Πέμπτη 30 Αυγούστου 2012

ΑΘΩΝΙΚΟ ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΥΓΟΥΣΤΟ. ΠΑΝΗΓΥΡΗ ΚΑΛΥΒΗΣ ΑΓ. ΑΚΑΚΙΟΥ 2012





Άθωνικό Δεκαπενταύγουστο.


Πανήγυρη Καλύβης Ἁγίου Άκακίου 2012.











Μέ λαμπρότητα καί κατάνυξη γιορτάστηκε καί ἐφέτος ἡ ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου στό Ἁγιώνυμο Ὄρος τοῦ Ἄθωνα, τό Περιβόλι τῆς Παναγίας, πού γιά τό λόγο ὅτι εἶναι ἀφιερωμένο σ᾿ αὐτήν, πανηγυρίζει ὁλόκληρο ἀπ᾿ ἄκρη σ᾿ ἄκρη.
Ἰδιαίτερα στή σκήτη Καυσοκαλυβίων, ἡ προστάτιδα τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί ἐν πρεσβείαις ἀκοίμητος Θεοτόκος τιμήθηκε μέ ὁλονύκτια ἀγρυπνία στό πάνσεπτο Κυριακό τῆς σκήτης καί πανηγυρική θεία λειτουργία στήν πανηγυρίζουσα ἱερά καλύβη τοῦ Ἁγίου Ἀκακίου.
Κι αὐτό, καθώς τό παρεκκλήσιο τῆς Καλύβης ἀφιερώθηκε ἀπό τόν ἱδρυτή τῆς Σκήτης ἀλλά καί τῆς Καλύβης, ὅσιο Ἀκάκιο τόν Καυσοκαλυβίτη, στήν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου. Τό παρεκκλήσι, τό ἀρχαιότερο στή Σκήτη, κτίστηκε τό 1747 ἀπό τόν ἱερομόναχο Ἰωνᾶ Καυσοκαλυβίτη καί ἱστορήθηκε τό 1759 ἀπό τό ἐργαστήριο τοῦ ὁσίου ἱερομονάχου Παρθενίου Σκούρτου τοῦ ἐκ Φουρνᾶ τῶν Ἀγράφων.
Τῆς Πανηγύρεως προεξῆρχε ὁ καθηγούμενος τῆς μονῆς Ἁγίου Νικολάου Ἀναπαυσᾶ Μετεώρων ἀρχιμανδρίτης Πολύκαρπος, πλαισιούμενος ἀπό Καυσοκαλυβίτες πατέρες ἀλλά καί προσκυνητές.

Τρίτη 28 Αυγούστου 2012

ΑΘΩΝΙΚΟ ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΥΓΟΥΣΤΟ

ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ μέ τήν εὐκαιρία τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, κατά τήν ὁποία πανηγυρίζει ἡ Καλύβη τοῦ Ἁγ. Ἀκακίου ἀλλά καί ὁλόκληρο τό Ἅγιον Ὄρος Ἄθως, πού εἶναι ἀφιερωμένο στήν Παναγία, εὔχεται σέ ὅλους τούς ἀναγνῶστες μας, ἀλλά καί τούς προσκυνητές τοῦ Ἁγίου Ὄρους ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ καί πλούσια τήν εὐλογία τοῦ Κυρίου καί τῆς ἐν πρεσβείαις ἀκοιμήτου Θεοτόκου.

 Ἡ Κοίμησις τῆς Θεοτόκου.
Τοιχογραφία (λεπτομέρεια) στό παρεκκλήσι τῆς Κοιμήσεως Θεοτόκου τῆς καλύβης Ἁγ. Ἀκακίου Καυσοκαλυβίων, 1759.
Ἐργαστήριο ἱερομον. Παρθενίου τοῦ ἐξ Ἀγράφων

Κυριακή 19 Αυγούστου 2012

ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΣΤΗ ΘΡΑΚΗ (H' ΜΕΡΟΣ)

Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου

Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ.*
 (H’ μέρος)

 Τήν ἴδια ἐποχή ὁ Ἰωάννης Καντακουζηνός ἀναγορεύεται αὐτοκράτορας στό Διδυμότειχο. Ἀλλά ἀργότερα κι ἐνῶ ὁ Καντακουζηνός εἶχε λογισμό νά μεταβεῖ στήν Ἡράκλεια καί νά καρεῖ μοναχός ἀπό τόν ἅγιο Φιλόθεο, συνέβη τελικά κάτι τελείως διαφορετικό: ὁ αὐτοκράτορας κάλεσε τόν ἅγιο Φιλόθεο ὡς πατριάρχη στήν Κωνσταντινούπολη. Στή θέση αὐτή ὅμως ὁ ἅγιος Φιλόθεος παρέμεινε μόνο γιά λίγο, ἀφοῦ ἀκολουθῶντας τίς πολιτειακές ἀλλαγές ἀπομακρύνθηκε ἀπό τό θρόνο του καί ἐπέστρεψε στήν ἀγαπημένη του ἀθωνική ἡσυχία. Ἀργότερα ὅμως μέ τή συναίνεση τοῦ πατριάρχη Καλλίστου Α΄ ἀνέκτησε καί πάλι τή μητροπολιτική τοῦ ἕδρα στήν Ἡράκλεια. Μετά τό θάνατο τοῦ πατριάρχη Καλλίστου ὁ ἅγιος Φιλόθεος ἐπανέρχεται τό 1364 στόν πατριαρχικό θρόνο. Κατά τήν δεύτερη πατριαρχεία του ὁ ἅγιος Φιλόθεος συνδύασε τήν ποιμαντική μέριμνα καί διακονία πρός τό λαό μέ τήν ἡσυχαστική μοναχική ζωή, τήν ταπείνωση μέ τίς ὑψηλές θεολογικές του γνώσεις καί τήν ρητορική δεινότητα. Συνέγραψε πλῆθος θεολογικῶν, ἀντιρρητικῶν, ἀπολογητικῶν καί ἁγιολογικῶν ἔργων. Ἐκοιμήθη τό 1379. Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στίς 11 Ὀκτωβρίου.  
   Ἀνάμεσα στά ἀξιολογότερα ἁγιολογικά ἔργα τοῦ ἁγίου Φιλοθέου Κοκκίνου εἶναι καί ὁ Βίος τοῦ Ἁγιορείτου ὁσίου Σάββα τοῦ Νέου τοῦ διά Χριστόν σαλοῦ. Ὁ ὅσιος Σάββας γεννήθηκε περί τό 1283 στή Θεσσαλονίκη. Σέ ἡλικία δεκαοκτώ ἐτῶν ἀναχωρεῖ γιά τό Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ὑποτάχθηκε σέ ἕναν αὐστηρό γέροντα  πού ζοῦσε σέ ἕνα βατοπαιδινό Κελλί τῶν Καρυῶν. Ἐκεῖ ἐκάρη μοναχός καί μετονομάσθηκε Σάββας. Ἐξ αἰτίας τῶν ἐπιδρομῶν τῶν βάρβαρων Καταλανῶν ἀναχώρησε περί τό 1306-1308, ὅπως καί ἄλλοι Ἁγιορεῖτες ἀπό τόν Ἄθω. Μετά ἀπό περιπλάνηση στήν Κύπρο, τούς Ἁγίους Τόπους, τήν Κρήτη, τήν ἡπειρωτική Ἑλλάδα καί τή Μακεδονία, φθάνει στή Θράκη, ὅπου καί ἀσκήθηκε σέ σπήλαιο στήν περιοχή τῆς Ἡρακλείας.
  
 Στόν κώδ. Καυσοκαλυβίων 154, σ. 871-873 ὅπου ἡ ἀνέκδοτη παράφραση τοῦ ὑπό τοῦ ἁγίου Φιλοθέου Κοκκίνου Βίου τοῦ ὁσίου Σάββα Βατοπαιδινοῦ, πού συνέταξε τό 1858 ὁ λόγιος μοναχός Ἰάκωβος Νεασκητιώτης, διαβάζουμε  ὅτι μετά τήν ἀπαλλαγή τοῦ τόπου ἀπό τήν Καταλανική Ἑταιρεία, ὁ ὅσιος Σάββας «(σ. 871)... μετέβη εἰς Θράκην ὅτε Ἀνδρόνικος ὁ Παλαιολόγος βασιλεύς ἀνεκαίνισεν // (σ. 872) ἐκ νέου ἀπό τήν ἐρήμωσιν καί καταστροφήν αὐτῆς, ὁποῦ οἱ μιαροί Λατίνοι μετά τῶν βαρβάρων Ἀγαρηνῶν κατηδάφησαν ὡς προείπομεν· εἰς τήν ὁποίαν μετέπειτα ἀρχιεράτευσεν ὁ ἱερός Φιλόθεος, ὁ συγγραφεύς τοῦ παρόντος βίου. Καί περιελθών αὐτήν ὁ ὅσιος διεσκεμμένως, διότι εὑρίσκοντο εἰς αὐτήν θόλοι πολλοί καί καμάρες ἀπό τά παλαιά λείψανα τῶν παλαιῶν οἰκοδομῶν, καί τόποι ἐπιτήδειοι διά ἡσυχίαν. Ὅθεν ἐκλεξάμενος ἕνα σπήλαιον κρημνῶδες καί δύσβατον πρός τήν νοτίαν θάλασσαν, εἰς τό ὁποῖον καί ἄλλοι ἀσκηταί ἡσύχασαν πρότερον, ἐκλείσθη εἰς αὐτό μέ τήν αὐτήν σιωπήν καί σχῆμα. Εἰς αὐτό τό σπήλαιον καί κάποιος εὐλαβής εἶχε κτίσει ἐκκλησίαν, καί ἐσώζετο ὁ δεσποτικός χαρακτήρ ἱστορημένος εἰς τήν δεξιάν καμάραν· τό ὁποῖο δεσποτικόν ἐκτύπωμα περιελάμπετο οὐχί ἀπό ζωγραφικήν τέχνην, ἀλλ’ ἀπό θείαν χάριν τόσον, ὁποῦ βλέπων αὐτό δέν χορταίνῃ τίς ὁρῶν καί παρέχει δαψιλῶς χαρίσματα ἰαμάτων τοῖς μετά πίστεως προοιοῦσιν.
  Ἐκεῖ λοιπόν ἡσυχάσας ὁ ὅσιος, ἄγνωστος καί ξένος, ἔμεινεν εἰς πολύν καιρόν. Ἀλλ’ ἐπειδή καί τόν ἔμαθον καί ἐκεῖ καί ἤρχοντο τινές ἀπό τήν Ἡράκλειαν, καί μάλιστα ἱερεῖς καί κληρικοί καί τόν εὕρισκον, αἰδεσθέντες τήν θαυμαστήν σιωπήν καί τό ἀγγελικόν τῆς ἀσκήσεως, τοῦ ἔφερνον τροφάς καί ἐπρόσπιπτον εἰς τούς πόδας του, ζητοῦντες λόγον ὠφελείας. Ἐκεῖνος δέ ἀποφεύγων τήν ἀνθρώπινον δόξαν ἐπροσποιεῖτο τήν προτέραν μωρίαν του. Πλήν, μή δυνάμενος νά τούς πείσῃ, ἀλλά μᾶλλον θαυμάζοντες τό ὕψος τῆς ταπεινοφροσύνης του, διά τήν ὁποίαν καί τόν μωρόν ὑπεκρίνετο, ἀνεχώρησεν ἐκεῖθεν καί ἦλθεν εἰς τήν Κωνσταντινούπολιν».
  
 Ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη, ὁ ὅσιος Σάββας ἐπιστρέφει στό Ἅγιον Ὄρος καί κοινοβιάζει στή μονή Βατοπαιδίου. Ἐκεῖ συνδέεται μέ τόν ἅγιο Φιλόθεο Κόκκινο, τόν μαθητή καί μετέπειτα βιογράφο του. Τόν Μάρτιο τοῦ 1341 λαμβάνει μέρος σέ ἀποστολή Ἁγιορειτῶν στήν Κωνσταντινούπολη, σέ μιά προσπάθειά τους νά τεθεῖ τέλος στόν ἐμφύλιο σπαραγμό ἐξ αἰτίας τῆς διαμάχης τοῦ Ἰωάννη Ε΄ Παλαιολόγου μέ τόν Ἰωάννη ΣΤ΄ Καντακουζηνό. Ἔχοντας προβλέψει τήν ἀποτυχία τῆς ἀποστολῆς αὐτῆς, καί ἀποφεύγοντας ἀργότερα τήν ἀνάρρησή του στόν πατριαρχικό θρόνο, παρ’ ὅλες τίς πιέσεις τοῦ αὐτοκράτορα καί τῶν ἀρχιερέων, ὁ ὅσιος Σάββας περέμεινε στήν Κωνσταντινούπολη περνῶντας τά τελευταῖα του χρόνια ἔγκλειστος, σέ ἕνα κελλί τῆς μονῆς τῆς Χώρας, ὅπου καί ἐκοιμήθη ὁσιακά περί τό 1349-1350.

Ἡ συνέχεια τῆς ἀμφίδρομης σχέσης καί τῶν πνευματικῶν δεσμῶν τῆς Θράκης μέ τό Ἅγιον Ὄρος, μέσω ὁσιακῶν μορφῶν, εἶναι πολύ μακρά, τόσο μέχρι τά μέσα τοῦ ἑπόμενου ἀλλά καί τελευταίου αἰώνα τοῦ δύοντος βυζαντινοῦ ἑλληνισμοῦ, ὅσο καί κατά τή ζοφερή περίοδο πού ἀκολούθησε τήν πτώση τῆς μεγάλης θρακικῆς πόλης, τῆς Κωνσταντινούπολης. Ἀπό τή Θράκη καταγόμενοι ἤ στή Θράκη ἀθλήσαντες Ἁγιορεῖτες νεομάρτυρες τοῦ Γένους μας, ὅπως οἱ ἅγιοι Ἰάκωβος Ἰβηροσκητιώτης καί οἱ μαθητές του Ἰάκωβος καί Διονύσιος ( 1519), Λουκάς ( 1802), Ἰγνάτιος ( 1814), Χριστοφόρος ( 1818), Ἀγαθάγγελος ( 1819), Τιμόθεος ( 1820) καί ὁ ἱερομάρτυς Κωνστάντιος Λαυριώτης ( 1820), ἔμελλαν νά συνεχίσουν νά ἀναζωογονοῦν μέ δεσμούς αἵματος καί πνεύματος τίς δύο θεόσωστες περιοχές, πρός δόξαν Θεοῦ! 


_____________________________________________________________________________________
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ:
Ὁ ἅγιος Σάββας ὁ Βατοπαιδινός. Μικρογραφία στόν κώδ. Καυσοκαλυβίων 154, σ. 816, πού παραδίδει παράφραση τοῦ Βίου του ἀπό τόν μοναχό Ἰάκωβο Νεασκητιώτη.

 
Ὁλόκληρη ἡ μελέτη τοῦ μοναχοῦ Παταπίου Καυσοκαλυβίτου:  «Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ.», δημοσιεύθηκε στά Πρακτικά τοῦ 4ου Διεθνοῦς Συμποσίου Θρακικῶν Σπουδῶν: Βυζαντινή Θράκη. Μαρτυρίες καί Κατάλοιπα. Κομοτηνή, 18-22 Ἀπριλίου 2007, στό: Byzantinsche Farschulngen 300 XXX (2011), σσ. 277-326, πίνακες 801-807.



Δευτέρα 6 Αυγούστου 2012

ΠΕΡΙ ΑΡΕΤΗΣ


Ἀρετή εἶναι ἡ μέθεξη τῆς ἀκτίστου δόξης τοῦ Χριστοῦ, πού διαπερνᾶ καί συνέχει καί ἁγιάζει οὐρανό καί γῆ, καί ἀνακρᾶται μέ κάθε ἀνθρώπινο πρόσωπο σέ μία σχέση ἐκστατικῆς ἀγάπης, ὅπου τό ἐγώ γίνεται Ἐσύ, ὅπου τό ἐμεῖς γίνεται ἡ εἰκόνα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Τό δῶρο τῆς ἀρετῆς, φῶς καί ζωή τοῦ κόσμου, γίνεται ἀπαίτηση ἀληθινῆς κοινωνίας ἐν Χριστῷ.

Ἀρχιμ. Χριστοδούλου, ἡγουμένου μονῆς Κουτλουμουσίου, Πρόλογος στό:  Ὀρθοδοξία-Ἑλληνισμός. Πορεία στήν τρίτη χιλιετία, τ. Β’, Ἅγιον Ὄρος 1996.