Σάββατο 30 Μαΐου 2020

ΜΝΗΜΗ ΑΛΩΣΕΩΣ 2020

Ἄν καί ἡ Πόλη ἔπεσε, ἡ Ρωμυοσύνη ζεῖ !

τοῦ π. Παταπίου Καυσοκαλυβίτου

Η ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ ΣΕ ΧΑΡΑΚΤΙΚΟ ΤΟΥ 1559

ταν Σάββατο, 9 Ἰουνίου τοῦ 1453, ὅταν τρία πλοῖα κατέπλεαν ὁρμητικά στό βενετσιάνικο λιμάνι τῶν Χανίων, κατεβάζοντας βιαστικά τά ταλαιπωρημένα πανιά τους ἀπό τά ἰστία. Δύο ἀπ᾿ αὐτά μετέφεραν τούς Κρῆτες ναῦτες, τούς τελευταῖους πού ἐγκατέλειψαν τόν ἀγῶνα γιά τήν διάσωση τῆς Κωνσταντινούπολης, ἀφοῦ ὑπερασπίζονταν τούς τρεῖς πύργους στήν εἴσοδο τοῦ Κεράτιου κόλπου.

Συμμετεῖχαν στήν ἄμυνα τῆς Πόλης μαζί μέ ἄλλα ἕξι ἐνετικά πλοῖα, ἀφοῦ εἶχαν μετατραπεῖ ἀπό ἐμπορικά σέ πολεμικά «γιά τήν τιμή τοῦ Θεοῦ καί ὅλης τῆς χριστιανοσύνης», ὅπως εἶχε δηλώσει ὁ διοικητής τους Γαβριήλ Τρεβιζάνο στόν βυζαντινό αὐτοκράτορα.

Τά πλοῖα χρειάστηκε νά κάνουν ἕνα μεγάλο ταξίδι, ἀπό τά αἱματωβαμένα νερά τοῦ Βοσπόρου ὥς τήν Κρήτη, διασχίζοντας ὅλο τό Αἰγαῖο, γιά νά φέρουν τήν εἴδηση ὅτι ἡ Πόλη εἶχε πέσει ὁριστικά σέ χέρια βαρβαρικά ἕνδεκα μέρες πρίν.

Ὁ ἀντίκτυπος ἀπό τήν Ἅλωση τῆς Πόλης ἦταν ἄμεσος καί σ᾿ ὅλο τό νησί ἔπεσε βαθιά θλίψη. «Δέν ὑπῆρξε ποτέ καί δέν θά ὑπάρξει ποτέ τρομερότερο γεγονός», σημείωνε ἐκεῖνες τίς μέρες ἕνας μοναχός ἀπό τήν κεντρική Κρήτη σέ ἕνα χειρόγραφο στό μοναστήρι τοῦ Ἀγκαράθου.
Ἐνῶ ὁ Μαρίνος Τζάνε Μπουνιαλής ἀπό τό Ρέθυμνο σέ θρῆνο του γιά τήν Ἅλωση ἀναφωνεῖ: «Μόνο σᾶς λέω κλάψατε γιά τή Χριστιανοσύνη / μέ δίχως φόβο τοῦ Θεοῦ ταῖς ἐκκλησαῖς ἐγδύσαν / τῶν καλογέρων κάμασι, πάθη πολλά περίσσα»…
Τήν ἡμέρα πού ἔπεσε ἡ Πόλη καί ἡ Βασιλεύουσα παραδόθηκε στά χέρια τοῦ Πορθητῆ, ἀφοῦ ὁ θεόστεπτος Κωνσταντῖνος εἶχε πέσει ἡρωϊκά σέ κάποιο μετερίζι, τήν ἀποφράδα ἐκείνη ἡμέρα τῆς Τρίτης, 29 Μαΐου 1453, τό Γένος μας, τό Γένος τῶν Ρωμαίων σκλαβώθηκε.
Ὄχι! Δέν ἦταν κάποια ἀπό τίς πολλές πόλεις ἡ Κωνσταντίνου Πόλις. Δέν ἦταν τό γένος τῶν Ρωμηῶν ἕνα ἀπό τά πολλά διαμερισθέντα ἀνά τήν ὑφήλιο ἔθνη. Ἔπεσε ἡ Πόλη, σημαίνει σίγασε ἡ Ἁγιά Σοφιά, ἔσβησε ἡ κανδήλα στό θυσιαστήριό της.
Τό Γένος τῶν Ρωμηῶν τό ἐκλεκτό, τό βασίλειον ἱεράτευμα, τώρα δουλώνεται. Ἀπό τήν ἡμέρα ἐκείνη τό μεγαλύτερο μέρος τοῦ Ἑλληνισμοῦ εἰσέρχεται στό σκοτάδι τῆς ὀθωμανικῆς δουλείας.
Θλιβερό τό ἀπομεσήμερο τῆς εἰκοστῆς ἐνάτης Μαΐου -ἡμερομηνία ὁρόσημο στήν πορεία τῆς Ρωμιοσύνης ἀλλά καί ὅλου τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου- κι ἀναρωτιέμαι πόσοι ἀνάμεσα στούς σύγχρονους Νεοέλληνες νά ἀπόμειναν νά θυμοῦνται τά ὅσα φοβερά συνέβησαν τόσα χρόνια πρίν...
Μά ἡ ἀπάντηση ἔρχεται, σίγουρα, ἀπό τήν ὅμορφη αὐτή ἀποψινή μας Σύναξη, πού δείχνει περίτρανα πώς, ὅσο κτυπάει ἐλληνική καρδιά, τόσο ἡ μνημοσύνη τῆς Ἅλωσης τῆς Πόλης θά συντελεῖται ἀναγεννητικά στίς ψυχές μας. Καί αὐτός εἶναι ἕνας ἀκόμη λόγος γιά τόν ὁποῖο εἶμαι εὐγνώμων γιά τήν δυνατότητα αὐτή πού μοῦ δίδεται νά βρίσκομαι ἀπόψε ἀνάμεσά σας, ταπεινός Ἁγιορείτης ψάλτης στό μνημόσυνο αὐτό τῆς Πόλης,  τῆς Πόλης τῆς ψυχῆς μας.
Ἔχουν περάσει ἀπό τότε 563 χρόνια. Ἐθνικό χρέος τῶν ἐλεύθερων Ἑλλήνων εἶναι νά γίνεται διαρκής ἀναφορά σ᾿ αὐτά τά ἀθάνατα καί ἡρωϊκά γεγονότα, νά γίνεται μνεία σέ ἀξέχαστες ἡμερομηνίες, νά γίνονται πανηγυρικά μνημόσυνα τῶν ἡρώων μας καί νά προβάλονται ὡς  πανανθρώπινα σύμβολα γνήσιου καί ἄδολου πατριωτισμοῦ⋅ ἀπό τόν τελευταῖο αὐτοκράτορα Κωνσταντῖνο Παλαιολόγο ὥς τόν λεβέντη κρητικό παπα-Λευτέρη Νουφράκη ἀπό τό Ρέθυμνο, πού, ὅπως εἶναι γνωστό, τόν Ἰανουάριο τοῦ 1912 λειτούργησε, μέ κίνδυνο τῆς ζωῆς του, μέσα στήν Ἁγιά Σοφιά….
Κάποτε, τόν δέκατο πέμπτο αἰῶνα, πέρασε ἀπό τά εὐλογημένα μέρη σας ἕνας ἀγωνιστής μοναχός, καί παρέμεινε ἐπί εἴκοσι χρόνια στήν Κρήτη. Ἦταν ὁ μεγάλος βυζαντινός λόγιος Ἰωσήφ Βρυέννιος, ἕνας ἀπό τούς τελευταίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ἐκοιμήθη ὁσιακά στά 1430 περίπου. Ἀναχωρώντας ἀπό ἐδῶ σᾶς ἄφησε ἕνα γράμμα, «Πρός Κρήτας».
Καί ἐκεῖ ἑρμηνεύει, ἀνάμεσα σέ ἄλλα, τούς λόγους γιά τούς ὁποίους ἀναχώρησε ἀπό τό νησί σας: «Πάω στήν Πόλη, γιατί ἡ Πόλη εἶναι τῆς οἰκουμένης τό ἄγαλμα, τῆς καλλονῆς ἡ ἐστία, ἡ ξένη θέα πασῶν τῶν χαρίτων, τό τῶν ἀγαθῶν πρυτανεῖον, στίς ἄλλες γειτονικές πόλεις θέλγητρο καί στούς ἀλλογενεῖς ἡδύτατον λάλημα». ...
Στή διάρκεια τῆς ὑπερχιλιόχρονης ἱστορίας του, τό Βυζάντιο ἀπετέλεσε πνευματικό φάρο πολιτισμοῦ καί ἀνθρωπισμοῦ, παράγοντα ἐκπολιτισμοῦ καί ἐκχριστιανισμοῦ τῶν γειτονικῶν λαῶν καί ὑπερασπιστή τῆς ὀρθοδοξης πίστης.
Ἡ πνευματική ἀκτινοβολία του ὀφείλεται στό γεγονός ὅτι κατάφερε νά συνδυάσει μέ ἐπιτυχία τόν ἑλληνικό πολιτισμό μέ τόν χριστιανισμό καί νά δημιουργήσει ἕναν νέο πολιτισμό, ἀμάλγαμα τοῦ ἑλληνικοῦ ἀνθρωπισμοῦ καί τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης.
Γιά μᾶς τούς Ἕλληνες τό Βυζάντιο, αὐτή ἡ πολιτεία ἡ «θεοσκεπής καί θεοφύλακτος» δέν εἶναι ἁπλῶς ἕνας ἱσχυρός κρίκος τῆς ἀδιάσπαστης ἱστορικῆς συνέχειας τοῦ Γένους μας. Εἶναι ὁ ἄμεσος πρόγονος, ἡ ἀληθινή μήτρα τοῦ πολιτισμοῦ μας. Εἶναι ἕνα δυναμογόνο κοίτασμα τῆς καθημερινότητας καί τοῦ συλλογικοῦ ὑποσυνειδήτου μας, εἶναι παρόν στά τραγούδια μας, στίς μυρωδιές τῆς κουζίνας, ἀλλά προπάντων στίς ψαλμωδίες καί τίς ὁλονυκτίες τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ κορυφαῖος θεοσύστατος βυζαντινός θεσμός πού ἄντεξε στίς συνθῆκες σκλαβιᾶς καί ἐκβαρβάρωσης, ἔσωσε τήν παιδεία καί τήν αὐτοσυνειδησία τοῦ Ἑλληνισμοῦ, τοῦ ἔδωσε τήν προοπτική τῆς Ἀνάστασης καί θέρμανε, καί θερμαίνει τήν ψυχή του στό φῶς τῆς ὀρθῆς πίστης, τῆς Ὀρθοδοξίας. 
Ἔχει γράψει ὁ διαπρεπής γάλλος βυζαντινολόγος Κάρολος Ντήλ, «Ὅταν τό Βυζάντιο ἔπεσε, ἡ Ἐκκλησία παρέσχε στόν Ἑλληνισμό ἀκόμη ἐξοχώτερη ἀπό πρίν ὑπηρεσία. Μαζί μέ τήν Ὀρθοδοξία διαφύλαξε καί τήν ἑλληνική ταυτότητα καί τήν ἑλληνική παιδεία», συνεχίζοντας τήν πνευματική καί πολιτιστική παρουσία τοῦ Ἑλληνισμοῦ.
Τό γεγονός τῆς Ἅλωσης εἶχε τεράστια σημασία γιά τόν Ἑλληνισμό καί τήν κατοπινή του πορεία. Γιά μᾶς τούς Ἕλληνες ἡ Ἅλωση ὑπῆρξε μιά κρισιμότατη στιγμή μας. Γιατί ἄρχισε γιά μᾶς μιά περίοδος μακρᾶς δοκιμασίας μέ μειωμένες ὅλες τίς δυνάμεις μας.
Ἄν οἱ ψυχικές καί πνευματικές δυνάμεις τῶν ὑπόδουλων προγόνων μας δέν ἦσαν ἀκμαῖες, εἶναι ἀμφίβολο ἄν θά μποροῦσε τό Γένος νά ξεπεράσει τίς συνέπειες τῆς πτώσης, ὅπως συνέβη μέ ἄλλους λαούς στήν ἱστορία. Ἡ ἐμμονή ὅμως στήν ὀρθόδοξη παράδοση, καί μέσω αὐτῆς στήν ἑλληνικότητα, κρατοῦσε δεμένο τό Γένος μέ τίς ζωτικές πηγές του...
Καί σήμερα, παρόλες τίς ἀντιξοότητες ἡ Ρωμηοσύνη ζεῖ. Μέ τή βοήθεια τοῦ Κυρίου, τίς πρεσβεῖες τῆς Κυρίας Θεοτόκου, θά συνεχίσει νά ὑπάρχει. Θά ζεῖ τήν ἐν Χριστῷ ἐλευθερία. Θά ἀναπνέει τό ἄρωμα τῆς θεοφρούρητης Πόλης. Θά συνεχίσει νά ζεῖ χάρη στίς θυσίες τῶν ἁγίων νεομαρτύρων καί τῶν ὁσίων της.

πόσπασμα ἀπό ὁμιλία τοῦ συγγραφέα μέ θέμα: «Οἱ Ἅγιοι Νεομάρτυρες τοῦ Γένους, φῶς στό σκοτάδι μετά τήν Ἅλωση τῆς Πόλης», πού πραγματοποιήθηκε στίς 29 Μαΐου 2016 στά Χανιά, στό πνευματικό κέντρο τοῦ ἱεροῦ ναοῦ Ἁγίων Κωνσταντίνου καί Ἐλένης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κυδωνίας.

ΠΗΓΗ: ΡΟΜΦΑΙΑ