Παταπίου
μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου
Ἡ ἑορτή τῆς ἁγίας Σκέπης
καί ὁ ἑορτασμός της στό Ἅγιον Ὄρος
Ἡ θεομητορική ἑορτή τῆς ἁγίας Σκέπης κατατάσσεται στίς
ἑορτές πού ἔχουν θεσπιστεῖ πρός τιμήν
τῶν θεομητορικῶν ἀμφίων, δηλ. τῆς τιμίας Ἐσθῆτος (2 Ἰουλίου) καί τῆς τιμίας
Ζώνης (31 Αὐγούστου). Τελεῖται σέ ἀνάμνηση τῆς ὀπτασίας πού εἶδε ὁ ὅσιος
Ἀνδρέας ὁ διά Χριστόν Σαλός,
τήν ὥρα πού ἐτελεῖτο ἀγρυπνία στό ναό τῆς Παναγίας τῶν Βλαχερνῶν στήν
Κωνσταντινούπολη, ἐπί αὐτοκράτορος Λέοντος τοῦ Σοφοῦ (886-911).
Ἡ Θεοτόκος ἐμφανίσθηκε στόν Ὅσιο νά βρίσκεται στήν πύλη τοῦ νάρθηκα τοῦ ναοῦ,
δορυφορούμενη ἀπό ἀγγέλους, τόν Τίμιο Πρόδρομο καί τόν ἅγιο Ἰωάννη τό Θεολόγο.
Ὅταν ἔφθασε στή μέση τοῦ ναοῦ, ὅπου βρισκόταν ὁ ἄμβωνας, προσευχήθηκε ὑπέρ τῆς
σωτηρίας τοῦ κόσμου καί κατόπιν εἰσῆλθε στό ἱερό Βῆμα. Ἐκεῖ ἄνοιξε τήν ἁγία
Σορό, στήν ὁποία φυλασσόταν τό ἱερό Μαφόριό της, καί ἀφοῦ τό ξεδίπλωσε, τό
ἅπλωσε πάνω ἀπό τό ἐκκλησίασμα. Ἀργότερα ἡ Θεοτόκος ἀνῆλθε πρός τόν οὐρανό,
περιβεβλημένη ἀπαστράπτον φῶς. Στά μάτια τοῦ
ὁσίου Ἀνδρέα, τό μαφόριο φαινόταν νά αἰωρεῖται ὑπερφυσικά στόν ἀέρα καί
τόσο μεγάλο ὥστε νά σκεπάζει ὅλο τό λαό. Τή θαυμαστή ἐμφάνεια τῆς Θεοτόκου εἶδε
καί ὁ μαθητής τοῦ ὁσίου Ἀνδρέα Ἐπιφάνιος, ἐνῶ ὁ λαός συνέχισε νά ἀγρυπνεῖ χωρίς
νά ἔχει ἀντιληφθεῖ τό θαυμαστό γεγονός.
Ἡ Ἑορτή, πού τελεῖται τήν 1η τοῦ
μηνός Ὀκτωβρίου, τιμᾶται ἰδιαίτερα σ᾿ ὅλες τίς σλαβόφωνες ἐκκλησίες (εἶναι
γνωστή ὡς Ποκρώφ στή ρωσική σημαίνει «μαφόριον») καί φέρεται νά ἔχει καθιερωθεῖ
ἀπό τόν μέγα πρίγκιπα τοῦ Βλαντιμίρ, ἅγιο Ἀνδρέα Μπογκολιούμπωφ (1157-1174), ὁ
ὁποῖος συνέταξε καί τή σχετική ἀκολουθία στή σλαβονική.
Ἡ καταγωγή, ἐπιπροσθέτως, τοῦ ὁσίου Ἀνδρέα ἀπό τήν Σκυθία (μία ἀπό τίς κοιτίδες
τοῦ ρωσικοῦ ἔθνους) θά πρέπει νά προστεθεῖ στούς λόγους τῆς εὐλάβεια τοῦ ρωσικοῦ λαοῦ στή θεομητορική
αὐτή ἑορτή.
Στόν ἑλληνικό χῶρο, ἡ ἑορτασμός
μεταφέρθηκε ἀπό τό ἔτος 1952 ἀπό τήν 1η στίς 28 Ὀκτωβρίου, προκειμένου ἡ
Ἐκκλησία νά τιμήσει τήν Θεοτόκο γιά τήν προστασία μέ τήν ὁποία περιέβαλε τόν
ἑλληνικό στρατό στήν ὑπεράσπιση τῆς πατρίδας μας κατά τοῦ ἰταλικοῦ στρατοῦ
εἰσβολῆς τό 1940.
Μέχρι τό 1952 ψαλλότ
αν ἡ Ἀκολουθία τῆς ἡμέρας ἐνῶ ἀπέδιδαν τιμές στήν ἁγία
μάρτυρα Εὐνίκη (28 Ὀκτωβρίου).
Στό Ἅγιον Ὄρος ὑπάρχουν ἀρκετοί
ναοί πού τιμοῦνται στήν ἑορτή αὐτή. Ὁ γνωστότερος εἶναι τό παρεκκλήσιο τῆς
Ἁγίας Σκέπης, πού βρίσκεται στή μονή Ἁγίου Παντελεήμονος. Ὁ ἐγκαινιασμός τοῦ
παρεκκλησίου αὐτοῦ ἑορτάστηκε μέ λαμπρότητα στή μονή αὐτή, στίς 10 Ἰανουαρίου
τοῦ 1853.
Τήν ἐποχή ἐκείνη ἦταν ὁ πρῶτος μεγάλος ναός πού ἀφιερώθηκε στή θεομητορική αὐτή
ἑορτή στό Ἅγιον Ὄρος. Μέχρι τότε ὑπῆρχαν τά παρεκκλήσια τῆς Ἁγίας Σκέπης στή
μονή Χιλανδαρίου καί στή βατοπαιδινή Σκήτη Ἁγίου Ἀνδρέου στίς Καρυές καθώς καί
ὁ κοιμητηριακός ναός στή ἁγιοπαυλίτικη σκήτη Ἁγίου Δημητρίου (Λακκοσκήτη), πού
οἰκοδομήθηκε ἀπό τό Μολδαβό μοναχό Ἰάκωβο τό 1849
.
Θά πρέπει ἐπίσης νά σημειωθεῖ ὅτι πρίν ἀπό τό προαναφερόμενο παρεκκλήσι τῆς
Ἁγίας Σκέπης τῆς μονῆς Ἁγίου Παντελεήμονος, εἶχε ἀναγερθεῖ ὁμώνυμο παρεκκλήσι στίς Καρυές, στό
βατοπαιδινό κελλί τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα, τήν μετέπειτα Σκήτη Ἁγίου Ἄνδρέα, πού
θεμελιώθηκε τό 1845 ἀπό τό ρώσο μέγα δούκα Κωνσταντίνο (1827-1892), δευτερότοκο
γυιό τοῦ τσάρου Νικολάου Α΄
.
Τά ἐγκαίνια τοῦ μεγαλοπρεποῦς
ναοῦ τῆς Ἁγίας Σκέπης, πού βρίσκεται στόν τελευταῖο ὄροφο τῆς βόρειας πτέρυγας
τῆς μονῆς Ἁγίου Παντελεήμονος, ἐτέλεσε ὁ ἐφησυχάζων στό Ἅγιον Ὄρος, ἐπίσκοπος
Σόφιας Μακάριος († 1861).
Στό νέο αὐτό παρεκκλήσιο μετεκομίσθη ἀπό τό καθολικό τῆς μονῆς ἡ θαυματουργός
εἰκόνα τοῦ ἁγίου Παντελεήμονος, προσφορά τοῦ ἑλληνικῆς καταγωγῆς ἡγουμένου τῆς
μονῆς.
Ἔτσι ἐνῶ στό καθολικό τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος ἦταν τεθησαυρισμένα τά ἱερά
λείψανα τοῦ ἁγίου Παντελεήμονος, στό παρεκκλήσιο τῆς Ἁγίας Σκέπης, ὑπῆρχε ἡ
θαυματουργός εἰκόνα του. Τό παρεκκλήσιο αὐτό λειτουργοῦσε καί ὡς καθολικό γιά
τούς ρωσικῆς καταγωγῆς μοναχούς τῆς Μονῆς, ἡ δέ ἑορτή τῆς ἁγίας Σκέπης,
ἐθεωρεῖτο ἡ Πανήγυρη τῆς ρωσικῆς ἀδελφότητας τῆς Μονῆς (πρίν βεβαίως τόν πλήρη
ἐκρωσισμό της).
Μέ τήν ἁγία Σκέπη τῆς Θεοτόκου
ἔχει ἀσχοληθεῖ ὁ μοναχός Ἰάκωβος Νεασκητιώτης σέ ἀρκετούς
κώδικές του εἴτε ἀντιγράφοντας Ἐγκωμιαστικό Λόγο πρός τήν ἴδια ἑορτή,
μεταφρασμένο ἀπό τή σλαβονική, εἴτε συνθέτοντας πλήρη καί πανηγυρική Ἀκολουθία
γιά τήν ἑορτή αὐτή, ὅπως θά δοῦμε σέ ἑπόμενη ἑνότητα, εἴτε συντάσσοντας ἕτερο
Ἐγκωμιαστικό Λόγο. Μέ τό τελευταῖο αὐτό ἔργο τοῦ Ἰακώβου, τό ὁποῖο εἶναι καί
ἀπό τά ἐλάχιστα ἀπό τά συγγράμματά του πού εἶδαν τό φῶς τῆς δημοσιότητας
,
θά ἀσχοληθοῦμε στήν παρούσα ἑνότητα...
(...) Ὁ ὑπό τοῦ μοναχοῦ Ἰακώβου
Νεασκητιώτου Ἐγκωμιαστικός Λόγος στήν ἁγία Σκέπη εἶδε τό φῶς τῆς δημοσιότητας
μέσα ἀπό τίς ἑξῆς ἐκδόσεις:
Ι) Ἡ ἀκολουθία τῆς ἁγίας Σκέπης
δημοσιεύθηκε ἀπό κοινοῦ μέ τήν Ἀκολουθία τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων (τῆς β΄ ἐκδ.).
Στήν προμετωπίδα τῆς ἑνιαίας ἐκδόσεως διαβάζουμε:
«
Ἀκολουθία ἀσματική καί Ἐγκώμιον τῶν ὁσίων
καί θεοφόρων Πατέρων ἡμῶν τῶν ἐν Ἁγίῳ Ὄρει τοῦ Ἄθω διαλαμψάντων. Συγγραφέντα
μέν ὑπό Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου καί ἐκδοθέντα τό πρῶτον ὑπό Γεωργίου
Μελισταγοῦς. Νῦν δέ τό δεύτερον τυπωθέντα ὑπό Ἀβερκίου ἱερομονάχου τοῦ ἐκ τοῦ
ἱεροῦ κοινοβίου τοῦ Ρωσσικοῦ τοῦ ἐν τῷ Ὄρει τοῦ Ἄθω. Ἐν τέλει δέ προσετέθη καί
ἡ Ἀκολουθία τῆς ἁγίας Σκέπης τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας μετά
δύο Λόγων εἰς τήν αὐτήν Ἑορτήν. Ἐν Ἀθήναις 1869»
.
Ἡ ἀκολουθία ὅμως τῆς ἁγίας Σκέπης
καί οἱ συνοδεύοντες αὐτήν δύο ἐγκωμιαστικοί λόγοι ἐκδίδονται στό ἔντυπο αὐτό ὡς
μία ξεχωριστή ἔκδοση, ἀφοῦ ἔχει δική της σελιδαρίθμηση καί τή δική της σελίδα
τίτλου:
«
Ἀκολουθία τῆς Ἁγίας Σκέπης τῆς Ὑπεραγίας
Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου ψαλλομένη τῇ Α΄ Ὀκτωβρίου (ἧ καί Λόγοι τινές
Πανηγυρικοί τῆς Θεοτόκου προσετέθησαν). Συντεθεῖσα μέν ὑπό Ἰακώβου μοναχοῦ
Ἁγιορείτου. Νῦν δέ τό πρῶτον ἐκδίδοται ἐπιμελείᾳ καί δαπάνῃ τοῦ πανοσιωτάτου
Ἀβερκίου τοῦ ἐκ τοῦ ἱεροῦ Κοινοβίου τοῦ Ρωσσικοῦ, ἐν Ἀθήναις 1869».
σσ. 33-46: «Λόγος Ἐγκωμιαστικός
τε καί ὑπομνηματικός εἰς τήν Ὑπέρφωτον Ἀστραποπυρσοχρυσόλαμπον τῆς Παντανάσσης
Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας»:
Ἀρχ. «Καί ἐνετείλατο νεφέλην εἰς
σκέπην αὐτοῖς’’. Νεφέλη τό πάλαι καταψύχουσα τόν καύσωνα τοῦ ἡλίου, καί
δροσίζουσα τούς υἱούς Ἰσραήλ...»
σσ. 47-55: «Λόγος εἰς τήν Σκέπην τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου,
μεταφρασθείς ἐκ τῆς Σλαβωνικῆς».
Ἀρχ. «Ἐν τοῖς ἐσχάτοις δεινοῖς καιροῖς, ὅτε
ἐμπιπλάμεθα ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν...».
Εἶναι ἄξιο νά σημειωθεῖ ὅτι στήν
ἔκδοση αὐτή τοῦ 1869 συνυπάρχουν ἕνα ἔργο τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου μέ
ἕνα ἄλλο τοῦ Ἰακώβου Νεασκητιώτου ὁ ὁποῖος τόσο αὐστηρή κριτική ἄσκησε στό ἔργο
τοῦ πρώτου ἄν καί καθώς φαίνεται, προσπάθησε νά τόν μιμηθεῖ ἤ καί νά τόν
ξεπεράσει. Τό γεγονός ὅτι τό βιβλίο ἐκδόθηκε τή χρονιά πού θεωρεῖται ἔτος
κοιμήσεως τοῦ Ἰακώβου (Αὔγουστος 1869) πρέπει νά μᾶς προβληματίσει καθώς ἤ
πρέπει νά ἐκδόθηκε ζῶντος τοῦ Ἰακώβου ἤ τουλάχιστον ὁ Ἰάκωβος θά γνώριζε
τουλάχιστον περί τῆς ἐκδόσεως ἤ ἀκόμη καί θά ἦταν σύμφωνος μέ τήν προοπτική
αὐτή, ἐάν βέβαια ἡ κατάσταση τῆς ὑγείας του τοῦ ἐπέτρεπε νά εἶχε ἀναγκαία
διαύγεια πνεύματος. Ἐπίσης, θά πρέπει νά ἔχουμε ὑπ᾿ ὅψιν ὅτι ὁ Ἰάκωβος εἶχε
ἀντιγράψει κώδικα μέ τήν Ἀκολουθία καί τόν Ἐγκωμιαστικό Λόγο στούς Ἁγιορεῖτες
Πατέρες, χωρίς ὅμως νά ἀναφέρει τόν ποιητή τῶν ἔργων αὐτῶν, ὅσιο Νικόδημο
.
ΙΙ) Ἔκδοση τοῦ 1895 ἀπό τόν
Κ. Δουκάκη τοῦ ἐγκωμιαστικοῦ Λόγου καί τῆς ἀκολουθίας τῆς ἁγίας Σκέπης,
συνηρμοσμένης μέ τήν ἀκολουθία τοῦ ἀποστόλου Ἀνανία
.
Ἡ ἔκδοση αὐτή ἀκολουθεῖ τήν ἔκδοση τῆς ἀκολουθίας τῆς
ἁγίας Σκέπης τοῦ 1869, μέ τή διαφορά ὅτι παραλείπει ὁρισμένα τροπάρια, τά ὁποῖα
συμπληρώνονται μέ τροπάρια πού ὑμνοῦν τόν ἅγιο ἀπόστολο Ἀνανία, καθώς ἡ
ἀκολουθία του συμψάλλεται μέ ἐκείνην τῆς ἁγίας Σκέπης. Ἡ Λιτή ὅμως εἶναι
ἀφιερωμένη ἐξ ὁλοκλήρου στήν ἁγία Σκέπη. Στόν Ὄρθρο ὁ ἐκδότης ἔχει καί τούς δύο
κανόνες τῆς ἁγίας Σκέπης, τῆς ἐκδόσεως τοῦ 1869, ἀπό τούς ὁποίους, ὅπως
ἀναφέραμε, ὁ δεύτερος εἶναι ποίημα Ἰακώβου. Παραλείπει ἐπίσης τά Ἕτερα
Προσόμοια καθώς καί τά Μεγαλυνάρια τῆς ἀκολουθίας τοῦ 1869, ἐνῶ τήν Ἐκλογή
Πολυελέου τῆς ἁγίας Σκέπης τήν ἔχει στίς σσ. 78-79, μετά τήν ἀκολουθία τοῦ
ἁγίου Ἰγνατίου Μηθύμνης.
σσ. 26-29: «Λόγος
Ἐγκωμιαστικός τε καί ὑπομνηματικός εἰς τήν ὑπέρφωτον ἀστραποπυρσοχρυσόλαμπρον
Σκέπην τῆς Παντανάσσης Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί ἀειπαρθένου Μαρίας».
Τόν Ἐγκωμιαστικό Λόγο, ὁ ἐκδότης ἀκολουθεῖ τόν
χωρισμό τοῦ κειμένου σέ παραγράφους, ὅπως παραδίδεται στήν ἔκδοση τοῦ 1869, μέ
τή διαφορά ὅτι αὐτές τίς ἔχει ἀριθμήσει μέ τά γράμματα τοῦ ἑλληνικοῦ ἀλφαβήτου.
Δέν ἔχει ὅμως ἐπανεκδόσει ὁλόκληρο τό κείμενο τοῦ Ἰακώβου, παρά μόνο τό τμῆμα
ἐκεῖνο τῆς ἐκδόσεως τοῦ 1869, σσ. 33-37. Ἔχει παραλείψει τήν «
Ὁπτασία τῆς ἁγίας Σκέπης ἥν εἶδεν ὁ ὅσιος
Ἀνδρέας» καθώς καί τό «Εὐκτικόν». Τέλος, δέν ἐπανεκδίδει τό ἔργο «
Λόγος εἰς τήν Σκέπην τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου
Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου. Μεταφρασθείς ἐκ τῆς Σλαβωνικῆς» τῆς ἐκδόσεως τοῦ
1869 (σσ. 47-55)
.
Ὁ ἐκδότης Κ. Δουκάκης, στό τέλος τῆς ἐκδόσεως, σ. 80,
μετά τόν πίνακα περιεχομένων, ἐνῶ μᾶς ἐνημερώνει ἀπό ποῦ «ἐρανίσθη» τίς
ἀκολουθίες τοῦ ἁγίου Θεράποντος καί τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου Μηθύμνης, δέν κάνει τό
ἴδιο καί γιά τήν ἀκολουθία τῆς ἁγίας Σκέπης καί τοῦ ἁγίου Ἀνανία.
ΙΙΙ) «Λόγος εἰς τήν ἁγίαν Σκέπην τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου», Ὁ Μέγας Συναξαριστής τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας,
τ. Ι’, Μήν Ὀκτώβριος, ἔκδ. Α’ ὑπό μοναχοῦ Βίκτωρος Ματθαίου, Ἀθῆναι 1950, σσ.
23-31.
Ἀρχ. «Ἡ ἁγία Σκέπη τῆς Ὑπεραγίας ἐνδόξου Δεσποίνης
ἡμῶν Θεοτόκου καί ἀειπαρθένου Μαρίας ἑορτάζεται κατά τήν σήμερον εἰς ἀνάμνησιν...».
Σύμφωνα μέ τόν ἐκδότη: «Ἐλήφθη ἐκ
τῆς ἀκολουθίας τῆς ἁγίας Σκέπης μεταφρασθείς ἐκ τοῦ Σλαβονικοῦ». Πρόκειται περί
ἀποδόσεως στήν «καθαρεύουσα» νεοελληνική γλώσσα.
ΙV) Ἀκολουθία τῆς ἁγίας Σκέπης τῆς ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου μετά
Παρακλητικοῦ Κανόνος καί Χαιρετισμῶν, ἔκδ. Ἱ. Ἡσυχαστήριο Ἁγίας Σκέπης.
Βίγλα Μεγίστης Λαύρας, Ἅγιον Ὄρος 1988 [β΄ἔκδ. 1994].
σσ. 61-67: Λόγος ἐγκωμιαστικός εἰς τήν Ὑπέρφωτον
Ἀστραποπυρσοχρυσόλαμπρον ἁγίαν Σκέπην τῆς Παντανάσσης Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου
καί Ἀειπαρθένου Μαρίας.
Στήν ἔκδοση αὐτή παραλείπεται ὁλόκληρο τό τμῆμα τοῦ Λόγου, πού
ἀναφέρεται στά γενόμενα τό ἔτος 553 ἐπί Ἰουστινιανοῦ, οἱ χρησμοί περί τῆς
ἁλώσεως τῆς Πόλης ἀπό τούς Λατίνους καί γιά τήν τιμή πού ἀπέδιδαν οἱ Ρῶσοι στήν
ἁγία Σκέπη τῆς Θεοτόκου, τῆς ἐκδόσεως
τοῦ 1869 (σσ. 42-44) καθώς καί οἱ περισσότερες ἀπό τίς σημειώσεις τοῦ κειμένου
τῆς ἐκδόσεως αὐτῆς.
στή σ. 7, σημ. τοῦ ἐκδότη, ὅτι ἡ ἀσματική Ἀκολουθία εἶναι «ποίημα
Ἰακώβου μοναχοῦ Ἁγιορείτου» καί ὅτι ἐκδόθηκε γιά πρώτη φορά τό 1869.
V) Ἐπιτομή τοῦ ἐγκωμιαστικοῦ Λόγου ἔχει συντάξει καί ὁ
οἰκονόμος Γεώργιος Ρήγας ὡς Συναξάριο στήν ἀκολουθία τῆς ἁγίας Σκέπης πού
μεταγράφει.
Στίχοι τοῦ μοναχοῦ Ἰακώβου Νεασκητιώτου πρός τήν ἁγία Σκέπη τῆς Θεοτόκου:
Σκέπη ὡς οὗσα τῶν πιστῶν
θεομῆτορ,
Σκέπασον πάντας ἐν ὥρᾳ τῇ τῆς
δίκης,
Πυρός ἀφαρπάζουσα τοῦ αἰωνίου,
Τούς τήν Σκέπην σου, νῦν εὐλαβῶς
τιμῶντας.
Καί πανηγυρίζοντας ψυχῆς ἐκ
πόθου.
Ὑπόδεξαι δέσποινα ὡς τά λεπτά τῆς
χήρας
Ὑμνολογίαν τῆς σῆς ἁγίας Σκέπης,
Καί σκέπε διάσωζε σούς
ὑμνολόγους,
Σύν τῷ ῥαψωδῷ τλήμονι σῷ ἱκέτῃ.
Ἀποσπάσματα ἀπό τό βιβλίο τοῦ
μοναχοῦ Παταπίου Καυσοκαλυβίτου:
Ὁ μοναχός Ἰάκωβος Νεασκητιώτης καί τό ἔργο του, (διδακτορική διατριβή), ἔκδοση Ἱ. Μ. Ἁγίου Παύλου,
Ἅγιον Ὄρος 2014
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Περί τῆς ἑορτῆς αὐτῆς βλ. ἐνδεικτικά: WORTLEY, Hagia Skepe and Pokrov Bogoroditsi, σσ. 149-154, ὅπου ἀναφέρεται πώς ἡ Ἑορτή καθιερώθηκε
μέν ἀπό τόν πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Εὐθύμιο, ἀλλά ἐπί τῆς δεύτερης
πατριαρχείας τοῦ ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως Νικολάου Μυστικοῦ ἔγινε
ἀναθεώρηση. Βλ. ἐπίσης, ΡΑΜΦΟΣ, Αἱ ἑορταί
τῶν θεομητορικῶν ἀμφίων, σ. 201
κ.ἑ. Ο ΙΔΙΟΣ, Ἁγιολογικά Μελετήματα,
τ. Γ΄, σ. 16 κ.ἑ. Ο ΙΔΙΟΣ, Σκέπης
Θεοτόκου Ἑορτή, στ. 218-219, ὅπου καί ἀναφορά στό ἔργο τοῦ ἀρχιεπισκόπου
Βλαδιμήρου Σεργίου, Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ὁ διά
Χριστόν Σαλός καί ἡ ἑορτή τῆς ἁγίας Σκέπης τῆς Θεομήτορος (στή ρωσική).
Κώδ. Καρακάλλου 30 (ἀκαταλ.), σσ. 1-117.
Αὐτό τόν Λόγο τόν ἐκδίδει ὑπό τήν ἐπιγραφή «Λόγος εἰς τήν ἁγίαν Σκέπην τῆς Ὑπεραγίας
Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου (Μεταφρασθείς
ἐκ τῆς Σλαβονικῆς)» στό: ΔΟΥΚΑΚΗΣ, Ὀκτώβριος,
σσ. 14-21. Ἀρχ. «Ἐν τοῖς ἐσχάτοις δεινοῖς
καιροῖς...». Στό τέλος, σ. 21, ὁ ἐκδότης ἀναφέρει ὅτι τό κείμενο
προέρχεται: «Ἐκ τῆς Ἀκολουθίας τῆς ἁγίας Σκέπης», χωρίς νά δίνει ἄλλες
πληροφορίες.