Κυριακή 13 Μαρτίου 2011

ΕΙΚΟΝΕΣ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ


Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου

Οἱ ἅγιες εἰκόνες,
ἀναπόσπαστο τμῆμα
τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης

Ἄν ἡ τέχνη μόνον, φίλε, θέλγῃ σε τῆς ζωγραφίας,
βλέπεις χρώματα ὡραῖα καί κανόνας συμμετρίας.
Ἀλλ᾿ οὖν στρέψον ἐκ τῆς ὕλης τό περίεργόν σου βλέμμα
καί ἀνύψωσον τόν νοῦν σου ἱστορίας εἰς τό πνεῦμα.

Ἐπιγραφή ΙΘ΄ αἰ. Μεγίστη Λαύρα. Ἅγιον Ὄρος

ἱερή Παράδοση ἀποτελεῖ γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἕναν ἀπό τούς πλέον ἀπαραίτητους καί σταθερούς θεμελίους στύλους τῆς πίστης, ὕπαρξης καί αὐτοσυνειδησίας της.
(...) Εἶναι γνωστό ὅτι κατά τίς ἐργασίες τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τό πρῶτο πού ἔκαναν οἱ Πατέρες οἱ ὁποῖοι τήν ἀποτελοῦσαν ἦταν ἡ ἔρευνα, ἡ διαπίστευση καί ἡ κατοχύρωση -μέσα ἀπό πλῆθος μαρτυριῶν ἀπό συγγράμματα Πατέρων καί Ἁγίων- τῆς θέσης πού εἶχε ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση πάνω στό θέμα τῶν εἰκόνων· κίνηση σίγουρη καί ἀσφαλής, πού διασφάλιζε τήν παραμονή τῆς Ἐκκλησίας στήν τότε χειμαζόμενη Ὀρθοδοξία.
Γι᾿ αὐτό καί στά Πρακτικά τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τό πιό σταθερό καί συνεχῶς ἐπαναλαμβανόμενο στοιχεῖο, εἶναι ἡ ἔξαρση τῆς ἀξίας τῆς Παράδοσης, πού κατά τούς Πατέρες τῆς Συνόδου, ταυτίζεται μέ τήν Ὀρθοδοξία.
Κατά τήν ὄγδοη καί τελευταία συνεδρία τῆς Συνόδου, θριαμβευτικά οἱ Πατέρες διακηρύσσουν γιά τίς ἀποφάσεις τους ὅτι: «Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων. Αὕτη ἡ πίστις τήν Οἰκουμένην ἐστήριξεν... Ἡμεῖς τῇ ἀρχαίᾳ θεσμοθεσίᾳ τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίας ἐπακολουθοῦμεν. Ἡμεῖς τούς προστιθέντας τι ἤ ἀφαιροῦντας ἐκ τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίας ἀναθεματίζομεν...Ἡμεῖς τάς σεπτάς εἰκόνας ἀποδεχόμεθα».
(...) Ἔτσι, τίς κρίσιμες, γιά τό μέλλον τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου, ἐκεῖνες ἡμέρες τοῦ ἔτους 787, οἱ Πατέρες, προβάλλοντας ἀπό τή Νίκαια τῆς Βιθυνίας, τήν αὐτοσυνειδησία τῆς Ἐκκλησίας, διατράνωσαν τήν πίστη τους στήν ὀρθόδοξη παρόδοση, ἀποφεύγοντας τή μεταβολή τῆς Ὀρθοδοξίας σέ τελετουργία τοῦ λόγου μέ τήν κυριαρχία τοῦ κηρύγματος. Μέ τόν τρόπο αὐτό διαμόρφωσαν τόν πλοῦτο καί τήν ποικιλία τῆς θείας λατρείας, ὅπου συνεργάζονται ἁρμονικά ὅλες οἱ τέχνες· ἡ ποίηση, ἡ μουσική, ἡ ζωγραφική, ἡ ἀρχιτεκτονική. Μέ τό θεόπνευστο αὐτό τρόπο, δίνεται ἡ δυνατότητα στόν πιστό νά συμμετέχει ὡς ἄνθρωπος ὁλόκληρος, μέ ὅλες του τίς αἰσθήσεις στή θεία λατρεία καί τή δόξα τοῦ Θεοῦ....
(...) Ἡ εἰκόνα, βέβαια εἶναι μιά τέχνη· ἀλλά πρίν ἀπ' ὅλα εἶναι τέχνη λειτουργική. Γιά νά τήν κατανοήσουμε δέν ἀπαιτοῦνται εἰδικές γνώσεις αἰσθητικῆς καί τέχνης. Ἀπαιτεῖται μόνο σεβασμός στήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας καί κυρίως, στή διδασκαλία τῶν ἁγίων θεόπνευστων Πατέρων. Σ᾿ αὐτά πρέπει νά εἴμαστε στερεωμένοι, ὥστε νά μποροῦμε, βγαίνοντας ἀπό τό ναό μετά ἀπό μία λατρευτική σύναξη, νά ἐπαναλαμβάνουμε, μαζί μέ τούς Πατέρες τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τά λόγια: «Καθάπερ ἠκούσαμεν, οὕτως καί εἴδομεν».

Ἀποσπάσματα ἀπό τή μελέτη τοῦ γράφοντος, «Οἱ ἅγιες εἰκόνες, ἀναπόσπαστο τμῆμα τῆς Ὀρθοδόξου παραδόσεως», Ὀρθόδοξη Μαρτυρία 78 (2006), σσ. 70-73.