ΤΟ ΚΥΡΙΑΚΟ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ ΤΗΣ ΣΚΗΤΗΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΩΝ. ΣΤΟ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΑΡΙ Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΑΓ. ΤΡΙΑΔΟΣ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΤΟΥ ΕΚ ΦΟΥΡΝΑ |
Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου.
Ἡ εἰκόνα τῆς ἁγίας Τριάδος, ἔργο τοῦ ἐργαστηρίου ἱερομονάχου Διονυσίου τοῦ ἐκ Φουρνᾶ στά Καυσοκαλύβια.
Σέ ἐπιστολή πού ἀποστέλλει ὁ ἱερομ. Ἀναστάσιος Γόρδιος (1654-1729) στό Διονύσιο «Ἐκ τῆς μικρᾶς μονῆς τῆς ἐν Βρανιανοῖς ἁγίας Παρασκευῆς», στίς 24 Ὀκτωβρίου τοῦ 1727 , δίνει τή γνώμη του, σέ σχετική ἐρώτηση τοῦ Διονυσίου περί τῆς ἐπιγραφῆς πού πρέπει νά φέρουν τά φωτοστέφανα τῶν εἰς τύπον τῆς Ἁγ. Τριάδος τριῶν Ἀγγέλων. Γράφει συγκεκριμένα, ἀνάμεσα σέ ἄλλα, πρός « τόν πανοσιώτατον ἐν ἱερομονάχοις καί ἐν ζωγραφοδιδασκάλοις ἀρίστῳ κυρίῳ Διονυσίῳ»: ...Δύο ζητήματα γυρεύεις νά σοῦ διαλύσω: τό ἕνα διά τούς εἰκονίζοντας ἀγγέλους τήν ἁγίαν τριάδα, ἄν εἶναι πρέπον καί εὔλογον νά γράφεται εἰς τά στέφανά τους τό ὁ ὤν, ὡς καί ἐπί τοῦ στεφάνου τοῦ Κυρίου· καί σοῦ ἀποκρίνομαι, ὅτι δέν ἐνθυμοῦμαι ἄν τό εἶδα εἰς καμίαν τοιαύτην εἰκόνα, καί ἄν ἡ ἁγιωσύνη σου ἔχεις ἀνθίβολα παλαιῶν καί μεγάλων ζωγράφων, ὡσάν τοῦ Πανσελήνου ὁποῦ μοῦ ἔλεγες καί ἑτέρων τοιούτων, ποίαν ἀμφιβολίαν πρέπει νά ἔχεις; ἄν εἶναι γραμμένον ἤ δέν εἶναι, βλέπεις τα· καί τί κάμνει χρεία νά ἐρωτᾶς περί τούτου ἐμένα; ὅμως ὅταν κοπιάσῃς ἐδῶ, ἄν θέλῃς καί ἐδικήν μου γνώμην, θέλομεν τό ἐξετάσει καί καλλιώτερα, καί θέλομεν τό εὕρει Θεοῦ ὁδηγοῦντος καί φωτίζοντος....
Δέν γνωρίζουμε γιά ποιό λόγο ὁ Διονύσιος ρωτοῦσε τόν Γόρδιο περί τοῦ παραπάνω ζητήματος· γιά νά ξέρει τί θά γράψει στήν Ἑρμηνεία του περί αὐτοῦ ἤ προκειμένου νά ἱστορήσει ὀρθά εἰκόνα τῆς Ἁγ. Τριάδος κατά τήν Ὀρθόδοξη ἐκδοχή της (Φιλοξενία τοῦ Ἀβραάμ); Ἀπό τά μέχρι σήμερα εὑρεθέντα ἔργα τοῦ Διονυσίου, εἰκόνα τῆς Ἁγ. Τριάδος (τοῦ τύπου τῶν τριῶν Ἀγγέλων τῆς Φιλοξενίας τοῦ Ἀβραάμ ) δέν ἔχει ἐντοπιστεῖ, πλήν αὐτῆς τοῦ Κοιμητηριακοῦ ναοῦ τῶν Καυσοκαλυβίων, πού ἐμεῖς ἀποδίδουμε στόν Διονύσιο καί τό ἐργαστήριό του. Στόν ἴδιο ναό οἱ δεσποτικές εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ Παντοκράτορος καί τῆς Θεοτόκου Ὁδηγητρίας ἀποτελοῦν ἕνα ζωγραφικό σύνολο μέ τήν παραπάνω εἰκόνα τῆς Ἁγ. Τριάδος καί προέρχονται ἀπό τόν ἴδιο χρωστῆρα.
Ἀπό καλλιτεχνική ἄποψη οἱ μορφές καί στίς τρεῖς εἰκόνες τοῦ τέμπλου τοῦ κοιμητηριακοῦ ναοῦ τῆς Ἁγ. Τριάδος εἶναι ρωμαλέες, μέ σωματική εὑρύτητα καί ὄγκο καί ἐντάσσονται στήν τάση ἐπιστροφῆς στή πανσελήνειο ζωγραφική, πού κηρύσσει στίς ἀρχές τοῦ 18ου αἰ. ὁ Διονύσιος ὁ ἐκ Φουρνᾶ. Τό εἰκονογραφικό πρότυπο τῆς εἰκόνας τοῦ Χριστοῦ Παντοκράτορος βρίσκεται στήν παράσταση τοῦ ἔνθρονου Χριστοῦ, πού βρίσκεται σέ τοιχογραφία τοῦ Μανουήλ Πανσέληνου στό Πρωτάτο τῶν Καρυῶν (περ. 1290 ). Οἱ τρεῖς εἰκόνες εἶναι ἀνεπίγραφες καί ἀχρονολόγητες. Ὡστόσο ἡ ὁλοφάνερη καλλιτεχνική, τεχνοτροπική καί σχεδιαστική ὁμοιότητα τῆς εἰκόνας τοῦ Χριστοῦ Παντοκράτορος μέ ἀνάλογες εἰκόνες τοῦ Διονυσίου, ὅπως ἐκεῖνες τοῦ Χριστοῦ Παντοκράτορος στό τέμπλο τοῦ Κελλιοῦ του στίς Καρυές, στή μονή Ἁγ. Παύλου, στό Πρωτᾶτο καί κυρίως στή Λιτή τοῦ Καθολικοῦ τῆς μονῆς Κουτλουμουσίου, μᾶς ἐπιτρέπει νά θεωρήσουμε τίς τρεῖς αὐτές εἰκόνες τοῦ κοιμητηριακοῦ ναοῦ τῆς Ἁγ. Τριάδος καλλιτεχνικό σύνολο τοῦ Διονυσίου καί τοῦ ἐργαστηρίου του, φιλοτεχνημένο περί τίς ἀρχές τῆς τρίτης δεκαετίας τοῦ 18ου αἰ, τήν ἐποχή δηλ. τῆς δεύτερης περιόδου παρουσίας τοῦ Διονυσίου στόν Ἄθω (1729-1734).
Δημοσίευση:
Ἀπό καλλιτεχνική ἄποψη οἱ μορφές καί στίς τρεῖς εἰκόνες τοῦ τέμπλου τοῦ κοιμητηριακοῦ ναοῦ τῆς Ἁγ. Τριάδος εἶναι ρωμαλέες, μέ σωματική εὑρύτητα καί ὄγκο καί ἐντάσσονται στήν τάση ἐπιστροφῆς στή πανσελήνειο ζωγραφική, πού κηρύσσει στίς ἀρχές τοῦ 18ου αἰ. ὁ Διονύσιος ὁ ἐκ Φουρνᾶ. Τό εἰκονογραφικό πρότυπο τῆς εἰκόνας τοῦ Χριστοῦ Παντοκράτορος βρίσκεται στήν παράσταση τοῦ ἔνθρονου Χριστοῦ, πού βρίσκεται σέ τοιχογραφία τοῦ Μανουήλ Πανσέληνου στό Πρωτάτο τῶν Καρυῶν (περ. 1290 ). Οἱ τρεῖς εἰκόνες εἶναι ἀνεπίγραφες καί ἀχρονολόγητες. Ὡστόσο ἡ ὁλοφάνερη καλλιτεχνική, τεχνοτροπική καί σχεδιαστική ὁμοιότητα τῆς εἰκόνας τοῦ Χριστοῦ Παντοκράτορος μέ ἀνάλογες εἰκόνες τοῦ Διονυσίου, ὅπως ἐκεῖνες τοῦ Χριστοῦ Παντοκράτορος στό τέμπλο τοῦ Κελλιοῦ του στίς Καρυές, στή μονή Ἁγ. Παύλου, στό Πρωτᾶτο καί κυρίως στή Λιτή τοῦ Καθολικοῦ τῆς μονῆς Κουτλουμουσίου, μᾶς ἐπιτρέπει νά θεωρήσουμε τίς τρεῖς αὐτές εἰκόνες τοῦ κοιμητηριακοῦ ναοῦ τῆς Ἁγ. Τριάδος καλλιτεχνικό σύνολο τοῦ Διονυσίου καί τοῦ ἐργαστηρίου του, φιλοτεχνημένο περί τίς ἀρχές τῆς τρίτης δεκαετίας τοῦ 18ου αἰ, τήν ἐποχή δηλ. τῆς δεύτερης περιόδου παρουσίας τοῦ Διονυσίου στόν Ἄθω (1729-1734).
Δημοσίευση:
Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου, «Μεταβυζαντινή τέχνη στή σκήτη Καυσοκαλυβίων», Ἅγιον Ὄρος. Πνευματικότητα καί Ὀρθοδοξία. Τέχνη. Β΄ Διεθνές Συμπόσιο, Θεσσαλονίκη 11-13 Νοεμβρίου 2005, Θεσσαλονίκη 2006, σ. 347-349. Ἡ είκόνα, στή σελ. 382.