Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου
Βίος τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Πανταίνου τοῦ Ἰσαποστόλου
Πάνταινος, ὁ "τῆς στωϊκῆς φιλοσοφίας ὀπαδός", κατά τήν μαρτυρία τῶν ἱστορικῶν Ἱερωνύμου καί Εὐσεβίου[1], εἶναι μία σημαίνουσα προσωπικότητα μέ πλούσια προσφορά στην ἐκκλησιαστική γραμματεία καί γενικά στή πνευματική κίνηση τῆς Ἀλεξανδρινῆς Ἐκκλησίας τοῦ 2ου μ. Χ. αἰῶνος.
Οἱ πληροφορίες περί τοῦ Πανταίνου ὅμως ὄχι μόνο σπανίζουν ἀλλά κάποτε εἶναι καί ἀντιφατικές. Σχετικά μέ τήν καταγωγή του, ὁ μέν Εὐσέβιος ἀναφέρει ὅτι εἶναι Σικελός, ἐνῶ ἄλλος ἱστορικός, ὁ Φίλλιπος Σιδήτης, τόν θεωρεῖ Ἀθηναῖο. Καί τοῦτο διότι Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεύς, στίς ἀπολεσθεῖσες Ὑποτυπώσεις[2] του (πού διασώθηκαν ἀπό τόν Εὐσέβιο στήν Ἐκκλησ. Ἱστορία του) καί στό τμῆμα αὐτῶν πού ἀναφέρονται στούς διδασκάλους του, ἀφοῦ μνημονεύει ἀνωνύμως τούς πρώτους, ὁμιλώντας περί τοῦ Διδασκάλου του πού ἦταν στήν Αἴγυπτο, δηλαδή περί τοῦ Πανταίνου, τόν ὁποῖο ἀποκαλεῖ "Σικελικήν μέλισσαν", καταλήγει·. ''...ὑστάτῳ δέ περιτυχών-δυνάμει δέ οὗτος πρῶτος ἦν-ἀνεπαυσάμην ἐν Αἰγύπτῳ θηράσας λεληθότα.Σικελική τῷ ὄντι ἦν μέλιττα, προφητικοῦ τε καί ἀποστολικοῦ λειμῶνος τά ἄνθη δρεπόμενος ἀκήρατόν τι γνώσεως χρῆμα ταῖς τῶν ἀκροωμένων ἐνεγέννησε ψυχαῖς ''(Στρωματεῖς 1,1,11). Ἀντιθέτως, ὁ Φίλλιπος Σιδήτης στήν ἱστορία του[3] γράφει: "...Τοῦ διδασκαλείου τοῦ ἐν Ἀλεξανδρείᾳ Ἀθηναγόρας πρῶτος ἡγήσατο...Τούτου μαθητήν γενέσθαι φησίν ὁ Φίλιππος τόν Στρωματέα Κλήμεντα καί Πάνταινον τοῦ Κλήμεντος. Ὁ δέ Πάνταινος καί αὐτός Ἀθηναῖος ὑπῆρχε φιλόσοφος πυθαγόρειος. Εὐσέβιος δέ φησι τοὐναντίον ὅτι Πάνταινος τοῦ Κλήμεντος διδάσκαλος γέγονεν, οὗ καί ὡς διδασκάλου ἐν ταῖς Ὑποτυπώσεσι μέμνηται.Οὗτος δέ ὁ Πάνταινος ἔσχε μαθητήν διάδοχον τοῦ διδασκάλου μετ' αὐτόν προϊστάμενον, κατά μέν Φίλιππον Ὠριγένην, κατά δέ Εὐσέβιον Κλήμεντα καί μετά Κλήμεντα Ὠριγένην...". Ἡ παραπάνω ὅμως ἀντίφαση ἴσως νά εἶναι φαινομενική, καθώς τήν ἐποχή ἐκείνη, ἡ μέλισσα τῆς Σικελίας ἐθεωρεῖτο ἡ ἐργατικότερη καί παραγωγικώτερη ποικιλία καί τό πιθανότερο εἶναι, ὁ Κλήμης νά ἤθελε νά χαρακτηρίσει μέ αὐτόν τόν τρόπο ,τήν πλούσια καί καρποφόρα δράση τοῦ πνευματικοῦ αὐτοῦ ἀνθρώπου.[4]
Ἀφοῦ κατηχήθηκε στήν χριστιανική πίστη ἀπό τούς ἄμεσους μαθητές τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, προήδρευσε ἔπειτα -κατά τά πρῶτα χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ Ρωμαίου αὐτοκράτορα Κομμόδου (περί τό 190[5])- τῆς Ἀλεξανδρινῆς Κατηχητικῆς Σχολῆς πού ὑπῆρχε ἀπό τῶν ἡμερῶν τοῦ εὐαγγελιστοῦ Μάρκου[6], τοῦ θεμελιωτοῦ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Μεγάλης Πόλεως Ἀλεξανδρείας[7]. Στή Σχολή αὐτή δίδασκε θεολογία ἑρμηνεύοντας τήν Ἁγία Γραφή καθώς καί μαθήματα τῆς θύραθεν παιδείας καί ἰδιαίτερα φιλοσοφία, κατά τήν μαρτυρία τοῦ Ὠριγένους, ὁ ὁποῖος ἀπολογούμενος ὑπέρ τῆς ἐντάξεως στό πρόγραμμα τῆς δικῆς του Σχολῆς, φιλοσοφικῶν μαθημάτων, ἐπικαλεῖται τό παράδειγμα τοῦ Πανταίνου.[8]
Πρός καιρόν ὅμως ἀναγκάσθηκε ὁ Πάνταινος νά ἀφήσει τήν διδασκαλία στήν Ἀλεξανδρινή Σχολή γιά νά ἐκπληρώσει ἔργο ἀκόμη λαμπρότερο καί περισσότερου λόγου ἄξιον. Κι αὐτό, διότι οἱ Ἰνδοί, ζήτησαν ἀπό τόν ἐπίσκοπο Ἀλεξανδρείας Δημήτριο, κάποιον διδάσκαλο τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Αὐτός ἔστειλε πρός αὐτούς τόν Πάνταινο, ὁ ὁποῖος δέχθηκε τήν ἀποστολή αὐτή μέ μεγάλη προθυμία καί διάθεση προσφορᾶς, ὀφελώντας πολύ καί τούς ἀνθρώπους καί τόν τόπο τους.
Λέγεται[9] δέ, ὅτι βρῆκε ἐκεῖ φυλασσόμενο ἀπό κάποιους Ἰνδούς, Εὐαγγέλιο τοῦ ἁγίου ἀποστόλου καί εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου, γραμμένο στά Ἐβραϊκά (Ἀραμαϊκά), τό ὁποῖο εἶχε ἀφήσει σ' αὐτούς ὁ ἅγιος ἀπόστολος Βαρθολομαῖος, ὅταν αὐτός εἶχε κηρύξει ἄλλοτε στή χώρα τους τήν χριστιανική πίστη. Δέν εἶναι ὅμως σαφές ἀκόμη ἐάν στάλθηκε στίς Ἀνατολικές Ἰνδίες, οἱ ὁποῖες καλοῦνται ἔτσι ἀπό τόν Ἰνδό ποταμό ἤ στήν Αἰθιοπία πού συνορεύει μέ τήν Αἴγυπτο καί ἡ ὁποία κατά τήν ἀρχαιότητα ὀνομαζόταν καί Ἰνδίες. Πιθανότερο πάντως φαίνεται τό δεύτερο καθώς πρός τούς Αἰθίοπες στάλθηκε ἀργότερα ἀπό τόν Μέγα Ἀθανάσιο καί ἄλλος Διδάσκαλος, ὁ ἐπίσκοπος Φρουμέντιος.
Ἐπανερχόμενος ὁ Πάνταινος στήν Ἀλεξάνδρεια καί ἀναλαμβάνοντας καί πάλι τήν διεύθυνση τῆς Κατηχητικῆς της Σχολῆς -καθώς εἶχε ἀφήσει στή θέση του τόν Πρεσβύτερο Κλήμη τόν Ἀλεξανδρέα- διατήρησε αὐτήν μέχρι τοῦ θανάτου του, κατά τό ἔτος 212, ἐπί τῆς βασιλείας Ἀντωνίνου τοῦ Καράκαλλα τοῦ ἀπό τοῦ 211 ἕως 217 ἔτους βασιλεύσαντος.
Στή περίφημη αὐτή Σχολή, ὁ Πάνταινος δίδασκε "διά ζώσας φωνῆς" καί μέ τή βοήθεια συγγραμμάτων, τούς θησαυρούς τῶν θείων δογμάτων, καθώς μαρτυρεῖ ὁ Εὐσέβιος "ὅ γε μήν Πάνταινος ἐπί πολλοῖς κατορθώμασι τοῦ κατ' Ἀλεξάνδρειαν τελευτῶν ἡγεῖται διδασκαλείου, ζώσῃ φωνῇ καί διά συγγραμάτων τούς τῶν θείων δογμάτων θησαυρούς ὑπομνηματιζόμενος[10]''.Τό αὐτό βεβαιώνει καί ὁ Ἱερώνυμος hujus multi quidem in sanctam scripturam extant commenterii[11]. Σύμφωνα ὅμως μέ τόν μαθητή τοῦ Πάνταινου Κλήμεντα τόν Ἀλεξανδρέα, αὐτός δέν εἶχε συγγράψει τίποτε, βεβαιώνοντας ὅτι "οὐκ ἔγραφον οἱ πρεσβύτεροι"[12], ὑπονοώντας τόν διδάσκαλό του Πάνταινο.[13].
Σχετικά μέ τήν ἐρμηνευτική μέθοδο πού ὁ Πάνταινος ἀκολουθοῦσε στή Σχολή του, μποροῦμε νά συμπεράνουμε μελετώντας τή μέθοδο πού ἀκολούθησαν καί ὁ Κλήμης ὁ Στρωματεύς καί ὁ Ὡριγένης ἀλλά καί οἱ ὑπόλοιποι πού ἐκπαιδεύτηκαν στή Σχολή αὐτή καί οἱ ὁποῖοι ἦσαν ὅλοι "δεινοί περί τήν ἀλληγορίαν, ἀφιστάμενοι σχεδόν πάντοτε τῆς κατά γράμμα ἐννοίας, πανταχοῦ μυστικάς διδασκαλίας ἀνευρίσκοντες, καί εἰς τά συγγράματα αὐτῶν μεγάλην πολυμάθειαν παρενεύροντες"[14].
Ἀπ' ὅλους τούς ἐκκλησιαστικούς συγγραφεῖς, πρῶτος ὁ Πάνταινος ὑποστήριξε ὅτι συγγραφέας τῆς Πρός Ἐβραίους Ἐπιστολῆς εἶναι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, γνώμη ἡ ὁποῖα τελικά ἐπεκράτησε (κατά τόν Κλήμεντα στίς Ὑποτυπώσεις του[15]). Ὁρισμένοι ἐκκλησιαστικοί συγγραφεῑς[16] κάνουν ἀναφορές στό ἐξηγητικό ἔργο τοῦ Πανταίνου, βασιζόμενοι ὅμως στό ὑλικό πού διέσωσε ὁ μαθητής του Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεύς. Ἀπό μεταγενέστερους, ἀπόδόθηκε σ' αὐτόν καί ἡ πατρότητα " Τῆς πρός Διόγνητον Ἐπίστολῆς"· ἄποψη ὅμως πού δέν ἔχει συγκεκριμένη βάση[17].
Ἐκτός ἀπό τόν προαναφερθέντα Κλήμη τόν Ἀλεξανδρέα, ἕνας ἄλλος διάσημος μαθητής τοῦ Πανταίνου ἦταν ὁ Ἀλέξανδρος Ἱεροσολύμων[18], καθώς ὁ ἴδιος ἀναφέρει σέ μία του ἐπιστολή πρός τόν Ὠριγένη "... πατέρας γάρ ἴσμεν τούς μακαρίους ἐκείνους τούς προοδεύσαντας, πρός οὕς μετ' ὀλίγον ἐσόμεθα, Πάνταινον τόν μακάριον καί κύριον, καί τόν ἱερόν Κλήμεντα, κύριόν μου γενόμενον "[19]. Σύμφωνα μέ τή μαρτυρία αὐτή τοῦ ἁγ. Ἀλεξάνδρου, μαθητής τοῦ Πανταίνου ὑπῆρξε καί ὁ Ὠριγένης[20].
[1] Ἐκκλ.Ἱστορία 5, 10 ,1.
[2] Εὐσεβίου, Ἐκκλ. Ἱστορία, 6, 13, 2. 6, 14, 1.
[3] Dodwell, Dissertationes in Irenaeum, Oxford 1689, σελ. 488.
[4] Παν. Κ. Χρήστου, Ἑλληνική Πατρολογία, τ.Β,σελ.762, Πατριαρχικό Ἴδρυμα Πατερικῶν Μελετῶν, Θεσ/κη 1978.
[5] Εὐσεβίου, Ἐκκλ, Ἱστορία, 5, 10, 2-4
[6] Εἰρηναῖος, De viris illustr. 36.
[7] . Κατά τόν Καθηγητή Παν. Χρήστου, ὁ Πάνταινος δέν βρῆκε στήν Ἀλεξάνδρεια λειτουργοῦσα ἐπίσημη θεολογική Σχολή, ἀλλ' ἵδρυσε αὐτός, περί τό ἔτος 180, ἰδιωτική θεολογική σχολή.Bλ.Θ.Η.Ε. 9, σελ. 1131-2, Ἀθῆναι 1966.
[8] Εὐσεβίου, Ἐκκλ. Ἱστορία 6, 19, 13 .
[9] Εὐσεβίου, Ἐκκλησ. Ἱστορία 5, 10, 2-4 .
[10] Εὐσεβίου, Ἐκκλ. Ἱστορία 5, 10, 4
[11] De viris ill., ὅπ. πρ. 36
[12] Εὐσεβίου, Ἐκκλ. Ἱστορία, 6, 14, 4.
[13] Εἰκάζεται ὅτι οἱ δύο ἱστορικοἰ Εὐσέβιος καί Ἱερώνυμος, παρασύρθηκαν στήν παραπάνω ἐκτίμησή τους ἀπό τό ὑλικό τό ὁποῖο ἐνσωμάτωσε ὁ Κλήμης στίς Ὑποτυπώσεις του ἀπό τίς σημειώσεις πού κρατοῦσε κατά τίς παραδόσεις τοῦ Πάνταινου.
[14] Χαρίτων ὁ Πνευματικός , Κώδ. 220 Ε-30 Π Σκήτης Καυσοκαλυβίων.
[15] Εὐσεβίου Ἐκκλ. Ἱστορία 6, 14, 4 .
[16] Ὅπως ὁ Ἅγ. Ἀναστάσιος ὁ Σιναῒτης, Εἰς τήν Ἑξαήμερον 1, ΒΕΠ 3, 120.
[17] Χρήστου Κ. Παναγιώτου, Ἑλληνική Πατρολογία, ὅπ. πρ. ,σελ.764.
[18] Ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων. Μαρτύρησε ἐπί Δεκίου τό 250 στήν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης.
[19] Εὐσεβίου, Ἐκκλ. Ἱστορία 6, 14, 9 .
[20] Τό αὐτό ἄλλωστε ἐπιβεβαιώνει ὁ ἴδιος ὁ Ὠριγένης σέ ἐπιστολή του. Βλ. Εύσεβίου,Ἐκκλ. Ἱστορία 6, 19, 13 .