Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου
ΤΑ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΑ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΑ
ΚΑΙ Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥΣ ΣΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ
ΚΑΙ Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥΣ ΣΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ
(Μέρος Β΄)*
Κατά τήν περίοδο ἀπό τόν 10ο ἕως τόν 15ο αἰ., τό Ἅγιον Ὄρος βρισκόταν σέ πνευματική ἄνθηση καί πολιτιστική ἀκμή καί οἱ μοναχοί του θεωροῦνταν ἀπό τούς πλέον μορφωμένους καί καταρτισμένους θεολογικά στόν ὀρθόδοξο κόσμο. Αὐτό εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα, ὁ μεγαλύτερος ἀριθμός ἀπό τούς ἀνώτατους ἐκκλησιαστικούς παράγοντες (πατριάρχες, ἐπίσκοποι κ.ἄ.), νά προέρχονται ἀπό τά ἱερά καθιδρύματά του καί μάλιστα ἀνάμεσα ἀπό τούς ἐγγράμματους μοναχούς καί ἰδιαίτερα αὐτούς πού ἀσκοῦσαν τήν τέχνη τῆς καλλιγραφίας. Ἀνάμεσά τους, διαπρεπεῖς πνευματικοί ἡγέτες πού ἔζησαν στή μοναχοπολιτεία τοῦ Ἄθω κατά τούς βυζαντινούς χρόνους καί πού συνέβαλαν σέ μεγάλο βαθμό στήν ὀργάνωση τῶν τοπικῶν ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν (Σερβίας, Ρουμανίας, Ρωσίας, Γεωργίας).
Κατά τήν περίοδο τῆς τουρκοκρατίας, τό ἍγιονὌρος, μέ τή σπουδαία αὐτή δραστηριότητα τῆς ἀντιγραφῆς χειρογράφων -παρ’ ὅλο πού τό ἔντυπο βιβλίο εἶχε ἤδη κάνει τήν ἐμφάνισή του στά τυπογραφεῖα τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης- ἀναλαμβάνει εἴτε ἄμεσα εἴτε ἔμμεσα τή φροντίδα γιά τήν παιδεία τοῦ ἑλληνικοῦ γένους. Τό Ἅγιον Ὄρος κατά τήν περίοδο αὐτή διαδραμάτισε ἕνα γενικότερα σημαντικό ρόλο ὄχι μόνο στή θρησκευτική, ἀλλά καί στήν εὐρύτερα πνευματική ζωή τοῦ ἑλληνισμοῦ. Τά ἁγιορειτικά καθιδρύματα γίνονται τά πολιτιστικά κέντρα καθ’ ὅλη τή δύσκολη αὐτή περίοδο. Ὡς παράλληλη ἐκδήλωση μάλιστα ἑνός γενικότερα προοδευτικοῦ πνεύματος πού ἄγγιζε καί τά μοναστήρια τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί πού ἐκδηλώθηκε τό 1754 μέ τήν ἵδρυση σ’ αὐτό τῆς Ἀθωνιάδος Σχολῆς, θά πρέπει νά θεωρηθεῖ τό πρῶτο τυπογραφεῖο πού ἱδρύθηκε καί λειτούργησε στόν ἑλλαδικό χῶρο (1759)· τό τυπογραφεῖο πού ἵδρυσε ὁ ἀρχιμανδρίτης Κοσμᾶς ὁ Ἐπιδαύριος· κάτοχος σημαντικῆς παιδείας καί πρόσωπο μέ ἔντονα πνευματικά ἐνδιαφέροντα. Ἡ ἐπιλογή μάλιστα, γιά τήν ἔναρξη τῶν ἐργασιῶν τῆς τυπογραφίας, τοῦ βιβλίου Ἐκλογή τοῦ Ψαλτηρίου παντός τοῦ ἱεροδιάκονου Νεόφυτου Καυσοκαλυβίτου, σημαντικῆς προσωπικότητας τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἐκεῖνα τά χρόνια καί πρώτου σχολάρχη τῆς Ἀθωνιάδος, δέν πρέπει νά θεωρεῖται τυχαία.
Μέσα ἀπό γραπτές μαρτυρίες πού διασώθηκαν, μποροῦμε νά πληροφορηθοῦμε ποιά χριστιανικά ἤ κοσμικά ἔργα ὑπῆρξαν ἡ πνευματική τροφή τῶν προγόνων μας καί νά φέρουμε στό φῶς ἀξίες παγκόσμιες πού διαφωτίζουν τήν ἱστορία τοῦ πολιτισμοῦ καί τοῦ ἀνθρωπίνου πνεύματος.
Σ’ αὐτόν λοιπόν τόν ἱστορικό καί ἁγιασμένο τόπο διατηρεῖται ὁ μεγαλύτερος ἀριθμός ἀπό τά ἱερά καί τά ὅσια τοῦ γένους μας, ἀπό τήν βυζαντινή καί μεταβυζαντινή περίοδο τῆς ἱστορίας του. Στόν Ἄθω φυλάσσεται ὁ μεγαλύτερος ἀριθμός ἑλληνικῶν χειρογράφων καί μάλιστα εἰκονογραφημένων στόν κόσμο, ἀφοῦ στά 20 κοινόβια μοναστήρια, τίς 12 σκῆτες καί τά χίλια ἄλλα καθιδρύματα, φυλάσσονται περισσότερα ἀπό τά μισά σωζόμενα διεθνῶς ἑλληνικά χειρόγραφα. Ἀνάμεσά τους καί τρεῖς χιλιάδες περίπου μουσικά χειρόγραφα, τῶν ὁποίων ἡ μελέτη συνέβαλε σέ καίριο βαθμό στήν συνέχιση τῆς ἱστορικῆς πορείας τῆς ἐθνικῆς μας μουσικῆς.
Σήμερα στό Ἅγιον Ὄρος φυλάσσονται περισσότερα ἀπό 30.000 χειρόγραφα, ἀπό τά ὁποῖα τά μισά περίπου κατέχουν οἱ τρεῖς μεγάλες μονές Μεγίστης Λαύρας, Βατοπαιδίου καί Ἰβήρων. Ἀρχικό πυρῆνα κάθε μοναστηριακῆς Βιβλιοθήκης ἀποτελοῦσαν τά προσωπικά βιβλία τοῦ κτίτορα καί ἱδρυτή τῆς μονῆς καί στή συνέχεια ἡ Βιβλιοθήκη ἐμπλουτιζόταν μέ χειρόγραφους κώδικες πού γράφονταν στό καλλιγραφεῖο τῆς μονῆς γιά τίς ἀνάγκες τῆς θείας λειτουργίας ἤ τῶν λοιπῶν ἀκολουθιῶν καί τῶν ἀναγνώσεων ἤ γιά τά πνευματικά ἐνδιαφέροντα τῶν μοναχῶν. Ἄλλα βιβλία κατέληξαν στίς βιβλιοθῆκες ἀπό κληρονομιές διαφόρων προσωπικοτήτων, πού μετέφεραν τά βιβλία τους, ὅταν ἐγκαταστάθηκαν στίς μονές ἤ δημιούργησαν δική τους βιβλιοθήκη μέσα στίς ἰδιόρρυθμες –κάποτε- μονές. Μεγάλος ἐπίσης ἀριθμός χειρογράφων προέρχεται καί ἀπό τά ἐκτός Ἁγίου Ὄρους- μετόχια τῶν μονῶν.
Τά λαμπρά βιβλία ὅμως πού κίνησαν τό ἐνδιαφέρον τῶν ἐπισκεπτῶν, τῶν ἱστορικῶν τῆς τέχνης καί ἄλλων ἐπιστημόνων, τά διακοσμημένα καί εἰκονογραφημένα χειρόγραφα, τά χειρόγραφα κλασικῶν κειμένων καί γενικά τά χειρόγραφα μή θεολογικοῦ ἤ λειτουργικοῦ περιεχομένου, προέρχονται ἀπό δωρεές πού ἔκαναν στίς μονές οἱ βυζαντινοί αὐτοκράτορες, ἡγεμόνες, ἐκκλησιαστικοί ἡγέτες κ.ἄ. τεκμηριώνοντας μέ τόν τρόπο αὐτό τήν ἐκτίμηση καί τό σεβασμό τους πού ἔτρεφαν γιά τό Ἁγιώνυμο Ὄρος. Ὡς χαρακτηριστικό παράδειγμα ἀναφέρουμε μία ἀπό τίς πιό πλούσιες δωρεές βιβλίων πού ἔγινε σέ ἁγιορειτική μονή· αὐτήν τοῦ αὐτοκράτορα Ἰωάννου ΣΤ΄ τοῦ Καντακουζηνοῦ στή μονή Βατοπαιδίου: μιά δωρεά 26 τουλάχιστον βιβλίων πού ἀποτελοῦν λαμπρό δεῖγμα τῆς ἀκμῆς τῆς βυζαντινῆς καλλιγραφίας καί τέχνης στό δεύτερο τέταρτο τοῦ 14ου αἰ. · δωρεά πού ἔγινε μεταξύ τῶν ἐτῶν 1347-1354.
Τά ἁγιορείτικα χειρόγραφα διακρίνονται ὡς πρός τή μορφή σέ κώδικες καί εἰλητάρια, ὡς πρός τό περιεχόμενο σέ κώδικες κοσμικῶν γνώσεων (ὅπως γιά παράδειγμα ἡ Βοτανική τοῦ Διοσκουρίδου τοῦ αἰ. στή Μεγίστη Λαύρα, ἡ Γεωγραφία τοῦ Κλαύδιου Πτολεμαίου τοῦ 13ου-14ου αἰ. στή μονή Βατοπαιδίου) καί σ’ αὐτούς πού διασώζουν κείμενα χριστιανικῆς καί ἐκκλησιαστικῆς γραμματείας, ὡς πρός τό ὑλικό πάνω στό ὁποῖο ἔχουν γραφεῖ, σέ περγαμηνά, βομβύκινα καί χάρτινα καί τέλος, ὡς πρός τή γραφή, σέ μεγαλογράμματα καί μικρογράμματα (συνεχίζεται)....
----
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Κώδ. Καυσοκαλυβίων 12. 18ος αἰ. Ἀρχικό γράμμα Η.
* Εἰσήγηση τοῦ συγγραφέα στό 4ο Παγκόσμιο Συνέδριο Ἀποδήμων τῆς Χαλκιδικῆς, Οὐρανούπολις 12-14 Σεπτεμβρίου 2008.