Σάββατο 10 Δεκεμβρίου 2016

Ο ΑΓΙΟΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΦΑΝΑΡΙΟΥ Ο ΕΞ ΑΓΡΑΦΩΝ



 Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου

Ὁ ἅγιος Σεραφείμ Φαναρίου ὁ ἐξ Ἀγράφων

καί τό μήνυμα τῆς θυσίας τῶν Νεομαρτύρων

   Μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ Ἐκκλησία μας γιόρτασε πρίν λίγες μέρες τή μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Σεραφείμ ἀρχιεπισκόπου Φαναρίου καί Νεοχωρίου, τοῦ λαμπροῦ αὐτοῦ ἄστρου τῆς εὐσεβείας, πού ἀνέτειλε στά σκοτεινά χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας, γιά νά σκορπίσει τήν θεία εὐσπλαγχνία στόν σκλαβωμένο λαό, καί νά φέρει στήν ὁδό τῆς ἀρετῆς πλῆθος ψυχῶν.
   «Τῶν Ἀγράφων τόν γόνον, Φαναρίου τόν πρόεδρον, καί Μονῆς Κορώνης τό κλέος Σεραφείμ εὐφημήσωμεν», ψάλλουμε στό Ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου. Και πράγματι, ὁ ἅγιος ἱερομάρτυς Σεραφείμ, σύμφωνα με ὅσα ρητῶς ἀναγράφονται σέ ἀφιερωματική ἐπιγραφή φορητῆς εἰκόνας τοῦ Ἁγίου τοῦ ἔτους 1812, πού φυλασσόταν στόν ναό τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου στό Πέραν τῆς Κωνσταντινουπόλεως, θεωρεῖται ὁ πολιοῦχος Ἅγιος τῆς Εὐρυτανίας.
    

«Ὁ ἅγιος Σεραφείμ ὁ ἐξ Ἀγράφων». Τοιχογραφία τοῦ ἔτους 1820 στόν νάρθηκα τοῦ Κυριακοῦ τῆς ἁγιορειτικῆς Σκήτης Καυσοκαλυβίων. Ἐργαστήριο τῶν Καρπενησιωτῶν ζωγράφων τοῦ Ἁγίου Ὄρους.


Ὁ ἅγιος ἱερομάρτυς Σεραφείμ γεννήθηκε περί τά μέσα τοῦ 16ου αἰώνα στό χωριό Μπεζούλα τῶν Ἀγράφων. Οἱ γονεῖς του Σωφρόνιος καί Μαρία τόν ἀνέθρεψαν μέ εὐλάβεια καί φροντίδα γιά τήν πνευματική του καλλιέργεια. Ὁ νεαρός Σεραφείμ ἔδειξε ἐξαιρετική ἐπίδοση στή μελέτη τῶν ἱερῶν γραμμάτων, ἐνῶ ἀπό πολύ νωρίς διαφάνηκε ἡ κλίση του πρός τήν μοναχική ζωή. Ἔτσι προσῆλθε στήν πλησιόχωρη τῆς ἰδιαίτερης πατρίδας του ἱερά Μονή τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τήν ἐπονομαζομένη Κορώνη ἤ Κρυερά Βρύση, ὅπου καί ἐκάρη μεγαλόσχημος μοναχός, ἀσκούμενος θεοφιλῶς και διαλάμποντας στηήν ἀρετή, μιμούμενος τούς ἐκεῖ ἐνάρετους πατέρες καί συλλέγοντας σάν φίλεργη μέλισσα ἀπό κάθε ἕναν ἀπ᾿ αὐτούς τά διάφορα ἄνθη τῶν ἀρετῶν. Τόσο μάλιστα πρόκοψε στήν ἀγγελομίμητη μοναχική πολιτεία ὥστε γενόμενος σκεῦος ἐκλογῆς, ἀποφασίσθηκε ἀπό τόν προεστῶτα τῆς Μονῆς νά χειροτονηθεῖ ἱερέας  Ὅταν μετά παρέλευση λίγων χρόνων, καί ἐφόσον ἡ Ἀρχιεπισκοπή Φαναρίου καί Νεοχωρίου εἶχε χηρεύσει μετά τόν θάνατο τοῦ τοπικοῦ ἀρχιερέα, ὁ Σεραφείμ κρίθηκε ἄξιος καί ἱκανός γιά τή θέση τοῦ ποιμενάρχου τῆς ἐπαρχίας αὐτῆς, ὥστε χειροτονήθηκε ἀρχιεπίσκοπος Φαναρίου καί Νεοχωρίου. Ἀπό τήν ὑψηλή δε αὐτή θέση ποίμανε θεοφιλῶς καί θεαρέστως τόν λαό τοῦ Θεοῦ, ἄν καί ὁ ἴδιος, εἶχε τόση ταπείνωση ὥστε θεωροῦσε τόν ἑαυτό του ἀχρεῖο δοῦλο καί ὅτι δέν ἔκανε τίποτε τό εὐάρεστο στόν Θεό. 
  Ὅταν τό ἔτος 1601 ξέσπασε ἡ ἄσκοπη ἐξέγερση τοῦ μητροπολίτου Λαρίσης Διονυσίου τοῦ Φιλοσόφου, πού καταπνίγηκε στό αἷμα τῶν ἀντιποίνων ἀπό τούς Τούρκους κατακτητές, ὁ ἅγιος Σεραφείμ ἀπέφευγε μέ κάθε τρόπο νά ἐμπλακεῖ στήν ἐξέγερση. Ἀντ᾿ αὐτοῦ περιερχόταν τά χωριά τῆς ἐπισκοπικῆς του ἐπαρχίας καί δίδασκε στούς πιστούς τήν εἰρήνη καί τήν εὐλάβεια. Παρ᾿ ὅλα αὐτά, ἐπειδή λόγω τοῦ φθόνου τῶν κατακτητῶν γιά τήν ἐνάρετη ζωή του καί τήν ἀγάπη πού ἔτρεφε πρός αὐτόν ὁ κόσμος, ἀλλά καί λόγω τῆς ἀνεπιτυχοῦς ἐπαναστάσεως τοῦ Διονυσίου ὁπότε καί ἐπικρατοῦσε μεγάλη ταραχή καί δυσπιστία πρός τούς ὑπόδουλους Ἕλληνες ἐκ μέρους τῶν κατακτητῶν, οἱ Τούρκοι συνέλαβαν τόν ἅγιο Σεραφείμ, κατηγορώντας τον ψευδῶς ὅτι εἶχε ὑποστηρίξει τήν ἐπανάσταση τοῦ Διονυσίου.
  
Ὁ Ἅγιος παρέμεινε ἀκλόνητος στίς ἀπειλές καί στίς κολακεῖες τοῦ δικαστῆ πού τοῦ πρότεινε νά ἀρνηθεῖ τήν πίστη του στόν Ἰησοῦ Χριστό καί νά γίνει μουσουλμάνος, προκειμένου νά σώσει τή ζωή του, τάζοντάς του μάλιστα πολλές τιμές καί προνόμια. «Ὅτι μέν ἀδίκως πάσχω ἄν καί εἶμαι ἀναίτιος, ὡς ὑπαίτιος παραδόθηκα σέ σένα, τό γνωρίζεις καλά. Ὅμως ἐγώ τήν πίστη μου δέν θέλω νά τήν ἀρνηθῶ, οὔτε θέλω ποτέ νά χωρισθῶ ἀπό τόν γλυκύτατό μου Ἰησοῦ Χριστό. Ἀκόμα κι ἄν λάβω μυρίους θανάτους γιά τό ὄνομά Του τό ἅγιο, θά εἶναι γιά μένα ἀφορμή χαρᾶς καί εὐφροσύνης», ἀπάντησε ὁ Ἅγιος μέ θάρρος στόν δικαστή, ὁ ὁποῖος χωρίς χρονοτριβή διέταξε νά ὑποβάλουν τόν Ἅγιο σέ φρικτά μαρτύρια, τά ὁποῖα ὑπέμεινε ἀγόγγυστα γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Κι αὐτό γιατί βλέποντας ὁ Ἅγιος ὅτι γίνεται μιμητής τῶν παθῶν τοῦ Κυρίου, ἔχαιρε καί δόξαζε τόν Θεό καθώς τόν ἀξίωσε νά πάθει γιά τό πανάγιο ὄνομά Του, καί τόν παρακαλοῦσε νά τοῦ δώσει ὑπομονή νά τελειώσει τό μαρτύριό του. Βλέποντας αὐτά οἱ δήμιοι, τό νά ὑπομένει δηλαδή τά βασανιστήρια μέ εὐχαρίστηση καί ὅτι τό πρόσωπό του παρέμενε λαμπρό καί εὐφραινόμενο, θαύμαζαν. Παρ᾿ ὅλα αὐτά, ὁ δικαστής βλέποντας τό στερεό καί ἀμετάθετο τῆς γνώμης τοῦ Ἁγίου, νά μήν ἀρνεῖται δηλαδή τόν Χριστό, ἔλαβε τήν καταδικαστική ἀπόφαση τοῦ θανάτου του.
     Κατά τή μεταφορά του Ἁγίου στόν τόπο τῆς καταδίκης του, μιά μουσουλμάνα ἀνέβηκε σέ ἕνα τοῖχο καί λοιδωροῦσε μέ χυδαιότητα τόν Ἅγιο. Ὅμως, ὁ μιμητής τοῦ Χριστοῦ ἅγιος Σεραφείμ, στράφηκε καί ἁπλῶς τήν κοίταξε μέ τό ἱλαρό καί εὐλογημένο του πρόσωπο, καί τήν ἴδια στιγμή, σάν νά βγῆκε μία δύναμη ἀπ᾿ αὐτόν, τό πρόσωπο τῆς γυναίκας αὐτῆς στράφηκε πρός τά πίσω, ὁμοίως και τά μάτια και το στόμα της∙ κατάσταση στήν ὁποία παρέμεινε γιά δεκαπέντε χρόνια, γενόμενη οἰκτρό θέαμα σέ ὅλους, μέχρι πού ἐτελεύτησε ἀμετανόητη.
   Φθάνοντας στή συνέχεια ὁ Ἅγιος στό παζάρι τοῦ Φαναρίου, ἐκτελέστηκε μέ ἀνασκολοπισμό, στίς 4 Δεκεμβρίου τοῦ 1601. Καί μέ ἀπόφαση τοῦ κριτῆ, καί γιά σωφρονισμό τῶν Χριστιανῶν, ἀφέθηκε γιά πολλές μέρες τό σουβλισμένο σῶμα τοῦ Ἁγίου πάνω στό ξύλο, χωρίς αὐτό νά ἀλλοιωθεῖ καθόλου ὅπως εἶναι φυσικό σέ νεκρά σώματα, ἀλλά ἀντιθέτως νά εὐωδιάζει ἀρρήτως καί νά φαίνεται σάν ζωντανό μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ. Βλέποντας αὐτά, οἱ μέν ἀλλόθρησκοι θαύμαζαν οἱ δέ εὐσεβεῖς χριστιανοί χαίρονταν καί δοξολογοῦσαν τόν Θεό πού ἀξίωσε τον ἅγιο Σεραφείμ νά ὁλοκληρώσει τό Μαρτύριό του καί ἐκείνους να τούς ἀξιώσει νά δοῦν στίς μέρες τους ὅσα ἄκουγαν καί διάβαζαν σχετικά μέ τούς ἁγίους μάρτυρες στούς παλαιούς καιρούς.
    Μετά ἀπό πολλές μέρες οἱ τύραννοι ἀπέκοψαν τήν τιμία κεφαλή του καί τήν μετέφεραν στά Τρίκαλα μαζί μέ κεφαλές ἄλλων κακούργων, τίς ὁποῖες ἀφοῦ ἐνέπηξαν σέ κοντάρια, τίς ἔστησαν κατά σειρά ὅλες νά βλέπουν προς δυσμάς. Ἐνῶ δέ ὅλες οἱ κεφαλές ἔβλεπαν πρός δυσμάς, τοῦ ἁγίου Σεραφείμ ἡ κεφαλή βρέθηκε τό πρωΐ νά εἶναι στραμμένη πρός ἀνατολάς, ἄν καί αὐτή φυλασσόταν καθ᾿ ὅλη τή νύκτα. Τό θαῦμα αὐτό ἐπαναλαμβανόταν γιά πολλές μέρες. Τίς μέρες ἐκεῖνες βρέθηκε στά Τρίκαλα ὁ ἡγούμενος τῆς μονῆς Δουσίκου, ὁ ὁποῖος βλέποντας ὀφθαλμοφανῶς τό θαυμαστό αὐτό θέαμα, ἔβαλε τόν καλό λογισμό νά βρεῖ τρόπο νά ἀποκτήσει τό ἱερό λείψανο ὡς θησαύρισμα ἅγιο. Πλήρωσε λοιπόν ἕναν Ἀλβανίτη χριστιανό, ὁ ὁποῖος, μιά νύχτα πού εἶχαν ἀποκοιμηθεῖ οἱ φύλακες, πῆγε καί πῆρε την τιμία κεφαλή. Ἔγινε ὅμως ἀντιληπτός ἀπό τούς φρουρούς, οἱ ὁποῖοι τόν κατεδίωξαν, ὥσπου ἀναγκάστηκε νά τήν ρίψει στόν ποταμό Πηνειό. Ἐκεῖ ἡ τιμία κάρα πιάστηκε ἀπό τά μαλλιά σέ φράκτη πού εἶχαν κατασκευάσει οἱ ψαράδες γιά νά ἁλιεύουν τά ψάρια. Ὅμως, δύο ἀπό τούς ψαράδες ὁδηγούμενοι με θαυμαστό τρόπο ἀπό πύρινο στύλο πού ἔφθανε ἀπό τόν φράκτη μέχρι τόν οὐρανό καί ἀκούγοντας συνάμα καί ὑπερκόσμιες ὑμνωδίες, κατέβηκαν στό ποτάμι καί ἀφοῦ βρῆκαν τήν χαριτόβρυτη μαρτυρική κεφαλή περιπεπλεγμένη γύρω ἀπό τόν φράκτη, τήν ὁποία καί ἀναγνώρισαν μετά χαρᾶς μεγάλης ὅτι ἀνῆκε στόν ἅγιο Σεραφείμ, παρέδωσαν τόν πολύτιμο αὐτό θησαυρό στόν ἡγούμενο τῆς μονῆς Δουσίκου. Κατόπιν ὅμως αἰτήσεως τῶν ἀδελφῶν τῆς μονῆς Κορώνης καί μεσολαβήσεως τοῦ μητροπολίτου Λαρίσης, ἡ τιμία κάρα τοῦ Ἁγίου παραδόθηκε στή μονή αὐτή τῆς μετανοίας του. Ἀπό τά ἱερά λείψανα τοῦ ἁγίου Σεραφείμ διασώθηκε μόνο ἡ ἁγία κάρα του, ἡ ὁποία καί φυλάσσεται στή ἱερά Μονή Κορώνης ὡς πολύτιμος θησαυρός μέχρι σήμερα, ἐπιτελώντας πολλά θαύματα, καί ἀπαλάττοντας ἀπό πολλά νοσήματα ὅσους προσέρχονται ἐκεῖ μέ θερμή πίστη.
     Αὐτός ἦταν ἀγαπητοί μου, ὁ Βίος καί τό Μαρτύριο τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Σεραφείμ ἀρχιεπισκόπου Φαναρίου καί Νεοχωρίου, τοῦ ἐξ Ἀγράφων, ὅπως τόν συνετάξαμε γιά τίς ἀνάγκες αὐτῆς τῆς ὁμιλίας, σέ συνοπτική δομή, βασισμένοι στίς σωζόμενες πηγές.       Ἑνός Ἁγίου, τοῦ ὁποίου ἡ μνήμη δέν τιμᾶται ἀπό τούς πιστούς μόνο τῶν περιοχῶν ὅπου ὠφέλησε μέ τήν ποιμαντική του δράση ἀλλά καί τό Μαρτύριό του, ἀλλά καί ἀπό τούς μοναστές τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Τό Ἅγιον Ὄρος ἔχει μεγάλη καί οὐσιαστική συμβολή στήν ἀνάδειξη νεοφανῶν Μαρτύρων τῆς Ἐκκλησίας μας. Τουλάχιστον τό ἕνα τρίτο ἀπό αὐτούς εἶναι Ἁγιορεῖτες ἤ πνευματικά τέκνα Ἁγιορειτῶν πατέρων ἀπό τούς ὁποίους καθοδηγούμενοι καί ἐνισχυόμενοι ἀναδείχθηκαν σκεύη ἐκλογῆς καί ἀξιώθηκαν τοῦ ἑκουσίου ὑπέρ τοῦ Χριστοῦ Μαρτυρίου. Μέ τόν τρόπο αὐτό ἔγιναν τό ὁλοκάρπωμα τῆς θυσίας καί τῆς προσφορᾶς τοῦ Ἁγίου Ὄρους στόν βωμό τῆς ἐσταυρωμένης Ὀρθοδοξίας. Οἱ Ἁγιορεῖτες πατέρες λοιπόν ἐτίμησαν μέ διάφορους τρόπους τόν ἅγιο θεοδόξαστο ἱερομάρτυρα Σεραφείμ. Ἄς σταθοῦμε σέ κάποιους ἀπ᾿ αὐτούς.
   Ὅπως εἶναι γνωστό, ὁ βιογράφος τοῦ ἁγίου Σεραφείμ, ὁ σοφώτατος διδάσκαλος τοῦ Γένους καί ὁσιακῆς βιοτῆς ἱερομόναχος Ἀναστάσιος Γόρδιος, πού καταγόταν ἀπό τά Βραγγιανά τῶν Ἀγράφων, συνέθεσε καί τήν Ἀκολουθία στόν Ἅγιο αὐτό, πού ἐκδόθηκε στή Μοσχόπολη τῆς Βορείου Ἠπείρου τό 1740. Πέντε χρόνια ἀργότερα, ὁ Ἁγιορείτης ἱερομόναχος Διονύσιος ὁ ἐκ Φουρνᾶ τῶν Ἀγράφων, τήν ἐπανεξέδωσε, ἀφοῦ προχώρησε καί σέ ἀναγκαῖες συμπληρώσεις. Ἐπιπροσθέτως, σέ μία ἀπό τίς ἐπανεκδόσεις τῆς Ἀκολουθίας αὐτῆς (Βενετία 1802) περιελήφθησαν καί Κανόνες ὀκτώηχοι, προσόμοια και ἰδιόμελα τροπάρια εἰς τόν ἅγιον Σεραφείμ, ψαλλόμενοι κατά πᾶσαν ἑσπέραν τῆς Δευτέρας», ποίημα τοῦ Ἁγιορείτου μοναχοῦ Χριστοφόρου, πού ἀσκήθηκε στήν ἰβηριτική Σκήτη Προδρόμου στά τέλη τοῦ 18ου αἰώνα, γνωστοῦ καί ἀπό τά ὑμνογραφήματά του πρός τήν προστάτιδα τῶν Ἀγράφων, τήν Παναγία τοῦ Προυσοῦ, ἐνῶ μία ἄλλη ἔκδοση (Ἰάσιον 1817) πραγματοποιήθηκε μέ μέριμνα καί δαπάνη τοῦ Ἁγιορείτου ἀρχιμανδρίτου Σεραφείμ Καρακαλληνοῦ. Νά σημειώσουμε ἐδῶ ὅτι στόν νάρθηκα τοῦ καθολικοῦ τῆς μονῆς Καρακάλλου ὑπάρχει καί τοιχογραφία τοῦ Ἁγίου. Τέλος, στά μέσα τοῦ περασμένου αἰῶνα, ὁ Ὑμνογράφος τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, Ἁγιορείτης μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, συνέθεσε πανηγυρική Ἀκολουθία στόν ἅγιο Σεραφείμ, γιά τίς λειτουργικές ἀνάγκες τῆς Πανηγύρεως τῆς Καλύβης πού εἶναι ἀφιερωμένη στόν ἅγιο Σεραφείμ, στή Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης, στό Ἅγιον Ὄρος . Στήν Καλύβη μάλιστα τοῦ ἁγίου Σεραφείμ λειτουργοῦσε τον περασμένο αἰῶνα καί φημισμένο ἐργαστήριο ἁγιογραφίας. Ἀναφέρουμε ἐπίσης, ἐνδεικτικά, τοιχογραφία τοῦ ἔτους 1820 πού εἶναι ἱστορημένη στόν νάρθηκα τοῦ Κυριακοῦ τῆς ἁγιορειτικῆς Σκήτης Καυσοκαλυβίων, καί φέρει τήν ἐπιγραφή: «Ὁ ἅγιος Σεραφείμ ὁ ἐξ Ἀγράφων». Πρόκειται γιά δημιουργία τοῦ ἐργαστηρίου τῶν Καρπενησιωτῶν ζωγράφων, πού εἶχαν ἔδρα τίς Καρυές τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Τέλος, τό Μαρτύριο τοῦ ἁγίου Σεραφείμ συμπεριέλαβαν οἱ ἅγιοι Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης καί πρώην Κορίνθου Μακάριος Νοταρᾶς στό περίφημο ἔργο τους Νέον Μαρτυρολόγιον (Βενετία 1799).

«Νέα φωταγωγία, ἐν νυκτί τῆς δουλείας, ἐδείχθης τῇ Χριστοῦ Ἐκκλησίᾳ∙ ὀρθρίσας γάρ τῷ ἀδύτῳ Ἡλίῳ, ἀθλητικαῖς σελασφορίαις τούς ἐχθρούς ἐσκότασας, οἱ δέ φωτισθέντες πιστῶς σοί βοῶμεν,
Χαίροις Σεραφείμ ἀξιάγαστε».                                                                                                        
Καί σέ δική μας νεοελληνική μετάφραση:        
«Μέσα στό σκοτάδι τῆς δουλείας καί τῆς σκλαβιᾶς, ἔλλαμψες σάν νέο λαμπρό φῶς στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Γιατί, ἀφοῦ, μαζί μέ τόν Ἥλιο πού δέν δύει ποτέ, τόν Χριστό, ἀνέτειλες κι ἐσύ σάν ἄλλο ὀρθρινό ἀστέρι, ἔκανες, μέ τήν φωτοφόρο σου ἄθληση, τό Μαρτύριό σου, νά βυθιστοῦν στό σκοτάδι οἱ ἐχθροί τῆς πίστεως, κι ἐμᾶς πού φωτισθήκαμε ἀπό σένα ἐνέπνευσες νά σοῦ ψάλλουμε, Χαῖρε Σεραφείμ ἀξιοσέβαστε!».
    Αὐτά ψάλλουμε σέ ἕναν ἀπό τούς Εἰκοσιτέσσερεις Χαιρετιστήριους Οἴκους στόν ἅγιο ἔνδοξο ἱερομάρτυρα Σεραφείμ, ἀρχιεπίσκοπο Φαναρίου τόν θαυματουργό, ὑμνογράφημα πού συνέθεσε ὁ μακαριστός Ἁγιορείτης μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης…

  Ἀπόσπασμα ἀπό Ὁμιλία τοῦ συγγραφέα σέ ἐκδήλωση πρός τιμήν τῶν Εὐρυτάνων Ἁγίων, πού πραγματοποιήθηκε στήν Ἀθήνα, στόν ἱερό ναό Ἁγίου Μιχαήλ τοῦ ἐκ Γρανίτσης τῆς ἱερᾶς Μονῆς Ζωοδόχου Πηγῆς Βύρωνα, στίς 10 Δεκεμβρίου 2016.