιγμή τῆς ζωῆς μας τήν ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ, τήν θυσία Αὐτοῦ, τήν νίκη κατά τῶν παθῶν καί τοῦ ἐγωϊσμοῦ μας.  
   Πῶς μπορεῖ ὅμως ὁ καθένας ἀπό ἐμᾶς νά βιώσει στήν προσωπική του ζωή τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ;  Τί σημαίνει γιά μᾶς ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, «εἰ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ, καί ἀκολουθείτω μοι»;
Τί σημαίνει λοιπόν «ἀκολουθῶ τόν Ἐσταυρωμένο Χριστό, βαστάζοντας τόν δικό μου Σταυρό»;
   
  Πρῶτον σημαίνει ὅτι σταυρώνω τόν παλαιό ἄνθρωπο, τά πάθη μου, δηλαδή, καί ὅτι μέ χωρίζει ἀπό τήν κοινωνία μέ τόν Θεό. Ἀπαρνοῦμαι τόν παλαιό ἄνθρωπο καί ἀγωνίζομαι νά ξεριζώσω ἀπό μέσα μου τά ἁμαρτωλά καί ἐγωϊστικά πάθη, τόν ἐγωκεντρισμό, τή φιλαυτία.
  Μορφές τῆς φιλαυτίας εἶναι: ἡ ὀλιγοπιστία, ἡ ἀπιστία, ἡ ἀδιαφορία γιά τόν συνάνθρωπο καί τό ἀκόμη χειρότερο, ἡ ἐκμετάλλευσή του. Εἶναι ἀκόμη ἡ φιληδονία καί ἡ σαρκολατρεία· ἡ ἀπληστία καί ἡ φιλαργυρία· ἡ μνησικακία καί ἡ συκοφαντία καί κάθε ἐνέργεια, μέ τήν ὁποία πληγώνουμε καί στενοχωροῦμε τούς συνανθρώπους μας. Εἶναι ἡ φιλοδοξία καί ματαιοδοξία.
 Δεύτερον. Σημαίνει ὅτι ὑπομένω τίς ἀκούσιες δοκιμασίες τῆς ζωῆς καρτερικά καί εὐχαριστιακά.
   Οἱ ὀδυνηρές καί ἀνίατες ἀσθένειες, ὁ θάνατος προσφιλῶν μας προσώπων, ἡ ἀδικία, ἡ ἀχαριστία καί ἡ περιφρόνηση, ἡ ἀπότομη πτωχοποίηση τῆς ζωῆς μας λόγω τῆς οίκονομικῆς κρίσης καί ἄλλες δοκιμασίες ἀποτελοῦν εὐκαιρίες πού, ἄν τίς χρησιμοποιήσουμε σωστά, μᾶς συσταυρώνουν καί συνεγείρουν μέ τόν Χριστό. Ἄν ἀγανακτήσουμε καί περάσουμε τά ὅρια ζημιωνόμαστε πνευματικά. Ἄν τίς δεχθοῦμε παθητικά, γιατί δέν μποροῦμε νά κάνουμε διαφορετικά, πάλι δέν ὠφελούμαστε. Ἄν ὅμως τίς δεχθοῦμε ὡς ἐπίσκεψη τοῦ Θεοῦ καί ὡς εὐκαιρίες γιά τήν πνευματική μας τελείωση μᾶς ἀνεβάζει στό ὕψος τῶν ἁγίων μαρτύρων.
   Ἕνας μακαριστός ἁγιορείτης γέροντας εἶπε χαρακτηριστικά τό ἑξῆς: «Ἕνα δόξα σοι ὁ Θεός, τήν ὥρα πού πονᾶμε ἔχει μεγαλύτερη ἀξία ἀπό χίλια Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ» πού τό λέμε ὅταν δέν πονᾶμε.
Τρίτον, σημαίνει ὅτι ἀναλαμβάνω ἑκούσιους πόνους, στερήσεις, ἀγῶνες γιά τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό. Ὁ ἴδιος ἄλλωστε ὁ Κύριος μᾶς ἐδίδαξε ὅτι στενή ἡ πύλη καί τεθλιμμένη ἡ ὁδός τοῦ Εὐαγγελίου.
   Μέ τή νηστεία, τήν ἀγρυπνία, τήν εὐλογημένη ὀρθόδοξη ἄσκηση πολιτεύεται ὁ Χριστιανός. Γιά νά ζῆ ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, γιά νά μή χρησιμοποιῆ τόν κόσμο καταναλωτικά, ἀλλά εὐχαριστιακά.
    «Ἡμεῖς κηρύττομεν Ἰησοῦν Χριστόν καί τοῦτον ἐσταυρωμένον καί τοῦτον δέ ἀναστάντα», διακυρήττει ὁ ἀπόστολος Παῦλος.
 Αὐτόν τόν Ἐσταυρωμένο καί ἀναστάντα Ἰησοῦ Χριστό, ἀσπαζόμαστε καί προσκυνοῦμε σήμερα, τιμώντας καί ἀσπαζόμενοι τόν Τίμιο Σταυρό Του. Σήμερα εἶναι ἡμέρα σταυροαναστάσιμη. Γιατί, ὄχι μόνο ἀντλοῦμε δύναμη καί ἐλπίδα στό μέσον τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ὄχι μόνο λαμβάνουμε ὑπόδειγμα σταυροαναστάσιμης βιοτῆς καί χαρμολύπης, ἀλλά κυρίως προκηρύττουμε τῆς Ἀναστάσεως τά τρόπαια, προεορτάζουμε τήν πασχαλινή πανήγυρη, ὁμολογοῦμε τήν βιωματική πεποίθηση ὅλων τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας πώς, ὁ Χριστός ἀνέστη! 
  Αὐτή ἡ χαρά, ἡ πίστη ἄς φωτίσει καί ἄς χαράξει τήν καρδιά μας,  καί ἄς εἶναι γιά ὅλους ἐμᾶς πρόγευση τῆς Ἀναστάσεως, τῆς κλητῆς καί ἁγίας ἡμέρας τοῦ Πάσχα. 
      Ἡ σημερινὴ προσκύνηση τοῦ τιμίου Σταυροῦ μᾶς θυμίζει τὸ πάθος τοῦ Χριστοῦ. Ταυτόχρονα ὅμως μᾶς ζωντανεύει τὴν ἐλπίδα τῆς Ἀναστάσεως. Γιατὶ ὅπως ὁ Χριστός, ἔτσι κι ἐμεῖς ἀπὸ τὴ θλίψη τοῦ Σταυροῦ καὶ τοῦ πάθους, ἀπὸ τὸν πόνο καὶ τὸ θάνατο, φθάνουμε στὴ χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως, πρὸς τὴν ὁποία καὶ πορεύομαστε μὲ κουράγιο καὶ δύναμη. Στήν πορεία πρός τήν συνάντησή μας μέ τόν ἀναστημένο Χριστό, τόν Θεό μας, στόν ὁποῖο πρέπει κάθε δόξα, τιμή καί προσκύνηση, στούς αἰώνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

ποσπάσματα ὁμιλίας τοῦ συγγραφέα κατά τήν Θεία Λειτουργία τῆς Κυριακῆς τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, 3 Ἀπριλίου 2016, στόν ἱερό ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Χαϊδαρίου Ἀττικῆς