Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου
Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ.*
(Ζ’ μέρος)
Δύο ἄλλες ἁγιορειτικές μορφές πού ἔζησαν καί ἀσκήθηκαν ἕνα διάστημα στή Θράκη καί οἱ ὁποῖοι ἀργότερα κόσμησαν τόν πατριαρχικό θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἦταν οἱ ἅγιοι Κάλλιστος καί Φιλόθεος.
Ὁ ἅγιος Κάλλιστος Α΄ πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1350-1353, 1355-1363/64) μόναζε στόν Ἄθω, ὅταν ἔφθασε ἐκεῖ ὁ ὅσιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης τοῦ ὁποίου ὑπῆρξε μαθητής καί ἀργότερα βιογράφος. Ἀκολούθησε τόν ὅσιο Γρηγόριο στά Παρόρια, κατά τή δεύτερη μετάβαση τοῦ δευτέρου ἐκεῖ (1335). Ἀπό τό 1341 ἀσκεῖται στή μονή Ἰβήρων, ἐνῶ προηγουμένως μόναζε στή σκήτη τοῦ Μαγουλᾶ, ἐξάρτημα τότε τῆς ἴδιας μονῆς. Πρίν ὅμως ἐγκατασταθεῖ στήν περιοχή τῆς μονῆς Ἰβήρων ὑπῆρξε γιά λίγο Λαυριώτης μοναχός. Ὡς ἁγιορείτης μοναχός ἔλαβε μέρος στήν εἰρηνευτική ἀποστολή τῶν Ἁγιορειτῶν (1342), ἡ ὁποία ἀπέβλεπε στή συμφιλίωση τῶν αὐτοκρατόρων Ἰωάννου ΣΤ΄ Καντακουζηνοῦ καί Ἰωάννου Ε΄ Παλαιολόγου. Ἐπιπλέον τέθηκε ἐπικεφαλῆς τοῦ ἀγῶνα κατά τῶν αἱρετικῶν Βογομίλων, οἱ ὁποῖοι εἶχαν εἰσχωρήσει στό Ἅγιον Ὄρος (1342-1345). Στίς 10 Ἰουνίου 1350 ὁ Κάλλιστος ἐκλέχθηκε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Στή βασιλεύουσα ἔφθασε ἀπό τή μονή Ἰβήρων μέ τριήρη πού ἔστειλε ὁ αὐτοκράτορας Ἰωάννης ΣΤ΄ ὁ Καντακουζηνός γιά τό σκοπό αὐτό στό Ἅγιον Ὄρος. Στίς 15 Αὐγούστου 1353 ἀναγκάζεται νά ἐγκαταλείψει τό Θρόνο, στόν ὁποῖο θά ἐπανέλθει, μετά ἀπό μία σύντομη πατριαρχία τοῦ ἁγίου Φιλοθέου Κοκκίνου, στίς ἀρχές τοῦ 1355 καί θά τόν διατηρήσει μέχρι τόν Αὔγουστο τοῦ 1363. Ἐπί πατριαρχίας του ἱδρύθηκαν στόν Ἄθω οἱ μονές Σίμωνος Πέτρας καί Ὁσίου Γρηγορίου. Μέ ἐνέργειές του, προσπάθησε νά δημιουργήσει φιλικό κλίμα μεταξύ τῶν γειτονικῶν ὁμόδοξων λαῶν. Μέσα στό πλαίσιο αὐτό καί στήν προσπάθειά του νά μεσολαβήσει γιά τό ξεπέρασμα τῆς κρίσης στίς σχέσεις τῆς Ἐκκλησίας πού προΐστατο μέ ἐκείνην τῆς Σερβίας, ἡγήθηκε ἀντιπροσωπείας πού ἐπισκέφθηκε στίς Σέρρες (οἱ ὁποῖες εἶχαν καταληφθεῖ ἀπό τούς Σέρβους τό Σεπτέμβριο τοῦ 1345) τήν σερβίδα βασίλισσα Ἐλισάβετ. Τό πλούσιο συγγραφικό του ἔργο ἐπέδρασε τόσο στή βυζαντινή ὅσο καί τή σλαβική γραμματεία. Κοιμήθηκε στίς Σέρρες τό 1363-4. Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στίς 20 Ἰουνίου.
Ὁ ἅγιος Φιλόθεος ὁ Κόκκινος πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1353-1354 καί 1364-1376 καταγόταν ἀπό τή Θεσσαλονίκη καί ὑπῆρξε ἕνας ἀπό τούς διαπρεπέστερους καί πολυγραφότατους ἱεράρχες τῆς ὄψιμης βυζαντινῆς Ἐκκλησίας. Νέος ἐγκατέλειψε τόν κόσμο καί ἔγινε μοναχός. Ἀφοῦ παρέμεινε γιά ἀπροσδιόριστο χρονικό διάστημα στό Σινά, ἀναχώρησε γιά τό Ἅγιον Ὄρος, καί ἐγκαταστάθηκε ἀρχικά στή μονή Βατοπαιδίου ὅπου συνδέθηκε πνευματικά μέ τόν ὅσιο Σάββα τόν Βατοπαιδινό. Ἀργότερα κοινοβίασε στή Μεγίστη Λαύρα, ὅπου συνδέθηκε μέ τόν ἐκεῖ ἀσκούμενο ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ. Κατά τίς ἡσυχαστικές ἔριδες πού ἀπασχόλησαν τόν ἱερό Ἄθω κατά τόν 14ο αἰ., ὁ ἅγιος Φιλόθεος στήριξε τόν ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ στούς ἀγῶνες του κατά τῶν αἱρετικῶν δοξασιῶν τοῦ Βαρλαάμ τοῦ Καλαβροῦ καί τῶν ὁμοϊδεατῶν του. Ἔτσι, τό 1341, ὡς ἁπλός Λαυριώτης ἱερομόναχος ὑπογράφει μαζί μέ ἄλλους Ἡσυχαστές τόν ‘‘Ἁγιορειτικό Τόμο’’. Τήν περίοδο 1340/42-1347 διετελεῖ ἡγούμενος τῆς Μεγίστης Λαύρας, διαδεχόμενος τόν Μακάριο πού ἐξελέγη μητροπολίτης Θεσσαλονίκης. Ἀπό τή θέση αὐτή προχειρίστηκε ἀπό τόν ἅγιο Ἰσίδωρο πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως μητροπολίτης Ἡρακλείας τῆς Θράκης, πού τότε ἦταν πρωτόθρονη ἀνάμεσα στίς μητροπόλεις τοῦ οἰκουμενικοῦ πατριαρχείου. Γιά τόν λόγο αὐτό ἔφερε καί τόν τίτλο «Πρόεδρος τῶν ὑπερτίμων».
Κατά τήν διάρκεια τῆς ἀρχιερατείας τοῦ ἁγίου Φιλοθέου στήν Ἡράκλεια, Λατῖνοι ἐπιδρομεῖς κυρίευσαν τήν Θράκη καί αἰχμαλώτισαν πολλούς ἀπό τούς κατοίκους της. Ἄς δοῦμε πῶς ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος Φιλόθεος περιγράφει τά δεινά τῶν κατοίκων τῆς πολύπαθης Θράκης στό Βίο τοῦ ἐπίσης Ἁγιορείτου ὁσίου Σάββα τοῦ Νέου τοῦ Βατοπαιδινοῦ, ὁ ὁποῖος ἀσκήθηκε στήν Ἡράκλεια τήν ἴδια ἐποχή:
(Κώδ. Καυσοκαλυβίων 154, σ. 825) «Διότι κατά τούς χρόνους ἐκείνους οἱ ἀπό τῆς Σικελίας Λατίνοι ἐλθόντες ἐπί λόγῳ βοηθείας τοῦ βασιλέως Ῥωμαίων, καί ψευσθέντες εἰς τάς συνθήκας των, διέφθειραν πρῶτον καί ἠρήμωσαν αἰχμαλωτίσαντες τήν Θράκην, ἄλλας μέν πόλεις καί χώρας ἀφανίζοντες καί ἄλλας αἰχμαλωτίζοντες τούς κατοίκους καί κατηδάφηζον, ποιοῦντες αὐτάς μνημεῖα νεκρῶν ἀντί κατοικουμένας οἱ ἀπάνθρωποι, μηδόλως // (σ. 826) λυπούμενοι τούς χριστιανούς, ἀλλά φονεύοντες πᾶσαν ἡλικίαν· σφάζοντες νέους, γέροντας, παῖδας, γυναῖκας, πλουσίους καί πένητας· ἄλλους μέ ξίφος, ἄλλους εἰς τό πῦρ καί ἄλλους εἰς τό ὕδως πνίγοντες. Εἶτα λαβόντες συμμάχους καί τούς ἀσεβεῖς Τούρκους, ηὔξησαν περισσοτέρως τήν μανίαν τους, σπουδάζοντες αἰχμαλωτίσαι Μακεδονίαν, Θράκην καί Θετταλίαν».
Εἰδικότερα, οἱ ἐπιδρομεῖς κατέλαβαν τό 1351 τήν πόλη τῆς Ἡρακλείας προκαλῶντας μεγάλες καταστροφές καί σφαγές ἀμάχων. Ἑκατοντάδες ἀπό τούς κατοίκους τῆς πόλης στάλθηκαν αἰχμάλωτοι στήν ἀποικία τῶν Γενοβέζων στόν Γαλατᾶ περιμένοντας τήν πώλησή τους στά σκλαβοπάζαρα. Κατά τήν στιγμή τῆς καταστροφῆς, ὁ ἅγιος Φιλόθεος ἀπουσίαζε ἀπό τήν Ἡράκλεια, εὑρισκόμενος στήν Κωνσταντινούπολη γιά τή Σύνοδο κατά τοῦ Βαρλαάμ καί τοῦ Ἀκινδύνου. Μέ πολλές του προσπάθειες συγκέντρωσε χρήματα καί κατάφερε νά ἐλευθερώσει ὅλους τούς αἰχμαλώτους. Ἀκόμη καί οἱ Γενοβέζοι ἐντυπωσιάστηκαν τόσο πολύ μέ τήν αὐτοθυσιαστική συμπεριφορά τοῦ Φιλοθέου, ὥστε ἀπέλυσαν πολλούς φτωχούς αἰχμαλώτους χωρίς νά πάρουν χρήματα. Σύμφωνα μέ τόν Βίο του, ὁ Ἅγιος «ὠφέλησε πολύ εἰς τήν ἐλευθερίαν των (τῶν κατοίκων τῆς Ἡρακλείας), διότι ὡς καλός ποιμήν ἔβαλε τήν ψυχήν του εἰς θάνατον ὁ ἀοίδιμος, μή φοβηθείς τήν ὠμότητα τῶν Λατίνων, ὁπού κατ’ αὐτοῦ ἐλύσσων ὡς ὑπερασπιστήν ὄντα τοῦ ὀρθοδόξου φρονήματος» κατά τόν βιογράφο του. Ἑπτά περίπου μῆνες μετά τή καταστροφή, καί μετά τήν ἀναχώρηση τῶν αἱμοσταγῶν ἐπιδρομέων, ὁ μητροπολίτης Ἡρακλείας Φιλόθεος ἐπέστρεφε μαζί μέ τό ἀπελευθερωμένο ποίμνιό του στήν πόλη, ἡ ὁποία ἔμμελε νά ἀνοικοδομηθεῖ. Ἐπίσης ἔκανε προσπάθεια νά συγκεντρώσει τούς διασκορπισμένους κατοίκους τῆς Ἡρακλείας, τούς ὁποίους παρηγόρησε καί ἐνίσχυσε πνευματικά, φροντίζοντας ταυτόχρονα νά ἀπαλλαχθοῦν ἀπό τούς βασιλικούς φόρους. Τό ἴδιο ἔπραξε καί γιά τούς κατοίκους τῆς Σωζοπόλεως, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ὑποστεῖ παρόμοιες καταστροφές. Ἀργότερα, κι ἐνῶ ἦταν ἤδη πατριάρχης, ἐκφράζοντας τό συνεχές του ἐνδιαφέρον γιά τόν ἀγαπημένο του λαό τῆς Ἡρακλείας πού ἐξακολουθοῦσε ἐν πολλοῖς νά ἦταν διασκορπισμένος, ἔγραψε πρός αὐτόν παρηγορητική ἐπιστολή. Σ’ αὐτήν ἀπέδιδε ὅλες τίς συμφορές πού εἶχαν βρεῖ τούς Ἡρακλειώτες καθώς καί τίς ἀπώλειες λοιπῶν πόλεων καί ἐπαρχιῶν στίς ἀνομίες τοῦ λαοῦ καί τέλειωνε μέ τήν εὐχή καί τήν ἐλπίδα ὅτι μέ τή μετάνοιά τους καί τή βοήθεια τοῦ φιλανθρώπου Κυρίου θά μποροῦσαν νά ἐπανέλθουν στήν πατρίδα τους. Μάλιστα, κατά τή διάρκεια Ὁμιλίας του ὡς πατριάρχης , ἐξαίρει, ἀνάμεσά στά ἄλλα καλά τους, τήν φιλάνθρωπη διάθεση τῶν Κωνσταντινουπολιτῶν, ἀναπολῶντας τήν οὐσιαστική βοήθεια πού προσέφεραν στούς αἰχμάλωτους κατοίκους τῆς Ἡρακλείας, ἀφοῦ μέ τήν οἰκονομική τους συνδρομή πολλοί ἀπ’ αὐτούς ἐπανέκτησαν τήν ἐλευθερία τους. (συνεχίζεται......)
* Ὁλόκληρη ἡ μελέτη τοῦ μοναχοῦ Παταπίου Καυσοκαλυβίτου: «Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ.», δημοσιεύθηκε στά Πρακτικά τοῦ 4ου Διεθνοῦς Συμποσίου Θρακικῶν Σπουδῶν: Βυζαντινή Θράκη. Μαρτυρίες καί Κατάλοιπα. Κομοτηνή, 18-22 Ἀπριλίου 2007, στό: Byzantinsche Farschulngen 300 XXX (2011), σσ. 277-326, πίνακες 801-807.
_____________________________________________________________________________________
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Ὁ ἅγιος Φιλόθεος Κόκκινος ὡς ποιητής-ὑμνογράφος. Τοιχογραφία τοῦ 1820 στή Λιτή τοῦ Κυριακοῦ τῆς σκήτης Καυσοκαλυβίων. Ἔργο Μητροφάνους μοναχοῦ τοῦ ἐκ Βιζύης τῆς Θράκης.
Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ. ( Γ΄ μέρος)
Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ. ( Δ΄ μέρος)
Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ. ( Ε΄ μέρος)
Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ. ( ΣΤ΄ μέρος)