Τετάρτη 28 Μαρτίου 2012

ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΣΤΗ ΘΡΑΚΗ (Γ' ΜΕΡΟΣ)


Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου

Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ.
   ( Γ΄ μέρος)
 
Ἄς ἐπιστρέψουμε ὅμως πάλι στόν ὅσιο Μάξιμο τόν Καυσοκαλύβη.
   Ἀ­πό τό Πα­πί­κιο ὁ ὅσιος Μάξιμος κα­τευ­θύν­θη­κε πρός τήν Κων­σταν­τι­νού­πο­λη γιά προ­σκύ­νη­μα. Ἐκεῖ ὁ Ὅ­σιος δέν πα­ρέ­λει­ψε νά συ­να­να­στρέ­φε­ται τόν γνώριμό του ἀπό τό ὄρος Γάνος, Πα­τριά­ρχη ἅγιο Ἀ­θα­νά­σιο τόν Α΄, τόν ὁ­ποῖ­ο καί ὀ­νό­μα­ζε ‘‘νέ­ο Χρυ­σό­στο­μο­’’. Ἁ­γι­ο­ρεί­της ὁ ἴ­διος κα­θώς ἦ­ταν καί φι­λο­μό­να­χος, πρό­τει­νε ἐ­πα­νει­λημ­μέ­να στό ὅσιο Μάξιμο νά ἐγ­κα­τα­βι­ώ­σει σ’ ἕ­να ἀ­πό τά μο­να­στή­ρια πού ἐ­κεῖ­νος εἶ­χε ἱ­δρύ­σει στήν Κων­σταν­τι­νού­πο­λη.
   Ἀ­πό τή Βα­σι­λεύ­ου­σα ὁ ὅσιος Μάξιμος πορεύθηκε περί τό 1310 πρός στό Ἅ­γιον Ὄ­ρος, πού ἔ­μελ­λε νά εἶ­ναι τό ἐν­δι­αί­τη­μά του γιά τό ὑ­πό­λοι­πο τῆς ζω­ῆς του. Ἐκοιμήθη ὁσιακά σέ ἡ­λι­κί­α ἐ­νεν­νην­τα­πέν­τε ἐ­τῶν, στίς 13 Ἰ­α­νου­α­ρί­ου, τό πιθανότερο -σύμφωνα μέ ὅλες τίς ἐνδείξεις- μεταξύ τῶν ἐτῶν 1365-70.
  Ὁ Βίος τοῦ ὁσίου Μαξίμου τοῦ Καυσοκαλύβη πού ἔτυχε ὁμολογουμένως τῆς μεγαλύτερης ἀναγνωσιμότητας, εἶναι αὐτός πού συντάχθηκε ἀπό τόν ὅσιο Θεοφάνη Περιθεωρίου (Βίος Β΄).
  Ὁ ὅσιος Θεοφάνης διετέλεσε ἱερομόναχος καί προϊστάμενος (προηγούμενος) τῆς μονῆς Βατοπαιδίου. Ἀργότερα, καί κατά πρόρρηση τοῦ ὁσίου Μαξίμου χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος Μωραχριδῶν. Σύμφωνα μέ ὁρισμένους ἐρευνητές ἔγινε Μητροπολίτης τῆς θρακικῆς πόλεως Περιθεωρίου περί τό 1350 καί παραιτήθηκε τό 1353. Ἡ παρουσία τῆς μονῆς Βατοπαιδίου στήν πόλη τοῦ Περιθεωρίου (Ἀναστασιουπόλεως) ἀρχίζει , ὅπως προκύπτει ἀπό τά ἀρχεῖα τῆς μονῆς, πρίν ἀπό τίς ἀρχές τοῦ 14ου αἰ. Δέν πρέπει λοιπόν νά εἶναι τυχαῖο τό γεγονός ὅτι ὁ Θεοφάνης προχειρίστηκε σέ μητροπολίτη Περιθεωρίου, βυζαντινή πόλη πού βρισκόταν στό μυχό τῆς λίμνης Βιστωνίδος, στήν ὁποία ἡ μονή Βατοπαιδίου τήν ἴδια χρονική περίοδο διατηροῦσε (καί διατηρεῖ ἀκόμη καί σήμερα) μετόχι. Ὡς ἅγιος κατατάχθηκε στό ἁγιολόγιο τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τόν Ἀπρίλιο τοῦ ἔτους 2000, μέ Συνοδική Πράξη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.
  Ὡς ἁγιολόγος ὁ ἅγιος Θεοφάνης βασίζεται ἐν μέρει  στό Βίο πού συνέταξε ὁ μαθητής τοῦ ὁσίου Μαξίμου, ὅσιος Νήφων ὁ Ἀθωνίτης δίνει ὅμως περισσότερο χῶρο στά βιογραφικά γεγονότα τοῦ ὁσίου Μαξίμου, γιά τά ὁποῖα μᾶς ἐφοδιάζει μέ περισσότερες πληροφορίες· πληροφορίες οἱ ὁποῖες ἀρκετές φορές ἀπουσιάζουν ἀπό τόν ἀρχαιότερο Βίο, ὅπως γιά παράδειγμα, ὁ διάλογος τοῦ Ὁσίου μέ τόν ὅσιο Γρηγόριο Σιναΐτη καί ἡ διδασκαλία τοῦ Ὁσίου. Ὁ ἅγιος Θεοφάνης ἐπαναλαμβάνει ὅλα τά θαύματα τοῦ ὁσίου Μαξίμου πού ἀναφέρει ὁ ὅσιος Νήφων, ἐπισυνάπτοντας δύο ἐπιπλέον.
   Ὁ ἅγιος Θεοφάνης, τονίζει μέ ἔμφαση μιά ἄλλη διάσταση τῆς προσωπικότητας τοῦ ὁσίου Μαξίμου· τήν διά Χριστόν σαλότητά του. Γι’ αὐτόν, ἡ πορεία τοῦ Ὁσίου πρός τήν ἁγιότητα συνίσταται στήν καλλιέργεια τῆς σαλότητας, συνοδευόμενη ἀπό τήν ταπείνωση καί τήν ἄρνηση τῆς μάταιης δόξας. Στόν ὑπό τοῦ ἁγίου Θεοφάνους Βίο, αὐτή ἡ ἰδιόμορφη ἄσκηση διαποτίζει τίς περισσότερες ἀπό τίς πτυχές τῆς ζωῆς τοῦ ὁσίου Μαξίμου, ἀπό τά νεανικά χρόνια στήν πατρίδα του, τή διαμονή του στήν Κωνσταντινούπολη καί τήν κοινοβιακή του ζωή στή Μεγίστη Λαύρα ὥς τήν κακή γνώμη τοῦ ἡλικιωμένου μοναχοῦ ὅτι ὁ Ὅσιος πλανήθηκε, ὅταν ἐκεῖνος τοῦ ἐξιστόρησε τίς θεῖες του ἐμπειρίες στήν κορυφή τοῦ Ἄθω. Ἄλλωστε γιά ὅλ’ αὐτά «καὶ ἀπλανὴς ὤν πεπλανημένος ἐλέγετο, καὶ σὺν αὐτῷ καὶ Καψοκαλύβης λέγεσθαι προσετέθη αὐτῷ παρὰ τοῖς γεώφροσιν, μὴ ὁρῶντες τὴν ἐν αὐτῷ θείαν χάριν τοῦ πνεύματος τὴν φωταυγῆ, τὴν σκέπουσαν ὡς σκηνὴν αὐτῷ θείαν οὐράνιον καὶ γλυκαίνουσαν, καὶ τὴν δροσίζουσαν αὐτὸν ἐλπίδαν καὶ προσευχὴν τὴν ἀένναον πάντοτε». Ἀκόμη καί ὁ ἄκρος ἀναχωρητισμός τοῦ Ὁσίου στίς ἀπρόσιτες ‘‘ἐρήμους’’ τοῦ Ἄθω, καθώς καί ἡ ἀπουσία μόνιμης κατοικίας, θεωροῦνται ἀπό τό Θεοφάνη ὡς μία ἀκόμη ὄψη τῆς διά Χριστόν σαλότητάς του. Τόν σαλό ἄλλωστε δέν ἔπαψε νά παριστάνει οὔτε καί κατά τή συνάντησή του μέ τόν ὅσιο Γρηγόριο τό Σιναΐτη (στήν ἀρχή τουλάχιστον τοῦ περίφημου διαλόγου τους). Θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι ὁλόκληρη ἡ διήγηση τοῦ  Θεοφάνη (μέ τή σαφή ἄλλωστε παραπομπή του στόν ἅγιο Ἀνδρέα τόν διά Χριστόν σαλό) μᾶς παρουσιάζει τόν ὅσιο Μάξιμο ὡς νέο παράδειγμα τοῦ ‘‘διά Χριστόν σαλοῦ’’ τύπου ἁγιότητας, ἄγνωστο ἐν πολλοῖς στόν Ἄθω τοῦ 14ου αἰ., ἐάν βέβαια ἐξαιρέσουμε τόν ὅσιο Σάββα τό Νέο, στόν ὁποῖο θά ἀναφερθοῦμε παρακάτω.
  Ἕνα ἐπιπλέον στοιχεῖο ἀπό τή ζωή τοῦ ὁσίου Μαξίμου πού τονίζεται ἰδιαίτερα συχνά καί μέ ἔμφαση ἀπό τόν ἅγιο Θεοφάνη (καί σέ ἀντίθεση μέ τήν ἀπουσία του στό Βίο πού συνέθεσε ὁ ὅσιος Νήφων), εἶναι τόσο ἡ ξεχωριστή τιμή πού προσέδιδε ὁ Ὅσιος στό ἱερό πρόσωπο τῆς Θεοτόκου ὅσο καί ἡ προστασία καί οἱ θεῖες ἐμπειρίες πού ἐκείνη τοῦ ἀντιδώρησε. Καθοριστικοί σταθμοί τῆς σωτήριας ὁδοιπορίας τοῦ Ὁσίου ἀποδίδονται στό Βίο στή θαυμαστή ἐπέμβαση τῆς Θεομήτορος: ἡ παραμονή τοῦ Ὁσίου γιά μεγάλο διάστημα σέ θεομητορικούς ναούς τῆς πατρίδας του, τῆς Ὁδηγήτριας καί τῶν Βλαχερνῶνστήν Κωνσταντινούπολη, ἡ διακονία του στό ναό τοῦ  Εὐαγγελισμοῦ (καθολικό) στή Λαύρα, ἡ θαυμαστή ἐμφάνισή της στήν κορυφή τοῦ Ἄθω, τό δῶρο τῆς νοερᾶς προσευχῆς στόν Ὅσιο ἀπό αὐτήν.
   Ἐξίσου ὅμως σημαντικό στοχεῖο πού χρωματίζει ἰδιαίτερα τό πορτρέτο τοῦ ὁσίου Μαξίμου, ὅπως αὐτό φιλοτεχνήθηκε ἀπό τόν Θεοφάνη, εἶναι ἡ ἡσυχαστική διάσταση τοῦ Ὁσίου, ὅπως αὐτή ἐκδιπλώνεται μέσα κυρίως ἀπό τόν διάλογο τοῦ Ὁσίου μέ τόν ὅσιο Γρηγόριο τό Σιναΐτη, στό ἐρημικό Κελλί τοῦ δεύτερου.
  Τέλος, θά πρέπει νά ὑπογραμμίσουμε τίς ἐκτενεῖς διδαχές τοῦ Ὁσίου, τόσο σέ μοναχούς ὅσο καί σέ λαϊκούς, πού προβάλλονται μέσα ἀπό τό ἁγιολογικό αὐτό κείμενο τοῦ ἁγίου Θεοφάνη· κάτι πού δέν βρίσκει τό ἀντίστοιχό του στό Βίο πού συνέταξε ὁ μαθητής τοῦ Ὁσίου, ὅσιος Νήφων, ἐνῶ παρουσιάζεται σέ ἐκτενέστερη μορφή στό Βίο πού συνέταξε ὁ ἱερομόναχος Ἰωαννίκιος Κόχιλας.
  Τό σημαντικό αὐτό ἁγιολογικό ἔργο τοῦ ἁγίου Θεοφάνους γνώρισε τρεῖς μεταφράσεις (παραφράσεις) στήν ἁπλούστερη ἑλληνική: α) τήν ὑπό Διονυσίου ἱερομονάχου (τήν ἐκδώσαμε πολύ πρόσφατα ἐμεῖς, Ὅσιος Μάξιμος ὁ Καυσοκαλύβης. Ἁγιολογία-Ὑμνογραφία-Τέχνη. Συμβολή στή μελέτη τοῦ ἁγιορειτικοῦ μοναχισμοῦ κατά τόν 14ο αἰ., Θεσσαλονίκη 2010), ἡ ὁποία εἶχε πολύ μεγάλη ἀπήχηση στόν ἁγιορειτικό κόσμο β) τήν ὑπό τοῦ ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου (Νέον Ἐκλόγιον, Βενετία 1803) καί γ) τήν ὑπό τοῦ μοναχοῦ Ἰακώβου Νεασκητιώτου (παραμένει ἀνέκδοτη).
   Ὁλοκληρώνοντας αὐτή μας τήν ἀναφορά στήν διαπρεπή αὐτή προσωπικότητα τοῦ Ἁγιορειτικοῦ μοναχισμοῦ, θά πρέπει νά ἀναφέρουμε ὅτι ἀνάμεσα στίς ὑψηλές ἐπισκέψεις πού δέχθηκε ὁ  ὅσιος Μάξιμος στήν ἀσκητική του καλύβη, εἶναι μετά τῶν αὐτοκρατόρων Ἰ­ω­άν­νη Ε΄ Πα­λαι­ο­λό­γου (1341-1391) καί Ἰ­ω­άν­νη ΣΤ΄ Καν­τα­κου­ζη­νοῦ (1347-1352) αθώς καί τοῦ Πα­τριά­ρχη Κων­σταν­τι­νου­πό­λε­ως ἁγίου Καλ­λίστου Α΄ (1350-1354 καί 1355-1356), καί ἡ ἐπίσκεψη ἑνός ἐπίσημου προσώπου ἀπό τή Θράκη· τοῦ ἀρχιερέως Τραϊανουπόλεως, Ρωμαϊκῆς κτήσεως τοῦ  αὐτοκράτορος Τραϊανοῦ, παρά τόν ποταμό Ἔβρο.
   Ἄν καί στό Βίο δέν ἀναφέρεται τό ὄνομά του, ὁ ἀρχιερέας πού ἐπισκέφθηκε τόν ὅσιο Μάξιμο θά πρέπει νά ταυτιστεῖ μέ τόν Τραϊανουπόλεως Γερμανό, πού ὑπέγραψε στόν ‘‘Συνοδικό τρίτο Τόμο κατά Βαρλαάμ καί Ἀκινδύνου’’ τό 1351. Ἀπό τόν Βίο τοῦ ὁσίου Μαξίμου δέν προκύπτει πότε αὐτός δέχθηκε τήν ἀρχιερατική ἐπίσκεψη. Σέ σιγγίλιο ὅμως τοῦ πατριάρχου ἁγίου Καλλίστου Α΄, τοῦ ἔτους 1358 ὑπέρ τῆς μονῆς Ἰβήρων, τό ὁποῖο ἐκδόθηκε γιά τό ζήτημα τῶν Γεωργιανῶν μοναχῶν, ἀναφέρεται ὅτι ὁ Γερμανός ὄχι μόνο παρέστη στή Σύναξη τοῦ Πρωτάτου ἀλλά καί ὑπέγραψε τήν Πράξη, μαζί μέ τούς ἐπισκόπους Ἱερισσοῦ καί Αἴνου. Μποροῦμε λοιπόν νά χρονολογήσουμε τήν ἐπίσκεψή του αὐτή στόν ὅσιο Μάξιμο, τήν περίοδο 1351-1358. Ὁ Γερμανός, ἐπειδή ἀπό τό 1347 εἶχε ἀναχωρήσει ἀπό τήν ἔδρα του λόγω τῶν ‘‘βαρβαρικῶν ἐπιδρομῶν’’, ἔλαβε ἀπό τόν πατριάρχη Ἰσίδωρο, τήν ἄδεια νά ἔχει ὡς ἔδρα τήν Μοσυνόπολη. Ὁ Γερμανός ἦταν ὁ τελευταῖος ἱεράρχης Τραϊανουπόλεως, πρίν τήν κατάληψή της ἀπό τούς Τούρκους καί τήν ὁλοκληρωτική ἐρήμωσή της. Σύμφωνα μέ ἀναφορά σέ Πράξη τοῦ 1353 τοῦ ἁγίου Καλλίστου Α΄ πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, ὁ Γερμανός γεννήθηκε στήν Κωνσταντινούπολη. Τό 1365 ὁ πατριάρχης ἅγιος Φιλόθεος Κόκκινος μετέθεσε αὐτόν στήν ἐπισκοπή Λακεδαίμονος, στό Δεσποτᾶτο τοῦ Μωρέως. (συνεχίζεται...........)

______________________________________________________________________
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ:
Ὁ ἅγιος Θεοφάνης Περιθεωρίου (πάνω δεξιά), αὐτόπτης θαυμαστῆς ἐμφάνισης τοῦ ὁσίου Μαξίμου τοῦ Καυσοκαλύβη. Τοιχογραφία τοῦ 1820 στή Λιτή τοῦ Κυριακοῦ τῆς σκήτης Καυσοκαλυβίων. Ἔργο Μητροφάνους μοναχοῦ τοῦ ἐκ Βιζύης τῆς Θράκης.
 
 Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ.  ( Α΄ μέρος)
 Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ.  ( Β΄ μέρος)

Πέμπτη 22 Μαρτίου 2012

Παρασκευή 16 Μαρτίου 2012

ΠΑΝΗΓΥΡΗ ΟΣΙΟΥ ΜΑΞΙΜΟΥ ΤΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΗ 2012


Πανήγυρη τοῦ ὁσίου Μαξίμου τοῦ Καυσοκαλύβη 2012

 
    Μέ λαμπρότητα καί στά πλαίσια τῆς ἀσκητικῆς καυσοκαλυβίτικης παράδοσης, ἑορτάσθηκε καί ἐφέτος, 13 / 26 Ἰανουαρίου 2012, στή σκήτη Ἁγίας Τριάδος Καυσοκαλυβίων ἡ μνήμη τῆς Κοιμήσεως τοῦ ὁσίου καί θεοφόρου πατρός ἡμῶν Μαξίμου τοῦ Καυσοκαλύβη (+ 1365) μία ἀπό τίς διαπρεπέστερες ἀσκητικές μορφές τοῦ ἀθωνικοῦ μοναχισμοῦ καθ᾿ ὅλους τούς αἰῶνες.
  Ἡ κυρίως πανήγυρη τελέσθηκε μέ ὁλονύκτιο ἀγρυπνία στό πάνσεπτο Κυριακό τῆς Σκήτης, κατά τήν ἁγιορείτικη λειτουργική παράδοση, ἐνῶ ὁ ἑορτασμός ὁλοκληρώθηκε τήν ἑπόμενη ἡμέρα 14 / 27 Ἰανουαρίου 2012 μέ τήν πανηγυρική θεία Λειτουργία στό ἀνακαινισμένο παρεκκλήσι τοῦ Ἁγίου Μαξίμου, τῆς ἐρημωθείσας ἐδῶ καί δεκαετίες ὁμώνυμης Καλύβης τῆς Σκήτης.
  

 Ἡ ἐφετινή Πανήγυρη τοῦ παρεκκλησίου εἶναι ἡ δεύτερη κατά σειρά, μετά τήν περυσινή (2011), ὁπότε τελέσθηκαν καί τά θυρανοίξια τοῦ ἀνακαινισμένου παρεκκλησίου. Μετά τό πέρας τῆς Λειτουργίας προσφέρθηκε τό καθιερωμένο κέρασμα στό ἀρχονταρίκι τῆς γειτονικῆς Καλύβης τοῦ Ἁγίου Ἀκακίου, μέ πρωτοβουλία καί εὐθύνη τῆς ὁποίας πραγματοποιήθηκε ἡ ἀνακαίνιση.



 Ὁ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ εὔχεται σέ ὅλους τούς προσκυνητές τῆς Σκήτης Καυσοκαλυβίων, ὅσους συνέβαλαν στήν ἀνακαίνιση τοῦ παρεκκλησίου τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Καυσοκαλύβη καί στούς τιμώντες τή μνήμη του ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ καί ὁ Ἅγιος νά εἶναι πάντοτε βοηθός τους.







 
Οἱ φωτογραφίες εἶναι ἀπό τήν Πανήγυρη τοῦ Κυριακοῦ τῆς Σκήτης καί τοῦ παρεκκλησίου τοῦ Ἁγίου Μαξίμου.

Κυριακή 11 Μαρτίου 2012

ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΣΤΗ ΘΡΑΚΗ (Β' ΜΕΡΟΣ)


Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου

Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ.
   ( Β΄ μέρος)

Στό ὄρος Γάνος, ἐκτός ἀπό τά κοινόβια μοναστήρια ὑπῆρχαν καί μικρές ἤ μεγαλύτερες μοναστικές ὁμάδες, τίς ὁποῖες συνιστοῦσαν μοναχοί πού ζοῦσαν μία πιό ἀσκητική ζωή, ἦσαν πιθανότατα ἐγκατεστημένοι σέ πλησιόχωρα μεταξύ τους κελλιά καί ἀσκοῦνταν ὑπό τήν πνευματική καθοδήγηση ἑνός γέροντος. Σ’ ἕναν ἀπ’ αὐτούς, τόν Γέροντα Μᾶρκο, πού διακρινόταν γιά τήν ἀρετή του, ἔ­γι­νε μο­να­χός ὁ ὅσιος Μάξιμος ὁ Καυσοκαλύβης.
  Ὁ ἐρχομός τοῦ ὁσίου Μαξίμου τοῦ Καυσοκαλύβη συμπίπτει μέ τήν περίοδο τῆς παρουσίας τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου στό ὄρος Γάνος. Ὁ ὅσιος Μάξιμος πρέπει νά ἔφθασε στό Γάνο, περί τό 1287. Τό πιθανότερο εἶναι μάλιστα ἐκεῖ νά γνώρισε τόν μετέπειτα πατριάρχη, μέ τόν ὁποῖο ἀργότερα, ὅπως θά δοῦμε, συναναστράφηκε στήν Κωνσταντινούπολη. Εἶναι μάλιστα πιθανό, ἀπ’ αὐτόν νά ἄκουσε γιά τό Ἅγιον Ὄρος καί τήν ἐκεῖ μοναχική ζωή.
  Ὁ ὅσιος Μά­ξι­μος γεν­νή­θη­κε στή Λάμ­ψα­κο τῆς ἀ­σι­α­τι­κῆς πλευ­ρᾶς τοῦ Ἑλ­λη­σπόν­του καί στό ἅ­γιο βά­πτι­σμα τοῦ δό­θη­κε τό ὄ­νο­μα Μα­νου­ήλ. Σέ ἡ­λι­κί­α δε­κα­ε­πτά ἐ­τῶν, ἀ­πο­φεύ­γον­τας τό γά­μο πού ἑ­τοί­μα­ζαν γι’ αὐ­τόν οἱ γο­νεῖς του καί πο­θῶν­τας τό βί­ο τῆς ἄ­σκη­σης, ἀ­να­χώ­ρη­σε ἀ­πό τό πα­τρι­κό του σπί­τι «καὶ πλο­ί­ῳ ἐμ­βάς, εἰς τὸ ὑ­περ­κε­ί­με­νον ὄ­ρος τῆς Θρά­κης, ὃ Γάνου κα­λεῖ­ται, δι­α­πε­ρᾷ».
  Στό Βί­ο τοῦ ὁσίου Μαξίμου ὅπου βρίσκουμε ἀρκετές πληροφορίες γιά τή ζωή του στό Γάνο, δί­νε­ται ἰ­δι­αί­τε­ρη ἔμ­φα­ση στόν τρό­πο μέ τόν ὁποῖο ὁ ἀρχάριος μοναχός Μάξιμος ὑ­πο­τασ­σό­ταν στόν πνευ­μα­τι­κό του πα­τέ­ρα, Γέροντα Μάρκο: ‘‘Καί ἦταν κάτι θαυμαστό, πού ἀπ’ αὐτό τό σημεῖο ἐκκινήσεως (τῆς ὑπακοῆς δηλαδή) ἀγωνιζόταν γιά τά ἄκρα τῆς ἀρετῆς καί σέ κανένα δέν παραχωροῦσε τήν πρώτη θέση στούς κόπους τῆς ἀρετῆς. Ἀλλά καί στήν ἀγρυπνία καί στή χαμευνία καί στήν περιφρόνηση τῶν ματαίων, στή δίψα καί τή νηστεία, καί μ’ ὅσα πιέζεται τό σῶμα μαζί καί ἡ ψυχή καί καθαρίζεται, κι ὁ νοῦς ξεσηκώνεται ἀπό τά γήινα καί ὑψώνεται πρός τόν Θεό. Σ’ ὅλ’ αὐτά, ἄν καί νεοφερμένος, ξεπερνοῦσε ὅλους τούς πρίν ἀπ’ αὐτόν. Γι αὐτό καί ὁ Γέροντας τόν ἐπέπληττε, γιά τήν σκληρή του ἄσκηση. Γιατί ἄν ἤθελε νά τόν προάγει ὁμαλά, καί πολύ σοφά νά τοῦ περάσει στό λαιμό τόν χαλινό τῆς ὑπακοῆς, γιά νά μή σκοντάψει ἀπ’ τή βιασύνη ἤ ἀποκάμει πρίν λάβει τόν στέφανο ἤ τό χειρότερο ἀπ’ ὅλα, γλυστρίσει στόν λάκκο τῆς ματαιοφροσύνης. Γι αὐτό βαστοῦσε τά ἡνία καί τά χαλάρωνε σιγά-σιγά. Μετά πάλι τά συγκρατοῦσε, κάνοντάς του παρατηρήσεις γιά τήν ἀμετρίαστη ἄσκησή του. Κι αὐτός ὑποχωροῦσε στά παραγγέλματα ἐκείνου, δίχως νά βγάζει λέξη γογγυσμοῦ καί ἀπό ἀμάθεια νά ἀπειθεῖ σάν κανένας ἀπαίδευτος. Ἀλλά παρέδιδε τόν ἑαυτό του τελείως ἐλεύθερο νά τόν ὁδηγεῖ  ὁ ἡνίοχος ὁπουδήποτε ἐκεῖνος ἔκρινε».
   Ὅμως αὐτή ἡ ἄθληση τοῦ Ὁσίου στούς πνευματικούς στίβους τῆς ἀρετῆς διακόπηκε προσωρινά ἀφοῦ «ὁ κα­τὰ Θε­ὸν αὐ­τοῦ γυ­μνα­στὴς τῶν ῥε­όντων με­θί­στα­ται καὶ πρὸς τὴν ἀ­γή­ρω ζω­ὴν με­τα­βα­ί­νει», ἀφήνοντας στόν μαθητή του ἀφόρητη λύ­πη.
   M­ε­τά τήν κοί­μη­ση τοῦ γέ­ρον­τά του, ὁ Μά­ξι­μος ἀ­να­χώ­ρη­σε γιά ἕ­να ἄλ­λο σπου­δαῖ­ο μο­να­στι­κό κέν­τρο τῆς Θρά­κης, τό Πα­πί­κιον Ὄ­ρος, στό ὁποῖο ἀναπτύχθηκε φημισμένο μοναστικό κέντρο στά μέσα καί ὕστερα βυζαντινά χρόνια, ἰδιαίτερα κατά τόν 11-12ο αἰ., πού φαίνεται πώς ἦταν καί ἡ περίοδος τῆς μέγιστης ἀκμῆς του.
   Στό Πα­πί­κιο ὁ ὅσιος Μά­ξι­μος συ­νάν­τη­σε μο­να­χούς πού ζοῦ­σαν ἔ­ξω ἀ­πό τόν πε­ρί­βο­λο τῆς ἐ­κεῖ μο­νῆς «εὗ­ρεν ἄν­δρας ἐξ ὁ­λο­κλή­ρου Θε­ῷ κα­θι­ε­ρω­μέ­νους, ἀ­ο­ί­κους, ἀ­στέ­γους, ἀ­τρό­φους, ἀ­ΰ­λους», πού τά κου­ρέ­λια ἦ­ταν τό μό­νο τους ἔν­δυ­μα, μή ἔ­χον­τας τήν πα­ρα­μι­κρή πε­ρι­ου­σί­α. Αὐ­τοί οἱ ἀ­να­χω­ρη­τές πρέ­πει ὁ­πωσ­δή­πο­τε νά στά­θη­καν ὁ­δο­δεῖκτες στό δρό­μο πού θά ἀ­κο­λου­θοῦ­σε ὁ Ὅσιος, ἀ­φοῦ τό με­γα­λύ­τε­ρο μέ­ρος τῆς μο­να­χι­κῆς ζω­ῆς του -ἄν ἐ­ξαι­ρέ­σου­με τήν πε­ρί­ο­δο πού αὐ­τός δι­έ­με­νε στή Με­γί­στη Λαύ­ρα– τό περ­νοῦ­σε ἔ­ξω ἀ­πό τά μο­να­στη­ρια­κά τεί­χη, πε­ρι­πλα­νώ­με­νος στήν ἀ­θω­νι­κή ἔ­ρη­μο. ‘‘Μ’ αὐτούς λοιπόν τούς ἀναχωρητές συναναστρεφόμενος ὁ ὅσιος Μάξιμος κατάφερε σέ σύντομο χρονικό διάστημα νά ἀποτυπώσει ὅπως τό κερί τήν ἀρχέτυπη σφραγίδα, τήν ἔνθεη πολιτεία τους στόν ἑαυτό του, γενόμενος ὁ ἴδιος ὁλοκληρωτικα ἔνθεος καί πλήρης ἀπό τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος’’.
  Καί στή συνάφεια αὐτή, βάζοντας μία παρένθεση στά τοῦ ὁσίου Μαξίμου τοῦ Καυσοκαλύβη, ἀναφέρουμε ὅτι ἀπό τό μοναστικό κέντρο τοῦ Παπικίου πέρασαν κι ἄλλοι ὀνομαστοί ἁγιορεῖτες ὅπως ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς (1296-1359), λίγες δεκαετίες μετά τόν ὅσιο Μάξιμο, περί τό 1316-1317 καί ὁ ὅσιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης.
    Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς γεννήθηκε τό 1296 στήν Κωνσταντινούπολη καί ἦλθε στό Ἅγιον Ὄρος σέ ἡλικία εἴκοσι ἐτῶν, ὅπου ὑποτάχτηκε ἀρχικά στόν ἡσυχαστή Νικόδημο, σέ κελλί στά ὅρια τῆς μονῆς Βατοπαιδίου. Ἐκεῖ ἔζησε ἐν "νηστείᾳ καί ἀγρυπνίᾳ καί νήψει καί ἀδιαλείπτῳ προσευχῇ" ἐπί τρία χρόνια (1319-1322). Μετά τήν κοίμηση τοῦ γέροντά του καί τοῦ ἀδελφοῦ του Μακαρίου, εἰσῆλθε μαζί μέ τόν ἄλλο ἀδελφό του Θεοδόσιο στήν Μεγίστη Λαύρα τοῦ ὁσίου Ἀθανασίου (περί τό 1319), ὅπου παρέμεινε ἐπί τρία ἔτη. Κατόπιν ἀποσύρθηκε σέ ἐρημητήριο τῆς τότε Σκήτης Γλωσσίας (στήν περιοχή τῆς σημερινῆς Προβάτας), ὅπου παρέμεινε κοντά στόν διδάσκαλο τῆς "ἡσυχίας" "Γρηγορίῳ τῷ πάνυ", τόν Δριμύ.
   Τό 1325, λόγω τῶν τουρκικῶν ἐπιδρομῶν καταφεύγει μαζί μέ ἄλλους ἡσυχαστές -ἀνάμεσα στούς ὁποίους ἦταν ὁ Γρηγόριος Σιναΐτης μέ τούς μαθητές του, Ἰσίδωρο καί Κάλλιστο, μετέπειτα Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως- στή Θεσσαλονίκη. Ἀπό τό 1326 καί γιά πέντε ἔτη, ἀσκήθηκε σέ ἐρημητήριο τῆς Σκήτης Βερροίας κοντά στόν Ἀλιάκμονα. Τό 1331, λόγω τῆς εἰσβολῆς τῶν Σέρβων στήν περιοχή τῆς Δυτικῆς Μακεδονίας, ἐπέστρεψε στό Ἅγιον Ὄρος καί ἐγκαταβίωσε στό Κάθισμα τοῦ Ἁγίου Σάββα, σέ ὕψωμα πάνω ἀπό τήν Μεγίστη Λαύρα. Περί τό 1335-6, προχειρίστηκε ἀπό τόν Πρῶτο Ἰσαάκ καί τήν Σύναξη, ἡγούμενος τῆς μονῆς Ἐσφιγμένου (1335-1338). Τόν Δεκέμβριο τοῦ 1337 ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἔρχεται πάλι στή Θεσσαλονίκη, ὅπου καί ἀρχίζει τόν ἀγῶνα του κατά τῶν κακοδοξιῶν τοῦ ἐκ Καλαβρίας Βαρλαάμ. Τό 1340-1 ὑπό τήν ἄμεση καθοδήγηση τοῦ ἁγίου Γρηγορίου συντάχθηκε ὁ Ἁγιορειτικός Τόμος, τόν ὁποῖον ὑπέγραψαν ὅλοι οἱ πρόκριτοι τῶν μονῶν τοῦ Ἄθω. Πρόκειται γιά μία κορυφαία στιγμή τῆς ἁγιορειτικῆς πνευματικότητας. Τό 1347, κατόπιν πολλῶν ἀγώνων ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν, ὁ ἅγιος Γρηγόριος, χειροτονημένος ἤδη Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, ἐπιστρέφει στόν ἀγαπημένο του Ἄθωνα. Τήν ἐποχή ἐκείνη βρισκόταν στό Ἅγιον Ὄρος ὁ σέρβος κράλης Στέφανος Δουσάν, ὁ ὁποῖος ἀνάγκασε τόν Γρηγόριο νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τόν τόπο, ἐπειδή ὁ δεύτερος δέν ἐνέδωσε στίς πιέσεις του νά ὑποστηρίξει τά σχέδιά του νά ἐγκαταστήσει Πρῶτο σερβικῆς καταγωγῆς. Ἀπό τότε, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς δέν ἐπέστρεψε ξανά στόν Ἄθωνα. Ἐκοιμήθη ὡς μητροπολίτης Θεσσαλονίκης τό 1359, ἔχοντας δικαιωθεῖ γιά τούς πολλούς ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας ἀγῶνες του. Στή διαμόρφωση τῶν θεολογικῶν θέσεων τοῦ μεγάλου αὐτοῦ Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀσφαλῶς θά συνετέλεσε πολύ ἡ προηγούμενη ἄσκησή του στόν ἱερό Ἄθω, ὅπου βρισκόταν σέ μεγάλη ἀκμή -τήν ἐποχή ἐκείνη ἰδιαίτερα- ὁ ἡσυχαστικός τρόπος ζωῆς, γιά τόν ὁποῖο ἄλλωστε ἐκεῖνος τόσο ἀγωνίστηκε. Οἱ Σύνοδοι τῆς Κωνσταντινουπόλεως τῶν ἐτῶν 1341, 1347 καί 1351 ἀνεκήρυξαν τή θεολογία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου ὡς θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Τό ἔτος 1368 ὁ Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς κατατάχθηκε στό ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μας.
  Ὅταν ὁ νεαρός τότε ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς ἀποφάσισε νά μεταβεῖ ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη γιά νά μονάσει στό Ἅγιον Ὄρος, πῆρε τούς δύο ἀδελφούς του καί μέσω Θράκης διέρχεται τό Παπίκιον ὄρος, ὅπου καί παρέμεινε λόγω τοῦ χειμῶνα. Ἐκεῖ ἐξέπληξε ὅλους τούς πατέρες μέ τήν ἀρετή καί τή σοφία του. Τήν ἐποχή ἐκείνη στίς γύρω περιοχές ζοῦσαν πολλοί αἱρετικοί Μαρκιωνιστές ἤ Μασσαλιανοί, τούς ὁποίους ὁ Ἅγιος ἀντιμετώπισε μέ τήν ὑψηλή θεολογία του. Κατάφερε μάλιστα νά μεταστρέψει ἀπό τήν πλάνη καί τόν ἀρχηγό τους. Σέ ἀντίδραση αὐτοῦ τοῦ γεγονότος οἱ αἱρετικοί θέλησαν νά τόν δηλητηριάσουν, ἀλλά ὁ Ἅγιος μέ θεϊκή ἐπέμβαση φυλάχθηκε σῶος καί συνέχισε ἔπειτα τό δρόμο του πρός τό Ἅγιον Ὄρος. Ὁ βιογράφος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ ἅγιος Φιλόθεος Κόκκινος ἀναφέρει γιά τό Παπίκιο: «ὄρος δ’ ἱερόν τοῦτο πάλαι μεταξύ κείμενον Θράκης τε καί Μακεδονίας, καί μονασταῖς ἀνειμένον ἀνδράσι τότε θαυμαστοῖς καί σπουδαῖοις, καί τά θεῖα φιλοσοφοῦσι καλῶς».  (συνεχίζεται........)


Ὁλόκληρη ἡ μελέτη τοῦ μοναχοῦ Παταπίου Καυσοκαλυβίτου:  «Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ.», δημοσιεύθηκε στά
Πρακτικά τοῦ 4ου Διεθνοῦς Συμποσίου Θρακικῶν Σπουδῶν: Βυζαντινή Θράκη. Μαρτυρίες καί Κατάλοιπα. Κομοτηνή, 18-22 Ἀπριλίου 2007, στό: Byzantinsche Farschulngen 300 XXX (2011), σσ. 277-326, πίνακες 801-807.
______________________________________________________________________
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ:
Ὁ ὅσιος Μάξιμος ὁ Καυσοκαλύβης. Φορητή εἰκόνα  τῶν ἀρχῶν τοῦ 18ου αἰ. τοῦ 1753 (ἀντίγραφο), στό πρόσφατα ἀνακαινισμένο παρεκκλήσι τῆς Καλύβης Ἁγ. Μαξίμου, σκήτης Καυσοκαλυβίων.


 Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ.  ( Α΄ μέρος)