Δευτέρα 9 Μαρτίου 2015

Η ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ ΙΑΣΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ. ΜΕΡΟΣ Δ'



Ioan Moldoveanu - Καθηγητής

Αργότερα, οι Φαναριώτες ηγεμόνες θα επιβληθούν χάρη στις ευεργεσίες προς το μολδαβικό αυτό μοναστήρι. Έτσι, έδιναν 150 τάληρα ετησίως, για να αγοράζονται 200 οκάδες κεριού, το 1744 ο Μιχαήλ Ρακόβιτσας, το 1763 ο Κωνσταντίνος Τσεχάνος και το 1775 ο Αλέξανδρος Ιωάννης Υψηλάντης[28]. Από τον Νικόλαο Μαυροκορδάτο της Μολδαβίας έλαβε η Μεγάλη Σύναξη 200 γρόσια ετησίως, το 1714. Κατά τη διάρκεια των ετών 1692-1733, η Κοινότητα του Αγίου Όρους λάμβανε ακόμη χρήματα από τη μονή των Τριών Ιεραρχών. Υπάρχει και μια καταγραφή των ελεών που απεστάλησαν στο Άγιον Όρος, από τη Μολδαβία, και από τη Βλαχία, κατά τη περίοδο 1694-1742[29].
Εν τω μεταξύ, η μονή των Τριών Ιεραρχών ερημώθηκε, αλλά ανεγέρθηκε γύρω στα 1741-1742. Στα 1804-1806 ανεγέρθηκε ο πύργος του κωδωνοστασίου, με τη βοήθεια των Άγιορειτών πατέρων[30] και το 1809 έκανε αναστηλώσεις ο αρχιμανδρίτης Σεραφείμ Καρακαλλινός, ηγούμενος τότε στην ίδια μονή[31]. Ο ίδιος ο Σεραφείμ έκανε επιδιορθώσεις και στο μετόχι του Αγίου Αθανασίου-Κοπόου, το οποίο “ύψωσε με πολύ δαπάνη, εκ βάθρων, αφού το βρήκε χαλασμένο, το έτος 1809 μ.Χ.”[32].
Ο Σεραφείμ διορίστηκε ηγούμενος στους Τρείς Ιεράρχες μετά τον Κωνσταντίνο Γρηγοριάτη[33], στον οποίο η Κοινότητα επέβαλε κάποιους όρους με σκοπό την εκκαθάριση της δύσκολης κατάστασης της Μονής του Ιασίου. Αυτό έγινε διότι, πολλές φορές, οι διορισμένοι ηγούμενοι δούλευαν προς όφελος της δικής τους μονής ή για προσωπικό τους όφελος, ώστε τα χρήματα που χρέωναν στην Κοινότητα δεν έφταναν ποτέ εκεί.
Με ημερομηνία 6 Απριλίου υπάρχει ένα συμφωνητικό γράμμα του νέου ηγουμένου, Κωνσταντίνου Γρηγοριάτη, στο οποίο δηλώνεται ότι, με απόφαση της Κοινότητας του Αγίου Όρους, οι έξαρχοι τον διόρισαν ηγούμενο της Μονής των Τριών Ιεραρχών στο Ιάσι, με τους παρακάτω όρους:
  1. Η διάρκεια της ηγουμενίας του ορίζεται σε επτά χρόνια και στο διάστημα αυτό, η Κοινότητα δεν έχει το δικαίωμα να τον διώξει από τη θέση του, χωρίς σοβαρό λόγο.
  2. Το ετήσιο ενοίκιο που ο ηγούμενος χρωστάει προς την Κοινότητα καθορίζεται σε 7.500 γρόσια, τα οποία θα καταβάλλονται σε τρείς δόσεις στους επιτρόπους του Αγίου Όρους.
  3. Ο ηγούμενος δε θα αποδίδει λογαριασμό προς την Κοινότητα.
  4. Τα έξοδα για τη συντήρηση της μονής και των μετοχίων της δεν πρέπει να αποβαίνουν είς βάρος του ετησίου ενοικίου προς την Κοινότητα.
  5. Θα παραδώσει στο τέλος της θητείας την κινητή και ακίνητη περιουσία της μονής, ενώ το πλεόνασμα θα ανήκει στον ίδιο.
  6. Απαγορεύεται η ανταλλαγή ή η πώληση ακίνητης περιουσίας της μονής.
  7. Οι δωρεές των χριστιανών θα περιέρχονται στο μοναστήρι και όχι στον ηγούμενο.
  8. Αν κατά το τέλος της ηγουμενίας του βρεθεί χρέος, αυτό θα εξοφλείται από τον ηγούμενο, ενώ ο ίδιος θα αντικαθιστά οποιοδήποτε αντικείμενο λείπει.
  9. Σε περίπτωση πολέμου, το ετήσιο ενοίκιο δε θα καταβάλλεται.
  10. Αν συμβεί πυρκαγιά στο μοναστήρι, ο ηγούμενος οφείλει να ειδοποιήσει την Κοινότητα, η οποία θα φροντίσει για την αποκατάσταση των ζημιών.
  11. Ο ηγούμενος οφείλει να καταβάλει στους τέσσερις Εξάρχους, που τον είχαν εγκαταστήσει στη μονή 1.000, γρόσια για τα έξοδα τους.
Για την τήρηση των όρων αυτών από τον Κωνσταντίνο, εγγυάται η μονή Γρηγορίου. Αν αυτός αποδεχθεί ανίκανος ως ηγούμενος, η Κοινότητα έχει το δικαίωμα να τον καθαιρέσει. Σε περίπτωση που ο ίδιος πεθάνει, κληρονόμος του, αλλά και υπεύθυνος απέναντι στην Κοινότητα, θα γίνει η μονή Γρηγορίου[34].
[Συνεχίζεται]

[28]  V. A. URECHIA, Istoria românilor, II (1774-1786), Βουκ., 1896, σ. 103-104.

[29]  Χ. ΓΑΣΠΑΡΗ, Ἀρχείο Πρωτάτου…., κωδ. 3, σ. 16-17, αρ. 32-34.

[30] STOICESCU, Repertoriul bibliografic…., σ. 480-485.

[31] STOICESCU, Repertoriul bibliografic….; Μαθαίνουμε από δύο έγγραφα του αρχείου του Πρωτάτου ότι ο Σεραφείμ Καρακαλλινός, ηγούμενος των Τριών Ιεραρχών, λόγω της πυρκαγιάς και του σεισμού που έγιναν, δανείστηκε κατά τα έτη 1806-1821, για την αντιμετώπιση των εξόδων της επιδιόρθωσης και ανέγερσης κτηρίων που είχαν καταστραφεί – ΓΑΣΠΑΡΗ, Ἀρχείο Πρωτάτου…., κωδ. 6, αρ. 21 και 22, σ. 136-137.

[32]  Ν. IORGA, Inscripţii din Bisericile României, 1905, II, σ. 447; G. BALŞ, Bisericile şi mănăstirile moldoveneşti…., σ. 128.

[33] Όντως, ο Σεραφείμ δεν ήταν διάδοχός του Κωνσταντίνου, αλλά του Μελετίου Ιβηρίτη και του Συνεσίου Χιλανδαρινού. Όμως, ο Κωνσταντίνος ήταν εκείνος στον οποίο, για πρώτη φορά, του επιβλήθηκαν οι όροι αυτοί – ΓΑΣΠΑΡΗ, Ἀρχείο Πρωτάτου…., κωδ. 6, αρ. 20, σ. 136. Όσον αφορά το ζήτημα των καταχρήσεων που έκαναν πολλές φορές οι ηγούμενοι στα αθωνικά μετόχια της Μολδοβλαχίας, κάποιος Χάτζη-Σάββας ομολογεί στις 4 Ιουλίου 1784, με γράμμα προς την Κοινότητα, ότι ο Ιγνάτιος ηγούμενος των Τριών Ιεραρχών είχε αναθέσει σε ειδικούς τη σύνταξη πλαστών καταστίχων με σκοπό την κατάχρηση χρημάτων της μονής. Στα κατάστιχα αυτά, ο Χάτζη-Σάββας είχε φροντίσει να καταχωρηθούν και άλλα 15 πουγγιά ως δήθεν έξοδα της μονής. Για το λόγο αυτό ζητά συγχώρηση για την ιεροσυλία που είχε διαπράξει – ΓΑΣΠΑΡΗ, Ἀρχείο Πρωτάτου…., κωδ. 3, αρ. 15, σ. 47. Για όλα αυτά, το 1784, η Μεγάλη Σύναξη διέταξε τους τότε επιτρόπους της να διενεργήσουν έλεγχο στους λογαριασμούς του ηγουμένου Ιγνατίου Λαυριώτη και να διορίσουν άλλο ηγούμενο στην παραπάνω μονή – ΓΑΣΠΑΡΗ, Ἀρχείο Πρωτάτου…., κωδ. 3, αρ. 16, σ. 47; αρ. 18, σ. 48.

[34]  ΓΑΣΠΑΡΗ, Ἀρχείο Πρωτάτου…., κωδ. 6, αρ. 61-62, σ. 158-9.

Κυριακή 8 Μαρτίου 2015

Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ



 Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς


ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς[1] γεννήθηκε τό 1296 στήν Κωνσταντινούπολη καί ἦλθε στό Ἅγιον Ὄρος σέ ἡλικία εἴκοσι ἐτῶν, ὅπου ὑποτάχτηκε ἀρχικά στόν ἡσυχαστή Νικόδημο, σέ κελλί στά ὅρια τῆς μονῆς Βατοπαιδίου. Ἐκεῖ ἔζησε ἐν "νηστείᾳ καί ἀγρυπνίᾳ καί νήψει καί ἀδιαλείπτῳ προσευχῇ" ἐπί τρία χρόνια (1319-1322). Μετά τήν κοίμηση τοῦ γέροντά του καί τοῦ ἀδελφοῦ του Μακαρίου, εἰσῆλθε μαζί μέ τόν ἄλλο ἀδελφό του Θεοδόσιο στήν Μεγίστη Λαύρα τοῦ ὁσίου Ἀθανασίου (περί τό 1319), ὅπου παρέμεινε ἐπί τρία ἔτη. Κατόπιν ἀποσύρθηκε σέ ἐρημητήριο τῆς τότε Σκήτης Γλωσσίας (στήν περιοχή τῆς σημερινῆς Προβάτας), ὅπου παρέμεινε κοντά στόν διδάσκαλο τῆς "ἡσυχίας" "Γρηγορίῳ τῷ πάνυ", τόν Δριμύ[2].
   Τό 1325 λόγω τῶν τουρκικῶν ἐπιδρομῶν καταφεύγει μαζί μέ ἄλλους ἡσυχαστές -ἀνάμεσα στούς ὁποίους ἦταν ὁ Γρηγόριος Σιναΐτης μέ τούς μαθητές του, Ἰσίδωρο καί Κάλλιστο, μετέπειτα Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως- στή Θεσσαλονίκη. Ἀπό τό 1326 καί γιά πέντε ἔτη, ἀσκήθηκε σέ ἐρημητήριο τῆς Σκήτης Βερροίας κοντά στόν Ἀλιάκμονα. Τό 1331, λόγω τῆς εἰσβολῆς τῶν Σέρβων στήν περιοχή τῆς Δυτικῆς Μακεδονίας, ἐπέστρεψε στό Ἅγιον Ὄρος καί ἐγκαταβίωσε στό Κάθισμα τοῦ Ἁγίου Σάββα, σέ ὕψωμα πάνω ἀπό τήν Μεγίστη Λαύρα. Περί τό 1335-6, προχειρίστηκε ἀπό τόν Πρῶτο Ἰσαάκ καί τήν Σύναξη, ἡγούμενος τῆς μονῆς Ἐσφιγμένου (1335-1338)[3]. Τόν Δεκέμβριο τοῦ 1337 ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἔρχεται πάλι στή Θεσσαλονίκη, ὅπου καί ἀρχίζει τόν ἀγῶνα του κατά τῶν κακοδοξιῶν τοῦ ἐκ Καλαβρίας Βαρλαάμ. Τό 1340-1 ὑπό τήν ἄμεση καθοδήγηση τοῦ ἁγίου Γρηγορίου συντάχθηκε ὁ Ἁγιορειτικός Τόμος[4], τόν ὁποῖον ὑπέγραψαν ὅλοι οἱ πρόκριτοι τῶν μονῶν τοῦ Ἄθω. Πρόκειται γιά μία κορυφαία στιγμή τῆς ἁγιορειτικῆς πνευματικότητας. Τό 1347, κατόπιν πολλῶν ἀγώνων ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν, ὁ ἅγιος Γρηγόριος, χειροτονημένος ἤδη Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, ἐπιστρέφει στόν ἀγαπημένο του Ἄθωνα. Τήν ἐποχή ἐκείνη βρισκόταν στό Ἅγιον Ὄρος ὁ σέρβος κράλης Στέφανος Δουσάν, ὁ ὁποῖος ἀνάγκασε τόν Γρηγόριο νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τόν τόπο, ἐπειδή ὁ δεύτερος δέν ἐνέδωσε στίς πιέσεις του νά ὑποστηρίξει τά σχέδιά του νά ἐγκαταστήσει Πρῶτο σερβικῆς καταγωγῆς. Ἀπό τότε, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς δέν ἐπέστρεψε ξανά στόν Ἄθωνα. Ἐκοιμήθη ὡς μητροπολίτης Θεσσαλονίκης τό 1359, ἔχοντας δικαιωθεῖ γιά τούς πολλούς ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας ἀγῶνες του. Στή διαμόρφωση τῶν θεολογικῶν θέσεων τοῦ μεγάλου αὐτοῦ Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀσφαλῶς θά συνετέλεσε πολύ ἡ προηγούμενη ἄσκησή του στόν ἱερό Ἄθω, ὅπου βρισκόταν σέ μεγάλη ἀκμή -τήν ἐποχή ἐκείνη ἰδιαίτερα- ὁ ἡσυχαστικός τρόπος ζωῆς, γιά τόν ὁποῖο ἄλλωστε ἐκεῖνος τόσο ἀγωνίστηκε[5]. Οἱ Σύνοδοι τῆς Κωνσταντινουπόλεως τῶν ἐτῶν 1341, 1347 καί 1351 ἀνεκήρυξαν τή θεολογία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου ὡς θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Τό ἔτος 1368 ὁ Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς κατατάχθηκε στό ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μας. 

Ἀπόσπασμα ἀπό τή μελέτη τοῦ συγγραφέα: 
Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Τοιχογραφία τοῦ 1820 στή Λιτή τοῦ Κυριακοῦ τῆς σκήτης Καυσοκαλυβίων. Μητροφάνης μοναχός ζωγράφος


    [1] Γιά τόν Βίο του πού ἔγραψε ἅγιος Φιλόθεος Κόκκινος βλ. Τσάμη Δ., Φιλοθέου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Κοκκίνου, Ἁγιολογικά Ἔργα, Α΄ Θεσσαλονικεῖς Ἅγιοι, Κέντρο Βυζαντινῶν Ἐρευνῶν, Θεσσαλονίκη 1985, σ. 425-590. Ἐπίσης, Παπαμιχαήλ Γ., Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς. Meyendorf J., Introduction à l’étude de Grégoire Palamas. Χρήστου Π., Γρηγορίου Παλαμᾶ Συγγράμματα, Θεσσαλονίκη 1966, 1970, 1985. Ἀναστασίου Ι., ‘‘Οἱ κοινωνικές ἀντιλήψεις τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, στόν τόμο: Πρακτικά Θεολογικοῦ Συνεδρίου εἰς τιμήν καί μνήμην τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Γρηγορίου ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης τοῦ Παλαμᾶ, Θεσσαλονίκη 1986. σ. 197-209. Χρήστου Π., Τό Ἅγιον Ὄρος, σ. 160-166. Ζήσης Θ. πρωτοπρ., ‘‘Ἡ κοινωνική διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ’’, Θεολόγοι τῆς Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1989, σ. 127-138. Γιά τόν Ἡσυχασμό στό Ἅγιον Ὄρος καί τήν θεολογική ἔριδα γύρω ἀπ’ αὐτόν, ἐκτός ἀπό ἀρκετές μελέτες στό προηγούμενο ἔργο βλ. Χατζησταύρου Θ., Αἱ περί τῶν ἡσυχαστῶν τῆς ΙΔ΄ ἑκατονταετηρίδος καί τῆς διδασκαλίας αὐτῶν ἔριδες, Λειψία 1905. Παπαμιχαήλ Γ., ‘‘Αἱ ἡσυχαστικαί ἔριδες τοῦ ΙΔ΄ αἰῶνος καί ὁ θρίαμβος Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ’’, Ε Φ 5 (1910), σ. 289-320, 385-425. Χρήστου Π., ‘‘Περί τά αἴτια τῆς ἡσυχαστικῆς ἔριδος’’, Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς 39 (1956) σ. 128-138. I. Clucas, The Heshychast Controversy in Byzantium in the Fourteenth Century: A Consideration of the Basic Evidence, Diss. Univ. of California, Los Angeles 1975. Θεοκλήτου μοναχοῦ Διονυσιάτου, ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς. Ὁ βίος καί ἡ θεολογία του (1296-1359), Ἅγιον Ὄρος-Θεσσαλονίκη 1976. Ρωμανίδου Ἰ. πρωτοπρ., Γρηγορίου Παλαμᾶ, ‘Υπέρ τῶν ἱερῶς ἡσυχαζόντων, Τριάς Α΄ (Ρωμαῖοι ἤ Ρωμηοί Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, τόμ. 1), Θεσσαλονίκη 1984, 19912 σ. 51-189. Ἐπίσης Δωροθέου μον., Τό Ἅγιον Ὄρος, σ. 66-77. Koυτσούρη, Σύνοδοι και θεολογία γιά τόν Ἡσυχασμό. Κουμπῆ Δ., ‘‘Ἡ ἡσυχαστική ἔριδα καί ἡ ἐμπλοκή της στίς πολιτικές ἐξελίξεις στή διάρκεια τοῦ δευτέρου ἐμφυλίου πολέμου (1341-1347)’’, Βυζαντιακά 19 (1998) σ. 235-281. Μανάφη Κ., ‘‘Τό ἱστορικόν πλαίσιον τῆς ἡσυχαστικῆς ἔριδος’’, Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς στήν ἱστορία καί τό παρόν, Πρακτικά διεθνῶν ἐπιστημονικῶν συμποσίων Ἀθηνῶν (12-15 Νοεμβ. 1998) καί Λεμεσοῦ (5-7 Νοεμβ. 1999), Ἅγιον Ὄρος 2000, σ. 525-539.
    [2] Χρυσοστόμου ἐπισκ. Ροδοστόλου, ‘‘Ἡ Ἡσυχαστική ζωή ὡς πρόγευση τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ κατά τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ’’, Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς στήν ἱστορία καί τό παρόν, ὅ.π., σ. 439.
    [3] Μαμαλάκης Ἰω., Τό Ἅγιον Ὄρος (Ἄθως) διά μέσου τῶν αἰώνων, Θεσσαλονίκη 1971, σ. 167.
    [4] «Ἁγιορειτικός Τόμος ὑπέρ τῶν ἱερῶς ἡσυχαζόντων διά τούς ἐξ ἰδίας ἀπειρίας καί τῆς πρός τούς ἁγίους ἀπειθείας ἀθετοῦντας τάς τοῦ Πνεύματος μυστικάς ἐνεργείας, κρεῖττον λόγος ἐν τοῖς κατά πνεῦμα ζῶσιν ἐνεργουμένας καί διἔργων θεωρουμένας, ἀλλοὐ διά λόγων ἀποδεικνυομένας», PG 150, στ. 1225-1236. Γιαὐτόν βλ. ἐπίσης Meyendorf, Introduction à l’ étude de Gregoire Palamas, .π., σ. 74-76. Δεντάκης Β., ‘‘Ἑπτά συμβολικά κείμενα περί Ἡσυχασμοῦ’’, Ἐπιστημονική Ἐπετηρίς Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου  Ἀθηνῶν 22 (1975) σ. 719-722 καί 731-737. Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ Συγγράμματα, τ. 2, ὅ.π., σ. 551-553, 563-564 καί 567-578.
    [5] Ἁγιορειτικός Τόμος ὑπέρ τῶν ἱερῶς ἡσυχαζόντων, ὅ.π.,  στ. 1225 κ. ἑξ.

Σάββατο 7 Μαρτίου 2015

ΔΩΡΕΕΣ ΜΟΛΔΑΒΩΝ ΗΓΕΜΟΝΩΝ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ. ΜΕΡΟΣ Γ'



Ioan Moldoveanu - Καθηγητής

Σε μια τέτοια κρίσιμη περίοδο ήρθε για ολόκληρο το Άγιον Όρος η μεγάλη δωρεά του Μολδαβού ηγεμόνα Βασιλείου Λούπου. Αναφερόμαστε στην αφιέρωση της μεγαλειώδους του μονής των Τριών Ιεραρχών στο Ιάσι, κατά το 1641[17], αφού ο πρίγκιπας είχε πληρώσει τους φόρους όλων των Αγιορειτικών μονών προς τους Τούρκους. Η πληρωμή αυτή δεν έγινε, βέβαια, ξαφνικά, αλλά βαθμιαίως, κατά τη διάρκεια όλης της ηγεμονίας του (1634-1653)[18]. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθανάσιος Πατελάρος έγραφε σ’ένα γράμμα, που ο Μελέτιος Συρίγος το έφερε στη Μόσχα, πολύ εγκωμιαστικά λόγια για τον ηγεμόνα: “αρωγός προς όλους εκείνους που του ζητούσαν κάτι, που είχε πάντα το θησαυροφυλάκιό του ανοικτό και η ευσπλαχνία του αγκαλιάζει γεναιόδωρα όλους τους φτωχούς. Όπως ο ποταμός Νείλος ποτίζει ολόκληρη την Αίγυπτο, έτσι ο ισχυρός αυτός ηγεμόνας πλήρωσε όλα τα αναρρίθμητα χρέη του αγίου και ζωοδότου Τάφου και σκοπεύει να κάνει μια άλλη μεγαλύτερη ακόμη ελεημοσύνη”[19] (μετάφραση). Και συνέχιζε: “μοναδικός υποστηρικτής και μοναδική δόξα του ελληνικού μας έθνους, μοναδικό του φως…διότι οι Έλληνες δεν έχουν αυτοκράτορα, εσύ, άξιος μνημόνευσης, είσαι για μας αυτοκράτορας”[20] (μετάφραση).
Ήταν όντως η περίοδος μεγάλων δωρεών, επειδή τότε, ο ηγεμόνας αυτός είχε αφιερώσει και άλλα μοναστήρια, εκτός από τη μονή των Τριών Ιεραρχών, μαζί με τις περιουσίες τους. Σ’ένα κυρόβουλλο της 20ης Φεβρουαρίου 1702, που ανήκε στον Κωνσταντίνο Δούκα της Μολδαβίας, γράφονταν τα εξής: αφού ο Βασίλειος Λούπου είχε αφιερώσει πρώτα στο Άγιον Όρος το μοναστήρι Κοπόου (του Αγίου Αθανασίου), έχτισε τη μονή των Τριών Ιεραρχών στην οποία είχε υπαγάγει τον Άγιο Αθανάσιο και, έτσι, αφιέρωσε τα δύο στο Άγιον Όρος[21].
Στις 6 Μαρτίου 1641 αφιέρωσε στους Τρείς Ιεράρχες και τον ηγεμονικό του ναό στην πόλη Bacău[22], o οποίος χτίστηκε από τον Αλέξανδρο, γιό του Στεφάνου του Μεγάλου και ανοικοδομήθηκε από το Βασίλειο Βόδα. Η δωρεά αυτή επικυρώθηκε στις 18 Αυγούστου 1666 και από τον Αλέξανδρο Ηλιά[23].
Νωρίτερα, στις 2 Απριλίου 1656, ο Γιώργιος Στέφανος της Μολδαβίας, είχε παραχωρήσει στη μονή των Τριών Ιεραρχών το δικαίωμα ιδιοκτησίας στα χωριά Ταμασένι, Ρακιτένι και Ιουγκάνι, με σκοπό τη διατροφή των Ελλήνων δασκάλων που είχαν αντικαταστήσει τους Σλάβους. Ταυτόχρονα, τα χωριά αυτά απαλάσσονταν από τους φόρους[24]. Το γεγονός ότι, το 1656, υπήρχαν Έλληνες δάσκαλοι στους Τρείς Ιεράρχες, σημαίνει ότι τότε το μοναστήρι ήταν ήδη αφιερωμένο στο Άγιον Όρος[25].
Σιγά-σιγά, η μονή των Τριών Ιεραρχών περιέλαβε στην ιδιοκτησία της περισσότερα χωριά και κτήματα, αμπελώνες, λειμώνες, οίκους, ιχθυοτροφεία, μια σπουδαία περιουσία, η οποία, κατά το 1827, έδινε ένα ετήσιο εισόδημα 50.000 ρουμανικών πιαστρών ή 250.000 λέι[26].
Πέραν της μονής αυτής, εισόδημα στο Άγιον Όρος έδιναν και οι ηγεμόνες της Βλαχίας. Έτσι, ο Γρηγόριος Γκίκας (1659-1664) όριζε για όλα τα (20) μοναστήρια του Αγίου Όρους να βγάλουν ετησίως ανά 1.000 όγκους αλατιού από τα μεγάλα αλατωρυχεία. Έδινε άδεια στους πατέρες να πουλήσουν το αλάτι αυτό ή να το “κάνουν οτιδήποτε θέλουν τα μοναστήρια”[27].
[Συνεχίζεται]

[17] O BOGDAN, Despre daniile…, σ. 26 διευκρίνιζε ότι το έγγραφο διασώζεται στο αρχείο της μονής Διονυσίου. Ο NĂSTUREL, Le Mont Athos…, σ. 83 χρονολογεί την αφιέρωση κατά το 1645 (κατά τον Δ. Πετρακάκο, Νέαι πηγαί των θεσμών του Αγίου Όρους, Αλεξάνδρεια, 1915, σ. 17). Πολλά άλλα έγγραφα που αφορούν τη μονή Τριών Ιεραρχών διαφυλάσσονται, όπως είδαμε, στο αρχείο του Πρωτάτου και ταξινομήθηκαν από τον Χ. Γάσπαρη, ο.π. Πρίν απ’αυτόν, ταξινόμησαν έγγραφα ο Ευλόγιος Βατοπαιδινός, ο Δανιήλ Δοχειαρίτης, ο Ιωασάφ ΑΓΙΟΠΑΥΛΙΤΗΣ, ο Γαβριήλ ΣΤΑΥΡΟΝΙΚΗΤΙΑΝΟΣ και ο Στέφανος ΓΡΗΓΟΡΙΑΤΗΣ στο έργο: Κατάλογος τῶν ἐν τῶ ἀρχείω τῆς ιεράς Κοινότητος αποκειμένων τυπικῶν τοῦ Ἀγίου Ὀρους, χρυσβούλλων βλαχικῶν καὶ κυροβούλλων, συγγιλλίων, φερμανίων καὶ διαφόρων ἀλλῶν ἐπισήμων ἐγγράφων, Ἀθήναι, 1921.

[18] N. IORGA, Documente privitoare la istoria românilor culese de E. de Hurmuzaki, vol. XIV, 1, Βουκουρέστι, 1914-1936 (= Hurmuzaki), σ. 441-2; Iorga, Bizanţ după Bizanț (Βυζάντιο μετά το Βιζάντιο), εκδ. 1972, σ. 169 (ελλην. εκδ. 1984, σ. 183); ΜΑΜΑΛΑΚΗΣ, Το Αγιον Ορος διά μέσου των αιώνων, σ. 266. Ο Constantin COJOCARU, Biserica Moldovei sprijinitoare a Orientului Ortodox, II, sec. XVII-XVIII (Η εκκλησία της Μολδαβίας ως υποστηρίκτρια της Ορθοδόξου Ανατολής), “MMS”, LXIII, 1987, αρ. 3, σ. 46 έλεγε πως ο ηγεμόνας πλήρωσε τα χρέη αυτά κατά το 1645.

[19] HURMUZAKI, XIV, 1, σ. 174, αρ. 256.

[20] Pr. Prof. I. RAMUREANU, Contribuţia Ţărilor Române la dobândirea independenţei naţionale a poporului grec (Η συμβολή των ρουμανικών χωρών στην απόκτηση εθνικής ανεξαρτησίας του Ελληνικού Λαού), “Biserica Ortodoxă Română”, XC, 1972, αρ. 1-2, σ. 135.

[21] Catalogul documentelor moldoveneşti din Arhiva centrală a statului (Ο κατάλογος των μολδαβικών εγγράφων στο κεντρικό κρατικό αρχείο), IV, Βουκ., 1970, σ. 31, αρ. 119; Ana DOBJANSKI, V. SIMION, Arta în epoca lui Vasile Lupu (Η τέχνη στην εποχή του Βασιλείου Λούπου), Ιάσι, 1979, σ. 32. Όσον αφορά τα δύο μνημεία, λεπτομέρειες βρίσκονται στον Nicolae STOICESCU, Repertoriul bibliografic al localităţilor şi monumentelor medievale din Moldova (Βιβλιογραφικό ευρετήριο περιοχών και μεσαιωνικών μνημείων στη Μολδαβία), Βουκ., 1974, σ. 480-485; G. BALS, Bisericile şi mănăstirile moldoveneşti din veacurile al XVII-lea şi al XVIII-lea (Οι εκκλησίες και τα μολδαβικά μοναστήρια στους 17 και 18 αιώνες), Βουκ., 1933, τομ. Ι, σ. 128.

[22] STOICESCU, Repertoriul bibliografic…., σ. 41.

[23] Κρατικά Αρχεία Βουκουρεστίου (ΚΑΒ), χειρ. 579, φ. 40, 43-44.

[24] Catalogul doc. Moldoveneşti, III, 1653-1675, Βουκ., 1968, αρ. 180.

[25] Υπάρχουν γνώμες σύμφωνα με τις οποίες η αφιέρωση έγινε κατά το 1646 – Ν. IORGA, Inscripţii din bisericile României (Επιγραφές στις εκκλησίες της Ρουμανίας), τομ. ΙΙ, Βουκ., 1906, σ. 146; Marin POPESCU SPINENI, Procesul mănăstirilor închinate, Βουκουρέστι, 1936, σ. 131.

[26] MOISESCU, Contribuţii…., σ. 245; COJOCARU, Biserica Moldovei…, σ. 46. Στο Ιάσι, το μοναστήρι κατείχε ένα πανδοχείο και 20 οίκους, 32 μαγαζιά, συν άλλα 150 μαγαζιά (πραβαλίες) με εμβατίκιο (ετήσιο ενοίκιο), 73 στρέμματα αμπελώνες. Όλα αύτα έκαναν να γίνει το μοναστήρι των Τριών Ιεραρχών από τα πλουσιότερα στη Μολδαβία – βλ. HURMUZAKI, V, supl. I, σ. 13-23; BODOGAE, Ajutoarele…, σ. 84.

[27] ΤΣΙΟΡΑΝ, Σχέσεις των Ρουμανικών Χωρών…, σ, 135; BODOGAE, Ajutoarele…, σ. 83; MOISESCU, Contribuţii…, σ. 245; ΜΑΜΑΛΑΚΗΣ, Το Αγιον Ορος….,  σ. 267. Το κυρόβουλλο σχετικά με τη δωρεά αυτή υπενθύμιζε πως ο Ιερεμίας Μοβίλα και ο γιός του, Κωνσταντίνος, είχαν κάνει την ίδια χειρονομία, πράγμα που σημαίνει ότι αυτή η δωρεά είναι παλαιότερη – IORGA, Muntele Athos…, σ. 509-511.

Παρασκευή 6 Μαρτίου 2015

Η ΘΕΟΤΟΚΟΣ ΜΕΘΟΡΙΟ ΚΤΙΣΤΗΣ ΚΑΙ ΑΚΤΙΣΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ

Ο Ἁγιορείτης ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἕνας ἀπό τούς μεγαλύτερους ὑμνητές τῆς Παναγίας, ἀναφέρει μέ τή θεολογικότατη γλῶσσα του: «Ποιός μπορεῖ νά περιγράψει τά μεγαλεῖα σου Παρθένε Θεομῆτορ; Ἕνωσες τόν νοῦ μέ τόν Θεό, ἕνωσες τόν Θεό μέ τήν σάρκα· ἔκαμες τόν Θεό υἱό ἀνθρώπου καί τόν ἄνθρωπο υἱό Θεοῦ. Συμφιλίωσες τόν κόσμο μέ τόν ποιητή τοῦ κόσμου...».


Καί συμπεραίνει ὁ θεῖος Πατήρ: «Ἑπομένως ἡ Παρθενομήτωρ εἶναι ἡ μόνη μεθόριο κτιστῆς καί ἄκτιστης φύσεως. Ὅσοι βέβαια γνωρίζουν τόν Θεό, θά ἀναγνωρίσουν καί αὐτήν ὡς χώρα τοῦ ἀχωρήτου καί αὐτήν θά ὑμνήσουν μετά τόν Θεό, ὅσοι ὑμνοῦν τόν Θεό».


Ἀπό τό βιβλίο τοῡ μοναχοῡ Παταπίου Καυσοκαλυβίτου:
 ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ. ΒΗΜΑΤΙΖΟΝΤΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΠΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ
 Ἅγιον Ὄρος 2012