Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πατάπιος μοναχός Καυσοκαλυβίτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πατάπιος μοναχός Καυσοκαλυβίτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 5 Ιανουαρίου 2018

ΜΝΗΜΗ ΟΣΙΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΡΩΜΑΝΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ

  Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου


Μνήμη του Οσιομάρτυρα Ρωμανού του Καυσοκαλυβίτου (+1694)


ἱερά σκήτη Ἁγίας Τριάδος Καυσοκαλυβίων ἔχει στενές πνευματικές σχέσεις μέ τήν ἱστορική καί ἁγιοτόκο περιοχή τῶν Ἀγράφων, πού ἄρχονται ἀπό τήν ἐγκατάσταση στή ἀσκητική περιοχή τῶν Καυσοκαλυβίων, τό 1660, τοῦ μετέπειτα ἱδρυτοῦ τῆς σκήτης ὁσίου Ἀκακίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου.
Ὁ ὁσιομάρτυς Ρωμανός γεννήθηκε στό Σόβολακ τῆς ἐπαρχίας Λυτζᾶς καί Ἀγράφων, σημερινό Ἀσπρόπυργο Εὐρυτανίας Οἱ γονεῖς του, πτωχοί ποιμένες ἀλλ’ εὐσεβεῖς Χριστιανοί ἦσαν ἀγράμματοι. Τό ἴδιο ἴσχυσε καί γιά τόν καρπό τους, ὁ ὁποῖος ἀρκεῖτο στό ὅτι γνώριζε πώς ἦταν Χριστιανός. Ἡ γενέτειρά του βρισκόταν πλησίον τῆς ἱστορικῆς μονῆς Προυσοῦ, στήν ὁποία καί ἀρχικά εἰσῆλθε γιά νά μονάσει.
Ἀργότερα ταξίδεψε γιά τήν Κωνσταντινούπολη καί ἀπό ἐκεῖ στή Μυτιλήνη πρός ἐξεύρεση ἐργασίας. Ἐκεῖ εὐρισκόμενος, περνώντας ἕνα πλοῖο μέ προσκυνητές τῶν Ἁγίων Τόπων, ἄκουσε κάποιους ἀπ’ αὐτούς νά διηγοῦνται γιά τόν Πανάγιο Τάφο ὥστε ἡ εὐσέβεια παρακινήθηκε στή ψυχή του τόσο, ὥσπου ἀποφάσισε νά ἀναχωρήσει κι αὐτός γιά τά Ἱεροσόλυμα ὅπου φθάνοντας, κατευθύνθηκε στή Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα. Κατά τήν ἐκεῖ παραμονή του, ἄκουγε τά ἀναγνώσματα γιά τά μαρτύρια τῶν Ἁγίων καί γιά τά ὅσα αὐτοί ὑπέμειναν γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί ἀφοῦ ρώτησε τούς ἐκεῖ ἐνασκουμένους πατέρες, πληροφορήθηκε γιά τά ἀγαθά πού μέλλουν νά ἀπολαύσουν ὅσοι σωθοῦν. Ἔτσι ἐπιθύμησε νά γίνει κι αὐτός μέτοχος τῶν θείων αὐτῶν ἐπαγγελιῶν. Τότε πῆγε στόν πατριάρχη τῶν Ἱεροσολύμων στόν ὁποῖο ἐμπιστεύθηκε τό σκοπό του νά μαρτυρήσει γιά τόν Χριστό. Ὁ πατριάρχης ὅμως τόν ἀποθάρρυνε, φοβούμενος μήν ἐπακολουθήσει κάποιο κακό γιά τά Προσκυνήματα, ἀπό τήν ὀργή τῶν Τούρκων.
Ὁ Ἅγιος ὅμως, ποθώντας τό μαρτύριο, ἀναχώρησε γιά τή Θεσσαλονίκη, ὅπου ὁμολόγησε μέ παρρησία μπροστά στόν Τούρκο κριτή τή χριστιανική του πίστη. Τότε οἱ Τοῦρκοι τόν ἔδειραν μέ σφοδρότητα ἐξαναγκάζοντάς τον νά ἐξωμόσει. Βλέποντας ὅμως ὅτι δέν πείθεται, ἀποφάσισαν νά τόν θανατώσουν. Πρῶτα ὅμως τοῦ ἔκαναν πολλά βασανιστήρια. Ὁ διοικητής ὅμως τοῦ στόλου πού στάθμευε στή Θεσσαλονίκη -καθώς ἔτυχε νά βρίσκεται ἐκεῖ- ζήτησε ἀπό τούς δικαστές νά τοῦ τόν δώσουν σάν δοῦλο-κωπηλάτη γιά ἕνα ἀπό τά πλοῖα του, κρίνοντας τήν ἰσόβιο αὐτή καταδίκη του ὡς μεγαλύτερη ἀπό τόν διά ξίφους θάνατο· πρόταση μέ τήν ὁποία οἱ δικαστές ἔμειναν σύμφωνοι. Ἀργότερα ὅμως, κάποιοι Χριστιανοί, κατάφεραν καί ἐλευθέρωσαν τόν Ἅγιο, ἐξαγοράζοντάς τον καί τόν ἔστειλαν στό Ἅγιον Ὄρος.
Φθάνοντας ὁ Ἅγιος στόν ἱερό Ἀθω, τό πιθανότερο στά τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ 1680 -ἀφοῦ σύμφωνα μέ τό Βίο «ἔμεινεν μετά τοῦ γέροντος Ἀκακίου χρόνον ἱκανόν»- κατευθύνθηκε στά Καυσοκαλύβια, ὅπου ὑποτάχθηκε στό συμπατριώτη του ὅσιο Ἀκάκιο τόν Καυσοκαλυβίτη. Παρ’ ὅλο ὅμως πού ἀγωνιζόταν ἀσκούμενος πολλές φορές πάνω ἀπό τίς ἀνθρώπινες δυνάμεις, ὁ λογισμός του στρεφόταν συνεχῶς γύρω ἀπό τό μαρτύριο, μή βρίσκοντας εἰρήνη καί συμπεριφερόμενος ὡς ξένος καί πάροικος στήν παροῦσα ζωή. Ἔτσι, μετά ἀπό πολλές νηστεῖες καί προσευχές ὅπου γέροντας καί ὑποτακτικός παρακαλοῦσαν τόν Θεό νά τούς πληροφορήσει γιά τήν ἔκβαση τοῦ μαρτυρίου, τούς ἀποκαλύφθηκε ἡ ταύτιση τοῦ θείου θελήματος μέ τόν πόθο τοῦ δεύτερου γιά τό μαρτύριο. Τότε, ἀφοῦ ὁ μάρτυς κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς -τό πιθανότερο τοῦ ἔτους 1693- ἔγινε μεγαλόσχημος μοναχός ἀπό τόν ὅσιο Ἀκάκιο, λαμβάνοντας τό ὄνομα Ρωμανός, ἀναχώρησε μέ τήν εὐχή τοῦ Ὁσίου καί τῶν λοιπῶν πατέρων, γιά τό ποθούμενο. Φθάνοντας στά Ἱεροσόλυμα καί προκειμενου νά προκαλέσει τούς Τούρκους, θέλησε νά μπεῖ μέ παρρησία στό ἱερό τέμενος τῶν Μουσουλμάνων. Ὅταν ὅμως πληροφορήθηκε ὅτι αὐτή του ἡ ἐνέργεια θά προκαλοῦσε μεγάλη ζημιά τόσο στόν Πανάγιο Τάφο ὅσο καί στά λοιπά Προσκυνήματα, ματαίωσε τό σκοπό του καί ἀναχώρησε γιά τήν Κωνσταντινούπολη.
Φθάνοντας ἐκεῖ, βρῆκε ἕναν θαυμαστό τρόπο γιά νά προκαλέσει τούς Τούρκους. Πιάνοντας ἕνα σκυλάκι καί δένοντάς το μέ τή ζώνη του, τό ἔσερνε μέσα στό παζάρι. Βλέποντάς τον ὅμως οἱ Ἀγαρηνοί μ’ αὐτή τήν ἔμφάνιση, τόν ρώτησαν γιά ποιό λόγο σέρνει ἔτσι τόν σκύλο. Τότε ὁ Ρωμανός ἀποκρίθηκε: «Γιά νά τόν τρέφω, καθώς οἱ Χριστιανοί τρέφουν ἐσᾶς τούς ἀσεβεῖς».
Τότε αὐτοί ἀκούγοντάς τον, τόν ἔφεραν στό Βεζύρη, ὁ ὁποῖος μέ τή σειρά τόν παρέδωσε στούς βασανιστές. Αὐτοί τότε τόν ἔριξαν ἀρχικά σ’ ἕνα ξεροπήγαδο, ὅπου ἔμεινε ἄσιτος γιά σαράντα ὁλόκληρες ἡμέρες. Ἔπειτα τόν ἔβγαλαν καί ἄρχιζαν νά τόν βασανίζουν παντοιοτρόπως. Παρ’ ὅλα ὅμως αὐτά δέν κατάφεραν τό σκοπό τους· νά τόν πείσουν δηλαδή νά ἐξωμόσει. Τέλος, ὁ Βεζύρης, ἀποφάσισε τή θανάτωσή του.
Καθώς δέ ἔφερναν τόν Ἅγιο στόν τόπο τοῦ μαρτυρίου του, ἐκεῖνος βάδιζε γρήγορα καί μέ χαρά καί ὅποιον Χριστιανό συναντοῦσε στό δρόμο, τόν χαιρετοῦσε κάνοντας εὐλαβικό σχῆμα. Συνέβη δέ, κατά τό μεσημέρι πού περνοῦσε ἡ μαρτυρική πομπή ἔξω ἀπό ἕνα τζαμί, ἕνας χότζας πού βρισκόταν πάνω στό μιναρέ, νά ἀρχίζει νά ἐξυμνεῖ τόν ψευδοπροφήτη του. Κυττάζοντάς τον τότε ὁ Ἅγιος τόν ἔφτυσε. Καί παρευθύς οἱ δήμιοι τοῦ ἔκοψαν τή γλώσσα, τήν ὁποία μάλιστα ἔβγαλε μέ προθυμία ὁ ἴδιος. Στή συνέχεια, φθάνοντας στόν τόπο τῆς καταδίκης, ἀφοῦ εὐχαρίστησε τόν Θεό, ἔλαβε μέ χαρά τοῦ μαρτυρίου τόν στέφανο, τήν δεκάτη ἐνάτη Ἰανουαρίου τοῦ ἔτους 1694. Τό δέ τίμιο αὐτοῦ λείψανο, ἀμέσως μόλις ἀπέκοψαν τήν τιμίαν του κεφαλή, ἔπεσε πρός Ἀνατολάς σάν νά ἦταν ζωντανό. Αὐτό τό σημεῖο ὅμως ἔκανε νά φθονήσουν οἱ δήμιοι περισσότερο. Γιά τρεῖς δέ ἡμέρες ἕνα οὐράνιο φῶς φώτιζε τό τίμιο λείψανο τοῦ Μάρτυρα, κάτι τό ὁποῖο ἔβλεπαν μέ θαυμασμό ὅλοι ὅσοι φύλαγαν ἐκεῖ. Καί καθώς ἔτυχε νά βρίσκεται στή Βασιλεύουσα τίς ἡμέρες ἐκεῖνες ἕνα ἀγγλικό καράβι, ὁ πλοίαρχος καί οἱ ναῦτες του, βλέποντας ὅλ’ αὐτά τά θαυμαστά γεγονότα, ἐξαγόρασαν τό τίμιο λείψανο ἀπό τούς Τούρκους, γιά πεντακόσια ἀργυρά νομίσματα, καί τό μετέφεραν στόν τόπο τους.
Τά περί τοῦ μαρτυρίου τοῦ ὁσιομάρτυρος Ρωμανοῦ, διηγήθηκαν ἀργότερα στόν ὅσιο Ἀκάκιο τόν Καυσοκαλυβίτη, δύο ἀδέλφια, αὐτόπτες μάρτυρες τῆς ἀθλήσεώς του, πού ἐξ αἰτίας αὐτῶν τῶν θαυμαστῶν γεγονότων, ἔγιναν μοναχοί στό Ἅγιον Ὄρος· ὁ ἕνας ὁ Χριστοφόρος στή μονή Κουτλουμουσίου καί ὁ ἄλλος, πού πῆρε τό ὄνομα Ἀγάπιος, στή μονή Δοχειαρίου, ὅπου ἀφιέρωσε ἕνα μανδῆλι ἐμποτισμένο μέ μαρτυρικό αἷμα τοῦ ὁσιομάρτυρος Ρωμανοῦ.

Στό παρεκκλήσι τῆς Κοιμήσεως Θεοτόκου τῆς Καλύβης τοῦ Ἁγίου Ἀκακίου ὅπου καί ἀσκήθηκε ὁ ὁσιομάρτυς Ρωμανός, εἶναι ἱστορημένη στήν ἀψίδα τοῦ βόρειου χοροῦ, μία ἐνυπωσιακή τοιχογραφία τοῦ ἔτους 1759 πού ἀποδίδεται στό ἐργαστήριο τοῦ ἱερομονάχου Παρθενίου τοῦ ἐξ Ἀγράφων, καί ἡ ὁποία ἔχει ὡς πηγή συνθέσεως τό Βίο τοῦ ὁσίου Ἀκακίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου. Ἡ σύνθεση ἐξιστορεῖ τήν δι’ ὁράματος ἐμφάνιση στόν ὅσιο ἱδρυτή τῆς σκήτης Καυσοκαλυβίων, τοῦ ὁσιομάρτυρος Ρωμανοῦ, πού ἀπεικονίζεται ἐδῶ μέ λευκά ἀστραποβόλα ἱμάτια. Συγκεκριμένα, πρίν ὁ ὁσιομάρτυς Ρωμανός ἀναχωρήσει γιά τό μαρτύριό του, ἔκανε μέ τόν γέροντά ὅσιο Ἀκάκιο μία συμφωνία· ὅτι δηλαδή, ἐάν μέν τελειώσει ὁ Ρωμανός τή ζωή του στό μαρτύριο, τότε νά εἶναι πρέσβυς στό Θεό γιά τή σωτηρία τοῦ Ὁσίου καί μετά τόν θάνατό του νά συγκατοικοῦν στή βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, ὁ δέ Ἀκάκιος, μέχρις ὅτου ὁ Ρωμανός ἀξιωθεῖ τοῦ μαρτυρικοῦ στεφάνου, νά προσεύχεται στό Θεό ἀδιάκοπα γι’ αὐτόν. Ἐπιπλέον, ὁ ὅσιος Ἀκάκιος συμφώνησε νά παραμείνει στό Σπήλαιο μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του. Μετά ὅμως ἀπό τό μαρτύριο τοῦ ἁγίου Ρωμανοῦ, ὁ ὅσιος Ἀκάκιος ἐγκατέλειψε γιά λίγους μῆνες τό σπήλαιο τῆς ἀσκήσεώς του καί μετέβη στό Κελλί τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου πού βρίσκεται πάνω ἀπό τά Καυσοκαλύβια. Ἐκεῖ κάποτε, καθώς προσευχόταν, ἦλθε σέ ἔκσταση καί βλέπει τόν ἅγιο Ρωμανό, νά λάμπει μ’ ἕναν ἀπερίγραπτο τρόπο. Τό πρόσωπό του ἀκτινοβολοῦσε περισσότερο κι ἀπό τόν ἥλιο, μέσα στή δόξα τοῦ Θεοῦ, ὅπου βρισκόταν. Στρέφοντας ὅμως τό θεοειδές ἐκεῖνο πρόσωπο ἀπό τόν Γέροντα, ἔδειχνε τήν δυσαρέσκειά του γιά τήν παράβαση τῆς συμφωνίας, μέ τό νά ἀναχωρήσει ἀπό τό Σπήλαιο. Ὁ δέ Ὅσιος, πέφτοντας στά γόνατα, τόν παρακαλοῦσε νά τόν κυττάξει μέ εὐμένεια καί συμπάθεια καί νά τοῦ συγχωρήσει τό σφάλμα πού ἔκανε. Ἀλλ’ ὅμως ὁ Ὁσιομάρτυς δέν κάμφθηκε ἀπό τίς παρακλήσεις τοῦ Ὁσίου καί ἔγινε ξαφνικά ἄφαντος. Ἔπειτα ἀπ’ αὐτό, ὁ ὅσιος Ἀκάκιος ἐπέστρεψε ἀμέσως στό σπήλαιο τῶν Καυσοκαλυβίων. Καί ἐκεῖ προσευχόμενος, πολλές φορές ξαναεῖδε τόν ἅγιο Ρωμανό, λουσμένο πάλι στό ἄκτιστο φῶς· πλήν ὅμως ὄχι μέ τήν ἴδια αὐστηρή ἔκφραση. Ἀλλ’ ἔχοντας βλέμμα χαρωπό καί γλυκύτατο, μετά τή συμφιλίωσή τους, τόν παρηγοροῦσε μέ ἐνθαρρυντικά λόγια.
Τήν περίοδο 1995-1996 καί σέ περίοπτη θέση τῆς γενέτειρας τοῦ ὁσιομάρτυρος, κτίστηκε παρεκκλήσι πρός τιμήν του. Μέ εὐλαβῆ ἐξάλλου αἰσθήματα οἱ συμπατριῶτες του διασώζουν μέχρι σήμερα τό πατρικό του ἐπώνυμο τῶν Πλακέων καί τό μητρικό του τῶν Ἀνδρουτσαίων. Ἀκολουθία τοῦ ὁσιομάρτυρος Ρωμανοῦ, ποίημα Νήφωνος μοναχοῦ Ἰβηροσκητιώτου τοῦ ἔτους 1892, πρωτοεκδόθηκε τό 1937. Ἑτέρα Ἀκολουθία συνέταξε ὁ μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, πού ἐκδόθηκε τό 1981. Ὁ ὁσιομάρτυς Ρωμανός συνυμνεῖται ἐπίσης στίς ἑξῆς Ἀκολουθίες: Εὐρυτάνων Ἁγίων, Ἁγιορειτῶν Πατέρων, Νεομαρτύρων, Λαυριωτῶν Ἁγίων, Καυσοκαλυβιτῶν Ἁγίων καθώς καί στήν Ἀκολουθία τοῦ ὁσίου Ἀκακίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου, ποίημα τοῦ ἐπίσης Ἀγραφιώτου ἱερομονάχου Ἰωνᾶ τοῦ Καυσοκαλυβίτου, ὁ ὁποῖος συνέταξε καί τό Μαρτύριο τοῦ ἁγίου Ρωμανοῦ. Ἐπιτομή τοῦ παραπάνω Μαρτυρίου ἐξέδωσε ὁ ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στό Νέο Μαρτυρολόγιο.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχ. δ΄. Ὁ ὑψωθείς ἐν τῷ σταυρῷ (Νήφωνος μοναχοῦ).
Ἀσκητικῶς προγυμνασθείς ἐν τῷ Ἄθῳ, ταῖς Ἀκακίου διδαχαῖς τοῦ ὁσίου, καί ἐξ αὐτοῦ λαβών τήν θείαν βούλησιν, ὑποστῆναι ἔδραμες, μαρτυρίου τάς θλίψεις, ἅμα καί τόν θάνατον, Ρωμανέ καί παρέστης, στεφανηφόρος μάρτυς τῷ Χριστῷ, ὑπέρ ἡμῶν τοῦ πρεσβεύειν πανένδοξε.

Βιβλιογραφία 
ΙΩΝΑΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗΣ ΙΕΡΟΜ., Βίοι νεοφανῶν Μαρτύρων ἐν τῇ καθομιλουμένῃ, Κώδ. 2 Καλύβης Ἁγίου Ἀκακίου Καυσοκαλυβίων, σ. 503-519. ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Συναξαριστής, Βενετία 1819, σ. 13, 132. ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Νέον Μαρτυρολόγιον, Ἀθῆναι 1856, σ. 104. Κ. ΣΑΘΑΣ, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη τ. Γ΄, Βενετία 1876, σ. 133-134. Κ. ΔΟΥΚΑΚΗΣ, Μέγας Συναξαριστής, Ἀθῆναι 1889-1896, σ. 117-120. H. DELEHAYE, ‘‘Greek Neomartyrs’’, The Constructive Quarterly 9 (1921), σ. 706. Σ. ΕΥΣΤΡΑΤΙΑΔΗΣ, Ἁγιολόγιον, Ἀθῆναι χ. χρ. ἐκδ., σ. 411. Ε. ΚΟΥΡΙΛΑΣ, Ἱστορία τοῦ Ἀσκητισμοῦ, Θεσσαλονίκη 1929, σ. 75-76, 84-85.Χ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Οἱ Νεομάρτυρες, Ἀθῆναι 1934, σ. 74. ΝΗΦΩΝ ΙΒΗΡΟΣΚΗΤΙΩΤΗΣ ΜΟΝ., ‘‘Ἀκολουθία τοῦ ἁγίου νέου ὁσιομάρτυρος Ρωμανοῦ τοῦ ἀπό Καρπενησίου, μαθητοῦ τοῦ ἁγίου Ἀκακίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου. Ἀντιγραφεῖσα ἐξ ἀρχαίου χειρογράφου τῆς Καλύβης Ἁγίου Ἀκακίου’’, Ἁγιορειτική Βιβλιοθήκη 5 (1937), σ. 1-19. Β. ΜΑΤΘΑΙΟΣ, Ὁ Μέγας Συναξαριστής τ. 2, Ἀθῆναι 1956, σ. 269. ΘΗΕ τ. 10, στ. 924. O. MEINARDUS, The Saints of Greece, Athens 1970, σ. 182. ΠΕΡΑΝΤΩΝΗΣ, Λεξικόν τῶν Νεομαρτύρων (Οἱ Νεομάρτυρες ἀπό τῆς ἁλώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως μέχρι τῆς ἀπελευθερώσεως τοῦ δούλου Ἔθνους), τ. Γ΄, Ἐν Ἀθήναις 1972, σ. 443-447. Β. ΨΕΥΤΟΓΚΑΣ, ‘‘Μαρτυρολόγια νεομαρτύρων (συγγραφεῖς, συλλογές καί ἐκδόσεις)’’, Ἱερά Μητρόπολις Θεσσαλονίκης, Πρακτικά Θεολογικοῦ Συνεδρίου εἰς τιμήν καί μνήμην τῶν Νεομαρτύρων (17-19 Νοεμβρίου 1986), Θεσσαλονίκη 1998, σ. 86. Γ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΑΡΧΙΜ., ‘‘Βιβλιογραφία εἰς ἀκολουθίας νεομαρτύρων’’, Ἱερά Μητρόπολις Θεσσαλονίκης, ὅ.π., σ. 585. Κ. ΒΑΣΤΑΚΗΣ ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ., Εὐρυτανικόν Λειμωνάριον, Ἐν Ἀθήναις 1978, σ. 99-110. ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΜΙΚΡΑΓΙΑΝΝΑΝΙΤΗΣ ΜΟΝΑΧΟΣ, Ἀκολουθία τοῦ ἁγίου ὁσιομάρτυρος Ρωμανοῦ τοῦ Νέου τοῦ ἐξ Ἀσπροπύργου Εὐρυτανίας, Ἐν Ἀθήναις 1981. ΠΑΤΑΠΙΟΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗΣ ΜΟΝΑΧΟΣ, Ἅγιος Ἀκάκιος ὁ Καυσοκαλυβίτης. Ἀπό τό περιβόλι τῆς Παναγίας στόν κῆπο τοῦ Θεοῦ, Ἅγιον Ὄρος 2001, σ. 89-111, 209-210. ΠΑΤΑΠΙΟΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗΣ ΜΟΝ. –Μ. ΒΑΡΒΟΥΝΗΣ, Καυσοκαλυβίτικα Νεομαρτυρολογικά, Θεσαλονίκη 2003, σ. 23-26, 46-48. ΠΑΤΑΠΙΟΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗΣ ΜΟΝ., Ἁγιασμένες μορφές τῶν Καυσοκαλυβίων, Ἅγιον Ὄρος 2007, σ. 75-83.

Τρίτη 7 Μαρτίου 2017

ΙΕΡΟΤΥΠΟΙΣ ΕΙΚΟΣΙ



                                                        Ἱεροτύποις Εἰκόσι

                                                                  Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου

   Τήν Κυ­ρι­α­κή τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας, μέ­σα ἀ­πό τή θε­ο­λο­γί­α καί τούς ἀ­γώ­νες τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας, σπου­δά­ζου­με τήν ὀρ­θή πί­στη στό πρό­σω­πο τοῦ Ἰησοῦ Χρι­στοῦ. Τοῦ Χριστοῦ πού ὅλοι μας ἀ­να­ζη­τοῦ­με.
   Τήν εὐφρόσυνο αὐτήν ἡμέρα κατακλύζουμε τούς ἱερούς ναούς προκειμένου νά προσκυνήσουμε τίς ἱερές εἰκόνες καί νά ἀντλήσουμε δύναμη καί χάρη οὐράνια ἀπό αὐτές.

 «Ἱεροτύποις Εἰκόσι, νῦν ὠραΐζεται ὡς νύμφη κοσμηθεῖσα ἡ Χριστοῦ Ἐκκλησία, καί πάντας συγκαλεῖται πνευματικῶς ἑορτάσαι. Συνέλθωμεν, ἐν ὁμονοίᾳ καί πίστει χαρμονικῶς, μεγαλύνοντες τόν Κύριον»,
ψάλλαμε στόν Μικρό Ἑσπερινό τῆς Ἐορτῆς.

  Οἱ ἱερές εἰκόνες ἀποτελοῦν ἀναπόσπαστο τμῆμα τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης.
 «Οἱ Προφῆται ὅπως προεῖδαν, οἱ Ἀπόστολοι καθώς ἐδίδαξαν, ἡ Ἐκκλησία καθώς παρέλαβε ἀπό τήν ἱερά Παράδοση, οἱ Διδάσκαλοι θεοφόροι Πατέρες μέ ὅσα θεόπνευστα ἐδογμάτισαν, ἡ χριστιανική Οἰκουμένη ὅπως συμφώνησε μέ τήν παρουσία τόσων Πατέρων ἀπό ὅλους τούς τόπους, ἡ θεία Χάρη πού ἔλαμψε περίλαμπρα, ἡ ἀλήθεια ὅπως ἀποδείχθηκε ἐξαφανίζοντας τό ψεῦδος, ἡ σοφία καθώς λάμπει ξανά, ὁ Χριστός ὅπως ἐπιβράβευσε τούς ἀγῶνες καί τίς θυσίες τῶν ἁγίων Ὁμολογητῶν τῆς πίστεως·
σέ αὐτά ὅλα λοιπόν βασιζόμενοι, αὐτό πιστεύουμε, αὐτό διατρανώνουμε, αὐτό διακηρύττουμε, ὅτι:  τόν Χριστό τόν ἀληθινό Θεό μας, καθώς καί τούς Ἁγίους Του, θά τούς τιμοῦμε τόσο μέ ἐγκωμιαστικούς Λόγους, μέ συγγραφές, καί μέ ἐπαινετικές σκέψεις, ὅσο καί μέ θείες Λειτουργίες στούς ἱερούς Ναούς, καί μέ ἱερά Εἰκονίσματα. Καί τόν μέν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, θά τόν προσκυνοῦμε καί θά τόν σεβόμαστε ὡς Θεό καί Δεσπότη, στούς δέ Ἁγίους θά ἀπονέμουμε τήν τιμητική προσκύνηση, ὡς γνήσιους θεράποντες καί πιστούς δούλους Θεοῦ».

  Τά παραπάνω πολύ θριαμβευτικά, σέ δική μας ἐλεύθερη ἀπόδοση στή νεοελληνική, διατράνωσαν οἱ θεοφόροι ἅγιοι Πατέρες τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, στό Συνοδικό τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐπιβεβαιώνοντας τή δύναμη τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης πού ἐμπλουτίστηκε μέ τήν ἀναστύλωση τῶν ἱερῶν Εἰκόνων.


Ἀπόσπασμα ἀπό Ὁμιλία τοῦ συγγραφέα κατά τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας 2016 στό Σιναϊτικό Μετόχι τοῦ Ἁγίου Ματθαίου, στό Ἡράκλειο Κρήτης

Σάββατο 17 Σεπτεμβρίου 2016

Ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΖΩΓΡΑΦΟΥ

                                    Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου

       Ὁ ἐθνικός χαρακτήρας τῆς ἀθωνικῆς μονῆς Ζωγράφου

   ν καί μεταξύ τῶν εἴκοσι ἱερῶν μονῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἡ μονή Ζωγράφου χαρακτηρίζεται ὡς παραδοσιακά βουλγαρική, ἡ ἱστορική παρουσία βουλγάρων μοναχῶν ἐκεῖ, περιβάλλεται ἀπό ἀσάφεια, ἀφοῦ δέν μᾶς εἶναι γνωστό τό μέγεθός της κατά τούς μέσους καί ὕστερους βυζαντινούς χρόνους. Ἡ ἵδρυση τῆς μονῆς Ζωγράφου ἀνάγεται τήν περίοδο 972-980. Σύμφωνα μέ τή διαπρεπή ἱστορικό τοῦ ἀθωνικοῦ μοναχισμοῦ Διονυσία Παπαχρυσάνθου «εἶναι ἄγνωστο σέ ποιά ἐποχή τό μοναστήρι παραχωρήθηκε σέ ἤ ἐπανδρώθηκε ἀπό μοναχούς Βουλγάρους». Τά πρωϊμότερα πάντως σλαβικά τοπωνύμια τοῦ ἁγιορειτικοῦ χώρου ἐντοπίζονται στήν περιοχή τῆς Ζωγράφου.      
Ἀξιόπιστη ἔνδειξη γιά τόν ἐθνικό χαρακτῆρα τῆς Μονῆς θεωρεῖται ὅτι παρέχει ὁ χαρακτηρισμός: «ἡ σεβασμία μονή τῶν Βουλγάρων», πού ἐμφανίζεται σέ ἑλληνικά ἀθωνικά ἔγγραφα κατά τά τέλη τοῦ 13ου αἰώνα. Ἀναφέρουμε γιά παράδειγμα Πράξη τοῦ Νικηφόρου Χούμνου, τοῦ ἔτους 1286, ὅπου γίνεται ἀναφορά «τῆς κατά τό Ἅγιον Ὄρος τοῦ Ἄθω διακειμένης σεβασμίας μονῆς τῶν Βουλγάρων, τῆς εἰς τό ὄνομα τοῦ ἁγίου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου καί ἐπιλεγομένης τοῦ Ζωγράφου». Ἐπίσης, τό 1290, σέ ἀπόφαση τοῦ ἐπισκόπου Ἱερισσοῦ σχετικά μέ διένεξη ἀνάμεσα στίς μονές Ζωγράφου καί Χιλανδαρίου, τά ἐναγόμενα μέρη ἀποκαλοῦνται Βούλγαροι καί Σέρβοι ἀντίστοιχα. Ὁ τύπος «Ἡ σεβασμία μονή τῶν Βουλγάρων» ἐξακολούθησε νά χαρακτηρίζει τό ἵδρυμα στά 1342-1344 καί φαίνεται ὅτι λησμονήθηκε μετά τά μέσα τοῦ 14ου αἰώνα…
Ἡ ἐπίσημη ἐπανακοινοβιοποίηση τῆς βουλγαρικῆς μονῆς Ζωγράφου ἔγινε μέ σιγγίλιο πού ἐξέδωσε ὁ οἰκουμενικός πατριάρχης Ἄνθιμος Δ’ (1848-1852), τόν Μάρτιο τοῦ 1850, Ἰνδικτιῶνος Η’.

Ἀπόσπασμα ἀπό τὀ βιβλίο τοῦ συγγραφέα (διδακτορική διατριβή):
 Ὁ μοναχός Ἰάκωβος Νεασκητιώτης καί τό ἔργο του  
 ἔκδ. Ἱ. Μ. Ἁγ. Παύλου, Ἅγιον Ὄρος 2014


Πολλά ἱστορικά στοιχεῖα δείχνουν ὅτι πρίν διεγερθεῖ τεχνητῶς ὁ ἐθνοφυλετισμός στά τέλη τοῦ 19ου αἰ. πρός ἐξυπηρέτιση πολιτικῶν στόχων, Ἕλληνες καί Βούλγαροι ζοῦσαν ἁρμονικά μέσα στούς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας ὑπό τήν σκέπη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.

Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 2016

ΕΥΘΥΜΙΟΣ ΛΑΥΡΙΩΤΗΣ Ο ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΙΟΣ

                                  Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου

                             Εὐθύμιος Λαυριώτης ὁ Τραπεζούντιος
 νας ἀπό τους λογίους Καυσοκαλυβίτες θεωρεῖται καί ὁ προηγούμενος Εὐθύμιος Λαυριώτης ὁ Τραπεζούντιος. Ὁ ἱερομόναχος Εὐθύμιος (περ.1718-1798), καταγόταν ἀπό τή Μακεδονία, ἀλλά γεννήθηκε στήν Τραπεζοῦντα καί σύμφωνα μέ μαρτυρία ἔφερε τό ἐπώνυμο Παρτσαλίδης. Τήν περίοδο 1775-1798 καί πάντως τήν ἐποχή πού στή μονή ἦταν σκευοφύλακας ὁ λόγιος ἱερομόν. Κύριλλος Λαυριώτης, τοποθετεῖται ἡ ἡγουμενεία του στή Μεγίστη Λαύρα. Τά ἔργα του εἶναι γραμμένα στή δημώδη γλώσσα. Γιά τήν καυσοκαλυβίτικη περίοδο τοῦ Εὐθυμίου δέν σώζονται πολλές μαρτυρίες. Σ’ αὐτήν ἀναφέρεται ὁ μοναχός Ἰσίδωρος Καυσοκαλυβίτης καθώς καί ὁ Εὐλ. Κουρίλας (‘‘Ὁ στιχουργός Εὐθύμιος Λαυριώτης ὁ Τραπεζούντιος καί ἡ Ἰερεμιάς του, ἀπό προηγουμένου εἰς Καυσοκαλύβια μεταστάς, ἵνα ἐξωτερικεύσει τόν πόνον του’’). Ἰδιόγραφος πάντως κώδικας τοῦ Εὐθυμίου βρίσκονταν μέχρι πρότινος στά Καυσοκαλύβια. Πρόκειται γιά τόν κώδ. 208 (Καταλ. Κουρίλα) τῆς Καλύβης Γενεσίου τῆς Θεοτόκου (παλαιό Κυριακό) μέ τόν χαρακτηριστικό τίτλο: ‘‘Μέλισσα ἤτοι βίβλος περιέχουσα πλεῖστά τε καί ἐπωφελῆ διάφορα, ἅπαντα διά στίχων ποικίλων πολιτικῶν ἁπλῶν, συντεθέντων καί φιλοπονηθέντων ὑπό τοῦ προηγουμένου τῆς Μεγίστης Λαύρας κύρ Εὐθυμίου Τραπεζουντίου τοὐπίκλην Μακεδόνος’’.

  Στή συνέχεια καί ἀπό τόν κώδ. Καυσοκαλυβίων 210, σ. 45-46, τοῦ ἔτους 1913, γραμμένο ἀπό τόν φιλομαθή μοναχό Ἰσίδωρο Καυσοκαλυβίτη (1885-1968), δημοσιεύουμε τήν περιγραφή τῆς εὐρύτερης περιοχῆς τῶν Καυσοκαλυβίων:

  Ἔτι δέ καί τήν Κερασάν καί τό Καυσοκαλύβι
    καί Σκήτην τήν ἐρημικήν Ἠλιοῦ τοῦ Θεσβίτη
  Αὐτά ὅλα ὑπόκεινται εἰς τήν Μεγίστην Λαύρα
    καί εἰς αὐτήν ὑποττάσονται ἀεί καί κατά πάντα
 Τά ὁποῖα εὑρίσκονται μέσα στήν ἐρημίαν
   μέσα εἰς τόπον ἥρεμον μέ ἄκραν ἡσυχίαν
 Σκήταις τά ὀνομάζουνε ἤτοι ἀσκηταρεῖα
  ἐπειδή καί εὑρίσκονται μέσα στήν ἐρημία.
 Σταῖς Σκήταις αὐταῖς βρίσκονται καί ἐν πολλαῖς καλύβαις
  καί σχεδόν περισσότεραις ἀπό διακοσίαις
 Εἰς ταῖς ὁποίαις κατοικοῦν ἀσκηταῖς ἐρημίταις
  πού λάμπουν εἰς τάς ἀρετάς ὡς φαιδροί μαργαρίταις
  Οἵτινες ζοῦν μίαν ζωήν τῷ ὄντι μακαρίαν
   ἀμέριμνον ἀτάραχον μέ πολλήν ἡσυχίαν
 Καί ὅλοι τους ἐργοχειροῦν ὁ καθείς ὅτι ξεύρῃ
  καί ἄνεργον δέν ἠμπορεῖ ἐκεῖ κανείς νά εὕρῃ.
 Ἄλλος μέν εἶναι καμιλαυχᾶς, ἄλλος δέ καλλιγράφος
  ἄλλος εἶναι κομποσχοινᾶς καί ἕτερος ζωγράφος.
 Ἄλλος σκάπτει ἐγκόλπια, ἄλλος κάμνει λαβίδες
  καί ἕτερος ποιεῖ σταυρούς κι ἄλλος πάλιν σφραγῖδες.
Κι ἀπ’ αὐτά τά ἐργόχειρα εὐγάζουν τήν τροφήν τους
  πλήν μέ πολλήν ἐγκράτειαν περνοῦσι τήν ζωήν τους.
 Εἰς αὐτούς οὖν ὁ ἄνθρωπος, δίκαιον εἶν’ καί πρέπει
   νά ἐκφωνήσῃ τό ῥητόν, ἐκεῖνο ὁποῦ λέγει,
 πῶς τοῖς ἐρημικοῖς ζωή, ἡ μακαρία ἔστι,
   καί ὅτι ἔρως θεϊκός, τά σπλάγχνα τούτων φλέγει.
 Ἀπό τό μοναστήριον, ὡς δύο καί τρεῖς ὥραις
   εἶναι αὐταῖς ποῦ ἔγραψα, ἤγουν οἱ σκήταις ὅλαις.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Γιά τόν Εθύμιο καί τό ργο του βλ. Παντελεήμονος Λαυριώτου, ‘‘ποσπάσματα ξ νεκδότου προσκυνηταρίου τς μονς Μ. Λαύρας’’, ΕΕΒΣ, ΛΒ΄ (1963) 319-332.
- Φορόπουλου Ν., ΘΗΕ τ. 5, στ. 1964.   -Καραμανίδου ννα, Εθύμιος Μακεδών Τραπεζούντιος Λαυριώτης. Τό συγγραφικό του ργο (νέκδοτη διδακτορική διατριβή), Θεσσαλονίκη 2003.
 - ‘‘Προσκυνητάριον κριβέστατον τς ν τ γιωνύμ ρει το θωνος ερς καί σεβασμίας βασιλικς καί Σταυροπηγιακς μονς μεγίστης Λαύρας, συντεθέν διά στίχων πολιτικν παρά Εθυμίου Μακεδόνος το Τραπεζουντίου καί τς ατς μονς ερομονάχου’’, Κώδ. Λαύρας Λ54.  Στίς σ. 8-10 Εθύμιος ατοβιογραφεται σέ στίχους: σ. 9: « μέν πατρίς μου, φίλτατε, εν’ στόν Εξεινον Πόντον, γουν τήν Μαύρην θάλασσαν γένος δ’ κ Μακεδόνων. / Κωνσταντίνου εμί υός ξ εσεβν προγόνων, κ πόλεως δέ Τραπεζος παλαιν ατοχθόνων»





Παρασκευή 10 Ιουνίου 2016

ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΑΝΑΛΗΨΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΣΤΙΣ ΚΑΡΥΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ. ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΠΑΡΘΕΝΙΟΥ ΤΟΥ ΣΚΟΥΡΤΟΥ

Δεσποτική εἰκόνα τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Χριστοῦ, πού βρίσκεται στό Ζωγραφίτικο κελλί τῆς Ἀναλήψεως
 στίς Καρυές τοῦ Ἁγίου Ὄρους


Πρόκειται γιά μία ἀπό τίς καλλιτεχνικότερες εἰκόνες τοῦ ἐργαστηρίου τοῦ ἱερομονάχου Παρθενίου τοῦ Σκούρτου τοῦ ἐξ Ἀγράφων. Στό κάτω μέρος εἰκονίζεται ἡ Θεοτόκος ἐν μέσῳ τῶν Ἀποστόλων, ἐνῶ στό πάνω μέρος τῆς ἐντυπωσιακῆς σύνθεσης εἰκονίζεται ὁ ἀναληφθείς Κύριος ἐντός ἡμικυκλικῆς δόξας, καθήμενος ἐπί χερουβίμ. Τήν δόξα περιβάλλουν νεφέλες ἐνῶ γύρω ἀπό αὐτήν πλῆθος ἀγγέλων, ἐκ τῶν ὁποίων οἱ περισσότεροι κρατοῦν ἕνα μουσικό ὄργανο, ἀναγγέλουν μέ πανηγυρικό τρόπο τό γεγονός. Κάτω ἀπό τό χορό τῶν ἀγγέλων, στά ἀριστερά καί δεξιά τῆς σύνθεσης, εἰκονίζονται οἱ προφήτες Δαβίδ καί Ζαχαρίας, πού εἶχαν προαναγγείλει τό γεγονός.
 Τό πολύ ἐντυπωσιακό εἶναι ὅτι ἡ εἰκόνα συνυπάρχει στό ἴδιο τέμπλο μέ τίς εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ Παντοκράτορος καί τῆς Θεοτόκου Ὁδηγητρίας, οἱ ὁποῖες θά πρέπει νά ἀποδοθοῦν στό ἐργαστήριο τοῦ ἱερομονάχου Διονυσίου τοῦ ἐκ Φουρνᾶ. δεσποτική εἰκόνα Ἀναλήψεως τοῦ Σωτῆρος.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου, Ὅσιος ἱερομόναχος Παρθένιος ὁ ἐκ Φουρνᾶ τῶν Ἀγράφων ὁ Σκοῦρτος. Ὁ Βίος καί το ζωγραφικό του ἔργο, Ἀθήνα 2009.
Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου, «Ἄγνωστες φορητές εἰκόνες τῶν ἱερομονάχων Διονυσίου καί Παρθενίου τῶν ἐκ Φουρνᾶ τῶν Ἀγράφων στίς Καρυές τοῦ Ἁγίου Ὄρους (Μέρος Α΄)», Ἀρχεῖο Εὐρυτανικῶν Σπουδῶν καί Ἐρευνῶν 3 (2009), σ. 45-50

Τρίτη 7 Ιουνίου 2016

ΠΟΥ ΕΣΤΙΝ ΕΚΕΙΝΟΣ;


Πο στιν Εκενος; (Ιωάν. 9, 12)

Στή σημερινή εαγγελική περικοπή  εαγγελιστής ωάννης μς περιγράφει λλο να πό τά πολλά θαύματα το ησο Χριστο. Πρόκειται για τό μεγάλο θαμα τς θεραπείας το κ γενετς τυφλο. Μπροστά στο μεγαλειδες και πρωτάκουστο το θαύματος ο Ιουδαοι τά χάνουν καί ναζητον τόν ατιο: Πο στιν Εκενος;
Κι  πρώην τυφλός πού δέχεται τήν ρώτηση, δέν μπορε νά δώσει πάντηση, πέρα πό τό νομα το Ιησο καί τό γεγονός τς θεραπείας του. Αναζητον λοιπόν ο Ιουδαοι τόν Χριστό...

  μως χι μόνο τότε στά χρόνια το Ιησο λλά σέ κάθε ποχή, κι σο θά πάρχει κόσμος ατός, θά πάρχουν νθρωποι πού ναζητον τόν Ιησο. Δέν θά Τόν ναζητον μως λοι γιά τούς διους λόγους καί γιά τόν διο σκοπό. Οπως τότε, τσι καί πάντα: λλος ναζητε τόν Χριστό κινούμενος πό μίσος καί χθρα πρός Ατόν, λλος πό περιέργεια, λλος πό γνήσια ναζήτηση τς καρδις του, ψάχνοντας «τό δωρ τό ζν» κι λλος πό γάπη πρός Ατόν, βλέποντας τι φλόγα πού χει ναφθε μέσα του γιά τόν Χριστό διαρκς καί φουντώνει….

 Πο στιν Εκενος; Στήν ναζήτηση το Χριστο καί μάλιστα ς Σωτήρα τς ζως μας κενος ρχεται κεκλεισμένων τν θυρν, στίς σθένειες, στίς δοκιμασίες, στίς θλίψεις καί τίς χαρές σου κε πού παλεύεις μέ τά κύματα τς ζως, τοιμος νά καταποντιστες – κι Εκενος εναι πάνω στά κύματα δίπλα σου….

Κυρίως μως ρχεται στήν κλσιν το ρτου, στό περφυές μυστήριο τς Θείας Εχαριστίας
Μά κε πού μς επε τι θά Τόν βρίσκουμε πάντα στήν ποια ναζήτησή μας εναι στό πρόσωπο το κάθε δελφο, καί μάλιστα το λαχίστου:
Εφ σον ποιήσατε νί τούτων τν δελφν μου τν λαχίστων, μοί ποιήσατε!..




ποσπάσματα μιλίας στό Εαγγέλιο τς Κυριακς το Τυφλο, πού πραγματοποίησε Γέρων Πατάπιος Καυσοκαλυβίτης στόν ερό ναό το γίου Παντελεήμονος το χωριο Κάϊνα Χανίων, τήν Κυριακή 5 ουνίου 2016.

Οἱ φωτογραφίες προέρχονται ἀπό τον ναό τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος Κάϊνας, ὅπου τιμᾶται ἐπίσης και ἡ ἁγία Παρασκευή.










Γιά τό μορφο ατό χωριό τς παρχίας ποκορώνου Χανίων, τό ποο διακονε ποιμαντικς μέ αταπάρνηση δ καί τέσσερεις δεκαετίες ελαβέστατος φιλοαθωνίτης εροδιδάσκαλος π. Χρήστος Παπουτσάκης, σημαντικές πληροφορίες βρίσκονται στά δύο ξαιρετικά βιβλία - ργα ζως
το άσωνος Στυλιανο Μαυροματάκη:

Τό χωριό μας Κάϊνα (2009)       και
νθρωπογεωγραφία τς Κάϊνας (2013)