Κυριακή 9 Απριλίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΙΩΝ: ΕΙΣΟΔΕΥΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΣΤΗ ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ

μοναχός Πατάπιος Καυσοκαλυβίτης

Κυριακή τῶν Βαΐων:

 Εἰσοδεύοντας μέ τόν Χριστό στή Μεγάλη Ἑβδομάδα

 

Μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ βρισκόμαστε στή ἀρχή τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος. Φθά­νο­ντας ἡ πο­ρεί­α μας πρός τό Πάσχα, στό ἀ­πο­κο­ρύ­φω­μά της, ἑ­ορ­τά­ζουμε ἤδη τήν Κυριακή τῶν Βαΐων τήν θρι­αμ­βευ­τι­κή εἴ­σο­δο τοῦ Χρι­στοῦ στά Ἱ­ε­ρο­σό­λυ­μα, ὁπότε ὑποδεχόμαστε κι ἐμεῖς τόν σιωπηλό, προβληματισμένο καί κατά πάντα περίλυπο Ἰησοῦ, πού εἰσέρχεται στήν Ἁγία Πόλη.

 

Η ΒΑΙΟΦΟΡΟΣ. ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΑ ΣΤΟ ΚΥΡΙΑΚΟ ΤΗΣ ΣΚΗΤΗΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΩΝ. 18 ΑΙΩΝΑ

Στήν ὀρθόδοξη εἰκονογραφία τῆς ἑορτῆς τῆς Κυ­ρι­α­κῆς τῶν Βα­ΐ­ων, ἄν σταθοῦμε μπροστά στήν εἰκόνα, θά παρατηρήσουμε ὅτι τό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ ἔχει μία περίσκεψη καί φαίνεται νά ἀπέχει ἀπό τά ὅσα συμβαίνουν γύρω του. Γι᾿ αὐτό καί σιωπᾶ⋅ δέν χαιρετᾶ⋅ δέν εὐλογεῖ⋅ δέν θαυματουργεῖ⋅ δέν προσέχει στά Ὠσσανά. Ὅλ᾿ αὐτά γνωρίζει ὅτι εἶναι τά σημάδια μιᾶς πορείας πού μέλλει νά διανύσει.

 Γι᾿ αὐτό κι ἐμεῖς, δέν πρέ­πει νά πα­ρα­μεί­νου­με στούς πα­νη­γυ­ρι­σμούς τῆς ἡ­μέ­ρας αὐ­τῆς. Ὁ Χρι­στός ἐ­πεί­γε­ται νά σταυ­ρώ­σει τήν ἁ­μαρ­τί­α, γι­ά νά θα­να­τώ­σει τό θά­να­το καί νά ἀ­να­στή­σει τόν ἄν­θρω­πο. Ἄν ἐ­πι­θυ­μοῦ­με βα­θει­ά νά ἑ­νω­θοῦ­με μέ τόν Χρι­στό καί νά μπο­ρέ­σου­με νά βρε­θοῦ­με δί­πλα Του τή στι­γμή τῆς δό­ξας Του, ὁ­φεί­λου­με νά Τόν ἀ­κο­λου­θή­σου­με στό Πά­θος Του· νά συ­σταυ­ρω­θοῦ­με καί συ­ντα­φοῦ­με μ᾿ Αὐ­τόν.

 Πρέ­πει νά ἔ­χου­με συ­νε­χῶς πνευ­μα­τι­κή ἐ­γρή­γορ­ση καί νά μήν εἴ­μα­στε ρά­θυ­μοι σάν τίς «μω­ρές» ἐ­κεῖ­νες Παρ­θέ­νες τῆς πα­ρα­βο­λῆς, μι­ά πού ὁ Νυμ­φί­ος ἔρ­χε­ται «ἐν τῷ μέ­σῳ τῆς νυ­κτός». Βέ­βαι­α ὁ νυμ­φί­ος τῆς ψυ­χῆς μας Χρι­στός, ἔρ­χε­ται πά­ντο­τε καί μέ πολ­λές μορ­φές, κά­θε στι­γμή τῆς ζω­ῆς μας. Ἄς εἴ­μα­στε λοι­πόν ἄ­γρυ­πνοι πνευ­μα­τι­κά καί ἄς ἀ­γω­νι­ζό­μα­στε, ὥ­στε νά μή μεί­νου­με ἔ­ξω ἀ­πό τήν Βα­σι­λεί­α Του.

 Ὁ Κύ­ρι­ος, πρίν ἀ­πό τό Μυ­στι­κό Δεῖ­πνο, ζώ­στη­κε τό «λέ­ντι­ο­ν» καί ἔ­πλυ­νε τά πό­δι­α τῶν μα­θη­τῶν Του, δεί­χνο­ντάς μας ὅ­τι ὁ δρό­μος πού ὁ­δη­γεῖ στή θέ­ω­ση, περ­νά­ει ἀ­πό τήν πύ­λη τῆς τα­πει­νώ­σε­ως καί τῆς ἐν Χρι­στῷ κοι­νω­νί­ας μέ τό συ­νάν­θρω­πο (Ἀκολουθία τοῦ Νι­πτῆρος). Μό­νο ἔ­τσι θά μπο­ρέ­σου­με νά συμ­με­τέ­χου­με στό κα­τε­ξο­χήν μυ­στή­ρι­ο τῆς συ­να­ντή­σε­ως τοῦ ἀν­θρώ­που μέ τόν Χρι­στό, πού εἶ­ναι καί τό κέ­ντρο τῆς ζω­ῆς τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας· τό μυστήριο τῆς Θεί­ας Εὐ­χα­ρι­στί­ας (Με­γά­λη Πέ­μπτη).

 Συ­μπο­ρευ­ό­με­νοι νο­ε­ρά μέ τόν Χρι­στό στό δρό­μο γι­ά τόν Γολ­γο­θᾶ, ἄς στα­θοῦ­με κι ἐ­μεῖς κά­τω ἀ­πό τό Σταυ­ρό. Κι ἐ­κεῖ πού Ἐ­κεῖ­νος θά σταυ­ρώ­νε­ται γι­ά τίς δι­κές μας ἁ­μαρ­τί­ες, ἄς σταυ­ρώ­σου­με τά πά­θη μας· «Τάς αἰ­σθή­σεις ἡ­μῶν κα­θα­ράς τῷ Χρι­στῷ πα­ρα­στή­σω­μεν, καί ὡς φί­λοι τάς ψυ­χάς ἡ­μῶν θύ­σω­μεν δι’ αὐ­τόν, καί μή ταῖς με­ρί­μναις τοῦ βί­ου, συ­μπνι­γῶ­μεν ὡς ὁ Ἰ­ού­δας...» θά ψάλλουμε στό α΄ ἀ­ντί­φω­νο τῆς Ἀ­κο­λου­θί­ας τῶν Πα­θῶν. Τό ἦθος τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι σταυροαναστάσιμο.

  Νε­κρός πά­νω στό Σταυ­ρό, ἔ­ξω ἀ­πό τά τεί­χη τῆς Ἱ­ε­ρου­σα­λήμ, καί με­τά τήν Ἀ­νά­στα­σή Του, τήν τρί­τη ἡ­μέ­ρα «κα­τά τάς Γρα­φά­ς», ὁ Χρι­στός συ­νε­χί­ζει νά πε­θαί­νει καί νά ἀ­να­σταί­νε­ται, μυ­στι­κά, μυ­στη­ρι­α­κά, μέ­χρι τό τέ­λος τοῦ κό­σμου τού­του μα­ζί μέ κά­θε ἄν­θρω­πο, τοῦ ὁ­ποί­ου «ἐ­νε­δύ­θη­» τό πρό­σω­πο.

 Δέν ἔ­χου­με λοι­πόν πα­ρά νά ἀ­να­ση­κώ­σου­με τή βα­ρι­ά πλά­κα τῆς πέ­τρι­νης καρ­δι­ᾶς μας πού σκε­πά­ζει μέ­σα μας, ὡς ἄλ­λος τά­φος, τόν Κύ­ρι­ο τῆς ζω­ῆς καί τοῦ θα­νά­του. Τό­τε Αὐ­τός, δί­χως ἄλ­λο, θά ἐ­γερ­θεῖ, ὅ­πως καί τή νύ­κτα ἐ­κεί­νη ὅ­που τά «πά­ντα πε­πλή­ρω­ται φω­τός, οὐ­ρα­νός τε καί γῆ καί τά κα­τα­χθό­νι­α», ὅπως ψάλλουμε στόν ἀ­να­στά­σι­μο κα­νό­να, συ­νε­γεί­ρο­ντας κι ἐ­μᾶς μέ τή λυ­τρω­τι­κή Του πα­ρου­σί­α.

  Ὁ κα­θέ­νας πού, ἔ­στω καί γι­ά μί­α μό­νο φο­ρά, ἔ­ζη­σε αὐ­τή τή νύ­χτα «τή σω­τή­ρι­ο, τή φω­ταυ­γή καί λα­μπρο­φό­ρο», καί πού γεύ­τη­κε ἐ­κεί­νη τή μο­να­δι­κή χα­ρά, γνω­ρί­ζει ὅ­τι τό Πά­σχα εἶ­ναι κά­τι πο­λύ πε­ρισ­σό­τε­ρο ἀ­πό μί­α ἑ­ορ­τή· πο­λύ πέ­ρα ἀ­πό μί­α ἐ­τή­σι­α ἀ­νά­μνη­ση ἑ­νός ἱ­ε­ροῦ γε­γο­νό­τος πού πέ­ρα­σε.

 Τό Πά­σχα μᾶς εἰ­σά­γει σ᾿ ἕ­ναν ἄλ­λο αἰ­ώ­να, σέ μί­α νέ­α δι­ά­στα­ση πού προ­α­ναγ­γέ­λει τόν ἀ­να­με­νό­με­νο κό­σμο· Βα­σι­λεί­α πού εἶ­ναι ἤ­δη πα­ροῦ­σα, μυ­στι­κά καί ὀ­ντο­λο­γι­κά ἀ­νά­με­σά μας·  «Ὦ Πά­σχα τό μέ­γα καί ἱ­ε­ρώ­τα­τον, Χρι­στέ. Ὦ Σο­φί­α καί Λό­γε τοῦ Θε­οῦ καί Δύ­να­μις· δί­δου ἡ­μῖν ἐ­κτυ­πώ­τε­ρον Σοῦ με­τα­σχεῖν ἐν τῇ ἀ­νε­σπέ­ρῳ ἡ­μέ­ρᾳ τῆς Βα­σι­λεί­ας Σου­», θά ψάλλουμε στόν ἀ­να­στά­σι­μο κα­νό­να.

 Τό Πά­σχα πα­νη­γυ­ρί­ζου­με τήν Ἀ­νά­στα­ση τοῦ Χρι­στοῦ· «θα­νά­του τήν νέ­κρω­ση, Ἄ­δου τήν κα­θαί­ρε­σιν, ἄλ­λης βι­ο­τῆς τῆς αἰ­ω­νί­ου ἀ­παρ­χήν...», ὅ­πως θά ψάλ­λου­με στόν ἀ­να­στά­σι­μο Ὄρ­θρο. Καί αὐ­τή ἡ «ἄλ­λη βι­ο­τή», ἡ νέ­α ζω­ή πού πρίν δύ­ο χι­λι­ά­δες χρό­νι­α «ἀ­νέ­τει­λεν ἐκ τοῦ τά­φου», προ­σφέρ­θη­κε σ᾿ ὅ­λους μας.

  Ὅ­λοι ὅ­σοι πι­στεύ­ου­με στόν ἀ­να­στη­μέ­νο Χρι­στό, λά­βα­με τό δῶ­ρο αὐ­τῆς τῆς νέ­ας ζω­ῆς κα­θώς καί τή δύ­να­μη νά τήν ἀ­πο­δε­χθοῦ­με καί νά ζή­σου­με δι­ά μέ­σου της· τή δύ­να­μη νά ἀ­ντι­με­τω­πί­σου­με κά­θε κα­τά­στα­ση αὐ­τοῦ τοῦ κό­σμου, ἀ­κό­μα καί αὐ­τόν τόν ἴ­δι­ο τό θά­να­το· μι­ά πού μέ τό δι­κό του σταυ­ρι­κό θά­να­το ὁ Χρι­στός, ἄλ­λα­ξε τή φύ­ση ἀ­κρι­βῶς τοῦ θα­νά­του. Τόν ἔ­κα­νε πέ­ρα­σμα-δι­ά­βα­ση-«Πά­σχα» στή Βα­σι­λεί­α τῶν Οὐ­ρα­νῶν, με­τα­μορ­φώ­νο­ντας τή δρα­μα­τι­κό­τε­ρη καί τρα­γι­κό­τε­ρη στι­γμή τοῦ ἀν­θρώ­που σέ αἰ­ώ­νι­ο θρί­αμ­βο. Μέ τό «θα­νά­τῳ θά­να­τον πα­τή­σας», ὁ Χρι­στός μᾶς ἔ­κα­νε με­τό­χους τῆς Ἀ­να­στά­σε­ώς Του.

  Τό Πά­σχα εἶ­ναι ἡ θύ­ρα, ἀ­νοι­χτή κά­θε χρό­νο, πού ὁ­δη­γεῖ στήν ὑ­πέρ­λα­μπρη Βα­σι­λεί­α τῶν Οὐ­ρα­νῶν. Εἶ­ναι ἡ πρό­γευ­ση τῆς αἰ­ώ­νι­ας καί ἀ­πε­ρί­γρα­πτης χα­ρᾶς καί εὐ­φρο­σύ­νης πού πε­ρι­μέ­νει ὅ­σους, ἀ­φοῦ συ­σταυ­ρώ­θη­καν μέ τόν Χρι­στό, συ­να­να­στή­θη­καν μα­ζί Του, ἀ­πό τή νέ­κρω­ση πού εἶ­χαν ἐ­πι­φέ­ρει στή ψυ­χή τους τά πά­θη..

  Γιατὶ ὅπως ὁ Χριστός, ἔτσι κι ἐμεῖς, ἀπὸ τὴ θλίψη τοῦ Σταυροῦ καὶ τοῦ πάθους, ἀπὸ τὸν πόνο καὶ τὸ θάνατο, φθάνουμε στὴ χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως, πρὸς τὴν ὁποία καὶ πορεύομαστε μὲ κουράγιο καὶ δύναμη.

  Στήν πορεία πρός τήν συνάντησή μας μέ τόν ἀναστημένο Χριστό, τόν Θεό μας, στόν ὁποῖο πρέπει κάθε δόξα, τιμή καί προσκύνηση, στούς αἰώνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν!   

Κα­λήν Ἀ­νά­στα­ση !