Παταπίου
μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου
Ὁ ὅσιος Μάξιμος ὁ
Καυσοκαλύβης καί ὁ Ἡσυχασμός
ΟΣΙΟΣ
ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΗΣ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ
ΧΡΥΣΟΚΕΝΤΗΤΟΥ ΕΠΙΓΟΝΑΤΙΟΥ. ΚΥΡΙΑΚΟ ΣΚΗΤΗΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΩΝ
Ἄν καί ὁ Ἡσυχασμός, ὡς
εὐρύτερο πνευματικό κίνημα πού συνιστᾶ τήν πεμπτουσία τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης,
ἔχει τήν ἀρχή του στή μοναχική πρακτική τοῦ 4ου αἰ., ἐνηλικιώθηκε καί
κυριάρχησε στή ζωή τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τόν 14ο αἰ. Δέν θά ἦταν ἴσως
ὑπερβολή ἐάν θεωρούσαμε τόν 14ο αἰ. ὡς τόν αἰώνα τοῦ Ἡσυχασμοῦ. Τήν περίοδο
αὐτή, ἡ ἡσυχαστική κίνηση βγῆκε ἀπό τήν ἔρημο καί ἔγινε ἡ κυρίαρχη τάση τόσο
τῆς ἐκκλησιαστικῆς καί κοινωνικῆς ζωῆς τοῦ βυζαντινοῦ κράτους ὅσο καί τῆς
κοινωνικῆς καί πολιτιστικῆς ζωῆς τῶν ὀρθοδόξων λαῶν, τουλάχιστον αὐτῶν πού
γειτόνευαν μέ τήν βυζαντινή ἐπικράτεια. Ἀκόμη καί ἡ ἐκκλησιαστική ζωγραφική
τέχνη δέχθηκε τήν εὐεργετική ἐπίδραση τοῦ Ἡσυχασμοῦ.
Τό παράδοξο πάντως εἶναι ὅτι ἡ πνευματική αὐτή ἄνθηση σημειώθηκε μέσα σέ μιά
ταραγμένη πολιτικά γιά τόν βυζαντινό κόσμο ἐποχή, ὅπως στάθηκε τό μεγαλύτερο
μέρος τοῦ 14ου αἰ. Ἡ ἐποχή αὐτή εἶναι μία ἀπό τίς κρισιμότερες τῆς βυζαντινῆς
χιλιετίας. Ὁ ἑλληνικός κόσμος μαστίζεται ἀπό πολιτικές διαμάχες καί ἐμφυλίους
πολέμους πού ἐπιτάχυναν μέ τίς πολλαπλές ἐπιπτώσεις τους τήν τελική πτώση τῆς
βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας, ἀλλά καί θρησκευτικές ἔριδες, ὅπως ἡ λεγόμενη
‘‘ἡσυχαστική’’, πού ἀπασχόλησαν πολύ καί δίχασαν πρός στιγμήν τήν βυζαντινή
κοινωνία, πρόσφεραν ὅμως στούς πιστούς λαμπρότερη καί ἐνδυναμωμένη δογματικῶς
τήν ὀρθόδοξη πίστη.
Παράλληλα, ὁ Ἄθως, πού ζοῦσε κι αὐτός τά τελευταῖα βυζαντινά του χρόνια, δέν
ἔμεινε ἀνεπηρέαστος ἀπό τίς πολιτικές καί γεωοπολιτικές ἐξελίξεις. Τό Ἅγιον
Ὄρος προσπαθοῦσε νά συνέλθει ἀπό τίς καταστροφές τῶν Καταλανῶν (ἀρχές 14ου
αἰ.), ἐνῶ ἀργότερα γεύθηκε γιά μία σύντομη περίοδο τή σερβική ἐπικυριαρχία σ’
αὐτό (τρίτο τέταρτο τοῦ 14ου αἰ.). Ταυτόχρονα ἐνισχύθηκε ὁ θεσμός τοῦ Πρώτου καθώς
καί ἡ παρουσία τοῦ οἰκουμενικοῦ πατριάρχου (1312). Ἡ ἐμφάνιση τῆς ἰδιορρυθμίας
στή μοναχοπολιτεία δημιούργησε τίς προϋποθέσεις γιά τήν ἐμφάνιση τῶν πρώτων
Σκητῶν σ’ αὐτήν, ἐνῶ ἡ ἴδια δέν ἄργησε νά δεχθεῖ τίς ἐπιπτώσεις τῶν πρώτων
τουρκικῶν ἐπιδρομῶν· πραγματικότητες ὅμως πού δέν ἀπέτρεψαν τήν ἵδρυση ἀρκετῶν
νέων μονῶν στήν ἱερή χερσόνησο.
Παράλληλα, στό Ἅγιον Ὄρος, πού τόν αἰώνα αὐτό ἔφθασε σέ μεγάλη θεολογική,
πνευματική καί καλλιτεχνική ἄνθιση, ριζώνει καί φέρνει καρπούς ἡ διδασκαλία καί
πρακτική τῆς ‘‘νοερᾶς προσευχῆς’’. Γύρω ὅμως ἀπ’ αὐτήν περιστράφηκε τό
σημαντικότερο ἀναμφισβήτητα γεγονός πού ἐπιρρέασε βαθειά τήν πνευματική
ζωή τόσο στόν Ἄθωνα ὅσο καί τήν ὑπόλοιπη βυζαντινή κοινωνία κατά τήν περίοδο
αὐτή· ἡ ἔριδα περί τοῦ Ἡσυχασμοῦ, ἡ ὁποῖα ἔληξε μέ τήν τελική ἐπικράτηση τῶν
Ἡσυχαστῶν καί τῶν θεολογικῶν θέσεων τοῦ ὑπερασπιστή τους, ἁγίου Γρηγορίου
Παλαμᾶ (1296-1359).
Μέσα στήν ταραγμένη, ἀλλά πολύ ἐνδιαφέρουσα ἀπό πνευματικῆς ἀπόψεως, αὐτή
ἐποχή, ἔζησε ἕνας μεγάλος Μικρασιάτης ἀσκητής, ὁ ὅσιος Μάξιμος ὁ Καυσοκαλύβης,
μία μεγάλη φυσιογνωμία τοῦ ἀθωνικοῦ ἀλλά καί πανορθόδοξου χώρου.
ΟΣΙΟΣ
ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΗΣ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΧΡΥΣΟΚΕΝΤΗΤΟΥ
ΕΠΙΓΟΝΑΤΙΟΥ. ΚΥΡΙΑΚΟ ΣΚΗΤΗΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΩΝ
|
Σύμφωνα μέ ὅλες τίς ἐνδείξεις πού προκύπτουν ἀπό τόν Βίο ἀλλά καί ἄλλες ἔμμεσες πηγές, τό πιθανότερο εἶναι, ὁ ὅσιος νά ἐκοιμήθη γύρω στό ἔτος 1365, ὁπότε καί νά γεννήθηκε περί τό 1270, ἀφοῦ γνωρίζουμε ἀπό τό Βίο του ὅτι ἔζησε ἐνενήντα πέντε ἔτη.
Τό γεγονός
ὅτι λίγο μετά τήν ὁσιακή του κοίμηση καί σέ διάστημα λίγων δεκαετιῶν, γράφηκαν
πρός τιμήν του τέσσερεις Βίοι (ὑπό τῶν ἱερομονάχων Νήφωνος, Θεοφάνους
Περιθεωρίου, Μακαρίου Μακρῆ καί Ἰωαννικίου Κόχιλα), οἱ ὁποῖοι σέ μεταγενέστερες
ἐποχές παρουσιάστηκαν σέ ἁπλούστερη δημώδη γλώσσα μέ τή βοήθεια τεσσάρων
παραφράσεων (ὑπό Διονύσιου ἱερομονάχου, Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Ἰακώβου
Νεασκητιώτου καί ἑνός ἑτέρου ἀγνώστου) -ὅλα τους κείμενα ἀθωνικῆς προέλευσης-
ἀποδεικνύει τήν μεγάλη ἀπήχηση πού εἶχε στόν ἁγιορειτικό κόσμο ἡ ἱερή μορφή τοῦ
ὁσίου Μαξίμου.
Παράλληλα, γιά τίς λειτουργικές ἀνάγκες ὅσων ἐπιθυμοῦσαν νά προστρέξουν στίς
πρεσβεῖες του καί νά ἔχουν μία ἐναργέστερη σχέση μαζί του, συντέθηκαν τρεῖς
Ἀκολουθίες, παρακλητικοί κανόνες, Χαιρετιστήριοι Οἶκοι καί πλῆθος ἄλλων
ὑμνογραφημάτων (κυρίως ἀπό τούς Νήφωνα Ἀθωνίτη, Ἱερεμία Πατητᾶ, Ἰάκωβο
Νεασκητιώτη, Νήφωνα Ἰβηροσκητιώτη, Ἱλαρίωνα Ξενοφωντινό καί Γεράσιμο
Μικραγιαννανίτη), ἐνῶ παράλληλα, οἱ πολυάριθμες ἀπεικονίσεις του στούς
ἀθωνικούς ναούς ἐπέτειναν τήν παρουσία του στίς ψυχές τῶν Ἁγιορειτῶν μοναχῶν
πού ἔβλεπαν σ’ αὐτόν ἕνα ἀσφαλές πρότυπο πρός μίμηση γιά τή σωστή βίωση τῶν
μοναχικῶν ἀρετῶν καί τήν ἐπίτευξη τῆς σωτηρίας τους.