Παταπίου Μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου
Ὁ μοναχός Μητροφάνης ὁ ἐκ Βιζύης τῆς Θράκης καί τό ζωγραφικό του ἔργο στή Σκήτη Καυσοκαλυβίων τοῦ Ἁγίου Ὄρους
Ἡ περιοχή τῶν Καυσοκαλυβίων, στό νότιο Ἄθω, εἶναι ἀπό τά πρῶτα μέρη πού κατοικήθηκαν στήν ἱερή χερσόνησο. Ἄλλωστε εἶναι γνωστό, ὅτι τούς τόπους αὐτούς ἐπέλεξε γιά τήν ὑπερφυή ἄσκησή του ὁ ὅσιος Πέτρος ὁ Ἀθωνίτης ὁ ἀπό Σχολαρίων (9ος αἰ.)[1].
Ἀπό τή βυζαντινή περίοδο, σώζονται λίγα ἀλλά, κατά τή γνώμη μας, σημαντικά ἔργα ζωγραφικῆς[2]. Τά περισσότερα ἔργα τέχνης πού φυλάσσονται στά Καυσοκαλύβια καί τήν εὐρύτερη περιοχή τους, προέρχονται ἀπό τήν μεταβυζαντινή ἐποχή[3], ἀπό τόν 16ο αἰ. καί ἐφεξῆς καί κυρίως ἀπό τό 18ο αἰ., ὅπως ἄλλωστε συμβαίνει καί στό ὑπόλοιπο Ἅγιον Ὄρος.
Ἀπό τά πολυπληθῆ ἐπίσης ἔργα τέχνης τοῦ πρώτου μισοῦ τοῦ 19ου αἰ., πού βρίσκονται στή Σκήτη Καυσοκαλυβίων, ξεχωριστό ἐνδιαφέρον παρουσιάζουν οἱ τοιχογραφίες τοῦ ἐσωνάρθηκα (Λιτῆς) τοῦ Κυριακοῦ ναοῦ τῆς Ἁγίας Τριάδος (εἰκ. 1), οἱ ὁποῖες, σύμφωνα μέ ὑπέρθυρη ἐπιγραφή, ἱστορήθηκαν στά 1820 ἀπό τό μοναχό Μητροφάνη τόν ἐκ Βιζύης τῆς Θράκης[4].
Ὁ μοναχός Μητροφάνης καταγόταν ἀπό τή Βιζύη τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης. Κατά τόν 19 αἰ. στήν πόλη τῶν Σαράντα Ἐκκλησιῶν[5] τῆς ἴδιας περιοχῆς ὑπῆρχε τοπική σχολή ἐκκλησιαστικῆς ζωγραφικῆς, πού ἔδωσε ἀρκετούς προικισμένους ἁγιογράφους. Κάποιοι ἀπ' αὐτούς τοιχογράφησαν ἀρκετά ἔργα πού βρίσκονται σέ μοναστήρια τῆς περιοχῆς καθώς καί τῆς νότιας Βουλγαρίας[6].
Ἔχοντας ἐργαστεῖ γιά κάποια περίοδο σ' αὐτή τή σχολή, ὁ Μητροφάνης ἀναχώρησε ἀργότερα γιά τόν Ἄθω, τοῦ ὁποίου ἡ πνευματική ζωή ἐπέδρασε στίς μετέπειτα καλλιτεχνικές του δημιουργίες[7].
Ὁ Μητροφάνης ἐγκαταβίωσε στό καρακαλλινό Κελλί τῶν Ἁγίων Πάντων, στό κέντρο τῶν Καρυῶν. Δέν γνωρίζουμε ἀκόμη ἐάν ἔγινε μοναχός στό Κελλί αὐτό ἤ ἐάν ἦταν ἤδη μοναχός ὅταν ἔφθασε στό Ἅγιον Ὄρος. Πιθανότερη εἶναι ἡ πρώτη περίπτωση καθώς ὁ ἴδιος σέ ἀρκετές φορητές εἰκόνες του ὑπογράφει ὡς ‘’Μητροφάνης Νικηφόρου’’, ὑποδηλώνοντας μέ τόν τρόπο αὐτό τήν πνευματική του σχέση μέ τόν γέροντα Νικηφόρο, στόν ὁποῖο θά ἀναφερθοῦμε στή συνέχεια.
Τό κελλί τῶν Ἁγίων Πάντων ἱδρύθηκε ἀπό τόν ἱερομόναχο Γαβριήλ ἀπό τό Καρπενήσι, ὁ ὁποῖος τό 1681 ἀνήγειρε σ' αὐτό τό παρεκκλήσι τῶν Ἁγίων Πάντων. Ἀπό τήν καταγωγή τοῦ ἱδρυτοῦ καί κυρίως ἀπό τό γεγονός ὅτι οἱ περισσότεροι ἀπό τούς μοναστές τοῦ κελλίου ἦταν ζωγράφοι πού κατάγονταν ἀπό τό Καρπενήσι, ἡ ἀδελφότητα τοῦ κελλιοῦ ὀνομάστηκε "τῶν Καρπενησιωτῶν ζωγράφων"[8].
Στίς Καρυές τήν ἴδια ἐποχή εἶχαν ἀναπτυχθεῖ, ἐκτός ἀπό τό ἐργαστήριο τῶν ‘‘Καρπενησιωτῶν ζωγράφων’’, ἄλλα δύο, ἐξίσου σημαντικά, εἰκονογραφικά ἐργαστήρια: τό προγενέστερο, τοῦ ἱερομονάχου Παρθενίου τοῦ ἐξ Ἀγράφων[9], μέ ἕδρα τό λαυρεωτικό Κελλί τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τῶν Σκουρταίων καί τό σύγχρονο, τῶν Γαλατσιάνων ζωγράφων, μέ ἕδρα τό Κελλί τοῦ Γενεσίου τῆς Θεοτόκου[10].
Στό κελλί τῶν Ἁγίων Πάντων, πρῶτος ἀπό τούς ζωγράφους πού τό ὄνομά του εἶναι γνωστό ἦταν ὁ Δαμασκηνός ἀπό τό Καρπενήσι. Τόν Δαμασκηνό διαδέχτηκε ὁ Νικηφόρος ὁ Α΄ πού καταγόταν κι αὐτός ἀπό τό Καρπενήσι[11]. Ἐκοιμήθη τό 1816 στή μονή Ζωγράφου, τήν περίοδο πού ἱστοροῦσε μέ τή συνοδία του τό Καθολικό τοῦ Ἁγίου Γεωργίου καί τάφηκε ἐκεῖ. Τό ἐκεῖ ἔργο ὁλοκλήρωσαν οἱ ὑποτακτικοί καί μαθητές του Μητροφάνης ὁ ἐκ Βιζύης, Ἰωάσαφ, Νικηφόρος Β΄ καί Γεράσιμος πού ἐπίσης ἦταν μαθητές τοῦ ζωγράφου Δαμασκηνοῦ ἀπό τό Καρπενήσι. Τόν Νικηφόρο τόν Α΄, διαδέχθηκε στή γεροντία τοῦ Κελλίου ἀλλά καί στή διεύθυνση τοῦ ἐργαστηρίου ὁ Μητροφάνης ὁ ἐκ Βιζύης, ὁ ὁποῖος ἐκοιμήθη στό Κελλί τῶν Ἁγίων Πάντων[12]. Ἀπό τήν ἴδια θρακική πόλη κατάγονταν ἐπίσης ὁ Γεράσιμος (γεν. τό 1794) ὅπως καί ὁ Ἰωάσαφ, πού ἦταν μέλη τῆς ἴδιας συνοδίας μ’ ἐκείνην τοῦ Μητροφάνη.
Φαίνεται ὅτι ἡ φήμη τῆς τέχνης τοῦ Μητροφάνη εἶχε ὑπερβεῖ τά γεωγραφικά ὅρια τοῦ Ἄθω ἤ τουλάχιστον εἶχε γίνει γνωστός σέ περιοχές πλησιόχωρες μέ τή γενέτειρά του Βιζύη, ὅπως ἡ Ἡράκλεια τῆς Θράκης. Ἔτσι γιά τόν Μητροφάνη ὡς ‘‘ἐπιτήδειο’’ ζωγράφο ὑπάρχει ἀναφορά τοῦ μητροπολίτη Ἡρακλείας Ἰγνατίου (1821-1830) σέ ἐπιστολή του (23 Δεκεμβρίου 1826) πρός τόν Γερμανό Ἰβηρίτη, στόν ὁποῖο ἀναθέτει τήν παραγγελία στόν Μητροφάνη, εἰκόνας τοῦ ἁγίου τοῦ ὁποίου ἔφερε τό ὄνομα, δηλ τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Ἰγνατίου:
«... Μητροφάνης τις εὑρίσκεται εἰς Καριαῖς μαθητής Νικηφόρου καί ζωγράφος ἐπιτήδειος, ὡς ἀκούομεν, τόν ὁποῖον εὑροῦσα καί εἰποῦσα ὅτι τῷ εὐχόμεθα ἐκ ψυχῆς, καίτοι προσωπικῶς μή γνωρίζοντες τόν ἄνδρα, νά τόν παραγγείλῃ, ὡς ἀπό μέρους μας, διά νά ζωγραφίσῃ μίαν εἰκόνα τοῦ ἁγίου καί θεοφόρου Ἰγνατίου, ἔχουσα πέριξ τά θαύματα καί τήν ἀνακομιδήν, τήν ὁποίαν καί νά μᾶς τήν στείλῃ ἡ ὁσιολογιότης της, ἀφοῦ τελειώσει, ἐνσημειοῦσα καί τό κόστος, γιά νά τό ἀποστείλωμεν. Θέλομεν δέ νά γίνῃ ὡραία»[13].
Ἔργα τοῦ μοναχοῦ Μητροφάνη στή Σκήτη Καυσοκαλυβίων
Στή Σκήτη Καυσοκαλυβίων, ἐκτός ἀπό τίς τοιχογραφίες τῆς Λιτῆς τοῦ Κυριακοῦ, στίς ὁποῖες θά ἀναφερθοῦμε παρακάτω ἀναλυτικά, σώζονται ἐπίσης τά ἑξῆς ἀδημοσίευτα –τά περισσότερα- ἔργα τοῦ μοναχοῦ Μητροφάνη:
α) μία τοιχογραφία μέ θέμα τή Φιλοξενία τοῦ Ἀβραάμ, πού βρίσκεται ἐντός κόγχης, στόν ἀνατολικό τοῖχο τῆς κοινῆς τράπεζας τοῦ Κυριακοῦ[14], β) οἱ δεσποτικές εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ Παντοκράτορος, τῆς Θεοτόκου Ὁδηγήτριας καί τῆς Ἁγίας Τριάδος, στό τέμπλο τοῦ Κυριακοῦ ναοῦ. Ἡ τελευταία μάλιστα, χρονολογημένη στά 1821, φέρει στό κάτω μέρος της τήν ὑπογραφή τοῦ ζωγράφου μας: ΧΕΙΡ ΜΗΤΡΟΦΑΝΟΥΣ 1821, γ) φορητή εἰκόνα τῆς Ἁγίας Τριάδος, στό βασικό προσκυνητάρι τοῦ Κυριακοῦ δ) εἰκόνα τῶν τριῶν πολιούχων τῆς Σκήτης, Ἁγίων Μαξίμου, Ἀκακίου καί Νήφωνος πού βρισκόταν μέχρι πρόσφατα στό ἀριστερό προσκυνητάρι τοῦ Κυριακοῦ, ἐνῶ τώρα φυλάσσεται στό ἅγιο Βῆμα[15], ε) εἰκόνα τῶν Ἁγίων Ἰλαρίωνος τοῦ Μεγάλου, Μαξίμου τοῦ Καυσοκαλύβη καί Φιλαρέτου τοῦ Ἐλεήμονος μέ τήν χρονολογία (στό κάτω μέρος) 1820, στήν Καλύβη τοῦ Ἁγίου Εὐσταθίου, ζ) εἰκόνα μέ τούς ὁσίους Ἀθανάσιο καί Πέτρο τούς Ἀθωνίτες, πού βρίσκεται στό πλησιόχωρο στά Καυσοκαλύβια Κελλί τοῦ Ἁγίου Νείλου: ὁ ἱδρυτής τῆς Μεγίστης Λαύρας, μέ μοναχική περιβολή, κρατᾶ στό ἀριστερό χέρι ἀνοικτό εἰλητάριο, ἐνῶ ὁ πρῶτος οἰκιστής τοῦ Ἄθω, γυμνίτης, κρατᾶ μέ τό δεξί του μεγάλο σταυρό.
Ἔργα τοῦ μοναχοῦ Μητροφάνη ἐκτός Καυσοκαλυβίων
Ἀπό τίς φορητές εἰκόνες τοῦ μοναχοῦ Μητροφάνη πού βρίσκονται ἐκτός Καυσοκαλυβίων, ἐκτός ἀπ' αὐτές πού ἀναφέρει ὁ Μ. Χατζηδάκης[16], ὅπως ἡ εἰκόνα μέ τούς τέσσερεις Εὐαγγελιστές, τοῦ ἔτους 1815 πού βρίσκεται στό Βυζαντινό Μουσεῖο Ἀθηνῶν ἀναφέρουμε τίς παρακάτω: α) Εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, μικρή στηθαία, πού
βρισκόταν στό Κελλί τῶν Ἁγίων Πάντων, β) Στό Καθολικό μονῆς Ζωγράφου (1817): οἱ δεσποτικές εἰκόνες τοῦ τέμπλου, τοῦ Χριστοῦ Παντοκράτορος καί τῆς Θεοτόκου Ὁδηγητρίας, γ) Φορητή εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Νικολάου Μύρων στήν ἴδια μονή πού φέρει τήν ἐπιγραφή: 1817 ΜΗΤΡΟΦΑΝΟΥΣ[17]. Εἰκονίζεται ὁ ἅγιος Νικόλαος φέροντας ἀρχιερατική στολή. Στό πάνω ἀριστερό μέρος τῆς σύνθεσης εἰκονίζεται ὁ Χριστός μέ τό δεξί χέρι νά εὐλογεῖ τόν Ἅγιο καί μέ τό ἀριστερό νά τοῦ προσφέρει Εὐαγγέλιο, ἐνῶ στά δεξιά, ἡ Θεοτόκος μέ ἁπλωμένο στά δυό της χέρια ὠμοφόριο πού φαίνεται νά τό προσφέρει στόν ἅγιο ἱεράρχη. Ἡ εἰκόνα προέρχεται ἀπό τό τέμπλο τοῦ ναοῦ τοῦ Κελλιοῦ τοῦ Ἁγίου Νικολάου πού βρίσκεται πλησίον τῆς μονῆς Ζωγράφου, δ) στήν εἰκονοθήκη τοῦ Πρωτάτου βρίσκουμε ἕναν ἀμφιπρόσωπο σταυρό ἁγίας τράπεζας. Στήν πλευρά μέ τόν Ἀναστάντα Χριστό καί στήν κυκλική διαπλάτυνση τοῦ ξύλου ὑπάρχει ἡ ἐπιγραφή: "ΙΣΤΟΡΗΘΗ Ο ΠΑΡΩΝ ΣΤΑΥΡΟΣ ΔΙ ΕΞΟΔΩΝ ΤΩΝ ΟΣΙΩΤΑΤΩΝ ΚΟΣΜΑ ΚΑΙ ΓΑΒΡΙΗΛ ΤΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΩΝ ΤΩΝ ΚΑΙ ΙΑΤΡΩΝ ΕΙΣ ΑΙΩΝΙΟΝ ΑΥΤΩΝ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ 1826 ΧΕΙΡ ΜΗΤΡΟΦΑΝΟΥΣ"[18], ε) Τέλος, εἰκόνα στή μονή Βατοπεδίου μέ τήν Μετάσταση τῆς Θεοτόκου (73Χ102 ἑκ.) μέ ἐπιγραφή: "χείρ Μητροφάνους Νικηφόρου, 1816"[19].
Συμμετοχή τοῦ μοναχοῦ Μητροφάνη ὑπάρχει, ὅπως προαναφέραμε ἀκροθιγῶς, καί στό εἰκονογραφικό πρόγραμμα τῶν τοιχογραφιῶν τοῦ καθολικοῦ τῆς μονῆς Ζωγράφου (κυρίως ναός, ἐξωνάρθηκας), σύμφωνα μέ τήν ἐπιγραφή: (στά σλαβονικά) «Εἰς δόξαν τῆς ἁγίας καί ὁμοουσίου Τριάδος καί τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, αὐτή ἡ [ ] καί ἱερή ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Μεγαλομάρτυρος καί Τροπαιοφόρου Γεωργίου πού ἡ εἰκόνα του ζωγραφίστηκε μόνη της ... 1817 Σεπτεμβρίου (στή συνέχεια στά ἑλληνικά) Ἱστορηθεῖσα [ ] χειρός Νικηφόρου Ζωγρα[ ] μετά τῆς συνοδί[ ] αὐτοῦ Μητροφάνους, Ἰωάσαφ, Νικηφόρου καί Γερασίμ[ ] 1817»[20].
Μετά τήν τελευτή τοῦ γέροντα τῆς συνοδίας, Νικηφόρου τοῦ Α΄, τό 1816, ὁ Μητροφάνης ἡγήθηκε τοῦ ἐργαστηρίου πού ἱστοροῦσε τό ναό, μέχρι τήν ὁλοκλήρωση τοῦ ἔργου, τό 1817. Θά πρέπει ἐπίσης νά σημειώσουμε ὅτι μαθητές τοῦ Μητροφάνη, ἱστόρησαν ἀργότερα καί τή Λιτή τῆς μονῆς Ἐσφιγμένου. Ἡ καλλιτεχνική ὁμοιότητα τῶν τριῶν ζωγραφικῶν συνόλων τῶν Καθολικῶν τῶν μονῶν Ζωγράφου καί Ἐσφιγμένου καθώς καί τοῦ Κυριακοῦ τῆς σκήτης Καυσοκαλυβίων –στό ὁποῖο θά ἀναφερθοῦμε ἐκτενῶς στή συνέχεια- εἶναι πολύ μεγάλη.
Ἡ Λιτή τοῦ Κυριακοῦ τῶν Καυσοκαλυβίων καί τό εἰκονογραφικό της πρόγραμμα
Σύμφωνα μέ τήν ἐντοίχια ἐπιγραφή-χρονολογία «1804» πού διακρίνεται ἀνάμεσα στίς κεραῖες σταυροῦ ἀπό ἔνθετους πλίνθους καί ἡ ὁποία βρίσκεται ἐξωτερικά στόν τοῖχο τοῦ ἐξωνάρθηκα καί δεξιά τῆς θύρας εἰσόδου τοῦ Κυριακοῦ ἀλλά καί σύμφωνα μέ τήν κτιτορική ἐπιγραφή στό ἐσωτερικό, ὁ ἐξωνάρθηκας καί ὁ νάρθηκας (Λιτή) τοῦ Κυριακοῦ τῶν Καυσοκαλυβίων κτίστηκαν τό 1804. Τήν πρωτοβουλία γιά τήν ἀνέγερση τῆς Λιτῆς πῆρε ὁ ἱερομόναχος Τιμόθεος πού ἀσκεῖτο στή γειτονική μέ τό Κυριακό Καλύβη τοῦ Ἁγίου Εὐσταθίου, γνωστή τότε ὡς Καλύβη τοῦ Προδρόμου, μιά πού ὁ πρῶτος ναός της ἦταν ἀφιερωμένος στόν Τίμιο Πρόδρομο. Γιά τήν ἱστόρηση, ἀργότερα, τῆς Λιτῆς μερίμνησε ἰδιαίτερα ὁ διάδοχος τοῦ Τιμοθέου ἱερομόναχος Γεράσιμος, ὁ ὁποῖος ἐκοιμήθη στή Σκόπελο, κατά τήν περίοδο τῆς ἐκεῖ μετοικεσίας τῆς συνοδίας τῆς Καλύβης, τήν περίοδο τῆς ἑλληνικῆς ἐπαναστάσεως (1821-1830).
Ἡ Λιτή τοῦ Κυριακοῦ τῆς Ἁγίας Τριάδος εἶναι ἕνα πλούσια εἰκονογραφημένο ζωγραφικό σύνολο στό ὁποῖο ἐπιχειρεῖται ἕνας συγκερασμός μεταξύ τῆς παραδοσιακῆς ἁγιορείτικης ζωγραφικῆς καί δανείων ἀπό τή δυτική καί λαϊκή τέχνη σέ σημαντικό βαθμό. Ἐδῶ -σέ σχέση μέ τόν κυρίως ναό[21]- κυριαρχεῖ μία μπαρόκ διακοσμητική διάθεση, ἐντύπωση πού ἐντείνεται ἀπό τήν κάλυψη ἐλεύθερων ἐπιφανειῶν μέ τοπιογραφικά θέματα, ὅπως αὐτά στό ἐπιχρισμένο γύσο τοῦ τύμπανου τοῦ τρούλου, ὅπου συναντοῦμε μικρογραφικές παραστάσεις τοπίων πού θυμίζουν ἔντονα ἀντίστοιχες διακοσμήσεις ἀρχοντικῶν τῆς δυτικῆς Μακεδονίας. Ἄλλα ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά εἶναι οἱ ἀνάγλυφοι χρυσοί φωτοστέφανοι πού φέρουν οἱ ἅγιοι, τουλάχιστον τῆς κατώτερης εἰκονογραφικῆς ζώνης, διακοσμημένων μέ στικτά καί ἀνάγλυφα κοσμήματα, τά ἐκτεταμένα χρυσώματα, ἡ χρήση ἔντονων χρωμάτων ἰδίως στίς συνθέσεις καί πλούσιου διακόσμου καί δανείων ἀπό τό μπαρόκ, τά γραπτά πλαίσια πού μιμοῦνται τά ἀνάγλυφα δυτικά γύψινα, τό γαλάζιο βάθος τῶν τοιχογραφιῶν τό ὁποῖο φέρει διάστηκτα χρυσά ἀστέρια, ἡ ἐπιτήδευση στήν ἐνδυματολογία καί γενικά ἡ προσπάθεια γιά φυσιοκρατική ἀπόδοση χώρου καί μορφῶν. Τά κοσμήματα ἐπί τῶν ἀμφίων καί ἄλλων ἐνδυμάτων, ἔχουν ἀντιγραφεῖ ἀπό ἀνατολίτικα πολύτιμα ὑφάσματα.
Ἡ τέχνη τῶν τοιχογραφιῶν τῆς Λιτῆς τοῦ Κυριακοῦ εἶναι ἀφηγηματική καί συνδυάζεται μέ ἀρκετά στοιχεῖα μιᾶς ἐκλαϊκευμένης μορφῆς μπαρόκ καί ροκοκό[22].
Ἡ ταυτότητα τοῦ ζωγράφου τῶν τοιχογραφιῶν αὐτῶν καί τοῦ ἐργαστηρίου του ἀνιχνεύεται στήν σωζόμενη ὑπέρθυρη ἐπιγραφή πού βρίσκεται πάνω ἀπό τήν νότια πύλη εἰσόδου τοῦ ἐσωνάρθηκα (Λιτῆς) (ἐσωτερικά):
ΟΥΤΟΣ Ο ΙΕΡΟΣ ΝΑΡΘΗΞ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ ΑΝΕΚΑΙΝΙΣΘΕΙ ΕΚ ΒΑΘΡΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟ 1804 ΕΤΟΣ. ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΜΕΝ ΤΩΝ ΕΝΤΑΥΘΑ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ ΣΚΗΤΕΩΣ ΔΑΠΑΝΗ ΔΕ ΤΩΝ ΒΟΗΘΗΣΑΝΤΩΝ ΕΥΣΕΒΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ. ΙΣΤΟΡΗΣΘΕΙ ΚΑΙ ΕΚΑΛΟΠΙΣΘΕΙ ΚΑΤΑ ΤΟ 1820 ΕΤΟΣ. ΠΑΡΑ ΜΗΤΡΟΦΑΝΟΥΣ ΖΩΓΡΑΦΟΥ ΤΟΥ ΕΚ ΤΗΣ ΒΥΖΟΥ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ ΜΕΤΑ ΤΗΣ ΣΥΝΟΔΙΑΣ ΑΥΤΟΥ.
Κάνοντας στή συνέχεια τῆς μελέτης μας μία συνοπτική περιγραφή τοῦ πολύ πλούσιου εἰκονογραφικοῦ προγράμματος τῆς Λιτῆς[23] θά σταθοῦμε στά παρακάτω.
Στόν τροῦλο τῆς Λιτῆς, ὁ ὁποῖος θά πρέπει νά σημειώσουμε ὅτι εἶναι ἀρκετά μεγαλύτερος σέ διάμετρο ἀπό τόν ἀντίστοιχο τοῦ κυρίως ναοῦ, ἀπεικονίζεται ἡ ἐντυπωσιακή παράσταση τῆς Παναγίας Πλατυτέρας, μέ χορό Ἀγγέλων νά ἀκολουθεῖ στήν ἑπόμενη ζώνη. Ἀκολουθοῦν οἱ Δίκαιοι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης Ἰωσήφ, Ἄβελ, Σήθ, Ἐνώς, Τωβίτ, Ἐνώχ, Ἐλεάζαρ, Ἰώβ, Νῶε, Σήμ, Ἰάφεθ, Ράγαβ, Ἔβερ, Φάλεκ, Σάλα καί Καϊνάν, ἐνῶ στά λοφία τοῦ τρούλου ἔχουμε τέσσερεις ἀπό τούς μεγάλους ἁγίους ὑμνογράφους τῆς Ἐκκλησίας, τούς Ρωμανό τό Μελωδό, Ἰωσήφ τόν Ὑμνογράφο, Ἐφραίμ Καρίας καί Ἀνδρέα Κρήτης. Οἱ μορφές πολλῶν ἄλλων ἁγίων ὑμνογράφων σέ στηθάρια κοσμοῦν καί τίς ἀκμές τῶν τεσσάρων τόξων πού ἀνακρατοῦν τόν τροῦλο. Συγκεκριμένα εἰκονίζονται οἱ παρακάτω ὑμνογράφοι μέ τίς χαρακτηριστικές τους ἐπιγραφές: Λέων ὁ Δεσπότης (πού θά πρέπει νά ταυτιστεῖ μέ τόν Λέοντα ΣΤ΄ τό Σοφό), ὁ ποιητής Βυζάντιος, Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, Ἰωάννης Εὐχαΐτων, Συμεών ὁ Θαυμαστορείτης, Ἀνατόλιος ὁ Πατριάρχης, Φιλόθεος ὁ Πατριάρχης, Γερμανός ὁ Πατριάρχης, Σωφρόνιος Ἱεροσολύμων, Γεώργιος Νικομηδείας, Χριστοφόρος ὁ Πρωτασικρίτης, Ἀνδρέας ὁ Πύρρος, Στέφανος ὁ Ἁγιοπολίτης, Σέργιος ὁ Ἁγιοπολίτης, Βασίλειος ὁ Πιγεριώτης, ὁ ποιητής Βαβύλας, Κυπριανός, Θεοφάνης ὁ Γραπτός καί ὁ ποιητής Ἀρσένιος. Πρόκειται γιά τήν μοναδική περίπτωση πού εἰκονογραφοῦνται τόσο ἐκτεταμένα –συγκεκριμένα, 23 στόν ἀριθμό- ἱεροί ὑμνογράφοι τῆς Ἐκκλησίας στήν ἁγιορείτικη μνημειακή ζωγραφική, παρ’ ὅλο πού τό θέμα δέν εἶναι ἄγνωστο στήν ἱερά χερσόνησο (πχ. καθολικό μονῆς Ἐσφιγμένου, μονή Γρηγορίου)
Στό δυτικό τοῖχο, κυρίαρχη εἶναι ἡ μεγάλων διαστάσεων παράσταση τῆς Δευτέρας Παρουσίας-Τελευταίας Κρίσης ἐνῶ στήν κάτω ζώνη ἀπεικονίζονται κυρίως Ἁγιορεῖτες Ὅσιοι. Συγκεκριμένα ἀπεικονίζονται ὁ ὅσιος Σίμων ‘‘ὁ Σιμωνοπετρίτης’’, ὁ ὅσιος Παῦλος ὁ Ξηροποταμηνός, ὁ ὅσιος Διονύσιος ‘‘ὁ ἐν τῷ Ὀλύμπῳ’’, ὁ ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, ὁ ἅγιος Νήφων Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ὁ ‘‘ἅγιος ἱερομάρτυς Κοσμᾶς’’, ὁ ὅσιος Διονύσιος ‘‘τῆς τοῦ Διονυσίου’’, ὁ ὅσιος Γρηγόριος ‘‘τῆς τοῦ Γρηγορίου’’, οἱ τοπικοί ὅσιοι Πέτρος Ἀθωνίτης καί Νήφων Καυσοκαλυβίτης, ὁ ὅσιος Νεκτάριος ‘‘ὁ ἐνασκήσας ἐν τῇ τῶν Καρεῶν’’, ὁ ὅσιος Γεννάδιος ὁ Βατοπεδινός καί ὁ ὅσιος Γαβριήλ ὁ Ἴβηρ. Ἡ ἱστόρηση τοῦ ἁγίου Σεραφείμ ‘‘τοῦ ἐξ Ἀγράφων", ἐπισκόπου Φαναρίου, ἀνάμεσά τους -ἄν καί δέν ἀνήκει στήν παραπάνω χορεία- σχετίζεται μέ τήν ἀγραφιώτικη καταγωγή τόσο τοῦ κτίτορα τῆς Σκήτης, ὁσίου Ἀκακίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου[24], καί τοῦ κτίτορα τοῦ κυρίως ναοῦ τοῦ Κυριακοῦ ἱερομονάχου Ἰωνᾶ τοῦ Καυσοκαλυβίτου[25], ὅσο καί μέ τήν ἐπίσης ἀγραφιώτικη καταγωγή, πολλῶν ἀπό τούς ζωγράφους τοῦ συνεργείου πού ἱστόρησαν τή Λιτή (πλήν βεβαίως τοῦ πρώτου μεταξύ τους, Μητροφάνους μοναχοῦ). Στήν ἴδια ζώνη ἀπεικονίστηκε ὅπως ἀναφέραμε καί ὁ ὅσιος Διονύσιος ὁ ἐν Ὀλύμπῳ. Νά ὑπογραμμίσουμε ἐδῶ ὅτι ὁ Φιλοθεΐτης ὅσιος, εἶναι καί ὁ ἱδρυτής τῆς μονῆς Ἁγίας Τριάδος Σουρβιᾶς στό Πήλιο, Μονή στήν ὁποῖα ἔγινε μεγαλόσχημος ὁ ἱδρυτής τῆς Σκήτης τῶν Καυσοκαλυβίων ὅσιος Ἀκάκιος[26].
Στούς ἄλλους τρεῖς τοίχους ἔχουμε: στήν ἀνώτερη ζώνη τοῦ νότιου τοίχου, τήν παράσταση τοῦ μαρτυρίου τῶν Μακκαβαίων[27], καί στόν ἀνατολικό τοῖχο, τῆς Ἀναστυλώσεως τῶν Εἰκόνων, τῆς Πρώτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου τῆς ἐν Νικαίᾳ καί τῆς Ἁγίας Τριάδος, μέ τήν δυτικότροπη ἀπεικόνισή της. Οἱ εἰκοσιτέσσερεις Οἶκοι τῶν Χαιρετισμῶν τῆς Θεοτόκου ἀναπτύσσονται στήν μεσαία ζώνη τοῦ βόρειου καί τοῦ νότιου τοίχου, καθώς καί στά κατώτερα σημεῖα τῶν μετώπων τῶν τόξων. Πάνω ἀπό τούς μαρμάρινους κίονες καί στούς χώρους ἀνάμεσα στά τόξα τῆς βόρειας καί νότιας πλευρᾶς εἰκονίζονται ὁλόσωμοι ἤ σέ προτομή Προφῆτες καί Προφήτιδες, ἀλλά καί Ὅσιοι καί Ἅγιες Μάρτυρες. Συγκεκριμένα ἀπεικονίζονται οἱ Προφήτες Δανιήλ, Μαλαχίας[28] καί Ἡσαΐας, ἡ Δικαία Ἰουδήθ[29] , οἱ ὅσιοι Ἰάκωβος ὁ Ἀσκητής, Παῦλος ὁ ἐν τῷ Λάτρῳ, Στέφανος ὁ Ὁμολογητής, Ποιμήν, Μωϋσής ὁ Αἰθίωψ, οἱ μάρτυρες Γοβδελαᾶς ὁ Πέρσης, Ζωτικός καί Σαλαμάνος, Χρύσανθος καί Δαρεία, Ἀδριανός καί Ναταλία, ἐνῶ στήν ἀνώτερη ζώνη τοῦ νότιου τοίχου, οἱ ὁσίες Φευρωνία, Εὐγενία, Εὐπραξία, Ἐπιστήμη, Εὐφημία, Αἰκατερίνα, Βαρβάρα, Εὐδοκία, Πελαγία, Ἀναστασία ἡ Ρωμαία καί Μαρίνα.
Στήν κατώτερη ζώνη τοῦ ἀνατολικοῦ τοίχου ἔχουμε ὁλόσωμες τίς μορφές τῶν Δώδεκα Ἁγίων Ἀποστόλων, μέ κυρίαρχες αὐτές τῶν Πρωτοκορυφαίων Πέτρου καί Παύλου νά εἰκονίζονται ἐκατέρωθεν τῆς πύλης εἰσόδου πρός τόν κυρίως ναό.
Ὅσον ἀφορᾶ τώρα στούς ἰδιαίτερους, νάρθηκες, βόρειο καί νότιο, πού ἔχουν διαμορφωθεῖ ἐν εἴδει παρεκκλησίων, χώρους τῆς Λιτῆς σημειώνουμε ἀκροθιγῶς τά ἑξῆς: Στό νότιο νάρθηκα, ὅπου βρίσκεται καί ἡ εἴσοδος πρός τό ναό, ἔχουμε σ' ὁλόκληρη τήν ὀροφή, σκηνές ἀπό τή ζωή τοῦ ὁσίου Ἀθανασίου τοῦ Ἀθωνίτου, τοῦ ἱδρυτοῦ τῆς κυρίαρχης μονῆς Μεγίστης Λαύρας. Ἀναπτύσσονται οἱ σκηνές πού φέρουν τίς ἑξῆς μεγαλογράμματες ἐπιγραφές: «Ὁ Ἅγιος θεραπεύει τοῦ μοναχοῦ τόν πόδα», «Τό θαλάσσιον ὕδωρ δι’ εὐχῆς πότιμον ἐποίησεν ὁ Ἅγιος», «Τοῦ πλοίου ἀνατραπέντος τούς ἐν αὐτῷ ἐῤῥύσατο ὁ Ἅγιος», «Ὁ Ἅγιος ἐκ τῆς μονῆς διά σταυροῦ τούς δαίμονας ἐκδιώκει», «Ὁ Ἅγιος ἐκ τῆς μονῆς διάρε τούς οἰκοδόμους μοναχούς ἐποίησε», «Ἡ κοίμησις τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου», «Ἡ Θεοτόκος στρέφει τόν Ἅγιον καί πρός τήν οἰκοδομήν θαῤῥύνει», «Ὁ Ἅγιος θεραπεύει τόν ὑδρωπικόν», «Διά προσταγῆς τῆς Θεοτόκου ὕδωρ ἐκβλύζει ὁ Ἅγιος».
Ἀπό τίς ὑπόλοιπες τοιχογραφίες τοῦ παραπάνω τμήματος τῆς Λιτῆς ξεχωρίζουμε τίς μεγάλες παραστάσεις τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, τῆς "Ψυχοσωτήριας καί Οὐρανοδρόμου Κλίμακος" τοῦ ὁσίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, τοῦ τῆς Μεγάλης Βουλῆς Ἀγγέλου, πού ἱστορήθηκε στόν ἀτύμπανο τρούλο πού κεῖται πάνω ἀπό τίς προηγούμενες σκηνές[30], δύο παλαιοδιαθηκικές σκηνές, τῆς Βρεφοκτονίας τοῦ Ἡρώδη καί τῆς Παραβολῆς τοῦ Ἀσώτου Υἱοῦ[31] καθώς καί τίς ἀπεικονίσεις ἀρκετῶν Ἁγιορειτῶν Νεομαρτύρων[32]. Ἀνάμεσα στούς τελευταίους ὑπογραμμίζουμε τήν παρουσία τῶν Ἰβηροσκητιωτῶν Ὁσιομαρτύρων Εὐθυμίου, Ἰγνατίου, Ἀκακίου, πού μαρτύρησαν στά 1814, 1814, 1815 ἀντίστοιχα, πέντε χρόνια δηλ. πρίν τήν ἱστόρηση τῆς Λιτῆς, καθώς καί τοῦ Ὁσιομάρτυρος Ἀγαθαγγέλου τοῦ Ἐσφιγμενίτου, πού μαρτύρησε τό 1818, δύο μόλις χρόνια πρίν ἀπό τήν ἱστόρηση τῆς Λιτῆς. Οἱ σύγχρονες μέ τήν ἱστόρηση τῆς Λιτῆς ἀπεικονίσεις τῶν παραπάνω νεομαρτύρων, ἐκτός ἀπό τήν εἰκονογραφική τους ἀξία, μιά πού τό πιθανότερο εἶναι ὁ ζωγράφος Μητροφάνης καί τό συνεργεῖο του νά γνώριζαν κάποιους ἀπ’ αὐτούς τούς Νεομάρτυρες ὁπότε καί νά ἀποθανάτισαν στίς τοιχογραφίες αὐτές τά προσωπογραφικά τους χαρακτηριστικά, ἐπιπλέον δείχνουν τήν μεγάλη ἀπήχηση καί καταξίωση πού εἶχε τό μαρτύριό τους στή συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας. Τέλος, δέν θά πρέπει νά παραλείψουμε τήν ἀπεικόνιση στόν ἴδιο χῶρο τοῦ Νεομάρτυρα Νικολάου τοῦ ἐξ Ἀγράφων, πού ὑπογραμμίζει ἐκ νέου τήν ἀγραφιώτικη καταγωγή μελῶν τοῦ ἐργαστηρίου τοῦ Μητροφάνη.
Ἀπό τά ὑπόλοιπα θέματα τοῦ χώρου αὐτοῦ τοῦ νότιου νάρθηκα ἀναφέρουμε τό μαρτύριο τῶν ἁγίων Γεωργίου, Δημητρίου, Μηνᾶ, Εὐγράφου καί Ἑρμογένους, αὐτό τῶν Ἁγίων Πέντε Μαρτύρων Εὐστρατίου, Εὐγενίου, Ὀρέστου, Μαρδαρίου καί Αὐξεντίου, τήν Ἀνάληψη τοῦ Προφήτου Ἡλιοῦ[33], τή σύνθεση μέ τό μαρτύριο τῶν Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, τίς ἀπεικονίσεις τῶν ὁσίων Δομετιανοῦ, Ἰωάννου Παλαιολαρίτη καί Βασιλείου τοῦ Νέου καθώς καί τήν ἰδιαίτερα συμβολική γιά τούς μοναστές τῆς Σκήτης παράσταση, πού ἱστορήθηκε δίπλα ἀκριβῶς ἀπό τήν πύλη ἐξόδου καί ἡ ὁποία φέρει τήν χαρακτηριστική ἐπιγραφή: "Οὔτοι εἰσίν οἴτινες ἐξερχόμενοι ἐκ τῆς Ἀγρυπνίας σύρονται ὑπό τοῦ διαβόλου".
Στό βόρειο ἀπό τά τρία κλίτη τῆς Λιτῆς τοῦ Κυριακοῦ ναοῦ τῆς Ἁγίας Τριάδος -πού στά σχέδια (στό τέλος τῆς παρούσας μελέτης) σημειώνεται ὡς βόρειος νάρθηκας- καί συγκεκριμένα στήν ὀροφή (οὐρανία) του καθώς καί στήν πρώτη ζώνη ὅλων τῶν τοίχων τοῦ κλίτους, ἀναπτύσσεται ἕνας πλήρης εἰκονογραφικός κύκλος μέ τή ζωή καί τά θαύματα τοῦ ὁσίου Μαξίμου τοῦ Καυσοκαλύβη (περ. 1265-70)[34]. Θά πρέπει ἐδῶ νά ὑπογραμμιστεῖ ὅτι εἶναι ἡ πρώτη φορά πού ἀπεικονίζονται σκηνές ἀπό τό Βίο τοῦ ὁσίου Μαξίμου, κάτι πού δίνει στό ζωγράφο μας τή δυνατότητα νά ἐκδηλώσει τό χάρισμά του στή δημιουργία νέων συνθέσεων. Περιλαμβάνονται οἱ ἑξῆς δέκα σκηνές πού καλύπτουν τήν ὁσιακή βιοτή τοῦ μεγάλου αὐτοῦ ἡσυχαστοῦ Ἁγιορείτου ὁσίου τοῦ 14ου αἰ., στοῦ ὁποίου ἄλλωστε τήν προσωνυμία ὀφείλει τήν ὀνομασία της ἡ Σκήτη:
α) Ἡ σκηνή εἶναι πολυσύνθετη. Ἐντός τοῦ περιβόλου τῆς Μεγίστης Λαύρας πού παριστάνεται μέ πλούσια κτίρια, τείχη καί πύργους, ὁ Ὅσιος εἰκονίζεται σέ τρεῖς ἐπιμέρους σκηνές πού εἶναι ἐμπνευσμένες ἀπό τό Βίο τοῦ ὁσίου Μαξίμου, καί εἰδικά τήν περίοδο πού αὐτός ἔζησε στή Λαύρα (εἰκ. 30). Συγκεκριμένα, Α΄: Ὁ Ὅσιος συμβουλεύεται δύο μοναχούς, προφανῶς γιά ποιό τρόπο μοναχικῆς ζωῆς νά ἀκολουθήσει. Β΄: Ὁ Ὅσιος εἰκονίζεται καθιστός ἔξω ἀπό τό Καθολικό νά διαβάζει βιβλίο, τό πιθανότερο περιέχον τούς βίους τῶν ὁσίων Πέτρου καί Ἀθανασίου τῶν Ἀθωνιτῶν. Γ΄: Ὁ Ὅσιος εἰκονίζεται ἐντός τοῦ Καθολικοῦ τῆς Λαύρας, νά εἰσακούει τά κελεύσματα τῆς Θεοτόκου πού εἰκονίζεται βρεφοκρατοῦσα ἐντός νεφελῶν.
Ἐπιγραφή: Ἡ Θεοτόκος κελεύει τὸν ἅγιον ν’ ἀνέλθη εἰς τὸν Ἄθωνα.
β) Ὁ Ὅσιος εἰκονίζεται πάνω στήν κορυφή τοῦ Ἄθω, στήν ὁποία διακρίνεται καί παρεκκλήσι, νά συνομιλεῖ μέ τήν Κυρία Θεοτόκο βρεφοκρατοῦσα, ἡ ὁποία κρατᾶ ἀνοικτό εἰλητάριο μέ τήν ἐπιγραφή: «Λάβε τήν χάριν κατά δαιμόνων καί κατίκησαι...». Τό κείμενο τοῦ εἰληταρίου εἶναι παρμένο ἀπό τόν Βίο τοῦ Ὁσίου.
Ἐπιγραφή: Ὁ Ἅγιος Μάξιμος σινομιλεῖ μὲ τὴν Θεοτόκον.
Στό εἰλητάριο τοῦ Ὁσίου: «Χαῖρε κεχαριτωμένη ὁ Κύριος μετὰ σοῦ». Καί τό κείμενο αὐτό εἶναι παρμένο -ὅπως τό προηγούμενο- ἀπό τόν Βίο τοῦ ὁσίου Μαξίμου.
γ) Ὁ Ὅσιος εἰκονίζεται στίς ὑπώρειες τοῦ Ἄθω νά συνομιλεῖ μέ ἕναν ἡλικιωμένο μοναχό. Καί οἱ δύο εἶναι καθιστοί καί φέρουν πλήρη μοναχική περιβολή. Ὁ ἡλικιωμένος μοναχός κρατᾶ ἀνοικτό εἰλητάριο.
Ἐπιγραφή: Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὀνειδίζεται ὡς πεπλανημένος.
Στό εἰλητάριο: «... ἐνόμισεν ὅτι ἐπλανήθη ὁ διορθ [...]». Τό κείμενο παραφράζει τό σχετικό ἀπόσπασμα τοῦ Βίου: «Ὁ δέ γέρων ταῦτα ἀκούσας ἔδοξεν πλάνην εἶναι τό ὁραθέν· διά τοῦτο καί προσῆψεν αὐτῷ τῆς πλάνης τό ὄνομα, τόν φωστῆρα πλανημένον ἀποκαλῶν ὁ ἀνόητος».
δ) Ὁ Ὅσιος εἰκονίζεται μαζί μέ τόν ὅσιο Γρηγόριο τό Σιναΐτη ἐντός ταπεινῆς καλύβης. Καί οἱ δύο τους εἶναι καθήμενοι καί συνομιλοῦν καθώς φαίνεται μέ μεγάλη σοβαρότητα. Ὁ ὅσιος Μάξιμος φοράει μόνο ἐσώρασο καί τό μοναχικό του σχῆμα, ἐνῶ ὁ ὅσιος Γρηγόριος φέρει πλήρη μοναχική περιβολή μετά μανδύου. Μέ τόν τρόπο αὐτό ὁ ζωγράφος θέλει πιθανόν νά ὑποδηλώσει τήν ὑπεροχή τοῦ ὁσίου Γρηγορίου, ὡς διδασκάλου τῆς νοερᾶς προσευχῆς.
Ἐπιγραφή: Ὁ Ἅγιος Μάξιμος συνομιλεῖ μὲ τὸν Σιναΐτην Γρηγόριον.
ε) Εἰκονίζεται ὁ Ὅσιος μόνο μέ τό ἐσώρασό του καί ἁπλωμένα τά χέρια, νά ἵπταται διαέριος, πάνω ἀπό τά δένδρα. Στό ἄνω μέρος τῆς παράστασης, πίσω ἀπό ἕνα βράχο, εἰκονίζεται ἐπιμελῶς κρυμμένος μοναχός. Προφανῶς πρόκειται γιά τόν Θεοφάνη Περιθεωρίου, τό βιογράφο τοῦ ὁσίου Μαξίμου, ὁ ὁποῖος - ὅπως ὁ ἴδιος ὁμολογεῖ στό κείμενό του, εἶδε τόν Ὅσιο κυριολεκτικά νά ἵπταται.
Ἐπιγραφή: Ὁ Ἅγιος πέταται ἐν τῷ ἀέρι.
ζ) Ὁ Ὅσιος εἰκονίζεται ἔξω ἀπό ἕνα σπήλαιο νά συνδιαλέγεται μέ δύο βασιλεῖς, οἱ ὁποῖοι φαίνεται νά τόν ἀκοῦν προσεκτικά. Καί οἱ τρεῖς τους εἶναι καθισμένοι. Ὁ Ὅσιος φοράει μόνο τό ἐσώρασό του ἐνῶ οἱ βασιλεῖς -οἱ ὁποῖοι δέν εἶναι ἄλλοι ἀπό τόν Ἰωάννη Ε΄ Παλαιολόγο καί Ἰωάννη ΣΤ΄ Καντακουζηνό– εἶναι ἐνδεδυμένοι μέ πλήρη βασιλική περιβολή. Ἡ παράσταση ὡς ἐκ τούτου εἶναι ἀνιστορική καθώς εἶναι γνωστό ἀπό τόν Βίο τοῦ ὁσίου Μαξίμου ὅτι οἱ δύο βασιλεῖς ἐπισκέφθηκαν τόν Ὅσιο μή φορῶντας τά βασιλικά τους ἐνδύματα.
Ἐπιγραφή: Ὁ Ἅγιος προφητεύει τοῖς βασιλεῦσι τὰ ἐσόμενα.
η) Πολυσύνθετη σκηνή. Στό ἀριστερό μέρος τῆς σύνθεσης εἰκονίζεται ὁ Ὅσιος σέ νεανική ἡλικία νά κατασκευάζει μία καλύβη ἀπό κλαδιά, ξύλα καί χόρτα. Φέρει ἐσώρασο καί τό μεγάλο σχῆμα του, ἐνῶ στό ἀριστερό του χέρι κρατᾶ δέσμη ξερῶν χόρτων. Ἡ σκηνή φέρει τήν ἐπιγραφή: Ὁ Ἅγιος κατασκευάζη καλύβας ἐκ χόρτου.
Σέ συνεχόμενη σκηνή ὁ Ὅσιος εἰκονίζεται νά κρατᾶ ἀναμμένο δαυλό μέ τόν ὁποῖο μόλις ἔχει πυρπολήσει μία καλύβη. Τέλος, στό δεξιό μέρος τῆς σύνθεσης, εἰκονίζεται ὁ Ὅσιος νά ἀναχωρεῖ. Μέ τό δεξί χέρι κρατᾶ ραβδί ἐνῶ μέ τό ἀριστερό του ἕνα ἔνδυμα, τό ὁποῖο κρέμεται ἀπό τόν δεξιό του ὤμο. Ἡ σκηνή φέρει τήν ἐπιγραφή: Ὁ Ἅγιος πυρπολεῖ τὰς καλύβας αὐτοῦ καὶ ἀναχωρεῖ.
θ) Ὁ Ὅσιος εἰκονίζεται φορῶντας τό ἐσώρασό του καί τό μοναχικό του σχῆμα στήν κορυφή τοῦ Ἄθω ἡ ὁποία δοκιμάζεται ἀπό σφροδρούς κεραυνούς καί ἀστραπές. Τόν Ὅσιο περιβάλλουν πολυάριθμοι δαίμονες κρατῶντας βέλη καί σφενδόνες μέ τά ὁποῖα τόν πειράζουν καί προσπαθοῦν νά τόν ἐκφοβίσουν.
Ἐπιγραφή: Ὁ Ἅγιος πειραζόμενος ὑπὸ τῶν δαιμόνων.
ι) Ὁ Ὅσιος εἰκονίζεται ἤδη κεκοιμημένος, μέ πλήρη μοναχική περιβολή (πλήν τοῦ μανδύου), ἔξω ἀπό σπήλαιο, νά ὁδηγεῖται ἀπό δύο μοναχούς σέ ἀνοικτό μνῆμα. Στό ἄνω μέρος τῆς παράστασης εἰκονίζεται Ἄγγελος Κυρίου νά φεύγει κρατῶντας στά χέρια του τή ψυχή τοῦ Ὁσίου, πού φέρει κατά τήν ὀρθόδοξη εἰκονογραφία μορφή βρέφους.
Ἐπιγραφή: Ἡ κοίμησις τοῦ Ἁγίου Μαξίμου.
Στόν ἴδιο χῶρο τῆς Λιτῆς βρίσκονται οἱ πολυάριθμες καί ἐξ ἴσου ἀφηγηματικές σκηνές ἀπό τή ζωή καί τό μαρτύριο τοῦ ἁγίου Εὐσταθίου καί τῆς οἰκογενείας του. Οἱ τελευταῖες ἀπεικονίσεις, σχετίζονται φυσικά μέ τό γεγονός ὅτι ὁ κατ' οὐσίαν κτίτορας τῆς Λιτῆς τοῦ Κυριακοῦ, ἱερομόναχος Τιμόθεος ὁ Καππαδόκης, μόναζε στήν Καλύβη τοῦ Ἁγίου Εὐσταθίου. Σέ κάποια ἀπό τίς σκηνές αὐτές, στό ἐσωράχιο, ὁ ζωγράφος ἀποδίδει μέ ρεαλισμό καί ἀκρίβεια τά προσωπογραφικά χαρακτηριστικά καί τίς ἐνδυμασίες τῆς ἐποχῆς. Στόν κύκλο τῆς ζωῆς τοῦ ἁγίου Εὐσταθίου βρίσκουμε τίς παρακάτω παραστάσεις, πού φέρουν τίς ἑξῆς σχετικές μεγαλογράμματες ἐπιγραφές: «Ὁ Χριστός φαίνεται τῷ Ἁγίῳ ἐπί τῶν κεράτων τῆς ἐλάφου», «Ὁ Ἅγιος εὑρίσκει παραδόξως τήν γυναῖκα αὐτοῦ καί τά τέκνα», «Ὁ βασιλεύς προϋπαντεῖ τόν Ἅγιον Εὐστράτιον», «Ὁ Ἅγιος φιλοξενεῖ τούς ζητοῦντας αὐτόν στρατιῶτας», «Ὁ ναύτης κρατεῖ τήν γυναῖκα τοῦ Ἁγίου», «Οἱ παῖδες τοῦ Ἁγίου ἁρπάζονται ὑπό τοῦ θηρίου», «Οἱ Ἅγιοι μένουσιν ἀβλαβεῖς ὑπό τοῦ λέοντος», «Οἱ Ἅγιοι βαπτίζονται ὑπό τοῦ Ἰωάννου». Ἱστορημένη εἶναι ἐπίσης παράσταση μέ δυσανάγνωστη ἐπιγραφή πού εἰκονίζει τόν ἅγιο Εὐστάθιο καί τήν οἰκογένειά του νά προσεύχονται λίγο πρίν τό μαρτύριό τους, μπροστά στό πυρωμένο χάλκινο βόδι.
Στόν ἴδιο χῶρο τῆς Λιτῆς ξεχωρίζουμε τό μαρτύριο τοῦ ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Πέρσου, τήν παράσταση μέ τόν Μέγα Ἀντώνιο νά πειράζεται ἀπό τούς δαίμονες, τίς δύο σκηνές ἀπό τή ζωή τοῦ Λαυριώτη ὁσίου Ἰωάννη τοῦ Κουκουζέλη καί σκηνές πού νοηματοδοτοῦν τή ζωή τῶν μοναχῶν. Μία ἀπ’ αὐτές εἶναι ἡ παράσταση τοῦ Ἐσταυρωμένου μοναχοῦ (εἰκ. 34). Στήν ἔντονα συμβολική αὐτή παράσταση πρωτότυπες εἶναι οἱ ἀπεικονίσεις τοῦ δαίμονα τῆς πορνείας πού θυμίζει φτερωτό ἔρωτα καθώς τά μάτια του καλύπτει δεμένο γύρω ἀπό τό πρόσωπό του μαντήλι ὅπως καί τοῦ ἀρχοντικά ἐνδεδυμένου ἔφιππου ἄνδρα πού συμβολίζει τόν ‘‘μάταιο κόσμο’’. Πάνω ἀπό τήν παράσταση αὐτή καί σχετιζόμενα ἄμεσα μέ αὐτήν, εἰκονίζεται ὁ Χριστός, σέ προτομή, μέσα σέ νεφέλη, ἐνῶ ὁ φωτοστέφανός του εἶναι ἐξαστράπτων. Στό ἕνα ἀπό τά δύο ἀπλωμένα χέρια του κρατᾶ στεφάνι ἀπό ἀμάραντα ἄνθη ἐνῶ στό ἄλλο στέμμα. Στήν ἀγκαλιά τοῦ Κυρίου ὑπάρχει ἀνοικτό εὐαγγέλιο μέ γραμμένο τό μικρογράμματο εὐαγγελικό λόγιο: «Ὅστις θέλει ὁπίσω μου ἐλθεῖν ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν, καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι». Σημειώνουμε ἐπίσης τήν ἐπίσης διδακτικές παράστασεις μέ τίς ἐπιγραφές: «Τυφλός τυφλόν ὁδηγῶν ἀμφότεροι εἰς βόθρον πεσοῦνται» καί «Τί δέ βλέπεις τό κάρφος τοῦ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου, τήν δέ δοκόν ...» ὅπως καί ἐκείνην μέ τόν Ἀββά Σισώη νά φιλοσοφεῖ τό μυστήριο τοῦ θανάτου μπροστά στόν ἀνοικτό τάφο τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου.
Τέλος στόν ἴδιο χῶρο τοῦ βόρειου κλίτου τῆς Λιτῆς, ἀπεικονίζονται δύο σκηνές ἀπό τό μαρτύριο ἑνός ἀπό τούς Καυσοκαλυβίτες Ἁγίους, τοῦ ὁσιομάρτυρα Κωνσταντίνου τοῦ ἐξ Ἀγαρηνῶν, πού βαπτίστηκε στή Σκήτη καί μαρτύρησε στήν Κωνσταντινούπολη τό 1819, ἕνα χρόνο δηλ. πρίν τήν ἱστόρηση τῆς Λιτῆς. Φέρουν τίς ἐπιγραφές: «Ὁ Ἅγιος διά πνιγμονῆς τελειοῦται» καί «Ὁ ἅγιος νεομάρτυς Κωνσταντῖνος ὁ ἐξ Ἀγαρηνῶν τείνεται ἐπί τοῦ ξύλου».
Φεύγοντας ἀπό τό χῶρο τῆς Λιτῆς καί εἰσερχόμενοι στόν κυρίως ναό, δέν θά πρέπει νά παραλείψουμε νά δοῦμε ἱστορημένους τούς ὁσίους Μακάριο τόν Αἰγύπτιο, Μακάριο τόν Ἀλεξανδρέα, Λέοντα τόν ἐρημίτη καί Νικηφόρο τῆς μονῆς τοῦ Μηδικίου. Οἱ παραστάσεις εἶναι ἱστορημένες ἀπό τό ἴδιο ἐργαστήριο τοῦ μοναχοῦ Μητροφάνη τοῦ ἐκ Βιζύης τό ὁποῖο ἀνέλαβε νά συμπληρώσει ἕνα μικρό τμῆμα τοῦ κυρίως ναοῦ, πού βρίσκεται πάνω ἀπό τήν νότια πύλη εἰσόδου σ’ αὐτόν πού ἀνοίχθηκε μετά τήν κατασκευή τοῦ νάρθηκα. Ἡ ἱστόρηση τοῦ ὁσίου Νικηφόρου πιθανόν νά σχετίζεται μέ τήν ἀνάμνηση τοῦ γέροντα τοῦ ζωγράφου μας, Νικηφόρου τοῦ Α΄ καθώς καί ἑνός ἀπό τά λοιπά μέλη τοῦ ἐργαστηρίου, Νικηφόρου τοῦ Β΄.
--------------------------------------------------------------------------------------------------------------
ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΘΕΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΩΝ
Α. Λιτή (κεντρικό κλίτος)
1. Θεοτόκος Πλατυτέρα 2. Ἄγγελοι-Χερουβείμ 3. Δίκαιος Ἰωσήφ 4. Δίκαιος Ἄβελ
5. Δίκαιος Σήθη 6. Δίκαιος Ἐνώς 7. Δίκαιος Τωβίτ 8. Δίκαιος Ἐνώχ 9. Δίκαιος Ἐλεάζαρ 10. Δίκαιος Ἰώβ 11. Δίκαιος Νῶε 12. Δίκαιος Σήμ 13. Δίκαιος Ἰάφεθ 14. Δίκαιος Ράγαβ 15. Δίκαιος Ἔβερ 16. Δίκαιος Φάλεκ 17. Δίκαιος Σάλα 18. Δίκαιος Καϊνάν 19. Ἐφραίμ ὁ Καρίας 20. Ἰωσήφ ὁ ὑμνογράφος 21. Ρωμανός ὁ Μελωδός 22. Ἀνδρέας Κρήτης 23. Ἀνατόλιος Κωνσταντινουπόλεως, ποιητής 24. Φιλόθεος Κωνσταντινουπόλεως, ποιητής 25. Γερμανός Κωνσταντινουπόλεως, ποιητής 26. Σωφρόνιος Ἱεροσολύμων, ποιητής 27. Γεώργιος Νικομηδείας, ποιητής 28. Λέων ὁ μαΐστωρ 29. Θεόδωρος ὁ Στουδίτης 30. Λέων ὁ δεσπότης [ΣΤ΄ ὁ σοφός], ποιητής 31. Ἀνδρέας ὁ Πύρρος, ποιητής 32. Χριστοφόρος ὁ πρωτασικρίτης 33. Σέργιος Ἁγιοπολίτης, ποιητής 34. Ἀρσένιος ὁ ποιητής 35. Στέφανος Ἁγιοπολίτης, ποιητής 36. Βασίλειος ὁ Πιγεριώτης, ποιητής 37. Βαβύλας, ποιητής 38. Θεοφάνης ὁ Γραπτός, ποιητής 39. Κυπριανός, ποιητής 40. Ἰωάννης Εὐχαΐτων, ποιητής 41. Βυζάντιος, ποιητής 42. Συμεών Θαυμαστορείτης, ποιητής
43-67: Ἀκάθιστος Ὕμνος
43. Οἶκος Α 44. Οἶκος Β΄ 45. Οἶκος Γ΄ 46. Οἶκος Δ΄ 47. Οἶκος Ε΄ 48. Οἶκος Ζ΄ 49. Οἶκος Η΄ 50. Οἶκος Θ΄ 51. Οἶκος Ι΄ 52. Οἶκος Κ΄ 53. Οἶκος Λ΄ 54. Οἶκος Μ΄ 55. Οἶκος Ν΄ 56. Οἶκος Ξ΄ 57. Οἶκος Ο΄ 58. Οἶκος Π΄ 59. Οἶκος Ρ΄ 60. Οἶκος Σ΄ 61. Οἶκος Τ΄ 62. Οἶκος Υ 63. Οἶκος Φ΄ 64. Οἶκος Χ΄ 65. Οἶκος Ψ΄ 66. Οἶκος Ω΄
67. Πρώτη Οἰκουμενική Σύνοδος 68. Ἁγία Τριάς 69. Ἀναστήλωση τῶν εἰκόνων 70. Ἁγία Μαρίνα 71. Ἁγία Φεβρωνία 72. Ἁγία Εὐδοκία 73. Ἁγία Αἰκατερίνα 74. Ἁγία Εὐγενία 75. Ἀναστασία Ρωμαία 76. Ἁγία Εὐφημία 77. Ἁγία Εὐπραξία 78. Ἁγία Ἐπιστήμη 79. Ἁγία Βαρβάρα 80. Δευτέρα Παρουσία 81. Μαρτύριο Μακκαβαίων 82. Ἀπόστολος Πέτρος 83. Ἀπόστολος Παῦλος 84. Ἀπόστολος 85. Ἀπόστολος Σίμων 86. Ἀπόστολος Βαρθολομαῖος 87. Ἀπόστολος Θωμᾶς 88. Ὅσιος Ποιμήν 89. Ὅσιος Μωϋσῆς Αἰθίοψ 90. Προφήτης Ἠσαΐας 91. Ἁγία Εἰρήνη Χρυσοβαλάντου 92. Ἅγιος Χρύσανθος 93. Ἁγία Δαρεία 94. Ἁγία Συγκλητική 95. Προφήτης Δανιήλ 96. Ἅγιος Ἀνδριανός 97. Ἁγία Ναταλία 98. Ὅσιος Σίμων ὁ Σιμωνοπετρίτης 99. Ὅσιος Διονύσιος τῆς τοῦ Διονυσίου 100. Ὅσιος Γρηγόριος ὁ τοῦ Γρηγορίου 101. Ὅσιος Στέφανος ὁ Ὁμολογητής 102. Ὅσιος Γαβριήλ ὁ Ἴβηρ 103. Κοσμᾶς ὁ ἱερομάρτυς 104. Ὅσιος Νεῖλος ὁ Ἁγιορείτης 105. Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς 106. Ἅγιος Νήφων Κωνσταντινουπόλεως 107. Ἅγιος Σεραφείμ ὁ ἐξ Ἀγράφων 108. Ὅσιος Παῦλος ὁ Ξηροποταμηνός 109. Ὅσιος Διονύσιος ὁ ἐν Ὀλύμπῳ 110. Ὅσιος Νεκτάριος ὁ Καρεώτης 111. Ὅσιος Γεννάδιος ὁ Βατοπεδινός 112. Ὅσιος Νήφων Καυσοκαλυβίτης 113. Ὅσιος Πέτρος Ἀθωνίτης 114. Ὅσιος Ἱλαρίων ὁ Μέγας 115. Ἁγία Πελαγία 116. Ἅγιος Γοβδελαᾶς ὁ Πέρσης 117. Προφήτης Μαλαχίας 119. Ἅγιος Σαλαμάνος 120. Ὅσιος Ἰάκωβος ὁ ἀσκητής 121. Ὅσιος Παῦλος ὁ ἐν Λάτρῳ 122. Ἰουδήθ ἡ Δικαία 123. Ἁγία Εὐδοκία 124. Ἁγία Ἐπιστήμη 125. Ἀπόστολος Φίλιππος 126. Ἀπόστολος Ἀνδρέας 127. Ἀπόστολος
Δ: Διακοσμητικά.
1. Χερουβείμ
2. Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελος
3. Ἡ ψυχοδρόμος κλίμαξ
4. Ὕψωσις Τιμίου Σταυροῦ
5. Περιστερά ὁμιλεῖ Νεοφύτῳ τῷ μάρτυρι
6. Ὅσιος Ζωσιμᾶς
7. Ὁσία Μαρία Αἰγυπτία
8. Ὁσιομ. Δούκας ὁ ραφεύς, ὁ Μυτιληναῖος
9. Ὁσιομ. Ἰωάννης ὁ σύν αὐτῷ
10. Ὅσιος Συμεών ὁ διά Χριστόν σαλός
11. Μιχαήλ ὁ νεομάρτυς
12.Ὁσιομ. Λουκᾶς
13. Ἀκάκιος ὁ νεομάρτυς
14. Ἰγνάτιος ὁ νεομάρτυς
15. Εὐθύμιος ὁ νεομάρτυς
16-25: Βίος ὁσίου Ἀθανασίου τοῦ Ἀθωνίτου:
16. Ἡ Θεοτόκος στρέφει τόν Ἅγιον καί πρός τήν οἰκοδομήν θαῤῥύνει
17. Ὁ Ἅγιος θεραπεύει τόν ὑδρωπικόν
18. Διά προσταγῆς τῆς Θεοτόκου ὕδωρ ἐκβλύζει ὁ Ἅγιος
19. Ὁ Ἅγιος θεραπεύει τοῦ μοναχοῦ τόν πόδα
20. Τό θαλάσσιον ὕδωρ δι’ εὐχῆς πότιμον ἐποίησεν ὁ Ἅγιος
21. Τοῦ πλοίου ἀνατραπέντος τούς ἐν αὐτῷ ἐῤῥύσατο ὁ Ἅγιος
22. Ὁ Ἅγιος ἐκ τῆς μονῆς διά σταυροῦ τούς δαίμονας ἐκδιώκει
23. Ὁ Ἅγιος ἐκ τῆς μονῆς δι’ ἀρετῆς τούς οἰκοδόμους μοναχούς ἐποίησε
24. Ὁ δαιμονιῶν διά τοῦ χρίσματος τῆς κανδήλας τοῦ ἁγίου ἰάθη
25. Ἡ κοίμησις τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου
26. Λογχισμός ἁγίου Δημητρίου
27. Ἡ ἀποτομή τοῦ ἁγίου Βλασίου μετά τῶν δύο βρεφῶν
28. Ὁ ἅγιος Εὐστράτιος διά πυρός τελειοῦται
29. Ἡ ἀποτομή τοῦ ἁγίου Αὐξεντίου
30. Ὁ ἅγιος Ὀρέστης διά πυρός ἐν σχάρᾳ ἐτελειώθη
31. Ὁ ἅγιος Εὐγένιος ἐν ξύλῳ κρεμασθείς καί τήν γλώττα τμηθείς ἐτελειώθη
32. Ὁ ἅγιος Μαρδάριος ἐν ξύλῳ κρεμασθείς ἐτελειώθη
33. Μαρτύριο τῶν ἁγίων Τεσσαράκοντα
34. Ἀνάληψις προφήτου Ἠλιοῦ
35. Ἡ ἀποτομή τοῦ ἁγίου Μηνᾶ τοῦ Καλλικελάδου
36. Μαρτύριον ἁγίου Ἑρμογένους: Ὁ ἅγιος Ἑρμογένης τέμνεται τάς χεῖρας καί τούς πόδας
37. Μαρτύριον ἁγίου Εὐγράφου: Ὁ ἅγιος Εὔγραφος φονεύεται ὑπό τοῦ βασιλέως
38. Ἡ βρεφοκτονία τοῦ Ἠρώδη
39. Ὁ ὁσιομ. Μάρκος ὁ ἐν Σμύρνῃ
40. Ὁ ἅγιος Ἀγαθάγγελος
41.Ὁ ἅγιος Κλήμης
42. Ὁ ὁσιομ. Νικόλαος ὁ ἐξ Ἀγράφων
43. Παραβολή τοῦ Ἀσώτου
44. Οὗτοι εἰσίν οἱ ἐξερχόμενοι ἐκ τῆς Ἀγρυπνίας
45. Ὁ ἅγιος Γεώργιος ἐπιτίθεται ἐπί τόν τροχόν
46. Ὅσιος Σίμων Σιμωνοπετρίτης
47. Ἁγία Ναταλία
48. Ἅγιος Ἀνδριανός
49. Ὁσία Συγκλητική
50. Ἁγία Δαρεία
51. Ἁγία Χρυσάνθη
52. Ὁσία Εἰρήνη Χρυσοβαλάντου
53. Ὅσιος Μωϋσής Αἰθίοψ
54. Ὅσιος Ποιμήν
55. Ἀπόστολος Θωμᾶς
56. Ὅσιος Δομετιανός
57. Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Παλαιολαρίτης
58. Ἅγιος Βασίλειος ὁ Νέος.
1. Χερουβείμ
2-10 Βίος ὁσίου Μαξίμου Καυσοκαλύβη:
2. Ἡ Θεοτόκος κελεύει τόν ἅγιον ἀνελθεῖν εἰς τόν Ἄθωνα
3. Ὁ ἅγιος συνομιλεῖ μέ τήν Θεοτόκον
4. Ὁ ἅγιος ὀνειδίζεται ὡς πεπλανημένος
5. Ὁ ἅγιος κατασκευάζει καλύβας ἐκ χόρτου-Ὁ ἅγιος πυρπολεῖ τάς καλύβας αὐτοῦ καί ἀναχωρεῖ
6. Ἡ Κοίμησις τοῦ ἁγίου Μαξίμου
7. Ὁ ἅγιος πέταται ἐν τῷ ἀέρι
8. Ὁ ἅγιος προφητεύει τοῖς βασιλεῦσι τά ἐσόμενα
9. Ὁ ἅγιος Μάξιμος συνομιλεῖ μέ τόν Σιναΐτην Γρηγόριον
10. Ὁ ἅγιος πειραζόμενος ὑπό τῶν δαιμόνων
11-19. Βίος ἁγίου Εὐσταθίου:
11. Ὁ ναύτης κρατεῖ τήν γυναῖκα τοῦ Ἁγίου
12. Οἱ παῖδες τοῦ Ἁγίου ἁρπάζονται ὑπό τοῦ θηρίου
13. Ὁ Χριστός φαίνεται τῷ Ἁγίῳ ἐπί τῶν κεράτων τῆς ἐλάφου
14. Οἱ Ἅγιοι βαπτίζονται ὑπό τοῦ Ἰωάννου
15. Οἱ Ἅγιοι μένουσιν ἀβλαβεῖς ὑπό τοῦ λέοντος
16. Μαρτύριον ἁγίου Εὐσταθίου καί τῶν σύν αὐτῷ
17. Ὁ ἅγιος εὑρίσκει παραδόξως τήν γυναῖκα αὐτοῦ καί τά τέκνα
18. Ὁ βασιλεύς προϋπαντεῖ τόν ἅγιον Εὐστράτιον
19. Ὁ ἅγιος φιλοξενεῖ τούς ζητοῦντας αὐτόν στρατιῶτας
20. Τυφλός τυφλόν ὁδηγῶν
21. Τί δέ βλέπεις τό κάρφος τοῦ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου
22. Μαρτύριο ὁσιομάρτυρος Κωνσταντίνου τοῦ ἐξ Ἀγαρηνῶν: Ὁ ἅγιος διά πνιγμονῆς τελειοῦται
23. Μαρτύριο ὁσιομάρτυρος Κωνσταντίνου τοῦ ἐξ Ἀγαρηνῶν: Ὁ ἅγιος νεομάρτυς
Κωνσταντῖνος ὁ ἐξ Ἀγαρηνῶν τείνεται ἐπί τοῦ ξύλου
24. Ἀπόστολος Φίλιππος
25. Ἁγία Ἐπιστήμη
26. Ἁγία Εὐδοκία
27. Ὅσιος Παῦλος ὁ ἐν Λάτρῳ
28. Ὅσιος Ἰάκωβος ὁ ἀσκητής
29. Ἅγιος Ζωτικός
30. Ἅγιος Σαλαμάνας
31. Ἅγιος Γοβδελαᾶς ὁ Πέρσης
32. Ἁγία Πελαγία
33. Ὅσιος Ἱλαρίων ὁ Μέγας
34. Μαρτύριον ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Πέρσου
35. Ἡ Θεοτόκος ἀνταμήβει τοῦ Κουκουζέλι τό χρυσόν νόμισμα
36. Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Κουκουζέλης
37. Ὁ ἅγιος Ἀντώνιος πειραζόμενος ὑπό τῶν δαιμόνων
38. Ὁ θρῆνος τοῦ ἀββᾶ Σισώη
39. Ὁ Βίος τοῦ ἀληθοῦς μοναχοῦ
Δ: Διακοσμητικά
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
- Ὁ ὑμνογράφος Ἐφραίμ Καρίας. Τοιχογραφία στή Λιτή τοῦ Κυριακοῦ τῶν Καυσοκαλυβίων. Μητροφάνης ὁ ἐκ Βιζύης. 1820
- Ἡ κτιτορική ἐπιγραφή στή Λιτή τοῦ Κυριακοῦ τῶν Καυσοκαλυβίων. Μητροφάνης μοναχός ὁ ἐκ Βιζύης. 1820.
- Ἡ Ἁγία Πρώτη Οἰκουμενική Σύνοδος (λεπτομέρεια). Τοιχογραφία στή Λιτή τοῦ Κυριακοῦ τῶν Καυσοκαλυβίων. Μητροφάνης ὁ ἐκ Βιζύης. 1820.
Ἡ μελέτη αὐτή τοῦ π. Παταπίου δημοσιεύθηκε στό ἐπιστημονικό περιοδικό Θρακική Ἐπετηρίς 11 (1999-2009), σ. 385-428.
[1] Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, ‘‘Λόγος Πανηγυρικός εἰς τόν ἅγ. Πέτρον τόν Ἀθωνίτην’’, P.G. 150, σ. 996-1040. Lake K. The early Days of Monasticism on Mount Athos, Oxford 1909, σ. 18-39. Binon St.,Studi Bizantini 5 (1939), σ. 41-53. Βλ. ἐπίσης, Denise Papachrysanthou, “La vie ancienne de St. Pierre l· Athonite", Analecta Bollandiana 92 (1974),σ. 19-61. Τῆς ἴδιας, Ὁ Ἀθωνικός μοναχισμός, Ἀθήνα 1992, σ. 85-92.
[3] Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου, ‘‘Μεταβυζαντινή τέχνη στή Σκήτη Καυσοκαλυβίων. Ἄγνωστες φορητές εἰκόνες Διονυσίου τοῦ ἐκ Φουρνᾶ’’. Πρακτικά τοῦ Β΄ Διεθνοῦς ἐπιστημονικοῦ Συμποσίου «Ἅγιον Ὄρος. Πνευματικότητα καί Ὀρθοδοξία. Τέχνη». Ἑταιρεία Μακεδονικῶν Σπουδῶν. Θεσσαλονίκη 11-13 Νοεμβρίου 2005, Θεσσαλονίκη 2006, σ. 331-377.
[5] Ἀξίζει φρονοῦμε στή συνάφεια αὐτή νά ἀναφέρουμε, ὅτι ἀπό τήν πόλη αὐτή καταγόταν καί μία ἀπό τίς πνευματικές μορφές τῆς Σκήτης Καυσοκαλυβίων, κατά τόν 19ο-20ό αἰ. Πρόκειται γιά τόν μοναχό Παΐσιο πού ἀσκήθηκε στήν Καλύβη τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων. Στά Καυσοκαλύβια ἔφθασε τό 1890 καί ὑποτάχθηκε στόν γέροντα Ἄνθιμο. Ἦταν ἄριστος ξυλουργός τόσο στήν πατρίδα του ὅσο καί στή Σκήτη ὅπου καί κατασκεύασε τά περισσότερα ἀπό τά στασίδια τοῦ Κυριακοῦ, τό τέμπλο τοῦ ναοῦ τῆς Καλύβης του καθώς καί περίτεχνες κορνίζες. Ὡς κύριο ἐργόχειρό του ἦταν νά κατασκευάζει σανίδια γιά εἰκόνες γιά λογαριασμό τοῦ ζωγραφικοῦ ἐργαστηρίου τῶν Ἰωασαφαίων στά Καυσοκαλύβια, πού τήν ἐποχή ἐκείνη ἀριθμοῦσε 17 πατέρες ἁγιογράφους. Γενικά ὁ Θρακιώτης αὐτός μοναχός ἦταν πολύ φίλεργος καί φιλάδελφος καί ἐξυπηρετοῦσε ὅλους μέ τήν ἐργασία του. Ἴσως γι' αὐτό, ὅταν μετά τή κοίμησή του (ἐκοιμήθη περί τό 1908, νέος, 38-40 ἐτῶν), ἔγινε ἀνακομιδή τῶν λειψάνων του, βρέθηκε τό χέρι του ἄφθαρτο ἐκπέμποντας ἄρρητη εὐωδία. Τό χέρι αὐτό φυλασσόταν γιά καιρό στή Καλύβη καί προσκυνοῦνταν εὐλαβικά ἀπό ὅλους. Δυστυχῶς ὅμως κατά τή διάρκεια κάποιας πανηγύρεως τῆς Καλύβης, κάποιοι Βούλγαροι μοναχοί ἔκλεψαν τό χέρι καί ἔγιναν ἄφαντοι. Ἀργότερα, περί τό 1918-19 ἕνας Καυσοκαλυβίτης μοναχός πού βρέθηκε στήν Ὁδησσό καθ’ ὁδόν πρός τήν πατρίδα του, διεπίστωσε μετά θαυμασμοῦ, ὅτι σ’ ἕνα ναό τῆς πόλης, ἀφιερωμένο στήν Θεοτόκο, τό χέρι τοῦ μοναχοῦ Παϊσίου ἐπροσκυνᾶτο ὥς ἅγιο λείψανο (βλ. Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου, ‘‘Τά Καυσοκαλύβια καί οἱ πνευματικές μορφές τους κατά τόν 18ο καί 19ο αἰ.’’, Πεμπτουσία τ. 9, Ἀθήνα 2002, σ. 120-127.
[9] Περί αὐτοῦ βλ. Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου, ‘‘Ἱερομόναχος Παρθένιος ὁ ἐκ Φουρνᾶ τῶν Ἀγράφων ὁ πνευματικός καί ζωγράφος, ὁ Σκούρτος. Μία σημαίνουσα πνευματική καί καλλιτεχνική μορφή τοῦ Ἁγίου Ὄρους’’, Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς τ. 809 (2005), σ. 563-624. Τοῦ ἰδίου, Μεταβυζαντινή τέχνη στή Σκήτη Καυσοκαλυβίων, ὅ.π., σ. 341-345.
[11] Γνωστά του ἔργα εἶναι: 1) οἱ τοιχογραφίες τοῦ ἐξωνάρθηκα τοῦ Καθολικοῦ τῆς μονῆς Ἰβήρων (1795) 2) οἱ τοιχογραφίες τοῦ Κυριακοῦ τῆς ἰβηριτικῆς Σκήτης Τιμίου Προδρόμου (1799) 3) τμῆμα τῶν τοιχογραφιῶν τοῦ κυρίως ναοῦ τοῦ Καθολικοῦ τῆς μονῆς Ζωγράφου (1817). Ἐπίσης, 4) τά ἔργα πού περιγράφει ὁ Πορφύριος Οὐσπένσκι [‘‘Τό χρονικό τῆς ζωγραφικῆς στόν Ἄθω καί ἡ γνώμη μου γιά τήν ἐκεῖ εἰκονογραφία’’, Ἡ χριστιανική Ἀνατολή (στή ρωσική), Ἁγία Πετρούπολις 1892, σ. 420]: Οἱ δεσποτικές εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ, τῆς Θεοτόκου, τοῦ Προδρόμου καί τῆς Συνάξεως τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων (1790), στό τέμπλο τοῦ ναοῦ τοῦ καρακαλλινοῦ κελλιοῦ τῶν Ἁγίων Πάντων στίς Καρυές. 5) Φορητή εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους, στό ρωσικό κελί τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους στίς Καρυές. Πρόσφατα σέ ἔρευνά μας ἐντοπίσαμε δύο ἄγνωστες φορητές εἰκόνες τοῦ Νικηφόρου τοῦ Α΄. Πρόκειται: 6) Γιά μικροῦ μεγέθους εἰκόνα τῆς Θεοτόκου δεομένης, στηθαίας, σέ πράσινο κάμπο ζωγραφισμένη. Βρίσκεται στήν εἰκονοθήκη τῆς μονῆς Ἰβήρων, ἐντός τῆς Βιβλιοθήκης, μέ ἀριθμό 189. Στό κάτω μέρος ὑπάρχει μεγαλογράμματη ἐπιγραφή: ΔΟΥΛΗ ΟΛΩΣ ΠΕΦΥΚΑ ΜΗΤΗΡ ΕΛΕΟΥΣ 1811. Πιό κάτω μέ μικρά γράμματα : νικηφόρος 7) Στό λαυρεωτικό Κελλί τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, Καρυές. Εἰκόνα στό τέμπλο τοῦ ναοῦ μέ τόν ὅσιο Ἀθανάσιο τόν Ἀθωνίτη ὁλόσωμο νά κρατάει ἀνοικτό εἰλητάριο. Κάτω δεξιά ὑπάρχει ἔνθετη εἰκόνα μέ σκηνή ἀπό τή ζωή τοῦ ἁγίου. Εἰκονίζεται ἡ ἐμφάνιση τῆς Θεοτόκου σ' αὐτόν καί τό θαύμα τοῦ Ἁγιάσματος. Ἡ εἰκόνα αὐτή εἶναι ἐντός μεταλλίου μπαρόκ ρυθμοῦ. Στό κάτω μέρος τῆς κύριας εἰκόνας ὑπάρχει ἡ ἐπιγραφή: ΕΝ ΕΤΕΙ 1786 ΧΕΙΡ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ.
[21] Ὁ κυρίως ναός τοῦ Κυριακοῦ τῆς Ἁγίας Τριάδος ἀνηγέρθη τό 1745 καί ἱστορήθηκε τό δεύτερο μισό τοῦ 18ου αἰ., τό πιθανότερο τήν περίοδο 1759-1765, μέ κτητορική μέριμνα τοῦ λογίου ἱερομονάχου Ἰωνᾶ Καυσοκαλυβίτου (+1765) ἐκ τῆς Καλύβης τοῦ Ἁγίου Ἀκακίου. Ἡ ἁγιογράφησή του ἀποδόθηκε ἀπό τόν ὑποφαινόμενο στόν ἱερομόναχο Παρθένιο τόν ἐκ Φουρνᾶ τῶν Ἀγράφων τόν Σκούρτο καί τό ἐργαστήριό του (Βλ. Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου, Μεταβυζαντινή τέχνη στή Σκήτη Καυσοκαλυβίων, ὅ.π., σ. 341-345). Ὁ ἱερομόναχος Παρθένιος [περί αὐτοῦ βλ. Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου, ‘‘Ἱερομόναχος Παρθένιος ὁ ἐκ Φουρνᾶ τῶν Ἀγράφων, ὁ Πνευματικός καί ζωγράφος, ὁ Σκοῦρτος. Μία σημαίνουσα πνευματική καί καλλιτεχνική μορφή τοῦ Ἁγίου Ὄρους’’, Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, τ. 809 (2006), σ. 563-624. Τοῦ ἰδίου, ‘‘Ὁ γέροντας τοῦ ἁγίου Μακαρίου ἐπισκόπου Κορίνθου, ἱερομόναχος Παρθένιος ὁ Σκούρτος ὁ ζωγράφος. Πρῶτες πληροφορίες γιά τήν πνευματική καί καλλιτεχνική αὐτήν προσωπικότητα τοῦ Ἁγίου Ὄρους’’, Πρακτικά τοῦ Συνεδρίου Ὁ ἅγιος Μακάριος (Νοταρᾶς)-Γενάρχης τοῦ Φιλοκαλισμοῦ-Μητροπολίτης Κορίνθου καί ὁ περίγυρός του. Κόρινθος 9-13 Μαΐου 2005, Ἀθήνα 2006, σ. 409-437, 773-774] σχετιζόταν μέ τόν διάσημο συντοπίτη του ἱερομόναχο Διονύσιο (1670-περ.1746), γνωστό γιά τό ἔργο του Ἑρμηνεία τῶν ζωγράφων καί τοῦ ὁποίου ὀκτώ φορητές εἰκόνες ἐντοπίσαμε πρόσφατα στή Σκήτη (βλ. Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου, Μεταβυζαντινή τέχνη στή Σκήτη Καυσοκαλυβίων, ὅ.π., σ. 347-350). Ἡ τέχνη τοῦ ἱερομονάχου Παρθενίου καί τοῦ ἐργαστηρίου του, ἐντάσσεται στό ἀνανεωτικό καλλιτεχνικό ρεῦμα, καθαρά ἁγιορείτικο, πού ἐμφανίζεται τό πρῶτο τέταρτο τοῦ 18ου αἰ. καί προτείνει τήν ἐπιστροφή καί ἀντιγραφή τῶν παλαιότερων προτύπων τῆς τέχνης τῆς ἐποχῆς τῶν Παλαιολόγων καί κυρίως τῆς συμβατικά λεγόμενης ‘‘Μακεδονικῆς’’ Σχολῆς.
[23] Στά σχέδια πού θά παρατεθοῦν στό τέλος τῆς παροῦσας μελέτης, ἡ σχεδιαστική ἀποτύπωση τῶν χώρων τῆς Λιτῆς (κυρίως νάρθηκας, βόρειος καί νότιος νάρθηκας) καθώς καί τό ὑπόμνημα τῶν εἰκονογραφικῶν παραστάσεων ἔγιναν ἀπό τούς ἐκλεκτούς θεολόγους-ἀρχαιολόγους Γ. Φουστέρη καί Ν. Τουτό, στά πλαίσια σχετικοῦ προγράμματος τῆς Ἁγιορειτικῆς Ἐστίας. Στά ὑπομνήματα καταγράφονται οἱ ἐπιγραφές πού φέρουν οἱ παραστάσεις, ἐνῶ οἱ ἀριθμοί ἀντιστοιχοῦν σέ συγκεκριμένο χῶρο τοῦ ναοῦ, ὅπως δείχνεται στό ἀντίστοιχο σχέδιο.
[26] Ὁ βασικός μάλιστα λόγος γιά τόν ὁποῖο ὁ Ὅσιος ἀφιέρωσε τή Σκήτη του στήν Ἁγία Τριάδα, συνδέεται μέ τή μονή τῆς μετανοίας του, Ἁγία Τριάδα Σουρβιᾶς (Βλ. Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου, "Ὁ ὅσιος Ἀκάκιος ὁ Καυσοκαλυβίτης, ἡ Ἱερά Σκήτη Ἁγίας Τριάδος Καυσοκαλυβίων καί ἡ Ἱερά Μονή Ἁγίας Τριάδος Σουρβιᾶς" στά ὑπό δημοσίευση Πρακτικά τῆς Ἐπιστημονικῆς Ἡμερίδας «Ἅγιον Ὄρος-Πήλιο-Μαγνησία (15ος-20ός αἰώνας. Μία ἀμφίδρομη σχέση»,Ἱερά Μητρόπολη Δημητριάδος, Βόλος 3-4 Δεκεμβρίου 2004).