Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Θεοδόσιος Τυρνοβίτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Θεοδόσιος Τυρνοβίτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 26 Μαΐου 2012

ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΣΤΗ ΘΡΑΚΗ (ΣΤ' ΜΕΡΟΣ)

Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου

Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ.*
(ΣΤ’ μέρος)

Μετά τήν ἐρήμωση τῶν Παρορίων οἱ μαθητές τοῦ ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου καί οἱ λοιποί μοναχοί κατευθύνθηκαν σέ νέους τόπους ἀσκήσεως, διαδίδοντας καί ἐκεῖ τήν ἡσυχαστική διδασκαλία. Ὅπως γράφει χαρακτηριστικά ὁ βιογράφος τοῦ ὁσίου Μαξίμου τοῦ Καυσοκαλύβη, ὅσιος Θεοφάνης Περιθεωρίου, οἱ μαθητές τοῦ ὁσίου Γρηγορίου «ἐξανέτειλαν ὡς φαιδροί ἀστέρες μετά τήν ἐκείνου κοίμησιν...καί τά πέρατα κατεκόσμησαν».
  Ὁ ὅσιος Ρωμύλος ὁ ἐκ Βιδινίου, κατέφυγε ἀρχικά στή Ζαγορά, στήν περιοχή Μόγκρι, πού ἀπεῖχε «διαστήματος ἡμέρας μιᾶς τοῦ Τυρνόβου», ὅπου αὐτός, ὁ βιογράφος του ὅσιος Γρηγόριος ὁ Νέος καί ὁ μοναχός Ἰλαρίων ζοῦσαν σέ κελλιά, πού βρίσκονταν σέ ἀπόσταση μεταξύ τους. Ἀργότερα ἀναχώρησε γιά τό Ἅγιον Ὄρος, ὅπου παρέμεινε μέχρι τό 1371. Ἔπειτα, ἐγκαταλείποντας τόν Ἄθω, ἔφθασε στόν Αὐλώνα καί ἀπό ἐκεῖ κατέληξε ὅπως εἴδαμε στή μονή τῆς Θεοτόκου Ραβενίτζας στή Σερβία μεταλαμπαδεύοντας στό σερβικό μοναχισμό τήν ἡσυχαστική πρακτική.
  
 Ὁ ὅσιος Θεοδόσιος, ἀφοῦ δέν ἀποδέχθηκε τήν πρόταση τῆς ἀδελφότητας, νά διαδεχθεῖ τόν κοινό τους διδάσκαλο ὅσιο Γρηγόριο Σιναΐτη, ἀναχώρησε στό Ἅγιον Ὄρος, τόσο γιά νά γνωρίσει ἐκεῖ κι ἄλλους ἐπιφανεῖς ἡσυχαστές μοναχούς ὅσο καί γιά νά συγκεντρώσει ἑλληνικά κείμενα τόσο λειτουργικά ὅσο καί σχετικά περί τῆς ἡσυχαστικῆς θεωρίας καί πράξης, προκειμένου αὐτά νά χρησιμοποιηθοῦν πρός ἔλεγχο τῶν παλαιότερων μεταφράσεων στή παλαιοσλαβική καθώς καί στήν ἐκπόνηση νέων μεταφράσεων. Τέλος, ὁ ὅσιος Θεοδόσιος ἐγκαταλείποντας τόν Ἄθω, κατέληξε -ὕστερα ἀπό περιπλανήσεις στή Θεσσαλονίκη, τή Βέρροια, τήν Κωνσταντινούπολη, τά Παρόρια καί τό ὄρος Ἔμμονα κοντά στή θρακική πόλη Μεσημβρία στόν Εὔξεινο Πόντο- στήν πατρίδα του Τύρνοβο, στήν περιοχή Κελιφάρεβο, πού βρίσκεται σέ μικρή ἀπόσταση νότια τοῦ Τυρνόβου. Ἐκεῖ ἵδρυσε μέ τήν ὑποστήριξη τοῦ τσάρου Ἰωάννου Ἀλεξάνδρου τή μονή τοῦ Κελιφάρεβο, στήν ὁποία καί κατεστάθη πρῶτος ἡγούμενος. Ἡ φήμη καί πνευματική ἀκτινοβολία τόσο τοῦ ἰδίου ὅσο καί τοῦ μοναστηριοῦ ἦταν μεγάλη, ὄχι μόνο στούς Βουλγάρους, ἀλλά καί στούς Σέρβους, τούς Βλάχους καί στούς Ἕλληνες τῶν περιχώρων τῆς Μεσημβρίας. Γύρω του συγκεντρώθηκε ἕνας κύκλος πενήντα περίπου μαθητῶν, στούς ὁποίους μετέδωσε τίς ἀρχές τοῦ Ἡσυχασμοῦ. Ἔτσι ἡ μονή τοῦ Κελιφάρεβο καθιερώθηκε ὡς τό σπουδαιότερο κέντρο τῆς ἡσυχαστικῆς ζωῆς στή Βουλγαρία, τό ὁποῖο μάλιστα συνέχιζε τήν παράδοση τῶν Παρορίων. Μέ τήν ἀρωγή μάλιστα καί τοῦ τσάρου Ἰωάννου-Ἀλεξάνδρου, ἡ μονή, ἐκτός κέντρο καλλιέργειας τῆς ἡσυχαστικῆς ζωῆς ἐξελίχθηκε πολύ γρήγορα σ’ ἕνα ἀπό τά σημαντικότερα πνευματικά-πολιτιστικά κέντρα τῆς Βουλγαρίας, ὅπου καλλιεργοῦνταν μέ ἰδιαίτερο ζῆλο τά γράμματα. Ὁ ἴδιος μάλιστα ὁ ὅσιος Θεοδόσιος μετέφρασε στά σλαβικά τό ἔργο τοῦ ὁσίου Γρηγορίου Σιναΐτου «Κεφάλαια δι’ ἀκροστιχίδος». Ὁ ὅσιος Θεοδόσιος μέ τή μαχητική καί χαρισματική του προσωπικότητα, τό κύρος καί τήν αὐθεντία του καί μέ σύμμαχο τόν τσάρο Ἰωάννη Ἀλέξανδρο, ὁ ὁποῖος ἔτρεφε γι’ αὐτόν μεγάλο σεβασμό, συνέβαλε σέ μεγάλο βαθμό στήν ἐπιτυχή ἀντιμετώπιση πολλῶν ἀπό τίς αἱρέσεις πού εἶχαν ἀναφανεῖ τήν ἐποχή ἐκείνη στή Βουλγαρία ὅπως τῶν αἱρετικῶν ἰδεῶν τοῦ Βαρλαάμ καί τοῦ Ἀκινδύνου, τοῦ Βογομιλισμοῦ, τοῦ Ἀδαμιτισμοῦ, τῶν αἱρετικῶν Πυρόπουλου καί Θεοδοσίου Φουντούλ καθώς καί στήν καταδίκη τῶν ἀντιχριστιανικῶν κινήσεων τῶν Ἑβραίων τοῦ Τυρνόβου. Περί τό 1359/60 καί ἐξ αἰτίας τῶν τουρικῶν ἐπιδρομῶν, ἐγκαταστάθηκε γιά τρία χρόνια σέ σπήλαιο κοντά στό Τύρνοβο. Περί τό 1361/1362 ὁ ὅσιος Θεοδόσιος ἔστειλε μαζί μέ τό συνασκητή του μοναχό Ρωμανό ἐπιστολή πρός τόν οἰκουμενικό πατριάρχη Κάλλιστο Α΄ μέ τήν ὁποία τόν ἐνημέρωναν μέ ἀγωνία γιά διάφορες κανονικές καί λειτουργικές παρατυπίες πού συνέβαιναν στήν Ἐκκλησία τῆς Βουλγαρίας, ἐπί πατριάρχου Θεοδοσίου. Τό Πατριαρχεῖο μέ ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ἀπάντησε στήν παραπάνω ἐπιστολή. Ἐπιπλέον ὁ ὅσιος Θεοδόσιος, παραλαμβάνοντας τέσσερεις ὑποτακτικούς του ἀναχώρησε γιά τήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου φιλοξενήθηκε προσωπικά ἀπό τόν πατριάρχη ἅγιο Κάλλιστο Α΄, πρῶτα στά Πατριαρχεῖα καί ἀργότερα στή μονή τοῦ Ἁγίου Μάμαντος. Τέλος, ἐκοιμήθη στήν Κωνσταντινούπολη στίς 27 Νοεμβρίου 1962/63, ἀφοῦ πρῶτα εἶχε δώσει τίς τελευταῖες του ὑποθῆκες καί εὐλογίες στούς μαθητές του. Στήν ἐξόδια ἀκολουθία του προεξῆρχε ὁ ἴδιος ὁ πατριάρχης ἅγιος Κάλλιστος καί ἡ Ἱερά Σύνοδος. Ἀνάμεσα στούς μαθητές τοῦ ὁσίου Θεοδοσίου γνωστότεροι εἶναι ὁ  ἱερομόναχος Διονύσιος ‘‘ὁ ἐξαίσιος’’, ὁ ἅγιος Κυπριανός μετέπειτα μητροπολίτης Μόσχας καί πάσης Ρωσίας (1390-1406) καί ὁ ἅγιος Εὐθύμιος μετέπειτα πατριάρχης Τυρνόβου.                                                        
   
Ὁ ἅγιος Εὐθύμιος πατριάρχης Τυρνόβου (1375-1393), ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε μία ἀπό τίς κορυφαῖες προσωπικότητες τοῦ σλαβικοῦ κόσμου κατά τό 14ο αἰ. Ἔγινε μοναχός σέ κάποια ἀπό τίς μονές τοῦ Τυρνόβου, τό πιθανότερο, τή μονή τῆς Θεοτόκου Ὁδηγητρίας· σπουδαίο μοναστικό κέντρο κατά τό α΄μισό τοῦ 14ου αἰ. Ὁ ἅγιος Εὐθύμιος, ἀσκήτευσε ὡς νεαρός μοναχός στή μονή Κελιφάρεβο πού εἶχε ἱδρύσει ὁ γέροντάς του ὅσιος Θεοδόσιος ὁ Τυρνοβίτης περί τό 1350. Ὁ ἅγιος Εὐθύμιος παρέμεινε στό Κελιφάρεβο μέχρι τό 1363, ὅταν ἀκολούθησε τόν γέροντά του ὅσιο Θεοδόσιο στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ὁ πατριάρχης Κάλλιστος Α΄ τούς δέχθηκε μέ ἰδιαίτερες τιμές καί τούς φιλοξένησε στή μονή τοῦ Ἁγίου Μάμαντος. Ἐκεῖ, στίς 27 Νοεμβρίου τοῦ 1363, ὁ ὅσιος Θεοδόσιος τέλειωσε τήν ἐπίγεια ζωή του. Μετά τό θάνατο τοῦ ὁσίου Θεοδοσίου, ὁ Εὐθύμιος ἀποφάσισε νά παραμείνει γιά ἕνα διάστημα στήν Κωνσταντινούπολη. Στά πλαίσια αὐτά, ἐγκαταβίωσε γιά ἕνα διάστημα καί στή μονή Στουδίου. Στή Βασιλεύουσα, ὁ ὅσιος Εὐθύμιος εἶχε τή δυνατότητα νά μελετήσει στίς πλούσιες βιβλιοθῆκες της τήν ἑλληνική γλώσσα καί τή βυζαντινή γραμματεία, ἀλλά καί νά ἐξοικειωθεῖ μέ τή λατρευτική καί λειτουργική βυζαντινή παράδοση.
    
Περί τό 1364-5 ὁ Εὐθύμιος ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη μετέβη στό Ἅγιον Ὄρος ὅπου στήν ἀρχή ἐγκαταστάθηκε, σύμφωνα μέ τή σύγχρονη ἔρευνα, στή Μεγίστη Λαύρα. Ἐκεῖ, τό πιθανότερο, γνωρίστηκε μέ τόν ἅγιο Φιλόθεο τόν Κόκκινο, τοῦ ὁποίου τό λειτουργικό ἔργο τόν ἐπηρέασε σέ σημαντικό βαθμό καί στήν ὁποία διέμεινε ἐπί πέντε ἔτη. Ἀργότερα ἀσκήθηκε καί στόν πύργο τῆς Σελινοῦς τῆς περιοχῆς τῆς μονῆς Ζωγράφου. Στόν Ἄθω, ὅπου παρέμεινε γιά μία ἑπταετία, ἐπιδόθηκε στίς μεταφράσεις ἐκκλησιαστικῶν βιβλίων,  παίρνοντας παράλληλα ὅλα ἐκεῖνα τά ἀναγκαῖα ἐφόδια, πού θά τόν βοηθοῦσαν ἀργότερα, ὡς Πατριάρχης Τυρνόβου, νά θέσει τίς βάσεις γιά τίς γλωσσικές καί ἐκκλησιαστικές μεταρρυθμίσεις πού πραγματοποιήθηκαν μέ τή δική του συμβολή, κατά τό 14ο αἰ., στήν πατρίδα του τή Βουλγαρία. Τό 1371 ἡ καρποφόρα αὐτή ἀθωνική περίοδος τοῦ Εὐθυμίου ὁλοκληρώθηκε μέ δυσάρεστο γι’ αὐτόν τρόπο, ἀφοῦ ἐξορίστηκε στή Λήμνο ἀπό τόν φιλενωτικό αὐτοκράτορα Ἰωάννη Ε΄ Παλαιολόγο, πιθανόν λόγω τῆς ἀκραιφνοῦς ὀρθόδοξης στάσης τοῦ Εὐθυμίου. Γρήγορα ὅμως ὁ αὐτοκράτορας ἀνακάλεσε ἀπό τήν ἐξορία του τόν ἅγιο Εὐθύμιο, ὁ ὁποῖος καί ἐπανῆλθε γιά λίγο στόν Ἄθω. Τήν ἴδια ὅμως χρονιά ὁ Ἅγιος ἐπέστρεψε στήν πατρίδα του, ἔχοντας μαζί του μιά πλούσια συγκομιδή ἐμπειριῶν καί γνώσεων ἀπό τήν παραμονή του στά μεγάλα πνευματικά κέντρα τοῦ βυζαντινοῦ κόσμου. Στή Βουλγαρία ἐγκαταστάθηκε ὡς ἡγούμενος στή νεοϊδρυμένη μονή τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἡ ὁποία ἔγινε ἐπίκεντρο μεγάλης πνευματικῆς ἀναγεννήσεως στή Βουλγαρία τοῦ 14ου αἰ. Τό 1375 ὁ ἅγιος Εὐθύμιος ἐκλέγεται Πατριάρχης Τυρνόβου, θέση ἀπό τήν ὁποία συνέβαλε στήν ἀποκατάσταση τῶν διαταραγμένων σχέσεων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Βουλγαρίας μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, τήν ἀντιμετώπιση τῶν αἱρετικῶν Βογομίλων, τήν ἠθική ἀνόρθωση τῶν κληρικῶν καί τοῦ ποιμνίου του καί τήν ἀνακούφιση τῶν πτωχῶν.
  
 Ὁ ἅγιος Εὐθύμιος ὅμως εἶχε καί τό θλιβερό προνόμιο νά εἶναι ὁ τελευταῖος πατριάρχης τοῦ Τυρνόβου, καθώς τό 1393 οἱ Τούρκοι κατέλυσαν τό Βουλγαρικό κράτος. Ὁ Ἅγιος, περί τό 1394, ἐξορίστηκε ἀπό τούς κατακτητές κάπου στή Βορειοδυτική Θράκη, ὅπως δέχονται οἱ περισσότεροι ἐρευνητές, τό πιθανότερο στή μονή τῆς Θεοτόκου τοῦ Μπάτσκοβο. Στή μονή αὐτή καί γύρω ἀπό τόν ἅγιο Εὐθύμιο δέν ἄργησε νά δημιουργηθεῖ ἕνας κύκλος μαθητῶν πού συνέχισε τή φιλολογική δραστηριότητα τῆς σχολῆς τοῦ Τυρνόβου. Ἀφήνοντας ἕνα πλούσιο συγγραφικό ἔργο, κυρίως ἁγιολογικό, μεταφραστικό καί λειτουργικό, ἐκοιμήθη περί τίς ἀρχές τοῦ 15ου αἰ.  (συνεχίζεται......)

______________________________________________________________________
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ:  
 Ὁ ἅγ. Εὐθύμιος πατριάρχης Τυρνόβου. Τοιχογραφία τοῦ 1864 στή μονή Ἀράπο Βουλγαρίας.

* Ὁλόκληρη ἡ μελέτη τοῦ μοναχοῦ Παταπίου Καυσοκαλυβίτου:  «Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ.», δημοσιεύθηκε στά Πρακτικά τοῦ 4ου Διεθνοῦς Συμποσίου Θρακικῶν Σπουδῶν: Βυζαντινή Θράκη. Μαρτυρίες καί Κατάλοιπα. Κομοτηνή, 18-22 Ἀπριλίου 2007, στό: Byzantinsche Farschulngen 300 XXX (2011), σσ. 277-326, πίνακες 801-807.


Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ.  ( Γ΄ μέρος)
Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ. ( Δ΄ μέρος)
Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ. ( Ε΄ μέρος)


Παρασκευή 4 Μαΐου 2012

ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΣΤΗ ΘΡΑΚΗ (Ε' ΜΕΡΟΣ)

Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου

Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ.*
(Ε’ μέρος)


  Ἄλλος Ἁγιορείτης μαθητής τοῦ ὁσίου Γρηγορίου Σιναΐτου ὁ ὁποῖος συνέχισε καί τό ἔργο του στή Βουλγαρία ἦταν καί ὁ ὅσιος Θεοδόσιος ὁ Τυρνοβίτης (+1363). Ἀνάμεσα στίς διάφορες μονές στίς ὁποῖες κατά καιρούς ἀσκήθηκε στήν πατρίδα του (Ἁγίου Νικολάου τοῦ Ἀρτσάρ στό Βιδύνιο, ἀσκητήρια στίς περιοχές Τσερβέν καί Σλίβεν καί μονή Θεοτόμου τοῦ Ἐπικέρνους στό Σλίβεν) ἦταν καί ἡ μονή τῆς Θεοτόκου Ὁδηγητρίας στό Τύρνοβο. Στό Βίο τοῦ ὁσίου Θεοδοσίου διαβάζουμε: «Καί εὑρών τότε μονήν λίαν περίφημον, τῆς πανενδόξου παρθένου καί Θεοτόκου μητρός τοῦ Χριστοῦ, εἰς ἐκεῖνο τό μέρος ἐγκατεστάθη, τόν ὁποῖον ἀκόμη καί μέχρι σήμερον καλεῖται μέ τή συνήθη ὀνομασία Ἅγιον Ὄρος». Ἡ εἴδηση τῆς ἀφίξεως τοῦ ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου στά Παρόρια, τόν ὁδήγησε -ὅπως καί ἄλλους ἐραστές τῆς ἡσυχαστικῆς ζωῆς- στήν ἀπόφαση νά μεταβεῖ ἐκεῖ καί νά γίνει μαθητής του. Μάλιστα, ὅπως θά δοῦμε στή συνέχεια, μεσολάβησε μεταξύ τοῦ ὁσίου Γρηγορίου καί τοῦ τσάρου Ἰωάννου Ἀλεξάνδρου ὥστε ὁ δεύτερος νά ἐκδηλώσει τό προστατευτικό του ἐνδιαφέρον γιά τή μονή τῶν Παρορίων. Ἐκτιμῶντας μάλιστα ὁ ὅσιος Γρηγόριος τήν πνευματική του πρόοδο, ἐπέτρεψε στό Θεοδόσιο νά ἀσκηθεῖ κατά μόνας σέ κελλί μακρυά ἀπό τή μονή.
   Μέ τήν παρουσία τοῦ ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου στά Παρόρια, ὅταν αὐτός ἀποσύρθηκε στήν περιοχή γιά νά ἀφιερωθεῖ ἀπερίσπαστος στήν ἡσυχαστική ζωή, ὁ ἡσυχαστικός αὐτός τόπος ἔλαβε πανορθόδοξο χαρακτήρα, καθώς συνέρεαν πρός τόν Ὅσιο πλήθη μοναχῶν ἀπό τή Θράκη, τήν Κωνσταντινούπολη, τήν εὐρύτερη γεωγραφική περιοχή τῆς Μακεδονίας, τή Βουλγαρία καί τή Σερβία, ὥστε νά θεωρεῖται ὡς «Ὄρος ἄλλον Ἅγιον» κατά τόν βιογράφο τοῦ ὁσίου Μαξίμου τοῦ Καυσοκαλύβη ὅσιο Θεοφάνη Περιθεωρίου. Στό ὄρος ‘‘Κατακεκρυωμένον’’ τῶν Παρορίων, μεταξύ τῶν ἐτῶν 1335-1341, ἵδρυσε ὁ ὅσιος Γρηγόριος τήν πρώτη μονή, ἐνῶ τίς ἄλλες τρεῖς κοντά στό σπήλαιο τῶν ‘‘Μεσομιλίων’’ καί στήν τοποθεσία ‘‘Παίζουβαν’’. Στά Παρόρια πέρασε ὁ Ὅσιος τήν τελευταία περίοδο τῆς ζωῆς του μέ ἄκρα προσευχή καί νηστεία, ὥσπου ἐκοιμήθη στίς 27 Νοεμβρίου πιθανότατα τοῦ ἔτους 1346. Ἀπό τό Βίο τοῦ ὁσίου Θεοδοσίου Τυρνοβίτου, μαθητή τοῦ ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου πληροφορούμαστε ὅτι πρίν μεταβεῖ στό ὄρος Ἔμμονα ἐπισκέφτηκε τά Παρόρια καί προσκύνησε τόν τάφο τοῦ διδασκάλου του γιά τελευταία φορά.
  Ἡ σπουδαιότητα τῆς προσωπικότητας τοῦ ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου, ἡ ἐπίδραση πού ἄσκησε ἡ βιοτή, ἡ διδασκαλία, τό ἔργο του τόσο στό Ἅγιον Ὄρος ὅσο καί ἐκτός αὐτοῦ καθώς καί ἡ ἀποφασιστική συμβολή του στή διάδοση τοῦ Ἡσυχασμοῦ καί γενικότερα στήν ἐκκλησιαστική ζωή τῶν λαῶν τῆς χερσονήσου τοῦ Αἴμου, ἔχουν νομίζω ἀρκούντως διερευνηθεῖ. Ὁ σλαβικός κόσμος γοητευμένος ἀπό τήν πνευματική μορφή τοῦ ὁσίου Γρηγορίου καί τῶν μαθητῶν του, ἐνστερνίζεται τήν ἡσυχαστική ζωή καί προσπαθεῖ νά τήν ἀφομοιώσει. Τά Βαλκάνια, μέ κέντρο τό Θρακικό μοναστικό κέντρο τῶν Παρορίων, μεταβάλλονται σέ ἕνα ἀπέραντο χριστιανικό πεδίο δράσης. Ὁ ρόλος τῶν συνόρων ὡς διαχωριστικῶν ὁρίων μεταξύ τῶν λαῶν ἀποδυναμώνεται. Ἡ ἐποχή τοῦ ὁσίου Γρηγορίου εἶναι μία ἔνδοξη ἐποχή ἰσχυρῶν πνευματικῶν δεσμῶν τοῦ σλαβικοῦ μέ τόν ἑλληνικό κόσμο.
  Τό μοναστικό κέντρο τῶν Παρορίων, μέ τή δράση τοῦ ὁσίου Γρηγορίου κατέστη ἐπιπλέον ἕνα ἀπό τά ἀξιολογότερα κέντρα τῆς βυζαντινῆς καί βουλγαρικῆς ἡσυχαστικῆς γραμματείας. Ἡ δημιουργία τοῦ κέντρου αὐτοῦ ἐκκλησιαστικῆς καί κατ’ ἐπέκταση πολιτιστικῆς συνεργασίας ἀνάμεσα στούς λαούς τῆς χερσονήσου τοῦ Αἴμου, συνέβαλλε στήν πνευματική πρόοδο τῶν χωρῶν τῆς περιοχῆς, καθιστώντας τες ἄμεσους κοινωνούς τοῦ βυζαντινοῦ τρόπου διανοήσεως. 
   Παρ’ ὅλα αὐτά ὅμως, ὁ ὅσιος Γρηγόριος ἦταν ὁ κατ’ ἐξοχήν διδάσκαλος καί εἰσηγητής τῆς ἡσυχίας. Καί μέσα ἀπό τήν ἡσυχαστική αὐτή διάσταση ἐξυφαίνεται ἡ πνευματική σχέση του μέ τόν ἕτερο μεγάλο Ἁγιορείτη ἡσυχαστή τῆς ἐποχῆς του, τόν ὅσιο Μάξιμο τόν Καυσοκαλύβη.
   Ἡ γνω­ρι­μί­α τῶν δύ­ο Ὁσίων στό Ἅγιον Ὄρος καθώς καί ὁ με­τα­ξύ τους διάλογος περί προσευχῆς (εἰκ. 6), τό πι­θα­νό­τε­ρο εἶναι νά συ­νέ­βη πρίν τό 1325, ἔ­τος ἀ­να­χωρήσεως τοῦ ὁσίου Γρη­γο­ρί­ου γιά τά Πα­ρό­ρια, κα­τά τήν πρόρ­ρη­ση τοῦ ὁσίου Μα­ξί­μου.
   Ὁ δι­ά­λο­γος αὐ­τός (πού καταλαμβάνει μεγάλο μέρος στό Βίο τοῦ ὁσίου Μαξίμου) μπορεῖ νά θεωρηθεῖ σταθμός στή νηπτική γραμματεία, καθώς ἀ­πο­τε­λεῖ τήν δι­α­φα­νέ­στε­ρη ἀ­νά­πτυ­ξη τῆς θε­ω­ρί­ας πε­ρί νή­ψε­ως καί ἐκ­στά­σε­ως τοῦ νοῦ, καί πε­ρι­γρά­φει τήν κα­τά­στα­σή του ὅ­ταν ἐλ­λάμ­πε­ται ἀ­πό τό θεῖ­ο φῶς κα­τά τήν προ­σευ­χή. Δι­α­κρί­νει δέ μέ σα­φή­νεια καί προ­σο­χή τά ση­μεῖ­α τῆς χά­ρι­τος ἀ­π’ αὐ­τά τῆς πλά­νης. Ἕ­νας ἀ­πό τούς καρ­πούς τῆς προ­σευ­χῆς εἶ­ναι καί ὁ θεῖ­ος ἔ­ρω­τας πού γεν­νι­έ­ται στήν φλε­γό­με­νη καρ­διά τοῦ προ­σευ­χο­μέ­νου. Στά τέλη τοῦ 18ου αἰ., ἕνα σημαντικό ἀπόσπασμα τοῦ διαλόγου αὐτοῦ, λό­γῳ τῆς σπου­δαι­ό­τη­τάς του, συμ­πε­ρι­λή­φθη­κε στή γνωστή Φιλοκαλία.
   Οἱ βυζαντινοί Βίοι τόσο τοῦ ὁσίου Μαξίμου τοῦ Καυσοκαλύβη ὅσο καί τοῦ ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου ἀποτελοῦν σημαντικές ἱστορικές πηγές, ἀνάμεσα σέ ἄλλα, γιά τό μοναστικό κέντρο τῶν Παρορίων καί τή ἐκεῖ δράση τοῦ ὁσίου Γρηγορίου καί τῶν μαθητῶν του.
  Στόν Βίο Β΄ τοῦ ὁσίου Μαξίμου, ὁ βιογράφος του ὅσιος Θεοφάνης Περιθεωρίου ἀναφέρεται ἀρκετές φορές τόσο στή πρόρρηση τοῦ ὁσίου Μαξίμου περί τῆς ἀναχωρήσεως τοῦ ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος γιά τά Παρόρια ὅσο καί γιά τήν ἐκεῖ δράση του. Στά Παρόρια ἀναφέρεται καί ὁ τρίτος βιογράφος τοῦ ὁσίου Μαξίμου ὅσιος Μακάριος Μακρῆς καθώς καί ὁ ὅσιος Ἰωαννίκιος Κόχιλας. Εἰδικότερα, ὁ τελευταῖος αὐτός βιογράφος τοῦ ὁσίου Μαξίμου στόν ὑπ’ αὐτοῦ γραφέντα Βίο μᾶς πληροφορεῖ γιά τήν ἀλληλογραφία τοῦ ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου μέ διάφορους ἡγεμόνες τῆς ἐποχῆς κατά τήν παραμονή του στά Παρόρια: «Καί τούς βασιλεῖς τῆς γῆς, Ἀνδρόνικον λέγω καί τόν Ἀλέξανδρον, Στέπανον καί Ἀλέξανδρον, ἐπιθυμητάς αὐτοῦ πεποίηκεν δι’ ἐπιστολῶν διδακτικῶν θαυμασίων». Ὑπό τά ἀνωτέρω ὀνόματα πρέπει νά ἐννοήσουμε τόν Βυζαντινό αὐτοκράτορα Ἀνδρόνικο Γ΄ (1328-1341), τόν βούλγαρο τσάρο Ἰωάννη Ἀλέξανδρο (1331-1371), τόν Σέρβο τσάρο Στέφανο Ντουσάν (1331-1355) καί ἴσως τόν Ἀλέξανδρο τόν Α΄ Basarab (1338-1364), ἡγεμόνα τῆς Βλαχίας γυναικάδελφο τοῦ Ἰωάννου Ἀλεξάνδρου τῆς Βουλγαρίας. Εἰδικότερα γιά τόν βούλγαρο τσάρο Ἰωάννη Ἀλέξανδρο καί γιά ὅ,τι κυρίως τόν ἀφορᾶ στήν παρούσα εἰσήγηση, θά πρέπει νά ἀναφέρουμε ὅτι στά πλαίσια τῆς γενικότερης δραστηριότητάς του γιά τήν ἵδρυση νέων μονῶν ἤ ἀνακαίνιση καί διακόσμηση παλαιοτέρων, ἔδειξε ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον γιά τόν ὅσιο Γρηγόριο τό Σιναΐτη καί τούς μοναχούς τοῦ μοναστικοῦ κέντρου τῶν Παρορίων, κάτι γιά τό ὁποῖο ἐγκωμιάζεται ἀπό τόν ἅγιο Κάλλιστο Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, πού συναγωνίζεται γι’ αὐτό καί τούς πιό δεινούς βούλγαρους ἐγκωμιαστές τοῦ τσάρου. Εἰδικότερα, ὁ τσάρος ἔσπευσε νά ἱκανοποιήσει τό αἴτημα τοῦ ὁσίου Γρηγορίου –πού διατυπώθηκε μέ τή μεσολάβηση τοῦ ὁσίου Θεοδοσίου- γιά προστασία ἀπό τούς ληστές τῆς περιοχῆς τῶν Παρορίων. Γιά τό σκοπό αὐτό ἀνήγειρε ὑψηλό ὀχυρό πύργο καί ἐπιπλέον, ναό, κελλιά γιά τούς μοναχούς καί στάβλους γιά τά ζῶα, ἐνῶ δώρησε στούς μοναχούς κτήματα, μία λίμνη πού εἶχε μεγάλα ἰχθυοτροφεῖα, ζῶα κ.ἄ. Κατά τόν Γρηγόριο τό Νέο, βιογράφο τοῦ ὁσίου Ρωμύλου τοῦ ἐκ Βιδυνίου, ὁ τσάρος αὐτός δημιούργησε συνθῆκες γαλήνης στά Παρόρια. Στό μοναχικό αὐτό κέντρο σύντομα -ἰδίως μετά τήν ἰδιαίτερη προστασία πού ἐξασφάλισε γιά τούς ἐκεῖ μοναχούς ὁ βούλγαρος τσάρος Ἰωάννης-Ἀλέξανδρος- συγκροτήθηκε μία ἀκμαία πνευματικά πολυεθνική μοναστική κοινότητα, στήν ὁποία καλλιεργοῦνταν ἡ ἡσυχαστική ζωή ἀλλά καί τά γράμματα μέ ἰδιαίτερη ἔμφαση στή μελέτη, συγγραφή, ἀντιγραφή χειρογράφων καθώς καί μετάφραση διαφόρων συγγραμμάτων. Τό κέντρο αὐτό πού χρησίμευσε ὡς συνδετικός κρίκος ἀνάμεσα στόν ἑλληνικό καί σλαβικό πνευματικό κόσμο καί ὡς ἕνα ἀπό τά ἀξιολογότερα κέντρα τῆς βυζαντινῆς καί βουλγαρικῆς ἡσυχαστικῆς γραμματείας, λειτούργησε μέχρι τό 1355-1360 ὁπότε καί ἐγκαταλείφθηκε λόγῳ τῶν συχνῶν ληστρικῶν ἐπιδρομῶν τῶν Τούρκων.  (συνεχίζεται......)

______________________________________________________________________
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: 
 Ὁ διάλογος μεταξύ ὁσίου Μαξίμου τοῦ Καυσοκαλύβη καί ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου. Τοιχογραφία τοῦ 1820 στή Λιτή τοῦ Κυριακοῦ τῆς σκήτης Καυσοκαλυβίων. Ἔργο Μητροφάνους μοναχοῦ τοῦ ἐκ Βιζύης τῆς Θράκης

* Ὁλόκληρη ἡ μελέτη τοῦ μοναχοῦ Παταπίου Καυσοκαλυβίτου:  «Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ.», δημοσιεύθηκε στά Πρακτικά τοῦ 4ου Διεθνοῦς Συμποσίου Θρακικῶν Σπουδῶν: Βυζαντινή Θράκη. Μαρτυρίες καί Κατάλοιπα. Κομοτηνή, 18-22 Ἀπριλίου 2007, στό: Byzantinsche Farschulngen 300 XXX (2011), σσ. 277-326, πίνακες 801-807.

Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ.  ( Γ΄ μέρος)
Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ.  ( Δ΄ μέρος)