Ἄρθρο τοῦ Δικαίου τῆς Ἱερᾶς Σκήτης Ἁγίας Τριάδος,
μοναχοῦ Παταπίου Καυσοκαλυβίτου,
πού δημοσιεύτηκε στήν ἐφημερίδα Ὀρθόδοξη Ἀλήθεια, τήν Τετάρτη 25 Μαίου 2022
Για λήψη του άρθρου, πατήστε ΕΔΩ
Ἄρθρο τοῦ Δικαίου τῆς Ἱερᾶς Σκήτης Ἁγίας Τριάδος,
μοναχοῦ Παταπίου Καυσοκαλυβίτου,
πού δημοσιεύτηκε στήν ἐφημερίδα Ὀρθόδοξη Ἀλήθεια, τήν Τετάρτη 25 Μαίου 2022
Για λήψη του άρθρου, πατήστε ΕΔΩ
Του
Δικαίου της Ιεράς Σκήτης Αγίας
Τριάδος
μοναχού Παταπίου Καυσοκαλυβίτου
«Στή Σκήτη τῶν Καυσοκαλυβίων ζοῦσαν στό παρελθόν πολλοί σεβαστοί γέροντες, ἰσάξιοι τῶν παλαιῶν μεγάλων Πατέρων. Ὁλόκληρη ἡ ἀδελφότητα τῆς Σκήτης περνούσαμε ἀπό μπροστά τους μέ μεγάλη εὐλάβεια. Ἐκεῖνοι στέκονταν ὀρθοί στήν ἀγρυπνία, ὡς ἀκίνητοι στύλοι, ἀπό τό βράδυ ὡς τό πρωΐ. Οὔτε μιά φορά δέν κοίταζαν δεξιά ἤ ἀριστερά. Ὅλοι ἦσαν σιωπηλοί. Ἀργό λόγο ἀπ᾿ αὐτούς δέν ἄκουγες. Ἀκόμη καί γιά τά ἀπαραίτητα, μιλοῦσαν ἐλάχιστα, κι αὐτό μόνο ὅταν ὑπῆρχε μεγάλη ἀνάγκη, διαφυλάττοντας μέ τόν τρόπο αὐτόν τήν πνευματική τους ζωή».
Μ᾿ αὐτά τά λιτά μά ἐπαινετικά λόγια ἕνας ἀσκητής τῶν μέσων τοῦ 19ου αἰ. περιγράφει στίς σημειώσεις του τήν πνευματικότητα τῶν πατέρων τῆς πλέον ἀπομεμακρυσμένης περιοχῆς τοῦ Ἁγίου Ὄρους.
«Οἱ
μοναχοί αὐτῆς, οἱ Καυσοκαλυβῖται,
διακρίνονται διά τήν φιλοξενίαν αὐτῶν,
τό μειλίχιον τῶν τρόπων καί τάς λοιπάς
ἀρετάς των. Ὁ ἐπισκεπτόμενος αὐτούς
νομίζει ὅτι εὑρίσκεται ἐνώπιον μοναχῶν
τῶν ἀρχαίων χρόνων, ἀγάλλεται δέ νά
συνομιλῇ μαζί των λόγους πνευματικούς,
διότι ὅλοι σχεδόν εἶναι ἐγκυκλοπαιδικώτατοι
ὡς ἐκ τῶν νυκτερινῶν ἀναγνώσεων, εἰς
ἅς ἀφιερώνονται καθ᾿ ἑκάστην,
διεξερχόμενοι τά συγγράμματα τῶν ἁγίων
Πατέρων».
(Ἀλέξανδρος
Μωραϊτίδης, Μέ τοῦ Βορηᾶ τά κύματα)
«Μεγάλο πρᾶγμα ἡ μοναχική ζωή! Πολύ μεγάλο! Μεγάλη, ὑψηλή ζωή, θεία ζωή, ποιητική ζωή. Εἶναι μιά ζωή ἐξαίσια. Ὁ μοναχός μπορεῖ νά βρίσκεται στή γῆ, ἀλλά ταξιδεύει πάνω, μέ τ᾿ ἄστρα, μέσα στό ἄπειρο… Αὐτήν τή ζωή τή λένε ἀγγελική καί εἶναι ἀγγελική», μᾶς ἔλεγε ὁ ὅσιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης. Ξύλον ζωῆς. Ξένη ζωή, ἔλεγε ὁ ἴδιος πώς σημαίνουν τά ἀρχικά αὐτά γράμματα Ξ καί Ζ. «Ξένη ζωή». Καί πρόσθετε ὅτι αὐτή τήν ξενιτεία τήν εἶχε ζήσει: «Πράγματι! Μακριά ἀπ᾿ ὅλους κι ἀπ᾿ ὅλα. Νά κάνεις τό ἐργόχειρό σου, νά προσεύχεσαι, νά διακονεῖς τούς ἀδελφούς καί νά σέ βλέπει μονάχα ὁ Θεός», ἀναπολοῦσε.
Τό Ἅγιον Ὄρος εἶναι τό πανεπιστήμιο τῆς καρδιᾶς, εἶναι τό θεραπευτήριο τοῦ ἔσω ἀνθρώπου. Εἶναι ὁ τόπος ὅπου ὄχι μόνο ἀναπαύονται τόσοι ἄνθρωποι, ἀλλά καί τόπος ἀναπαύσεως τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ!
Ὅπως μεταξύ τῶν δώδεκα μαθητῶν Του εἶχε καί τόν «ἠγαπημένον», ὅπως ἐπιλέγει τά θαύματα τῆς φανέρωσής Του, ἔτσι ἐπιλέγει καί τόπους μέσα στή δημιουργία Του, στούς ὁποίους χαρίζει πλουσιοπάροχα τή χάρη Του. Ἐδῶ ἡ ψυχή ξανοίγεται πρός τά οὐράνια, κυριαρχεῖ τό ἐνδιαφέρον γιά τά αἰώνια, γιά τήν ἕνωση τῆς ψυχῆς μέ τόν Χριστό μέσα ἀπό τή σωτηρία της.
Τό Ἅγιον Ὄρος εἶναι τό Ὄρος τοῦ Θεοῦ! Ἐδῶ, στή σκιά τοῦ Ἄθωνα, οἱ μοναχοί προσπαθοῦν νά ἀνακαλύπτουν τόν Οὐρανό. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος διδάσκει ὅτι «ἡ σκάλα πού ὁδηγεῖ στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι κρυμμένη στήν ψυχή μας˙ καί ἐκεῖ θά πρέπει νά τήν ἀνακαλύψουμε γιά νά ἀρχίσουμε νά ἀναβαίνουμε πρός τά πάνω». Τό Ἅγιον Ὄρος ἀποτελεῖται ἀπό δύο λέξεις: Τή μία, τή δεύτερη, τήν περπατᾶς μέ τά πόδια, τό Ὄρος. Τήν ἄλλη τήν ἀνεβαίνεις μέ τήν προσευχή, τήν ἁγιότητά του.
Μικρή ἀνθοδέσμη ἀπό τόν πνευματικό λειμώνα τῶν Καυσοκαλυβιτῶν πατέρων.
Ὁ γέροντας Ἱερόθεος (+1966) τῆς καλύβης Ἁγ. Ἀκακίου εἶχε τή χάρη μέ τόν λόγο καί τίς συμβουλές του, πού ἦταν βάλσαμο γιά κάθε ψυχή, νά ἀναπαύει τούς λογισμούς ὅλων τῶν πατέρων πού τόν ἐπισκέπτονταν. Τό ἐργαστήριό του ἦταν ἀνοικτό σέ ὅλους. Εἶχε ὅμως συνάμα μέ φρόνηση φροντίσει, νά μήν ὑπάρχει σ᾿ αὐτό κανένα κάθισμα, ὥστε οἱ ἐπισκέπτες του νά μήν κάθονται πολύ καί ἀργολογοῦν. Ἐκοιμήθη ὁσιακά μετά ἀπό τή Θεία Λειτουργία πού εἶχε τελεστεῖ στήν καλύβη του καί ἀφοῦ εἶχε μεταλάβει τῶν θείων μυστηρίων.
Ὁ μοναχός Παΐσιος τῆς καλύβης τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων ἔγινε μεγαλόσχημος μοναχός πιθανότατα τό 1898. Ἦταν ἄριστος ξυλουργός καί κατασκεύαζε τά σανίδια τῶν εἰκόνων τῶν Ἰωασαφαίων. Κατασκεύασε ἐπίσης τά στασίδια τοῦ κυρίως ναοῦ τοῦ Κυριακοῦ και τόν δεσποτικό θρόνο καθώς καί τό τέμπλο τῆς καλύβης του. Γενικά ἦταν πολύ φίλεργος καί φιλάδελφος καί ἐξυπηρετοῦσε ὅλους μέ τήν ἐργασία του. Ἴσως γι᾿ αὐτό, ὅταν μετά τήν κοίμησή του (ἐκοιμήθη νέος, 38-40 ἐτῶν) ἔγινε ἀνακομιδή τῶν λειψάνων του, βρέθηκε τό χέρι του ἄφθαρτο ἐκπέμποντας ἄρρητη εὐωδία.
Τό χέρι αὐτό φυλασσόταν γιά καιρό στήν Καλύβη καί προσκυνοῦνταν εὐλαβικά ἀπό ὅλους. Δυστυχῶς ὅμως σέ κάποια πανήγυρη τῆς Καλύβης κάποιοι βούλγαροι μοναχοί ἔκλεψαν τό χέρι καί ἔγιναν ἄφαντοι. Ἀργότερα, ἕνας καυσοκαλυβίτης μοναχός πού βρέθηκε στήν Ὀδησσό τῆς Ρωσίας, καθ᾿ ὁδόν πρός τόν τόπο καταγωγῆς του, διαπίστωσε μετά θαυμασμοῦ ὅτι σέ ἕναν ναό τῆς πόλης, ἀφιερωμένο στή Θεοτόκο, προσκυνοῦνταν ὡς ἅγιο λείψανο, πού ἔφερε μάλιστα καί τήν ἐπιγραφή: «Παΐσιος μοναχός Καυσοκαλυβίτης».
Ὁ ἱερομόναχος Συμεών τῆς καλύβης Ἁγ. Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου θεράπευσε κάποτε ἕναν ἁγιοπαυλίτη μοναχό πού ὀνομαζόταν Βενέδικτος καί εἶχε προσβληθεῖ ἀπό δαιμόνιο. Ὁ παπα-Συμεών τόν κράτησε κλεισμένο στήν καλύβη του σαράντα μέρες μέ αὐστηρή νηστεία καί ἄλλα πνευματικά γυμνάσματα.
Τελικά, μέ τήν εὐχή τοῦ Γέροντα ὁ μοναχός ἀπαλλάχτηκε ἀπό τόν πειρασμό αὐτό καί ὡς εὐχαριστία πρόσφερε μιά εἰκόνα τοῦ Τιμίου Προδρόμου, πού βρίσκεται στόν ναό μέχρι σήμερα καί φέρει τήν ἀφιέρωση τοῦ θεραπευθέντος μοναχοῦ. Ὁ γέροντας Συμεών τῆς παραπάνω καλύβης στά ἑξῆντα χρόνια πού ἔζησε στό Ὄρος ποτέ δέν βγῆκε ἔξω. Προγνωρίζοντας τόν θάνατό του, ἐκοιμήθη ὁσιακά κατά τήν ἡμέρα τῆς γιορτῆς του ἀλλά καί τῆς πανηγύρεως τῆς καλύβης του, κατά τήν ἑορτή τοῦ ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου,στίς 12 Μαρτίου 1988, κάτι πού θεωρεῖται σημεῖο τῆς θείας χάριτος. Τό ἐπί ἑξῆντα χρόνια ἄπλυτο σῶμα του, πρός δόξαν Θεοῦ, δέν ἀνέδιδε καμμία δυσάρεστη μυρωδιά.
Ὁ γέροντας Νικόδημος τῆς καλύβης Ἁγ. Παντελεήμονος (+1867), καθοδηγώντας τόν ὑποτακτικό του στήν ἐργασία τῆς νοερᾶς προσευχῆς, τόν δίδασκε νά προσεύχεται συνεχῶς καί νά μήν ἐμπιστεύεται ὁράματα καί φαντασίες, ἀκόμη κι ἄν τοῦ ἐμφανιστεῖ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ἀλλά νά λέει: «Ἐγώ δέν ἐπιθυμῶ νά δῶ τόν Χριστό στή ζωή αὐτή, ἀλλά στή μέλλουσα».
Ὁ γέροντας Μιχαήλ τῆς καλύβης Εὐαγγελισμοῦ ἦταν καλός ἁγιογράφος καί εἶχε θεῖο ζῆλο γιά τή θεοφιλῆ αὐτή ἐργασία. Ὁ Θεός μάλιστα εὐδόκησε μιά εἰκόνα του, τοῦ ἁγίου Σάββα τοῦ ἐν Καλύμνῳ, νά συνδεθεῖ μέ θαυμαστά γεγονότα. Συγκεκριμένα, τό 1959 ἡ ἡγουμένη τῆς μονῆς Ἁγίων Πάντων στήν Κάλυμνο, ὅπου φυλάσσεται τό ἅγιο λείψανο τοῦ ἁγίου Σάββα, παρήγγειλε στόν γέροντα Μιχαήλ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου. Ἐκεῖνος ὅμως, μήν ἔχοντας πρότυπο καί μή γνωρίζοντας τή μορφή του, παρακάλεσε τόν Ἅγιο νά τόν φωτίσει στήν ἁγιογράφησή του.
Ὅταν ἀργότερα ἡ εἰκόνα στάλθηκε στήν Κάλυμνο, ἡ καμπάνα τῆς μονῆς ἄρχισε νά κτυπᾶ ἀπό μόνη της, ἀπό τή στιγμή πού ἔφθασε στό λιμάνι τό πλοῖο, μέχρι τήν ἑπομένη πού ἔφεραν τήν εἰκόνα στή Μονή. Πρόκειται γιά τήν παλαιότερη εἰκόνα πού ἱστορεῖ τήν ἱερή μορφή τοῦ ἁγίου Σάββα.
Ὁ γερο-Χαράλαμπος ἀπό τό Καστελλόριζο, πού ἔζησε στήν καλύβη Ἁγ. Χαραλάμπους, γιά τήν ἁπλότητα, τήν εἰλικρινῆ μετάνοια καί τήν ἁγνότητα τῆς καρδιᾶς του ἀξιώθηκε νά προγνωρίσει τήν ἡμέρα τοῦ θανάτου του. Τό γεγονός αὐτό τό ἀνακοίνωσε στούς δελφουςύ μοναχούς μέ τά ἑξῆς λόγια: «Ὅταν θά κτυπήσει ἡ καμπάνα τοῦ Ἁγίου Γεωργίου γιά τόν νέο Δικαῖο, θά κτυπήσει καί γιά τό γερο-Χαράλαμπο». Τήν ἡμέρα τῆς μνήμης τοῦ ἁγίου Γεωργίου, δηλαδή στίς 23 Ἀπριλίου, διεξάγονται σέ ὅλες τίς ἀθωνικές σκῆτες οἱ ἐκλογές γιά τήν ἀνάδειξη τοῦ νέου Δικαίου· εὐχάριστο γιά κάθε Σκήτη γεγονός πού ἀνακοινώνεται καί συνάμα ὑπογραμμίζεται μέ χαρμόσυνες κωδωνοκρουσίες. Ἔτσι, ἐκεῖνον τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1938, ἡ καμπάνα κτύπησε γιά δύο αἰτίες καί μέ δύο ρυθμούς: πρῶτα πανηγυρικά γιά τόν νέο Δικαῖο καί ἔπειτα πένθιμα γιά τήν κοίμηση τοῦ γερο-Χαράλαμπου.
(Οἱ φωτογραφίες πού συνοδεύουν τό κείμενο εἶναι παλαιῶν πατέρων τῆς Σκήτης, ἀπό τή συλλογή τῆς Καλύβης Ἁγ. Ἀκακίου).
Δημοσιεύτηκε στην ΡΟΜΦΑΙΑ
Ἄρθρο τοῦ Δικαίου τῆς Ἱερᾶς Σκήτης Ἁγίας Τριάδος,
μοναχοῦ Παταπίου Καυσοκαλυβίτου,
πού δημοσιεύτηκε στήν ἐφημερίδα Ὀρθόδοξη Ἀλήθεια, τήν Τετάρτη 27 Απριλίου 2022
Για λήψη του άρθρου, πατήστε ΕΔΩ
ΦΟΡΗΤΗ ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟ ΚΥΡΙΑΚΟ ΤΗΣ ΣΚΗΤΗΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΩΝ.
1842. ΧΕΙΡ ΙΕΡΟΘΕΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ
Η ΤΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΣΤΟΝ Ι. ΝΑΟ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΦΩΤΕΙΝΗΣ.
ΕΝΘΥΜΙΟ ΑΠΟ ΤΗ ΣΜΥΡΝΗ. 1875
Συμπορευόμενοι μέ τόν Χριστό στό Πάθος καί τήν Ἀνάσταση
τοῦ Δικαίου τῆς Ἱερᾶς Σκήτης Ἁγίας Τριάδος
Γέροντος Παταπίου Καυσοκαλυβίτου
Μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀνηφορική καί κοπιαστική πορεία τῆς
Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς πρός τή συνάντησή μας μέ τόν ἀναστημένο Χριστό,
φθάνει στό τέλος της.
Στό ἀποκορύφωμα τῆς πορείας
μας πρός τό Πάσχα, ἑορτάζουμε σήμερα τήν θριαμβευτική εἴσοδο τοῦ Χριστοῦ
στά Ἱεροσόλυμα, ὁπότε ὑποδεχόμαστε κι ἐμεῖς τόν σιωπηλό, προβληματισμένο
καί κατά πάντα περίλυπο Ἰησοῦ, πού εἰσέρχεται στήν Ἁγία Πόλη.
Στήν ὀρθόδοξη εἰκονογραφία τῆς ἑορτῆς τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων, ἄν σταθοῦμε μπροστά στήν εἰκόνα, θά παρατηρήσουμε ὅτι τό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ ἔχει μία περίσκεψη καί φαίνεται νά ἀπέχει ἀπό τά ὅσα συμβαίνουν γύρω του.
Γι᾿ αὐτό
καί σιωπᾶ⋅ δέν χαιρετᾶ⋅
δέν εὐλογεῖ⋅ δέν θαυματουργεῖ⋅
δέν προσέχει στά ὠσσανά. Ὅλ᾿ αὐτά γνωρίζει ὅτι εἶναι τά σημάδια μιᾶς πορείας
πού μέλλει νά διανύσει.
Γι᾿ αὐτό κι ἐμεῖς, δέν πρέπει νά παραμείνουμε στούς πανηγυρισμούς
τῆς ἡμέρας αὐτῆς.
Ὁ Χριστός ἐπείγεται νά σταυρώσει τήν ἁμαρτία, γιά νά θανατώσει τό θάνατο καί νά ἀναστήσει τόν ἄνθρωπο.
Ἄν ἐπιθυμοῦμε βαθειά νά ἑνωθοῦμε μέ τόν Χριστό καί νά μπορέσουμε
νά βρεθοῦμε δίπλα Του τή στιγμή τῆς δόξας Του, ὁφείλουμε νά Τόν ἀκολουθήσουμε
στό Πάθος Του· νά συσταυρωθοῦμε καί συνταφοῦμε μ᾿ Αὐτόν.
Πρέπει νά ἔχουμε συνεχῶς πνευματική ἐγρήγορση καί νά μήν εἴμαστε
ράθυμοι σάν τίς «μωρές» ἐκεῖνες Παρθένες τῆς παραβολῆς, μιά πού ὁ
Νυμφίος ἔρχεται «ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός».
Βέβαια ὁ νυμφίος τῆς ψυχῆς μας Χριστός, ἔρχεται πάντοτε καί μέ πολλές
μορφές, κάθε στιγμή τῆς ζωῆς μας. Ἄς εἴμαστε λοιπόν ἄγρυπνοι πνευματικά
καί ἄς ἀγωνιζόμαστε, ὥστε νά μή μείνουμε ἔξω ἀπό τήν Βασιλεία Του.
Ὁ Κύριος, πρίν ἀπό τό Μυστικό Δεῖπνο, ζώστηκε τό «λέντιον»
καί ἔπλυνε τά πόδια τῶν μαθητῶν Του, δείχνοντάς μας ὅτι ὁ δρόμος πού
ὁδηγεῖ στή θέωση, περνάει ἀπό τήν πύλη τῆς ταπεινώσεως καί τῆς ἐν
Χριστῷ κοινωνίας μέ τό συνάνθρωπο (ἀκολουθία τοῦ Νιπτῆρος). Μόνο ἔτσι
θά μπορέσουμε νά συμμετέχουμε στό κατεξοχήν μυστήριο τῆς συναντήσεως
τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Χριστό, πού εἶναι καί τό κέντρο τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας·
τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας (Μεγάλη Πέμπτη).
Συμπορευόμενοι νοερά μέ τόν Χριστό στό δρόμο γιά τόν Γολγοθᾶ, ἄς σταθοῦμε κι ἐμεῖς κάτω ἀπό τό Σταυρό. Κι ἐκεῖ πού Ἐκεῖνος θά σταυρώνεται γιά τίς δικές μας ἁμαρτίες, ἄς σταυρώσουμε τά πάθη μας·
«Τάς αἰσθήσεις ἡμῶν καθαράς τῷ Χριστῷ
παραστήσωμεν, καί ὡς φίλοι τάς ψυχάς ἡμῶν θύσωμεν δι’ αὐτόν, καί μή
ταῖς μερίμναις τοῦ βίου, συμπνιγῶμεν ὡς ὁ Ἰούδας...» θά ψάλλουμε
στό α΄ ἀντίφωνο τῆς Ἀκολουθίας τῶν Παθῶν.
Νεκρός πάνω στό Σταυρό, ἔξω ἀπό τά τείχη
τῆς Ἱερουσαλήμ, καί μετά τήν Ἀνάστασή Του, τήν τρίτη ἡμέρα «κατά τάς Γραφάς», ὁ Χριστός συνεχίζει
νά πεθαίνει καί νά ἀνασταίνεται, μυστικά, μυστηριακά, μέχρι τό τέλος
τοῦ κόσμου τούτου μαζί μέ κάθε ἄνθρωπο, τοῦ ὁποίου «ἐνεδύθη» τό πρόσωπο.
Δέν ἔχουμε λοιπόν παρά νά ἀνασηκώσουμε τή βαριά πλάκα τῆς πέτρινης καρδιᾶς μας πού σκεπάζει μέσα μας, ὡς ἄλλος τάφος, τόν Κύριο τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου.
Τότε Αὐτός, δίχως ἄλλο, θά ἐγερθεῖ, ὅπως καί τή νύκτα ἐκείνη ὅπου τά «πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός τε καί γῆ καί τά καταχθόνια», ὅπως ψάλλουμε στόν ἀναστάσιμο κανόνα, συνεγείροντας κι ἐμᾶς μέ τή λυτρωτική Του παρουσία.
Καλήν Ἀνάσταση !
Ὁ Δικαῖος τῆς
Ἱερᾶς Σκήτης Ἁγίας Τριάδος
Πατάπιος
μοναχός Καυσοκαλυβίτης