Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αναστάσιος Γόρδιος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αναστάσιος Γόρδιος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 22 Ιουλίου 2025

Η ΒΙΒΛΙΟΦΙΛΙΑ ΤΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΓΟΡΔΙΟΥ

                                                                Κωνσταντίνου Σπ. Τσιώλη

                 Ἡ Βιβλιοφιλία τοῦ ὁσίου Ἀναστασίου Γορδίου



Μὲ τὴν στάμπαν τῆς Βλαχίας

Ἀναστάσιος ὁ Γόρδιος: «Ἐγώ, ἕως ὁποῦ ἀναπνέω, βιβλίοις προσκεῖσθαι βούλομαι».

Βιβλιοφιλική, παθιασμένη δήλωση ἀγάπης, ἔρωτα, στοργῆς γιὰ τὸ βιβλίο, γιὰ τὴ μελέτη, εἶναι ἡ γραπτὴ αὐτὴ ἀναφορὰ τοῦ Ἀναστασίου Γορδίου, τοῦ ἐξ Ἀγράφων ὁρμωμένου ταπεινοῦ λογίου ἱερομονάχου τῆς ἐποχῆς τῆς Τουρκοκρατίας. Μάλιστα, δὲν σταματᾶ ἐκεῖ. Ὑπερακοντίζοντας σὲ βιβλιοφιλικὴ κατάθεση ψυχῆς συνεχίζει σημειώνοντας ὅτι:

«Καὶ ἂν εἶχα θησαυρὸν χρημάτων, ἤθελα τὸν ἐξοδιάσει εἰς θησαυρὸν βιβλίων»

Αὐτά, λοιπόν, τὰ δηλώνει γραπτῶς πρὶν ἀπὸ τρεῖς καὶ πλέον αἰῶνες, στὶς 20 Σεπτεμβρίου 1717 σὲ ἐπιστολή του, ποὺ στέλνει ἀπὸ τὴ γενέτειρά του, τὰ Βρανιανὰ τῶν Ἀγράφων, πρὸς τὸν ἱερομόναχο Χριστοφόρο, συμμαθητή του κοντὰ στὸν Εὐγένιο Γιαννούλη, μιὰ ἄλλη σπουδαία μορφὴ τῶν Γραμμάτων τῆς ἴδιας ἐποχῆς. Ὁ Χριστοφόρος βρίσκεται στὴν Καστανιά, ἕνα κοντινὸ στὴ γενέτειρα τοῦ Γορδίου χωριό, στὰ ἀνατολικὰ τῶν Ἀγράφων. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ κοινοῦ διδασκάλου τους, ὁ Γόρδιος ζητεῖ, ἀπαιτεῖ τὸ μερίδιό του ἀπὸ τὰ βιβλία τῆς βιβλιοθήκης τοῦ Γιαννούλη. Ὁ Γόρδιος ἦλθε σχεδὸν σὲ σύγκρουση μὲ τὸν Χριστοφόρο γιὰ νὰ τοῦ δοθοῦν τὰ βιβλία, τὰ ὁποῖα ἐδικαιοῦτο βάσει ὅπως ὑποστήριζε τῆς διαθήκης τοῦ Εὐγενίου, ἀλλὰ ὁ Χριστοφόρος τὰ παρακρατοῦσε. Διαφωνεῖ μάλιστα μὲ τὴν πρόταση τοῦ Χριστοφόρου νὰ πωληθοῦν τὰ βιβλία:

«Λέγεις. Νὰ τὰ πουλήσωμεν· καὶ τί νὰ κάμωμεν; [...] Πνευματικῶς λέγεις, μὲ συμβουλεύεις νὰ κάμωμεν ἐκεῖνο ὁποῦ σοῦ ἀρέσει, καὶ νὰ σοῦ ἀποκριθῶ. Ἀλλὰ δὲν ἠξεύρω τί νὰ ἀποκριθῶ εἰς τέτοιαις πνευματικαῖς συμβουλαῖς καὶ ἀπνευματίκευταις».

Ὁ Γόρδιος ἐπιμένει στὴν πιστή, περὶ τῆς διανομῆς τῶν βιβλίων, ἐφαρμογὴ τῆς ἐπιθυμίας τοῦ «ἀποθαμένου οἰκοκύρη» ὅπως ἀποκαλεῖ τὸν διδάσκαλό τους Εὐγένιο Γιαννούλη:

«Καὶ εἰ μὲν πέμπεις, πέμψον. Εἰ δὲ μή, αὐτὸ τοῦτο δήλωσον, καὶ μετ’ αὐτοῦ τὴν αἰτίαν, ἵνα μή [...] ἐνοχλοῦντές σοι κράζωμεν».

Ἀκόμη, ὁ Γόρδιος, ὡς φίλος τοῦ βιβλίου, γνώριζε ὀνομαστὲς βιβλιοθῆκες τῆς ἐποχῆς ὅπως ἡ Βατικανή, ἡ Μαρκιανή, ἀλλὰ καὶ βιβλιοθῆκες τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Μάλιστα, ἐντυπωσιασμένος, ἐνθουσιασμένος ἀπὸ τὴ βιβλιοθήκη τοῦ λογίου προεστοῦ τῆς Ζακύνθου Ἄγγελου Σουμάκιου, συνθέτει ἐπίγραμμα ἰαμβικὸν γι αὐτήν:

«Σιὼν Σίναιον ὧδε διττοῖς τοῖς νόμοις

χορός τε μουσῶν τῶν Ἑλικωνιάδων.

Ἐνταῦθα πᾶσα βίβλος ἱερὰ πέλει

σύμπας χορός τε τῶν Ἑλικωνιάδων».

 Ὁ ἴδιος ὁ Γόρδιος φέρεται ὡς κάτοχος βιβλιοθήκης μὲ σημαντικὸ ἀριθμὸ βιβλίων. Ὁ διακαὴς πόθος του γιὰ βιβλία ἔχει δώσει τροφὴ στὸν θρύλο, στὴν ὑπερβολικὴ ἐκτίμηση, ὅτι ἡ βιβλιοθήκη του ἴσως ἀριθμεῖ περὶ τὰ 4.000 βιβλία! Ὅμως, σύμφωνα μὲ κάποιες γραπτὲς μαρτυρίες γιὰ τὰ βιβλία ποὺ κατεῖχε, ἕνας ἀριθμός περὶ τὰ 800 βιβλία θὰ ἦταν ἀρκετὰ λογικὴ καὶ κοντὰ στὴν πραγματικότητα ἐκτίμηση γιὰ τὸν ὄγκο τῆς βιβλιοθήκης του· καθόλου μικρὸς ἀριθμὸς βιβλίων σὲ μία, οὐσιαστικά, προσωπικὴ βιβλιοθήκη, στὰ δυσπρόσιτα, ἕως καὶ ἀπρόσιτα Ἄγραφα τοῦ 18ου αἰ. ἐντὸς ἑνὸς τουρκοκρατούμενου Ἑλλαδικοῦ χώρου.

Γιὰ τὴν διάπυρη ἀγάπη του καὶ τὴν ἰδιαίτερη, τὴ σχεδὸν ἐμμονικὴ σχέση του, τὸ σφοδρὸ πάθος του μὲ τὰ βιβλία, ὁ Κ. Θ. Δημαρᾶς γράφει :

 

«Μὰ τὸ θέμα ποὺ τὸν κατέχει εἶναι τὸ βιβλίο· ἕνα πρωτογονικὸ ἀκόμη πάθος· ζήτηση βιβλίων, δανεισμοί, ἀνταλλαγές, βιβλιοδεσίες, περνοῦν καὶ ξαναπερνοῦν μέσα στὰ γράμματά του».


 Ὀ Γόρδιος ἐπέλεγε ἢ πρότεινε, γιὰ τὴν ἀποφυγὴ ἀπώλειας βιβλίων, ἔμπιστους διακομιστὲς γιὰ τὴν ἀποστολὴ ἢ τὴν παραλαβὴ βιβλίων:

«Καὶ εἴ γε δέ, ὣς ἔφην, καὶ τούτων τυχεῖν, μὴ ἀπαξιωσάτω με, παρακαλῶ, κομιστῇ τῷ αὐτῷ οἵα καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων χρησαμένη, πιστῷ γε ὄντι τὰ μάλιστα καὶ θεοφιλεῖ».

Ἀκόμη, δανείζεται βιβλία ἀλλὰ εἶναι συνεπὴς στὴν ἐπιστροφὴ τῶν βιβλίων αὐτῶν:

«Τὰ βιβλία τοῦ μοναστηρίου ἢ θέλω τὰ φέρει μοναχός μου εἰς ὀλίγον καιρόν· ἢ θέλω τὰ πέμψει μὲ πιστὸν διακομιστὴν».

Φροντίζει νὰ βιβλιοδετοῦνται καὶ νὰ συντηροῦνται τυχὸν φθαρμένα βιβλία ἀπὸ ἔμπειρους καὶ ἐπιμελεῖς βιβλιοδέτες:

 «Ὁ εὐλαβέστατος ἐν ἱερεῦσι οὗτος [... ] εἶναι μὲ πολλὰ προτερήματα κεκοσμημένος [...] Εἶναι πρὸς τούτοις καὶ τεχνίτης ἐπιτηδειότατος νὰ ἀνακαινίζῃ καὶ νὰ δένῃ βιβλία».

Παραπονεῖται ὅταν τὰ βιβλία ποὺ στέλνει γιὰ βιβλιοδεσία δὲν εἶναι σωστὰ δεμένα, παρὰ τὰ χρήματα ποὺ διαθέτει γι αὐτὸν τὸν σκοπό:

«Μοῦ ἤφεραν τὰ βιβλία, δύο ἥμισυ ρεάλια δετικά, ἀλλὰ καὶ κακὰ δεμένα. Ἂν ἤξερα πῶς ἔτζη θέλει τὰ δέσει, δὲν ἤθελα οὐδὲ κἂν νὰ τὰ πιάσῃ».

 Ἀκόμη, ὁ Ἀναστάσιος Γόρδιος προσέχει τὰ βιβλία ποὺ προμηθεύεται νὰ εἶναι τυπωμένα σὲ ἀξιόπιστα τυπογραφεῖα ὅπως αὐτὰ τοῦ Βουκουρεστίου, δηλαδὴ μὲ τὴν «στάμπαν τῆς Βλαχίας»:

«Ἀκόμη τὸν παρακαλῶ καὶ τοῦ δίδω ἐνόχλησιν νὰ μοῦ πέμψῃ δύο βιβλία ἀπὸ κεῖνα τῆς  σ τ ά μ π α ς   τ ῆ ς   Β λ α χ ί α ς».

Πάντως, ὁ Ἀναστάσιος Γόρδιος, ἀρκετὰ χρόνια νωρίτερα ἀπὸ τὴν ἀντιδικία του μὲ τὸν Χριστοφόρο γιὰ τὰ βιβλία τοῦ Εὐγενίου, ὅπως ὁ ἴδιος δηλώνει στὴν βιογραφία τοῦ διδασκάλου του Εὐγενίου Γιαννούλη, στὰ 1703, στὸ Αἰτωλικό, ὅπου γράφει τὸ ἔργο του «Βίος τοῦ ἐν μακαρίᾳ τῇ λήξει γενομένου σοφωτάτου καὶ λογιωτάτου ἐν ἱερομονάχοις κυρίου Εὐγενίου Ἰωαννουλίου τοῦ ἐξ Αἰτωλίας ...», φέρεται ὡς κάτοχος τῶν βιβλίων τῆς βιβλιοθήκης τοῦ Εὐγενίου. Στὸ ἔργο του αὐτὸ οὐδὲν ἀναφέρει περὶ διαθήκης τοῦ Εὐγενίου Γιαννούλη. Ὅμως, ὅπως σημειώνει, ἴσως κατεῖχε τὸ σημαντικότερο ἀπὸ συναισθηματικῆς ἀπόψεως βιβλίο τοῦ Εὐγενίου. Πρόκειται γιὰ τὸ ἔργο:

«Θεοφυλάκτου Ἀρχιεπισκόπου Βουλγαρίας, Ἑρμηνεία εἰς τὰ τέσσαρα Εὐαγγέλια».

Ἦταν δῶρο τοῦ μαρτυρικοῦ πάπα καὶ πατριάρχη Ἀλεξανδρείας καὶ μετέπειτα πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, Κύριλλου Λούκαρη, γιὰ τὴν εἰς πρεσβύτερον χειροτονία τοῦ Εὐγενίου Γιαννούλη ἀπὸ τὸνΛούκαρη στὴν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου στὰ 1619:

«Κύριλλος πάπας καὶ πατριάρχης καὶ κριτὴς τῆς οἰκουμένης διὰ χειρῶν τῶν ἡμετέρων ἀναβιβασθεὶς ἐξ ἱεροδιακόνου εἰς τὸν τοῦ ἱερέως βαθμόν [...] Ἐν Αἰγύπτῳ αχιθῳ».

Καὶ συνεχίζει ὁ Γόρδιος:

″Δέδωκε δὲ δῶρον αὐτῷ μνήμης ἕνεκα τὴν Θεοφυλάκτου Βουλγαρίας βίβλον, τὴν εἰς τὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια συνοπτικὴν περιέχουσαν ἑρμηνείαν, ἥτις καὶ νῦν εἰσέτι μετὰ τῶν ἄλλων αὐτοῦ βιβλίων σώζεται παρ’ ἡμῖν″.  

Τέλος, σύμφωνα μὲ τὴν ἕως τώρα γνωστὴ διαθήκη τοῦ Εὐγενίου Γιαννούλη, γραμμένη στὶς 18 Ἰουλίου 1669, ὅταν ὁ Γόρδιος ἦταν μόλις πέντε ἐτῶν, ἀναφέρει ὅτι ἀφήνει τὰ βιβλία του στὸν προσφιλή του  ναὸ τῆς Ἁγίας Τριάδος Καρπενησίου:

« [...] Τοὺς μὲν οὖν ὀκτὼ τόμους τοῦ Χρυσοστόμου, ὁμοίως καὶ τὸν Ὅμηρον μετὰ τῶν σχολίων καὶ τὸν Ἰσοκράτην τὰ ἀφήνω καὶ αὐτὰ εἰς τὴν ἐκκλησίαν τῆς παναγίας μου Τριάδος εἰς τὸ Καρπενήσι».

Ἐνδεχομένως, ἀργότερα, ὁ ὅσιος πλέον Εὐγένιος Γιαννούλης ὁ Αἰτωλὸς συνέταξε νέα ἄδηλη διαθήκη· αὐτὴν στὴν ὁποία ἀναφέρεται ὁ Γόρδιος ὅταν ἀπαιτεῖ τὸ μερίδιό του ἐκ τῶν βιβλίων τῆς βιβλιοθήκης τοῦ Εὐγενίου Γιαννούλη ἀπὸ τὸν συμμαθητή του Χριστοφόρο. Ἴσως, πάλι, νὰ ὑπῆρξε προφορικὴ ἐντολὴ τοῦ Εὐγενίου, γιὰ τὸν τρόπο διαμοιρασμοῦ τῶν βιβλίων του, πρὸς τοὺς δύο μαθητές του.


ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΙΤΛΟΥ: 

Ἡ προτομὴ τοῦ Ἀναστασίου Γορδίου στὸν αὔλειο χῶρο τοῦ ἱστορικοῦ ναοῦ τῆς Ἀγίας Παρασκευῆς τῆς Γούβας τῶν Μεγ. Βραγγιανῶν. Στὴ βάση της ὑφίσταται, ἐγχαράκτως, ἡ γνωστὴ περὶ τῶν βιβλίων ἄποψη ( «Ἐγώ, ἕως ὁποῦ ἀναπνέω....») τοῦ Ἀναστασίου Γορδίου.

ΠΗΓΗ:

 ἱστότοπος ΕΛΛΗΝΟΜΟΥΣΕΙΟΝ ΑΓΡΑΦΩΝ, Πέμπτη 17 Ἰουλίου 2025




Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου 2015

Η ΜΟΝΗ ΤΗΣ ΡΕΝΤΙΝΑΣ ΤΩΝ ΑΓΡΑΦΩΝ ΣΤΗΝ ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΕΥΓΕΝΙΟΥ ΓΙΑΝΝΟΥΛΗ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΤΟΥ ΓΟΡΔΙΟΥ

Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης
*«Ἡ μονὴ τῆς Ρεντίνας τῶν Ἀγράφων στὴν Ἀλληλογραφία τοῦ Εὐγενίου Γιαννούλη τοῦ Αἰτωλοῦ καὶ τοῦ Ἀναστασίου  τοῦ Γορδίου».
                                   
«Ἐλέχθη κατὰ καιροὺς καὶ ὑπὸ πολλῶν ὅτι τὰ μοναστήρια ἔχουν κτισθεῖ στὰ ὡραιότερα μέρη τῆς καθ’ ἡμᾶς ἁγίας Ἀνατολῆς. Αὐτὸ εἶναι ἐν μέρει σωστὸ ἀλλὰ οὐχὶ ἐν παντί. Μᾶλλον, ὅπου ἐκτίσθησαν μοναστήρια ἡ περιοχὴ ἐκοσμήθη καὶ ἐγένετο ὡραιοτέρα  παρὰ πρίν».
Τὸ σχόλιο αὐτὸ τοῦ ἀρχιμανδρίτου Δοσιθέου, ἡγουμένου τῆς ἱερᾶς μονῆς Τατάρνης Εὐρυτανίας, γιὰ τὰ μοναστήρια καὶ τὸ φυσικό τους περιβάλλον, εὑρίσκει πλήρως ἐφαρμογὴν στὴν περίπτωση τῆς ἱερᾶς μονῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Ρεντίνας. Πράγματι, ἐκόσμησε ἐπὶ αἰῶνες καὶ συνεχίζει νὰ κοσμεῖ τὸν τόπο.
Ἱερὰ Μονὴ Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Ρεντίνας

Μὲ αὐτὸ τὸ μοναστήρι εἶχαν ἄμεση ἢ ἔμμεση σχέση ὁ Εὐγένιος Γιαννούλης (περ. 1597-1682) καὶ ὁ Ἀναστάσιος Γόρδιος (1654-1729) δύο ἀπὸ τοὺς σπουδαιότερους δασκάλους καὶ πνευματικὲς μορφὲς τῆς Τουρκοκρατίας ποὺ ἀνέδειξαν τὰ Ἄγραφα ὡς ἕναν τόπο ποὺ ἀνέπτυξε τὰ Γράμματα καὶ συνέβαλε στὴν διατήρηση τῆς ἐθνικῆς καὶ θρησκευτικῆς συνείδησης τοῦ Γένους. Σώζονται δύο ἐπιστολὲς τοῦ Εὐγενίου μὲ τοὺς ἡγουμένους τῆς Μονῆς Θεωνᾶ καὶ Ζαχαρία


Κώδ. Ι. Μ. Παντελεήμονος Ἁγίου Ὄρους 693, φ. 6. Ἡ ἀρχὴ τῆς συστατικῆς ἐπιστολῆς γιὰ τὸν Ἀναστάσιο Γόρδιο, ποὺ στέλνει ὁ Εὐγένιος Γιαννούλης στὸν ἱερομόναχο, καὶ ἡγούμενο τῆς μονῆς Ρεντίνας, Ζαχαρία.
Ἡ πρώτη πρὸς τὸν Θεωνᾶ ἔχει χρόνο ἀποστολῆς τὴν 26η Ἀπριλίου 1675 ἀπὸ τὸ Αἰτωλικό. Σὲ αὐτὸν στέλνει τὸν μαθητή του Ἀββακούμ, πιθανῶς γιὰ νὰ μονάσει κοντά του. Ὁ Ἀββακοὺμ δὲν πρέπει νὰ παρέμεινε στὴ μονὴ Ῥεντίνας ἢ παρέμεινε πολὺ μικρὸ χρονικὸ διάστημα ἀλλὰ φαίνεται πὼς μόνασε στὴ μονὴ Καταφυγίου.
 
Ἡ προτομὴ τοῦ Εὐγενίου Γιαννούλη στὸν αὔλειο χῶρο τοῦ ναοῦ τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς Μεγάλων Βραγγιανῶν
Ὁ ἡγούμενος θεωνᾶς ἀναφέρεται σὲ  κτητορικὴ ἐπιγραφὴ ἀνακαίνισης τοῦ μοναστηριοῦ   καὶ ἀνακαίνησης τοῦ ναοῦ,τοῦ καθολικοῦ, στὸ μέσον τοῦ ἐξωτερικοῦ τοίχου τῆς Κόγχης τοῦ ἱεροῦ, τὸ 1640. Ἐπίσης τὸ 1662 ὁ Θεωνᾶς ἀναφέρεται στὴν κεφαλαιογράμματη ἐπιγραφὴ ἱστόρησης τοῦ ναοῦ, πάνω ἀπὸ τὴ δυτικὴ θύρα,μὲ τὴν ὁποία τὸ καθολικὸ ἐπικοινωνεῖ μὲ τὸν νάρθηκα)  

Κτητορικὴ ἐπιγραφὴ τῆς μονῆς Ρεντίνας τοῦ 1640, ὅπου ἀναφέρεται ὁ ἡγούμενος Θεωνᾶς
   Μετὰ ἀπὸ 1, ½ χρόνο ὁ Εὐγένιος, εὑρισκόμενος στὰ Βρανιανά, ἀποφασίζει νὰ στείλει τὸν Ἀναστάσιο Γόρδιο γιὰ σπουδὲς στὴν Ἀθήνα. Μεταξὺ τῶν ἄλλων τὸν ἐφοδιάζει μὲ συστατικὴ ἐπιστολὴ χρονολογημένη στὶς 2 Ὀκτωβρίου 1676, πρὸς τὸν ἱερομόναχο τῆς μονῆς Ρεντίνας Ζαχαρία μὲ σκοπὸ νὰ φροντίσει ὁ Ζαχαρίας γιὰ τὴν ἀσφαλῆ μετάβασή του ἀπὸ τὸ Καρπενήσι, ὅπου θὰ συναντοῦσε τὸν Ζαχαρία,στὴν Ἀθήνα γιὰ σπουδὲς κοντὰ στὸν Νικόδημο Μαζαράκη. Ὁ Γόρδιος σὲ γράμμα του πρὸς τὸν δάσκαλό του Εὐγένιο ἀπὸ τὴν Ἀθήνα ὅπου ἔφτασε τὴν 1η Νοεμβρίου 1676 ἀναφέρει πὼς ὅταν ἔφθασε ἀπὸ τὰ Βρανιανὰ στὸ Καρπενήσι δὲν συνάντησε τὸν Ζαχαρία στὸ Καρπενήσι καθὼς αὐτὸς τοποθετήθηκε ἡγούμενος ἀπὸ τὸν μητροπολίτη Λιτζᾶς καὶ Ἀγράφων Ἰάκωβο μαθητὴ τοῦ Εὐγενίου στὴ Σχολὴ τοῦ Καρπενησίου (1645-1661). Ὁ Γόρδιος τότε μετάβη στὴ μονὴ τῆς Ρεντίνας καὶ τὸ χρονικὸ διάστημα παραμονῆς του Γορδίου στὸ μοναστήρι τοποθετεῖται μεταξὺ 10-25 Ὀκτωβρίου 1676. Ἀπὸ ἐκεῖ μὲ τὴν συνοδεία τοῦ Ζαχαρία μετέβη στὸν τελικὸ προορισμό του, τὴν Ἀθήνα.
  Σώζεται καὶ μία ἐπιστολὴ τοῦ ἡγουμένου Ζαχαρία, στὰ 1675 πρὸς ἕναν μοναχὸ τῆς μονῆς Ρεντίνας ὀνόματι Ἀνανία, ὁ ὁποῖος ἄφησε τὸ μοναστήρι γιὰ λόγους ποὺ δὲν ἀναφέρονται καὶ ἐγκαταστάθηκε σὲ κάποια ἄδηλη μονή, καὶ καλεῖται ἀπὸ τὸν Ζαχαρία νὰ ἐπιστρέψει στὴ μονὴ Ρεντίνας μὲ τὴν διαβεβαίωση ὅτι θὰ ἔχει ὅλες τὶς προϋποθέσεις νὰ διάγῃ ἕναν ἥσυχο μοναστικὸ βίο.Ὁ Ζαχαρίας ὑπογράφει ὡς «καθηγούμενος τῆς ἱερᾶς μονῆς τῆς Ῥενδίνης». Ἄρα, ὁ Ζαχαρίας, ἔχει ὁρισθεῖ ἡγούμενος ἀπὸ τὸ 1675, πιθανώτατα τὸ 2ο ἑξάμηνο, καὶ ὄχι τὸ 1676 ὅπως γνωρίζαμε ἀπὸ τὴν ἐπιστολὴ τοῦ Γορδίου πρὸς τὸν διδάσκαλό του Εὐγένιο τὴν 1η Νοεμβρίου 1676.
   Ὁ ἡγούμενος Ζαχαρίας ἀναφέρεται ἐπίσης  τὸ 1676 σὲ ἐπιγραφὴ πάνω ἀπὸ τὴν θύρα ποὺ ὁδηγεῖ στὸ δεξιὰ παρακείμενο παρεκκλήσιο τοῦ Προδρόμου καὶ ἀναφέρεται στὴν εἰκονογράφηση τοῦ νάρθηκα. 
Κτητορικὴ ἐπιγραφὴ τῆς μονῆς Ρεντίνας τοῦ 1676, ὅπου ἀναφέρεται ὁ ἡγούμενος Ζαχαρίας
Ἄλλοι λόγιοι ποὺ εἶχαν σχέσεις μὲ τὸν Εὐγένιο Γιαννούλη καὶ τὸν Ἀναστάσιο Γόρδιο ἦταν ὁ Νικόδημος Μαζαράκης καὶ ὁ μαθητής του  Γρηγόριος Παυρόλας. Ἔμμεση σχέση μὲ τὸν Γόρδιο καὶ τὴ σχολὴ Βραγγιανῶν, τὸ «Ἑλληνομουσεῖον Ἀγράφων», εἶχε ὁ προεστὸς τῆς Ρεντίνας Δημήτριος Τσολάκογλου, καθὼς καὶ μεγάλη βιβλιοθήκη εἶχε, ἡ ὁποία περιελάμβανε καὶ μεγάλο μέρος τῆς βιβλιοθήκης τοῦ Γορδίου, ποὺ κάηκε κατὰ τὴν ἐπανάσταση, καὶ μὲ δαπάνες του τυπώθηκε τὸ 1790 καὶ γιὰ 2η φορὰ στὰ 1802 ἡ Ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Σεραφείμ, ἐπισκόπου Φαναρίου καὶ Νεοχωρίου, τὴν ὁποία ἔχει συνθέσει ὁ Γόρδιος. Γιὰ τὴν ἔκδοση τῆς ἀκολουθίας τοῦ Ἁγίου Σεραφείμ, ὁ ἐκ Σκοπέλου ἁγιορείτης μοναχὸς καὶ γνωστὸς λόγιος τῆς Τουρκοκρατίας Καισάριος Δαπόντες (1713/4-1784) ἔγραψε στὸ ἔργο του «Ἄνθη Νοητά»:
Ἀκούω κατὰ τ᾿ Ἄγραφα … σώζεται χάριτι τοῦ Κυρίου
ἡ κεφαλὴ τοῦ Σεραφείμ, νεοφανοῦς ἁγίου,
τοῦ καὶ ἱερομάρτυρος, καθὸ τοῦ Φαναρίου
ἀρχιερεὺς ἐστάθηκε καὶ τοῦ Νεοχωρίου,
καὶ ὁποῦ ἐμαρτύρησεν εἰς χρόνους τοὺς χιλίους
ἀπὸ Χριστοῦ γεννήσεως ἕνα κἑπτακοσίους,
ὡς φαίνεται εἰς τὸν αὐτοῦ βίον καὶ πολιτείαν
ὁποῦ εἰς τὴν Μοσχόπολιν τυπώθη κατ᾿ ἀξίαν.
  
Στὸ μέσον τῶν τεσσάρων αἰώνων τῆς ὀθωμανικῆς κατοχῆς σὲ μιὰ μικρὴ ὀρεινὴ περιοχὴ τῆς Ἑλλάδας, ὅπως ἡ Ρεντίνα τῶν Ἀγράφων, καὶ τὰ Γράμματα διακονοῦνται καὶ ἡ ὀρθόδοξη πίστη καὶ παράδοση οἰκοδομοῦνται σὲ ἀνακαινισμένους καὶ νέοϊστορηθέντες ναούς, καὶ τὸ κοινοτικὸ αὐτοδιοικητικὸ σύστημα  λειτουργεῖ, μὲ τοὺς προεστῶτες του καὶ τοὺς κληρικοὺς ὅλων τῶν βαθμῶν, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἀποδήμους ἀρωγοὺς καὶ συμπαραστᾶτες στὸ ἔργο τους. Ὁ Ἑλληνισμὸς ἐκείνης τῆς περιόδου, σὲ συνθῆκες ἀσφυξίας, κατόρθωσε νὰ προβάλλει καὶ νὰ ἀξιοποιήσει τὰ φυλετικὰ χαρακτηριστικά του, ποὺ ἀκόμη καὶ σήμερα ὑφίστανται: τὶς ἐπιδόσεις του στὰ Γράμματα, τὴν δίψα γιὰ γνώση, ποὺ σὲ συνδυασμὸ μὲ τὸ ἐμπορευματικὸ καὶ ἐπιχειρηματικὸ δαιμόνιο καὶ γύρω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὰ κύτταρά της, τὶς ἐνορίες, κατόρθωσε νὰ δημιουργήσει τὶς συνθῆκες ποὺ ὁδήγησαν στὴν ἐπανάσταση καὶ τὴν ἀπελευθέρωση.
                                                                                                                                      

 * Περίληψη τῆς προφορικῆς εἰσήγησης ‒στὶς 22 Αὺγούστου 2015‒ κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ ἐπιστημονικοῦ Συνεδρίου: «Ἱστορία καὶ Πολιτισμὸς τῆς Ρεντίνας Ἀγράφων» ποὺ πραγματοποιήθηκε  τὸ διήμερο 22 καὶ 23 Αὐγούστου 2015 στὴ Ρεντίνα Καρδίτσης.

ΠΗΓΗ: ΕΛΛΗΝΟΜΟΥΣΕΙΟΝ ΑΓΡΑΦΩΝ

Τετάρτη 20 Αυγούστου 2014

ΟΣΙΟΣ ΕΥΓΕΝΙΟΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ (+1682)



Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης
 
 5(18) ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2014. ΜΝΗΜΗ ΟΣΙΟΥ ΕΥΓΕΝΙΟΥ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ

Ὁ Ὅσιος Εὐγένιος ὁ Αἰτωλός
(Σύντομος βίος)




       Ὁ Εὐγένιος Γιαννούλης ὁ Αἰτωλὸς γεννήθηκε γύρω στὰ 1597 στὸ Μέγα Δένδρο τοῦ Θέρμου Αἰτωλίας. Σὲ ἡλικία 15 ἐτῶν μετέβη στὴ μονὴ τῆς Παναγίας τοῦ Βλοχοῦ Τριχωνίδος, ὅπου ἔλαβε τὶς πρῶτες ἐγκύκλιες γνώσεις. Συνέχισε τὰ μαθήματά του στὴ μονὴ τῆς Παναγίας τοῦ χωριοῦ Τροβάτο τῶν Ἀγράφων. Στὴ συνέχεια, περὶ τὸ 1616, χειροτονήθηκε διάκονος στὸ ἱστορικὸ μοναστήρι τῆς Τατάρνας. Ἀπὸ ἐκεῖ ταξίδευσε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου μαθήτευσε κοντὰ στὸν παραιτηθέντα καὶ ἐφησυχάζοντα στὴ μονὴ Ξηροποτάμου ἐπίσκοπο Χαραλάμπη. Κατόπιν, στὴν πορεία του πρὸς τὰ Ἱεροσόλυμα, βρέθηκε στὴν Ἀλεξάνδρεια, ὅπου χειροτονήθηκε ἱερέας ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Κύριλλο Λούκαρι. Ἀκολούθως, διακόνησε ἐπὶ τρία ἔτη στὸν ἱερὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου στὰ Ἱεροσόλυμα. Κατόπιν, συνέχισε τὶς σπουδές του στὰ Τρίκαλα, τὴν Κεφαλλονιά, τὴ Ζάκυνθο καὶ τὴν Κωνσταντινούπολη κοντὰ στοὺς σημαντικοὺς διδασκάλους τῆς ἐποχῆς Παΐσιο Μεταξᾶ, Θεόφιλο Κορυδαλλέα καὶ Μελέτιο Συρίγο. Περὶ τὸ 1639, ὡς διδάσκαλος πλέον, ἵδρυσε Σχολὴ γραμμάτων στὸ Αἰτωλικό, καὶ στὴ συνέχεια τὸ 1645 στὸ Καρπενήσι, ἐνῶ τέλος, τὸ 1661 ἵδρυσε Σχολεῖο στὰ Μεγάλα Βραγγιανὰ τῶν Ἀγράφων, τὸ γνωστὸ καὶ ὡς «Ἑλληνομουσεῖον Ἀγράφων». Ἐκοιμήθη στὶς 6 Αὐγούστου 1682 στὰ Μεγ. Βραγγιανὰ καὶ ἐτάφη στὸ νάρθηκα τοῦ καθολικοῦ τῆς ἱερᾶς μονῆς τῆς Ἁγ. Παρασκευῆς. Κατέλιπε πλούσιο παιδευτικό, συγγραφικὸ ἀλλὰ καὶ φιλανθρωπικὸ ἔργο καὶ πολλοὺς ἄξιους μαθητές, ποὺ διέπρεψαν στὰ Γράμματα καὶ συνέχισαν τὸ ἔργο του. Σπουδαιότερος ἀπὸ αὐτοὺς εἶναι ὁ βιογράφος του, λόγιος ἱερομόναχος, Ἀναστάσιος ὁ Γόρδιος (1654-1729). Μὲ τὴν ὑπ’ ἀρ. 346/1-7-1982 Πατριαρχικὴ καὶ Συνοδικὴ Πράξη κατετάγη ἐπισήμως στὴ χορεία τῶν Ἁγίων τῆς κατ’ Ἀνατολὰς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται στὶς 5 Αὐγούστου.

Δευτέρα 18 Αυγούστου 2014

Ο ΛΟΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ ΚΑΙ ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΠΡΟΥΣΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΚΑΣΤΑΝΟΦΥΛΛΗΣ



Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης

Ἕτερον χειρόγραφον βιβλίον τοῦ Γορδίου
Ἡ πρόσληψη, ἀπὸ τὸν Κύριλλο Καστανοφύλλη, τοῦ ἔργου καὶ τῆς βιοτῆς τοῦ
Ἀναστασίου Γορδίου
 
Τὸ ἐξώφυλλο τοῦ κώδ. 693
τῆς Ἱ. Μ. Παντελεήμονος Ἁγ. Ὄρους.

  Ἀπὸ τὴ μελέτη τοῦ βίου καὶ τοῦ ἔργου τοῦ Κυρίλλου Καστανοφύλλη καταγράφεται ‒μικρῆς ἔκτασης μὲν ἀλλὰ ὑπαρκτή‒ σχέση του μὲ τὸν Ἀναστάσιο Γόρδιο καὶ τὸ ἔργο του. Ἔτσι, στὸ πόνημα τοῦ Κυρίλλου  «Ἱερὰ Διήγησις» (κώδ. 3), γραμμένη ἐξ ὁλοκλήρου ἀπ’ αὐτόν, καταχωρίζεται τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας δαιμονοπλήκτου ἀπὸ τὴν Παναγία, μὲ τὴ συμβουλευτικὴ συνδρομὴ τοῦ Γορδίου. Ἀκόμη, στὸ Κτηματολόγιο τῆς μονῆς Προυσοῦ (κώδ. 42), ἔργο ἐπίσης τοῦ Κυρίλλου, καὶ συγκεκριμένα στὸν κατάλογο τῶν χειρογράφων καὶ ἐντύπων βιβλίων του, στὶς σελίδες 855 καὶ 856, καταχωρίζονται τρία χειρόγραφα μὲ ἔργα τοῦ Ἀναστασίου Γορδίου· ἔνδειξη τοῦ ἐνδιαφέροντος τοῦ Κυρίλλου γιὰ ἐκκλησιαστικὰ ἀλλὰ καὶ ἐσχατολογικά-προφητολογικὰ ἔργα ἑνὸς σεβάσμιου Ἀγραφιώτη.  Τέλος, ὁ κώδικας 693 τῆς Ἱ. Μ. Παντελεήμονος Ἁγ. Ὄρους, μὲ ἐπιστολὲς λογίων τῆς Τουρκοκρατίας (μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τοῦ ἰδίου τοῦ Ἀναστασίου) ἀλλὰ καὶ μὲ Ἠθικὰ καὶ Θρησκευτικὰ κείμενα ‒γραμμένος σὲ μεγάλο μέρος του ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Γόρδιο‒, πιθανολογεῖται πὼς μεταφέρθηκε στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὴν ἀνωτέρω Μονή,  ὅπου καὶ σήμερα βρίσκεται, ἀπὸ τὸν Κύριλλο Καστανοφύλλη, καθὼς ἦταν ἡ Μονὴ τῆς ἀσκήσεώς του καὶ διατηροῦσε στενὴ πνευματικὴ σχέση μὲ αὐτήν.

Περίληψη παρέμβασής μας στὴν Ἡμερίδα μὲ θέμα: «(1814-2014) Διακόσια χρόνια ἀπὸ τὸν ἐρχομὸ τοῦ ἀναμορφωτῆ ἡγουμένου Κυρίλλου Καστανοφύλλη στὸ μοναστήρι τοῦ Προυσοῦ», ποὺ διοργανώθηκε στὴν Καστανιὰ τοῦ Προυσοῦ στὶς 10 Αὐγούστου 2014.