Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου
Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ.*
(Ε’ μέρος)
Ἄλλος Ἁγιορείτης μαθητής τοῦ ὁσίου Γρηγορίου Σιναΐτου ὁ ὁποῖος συνέχισε καί τό ἔργο του στή Βουλγαρία ἦταν καί ὁ ὅσιος Θεοδόσιος ὁ Τυρνοβίτης (+1363). Ἀνάμεσα στίς διάφορες μονές στίς ὁποῖες κατά καιρούς ἀσκήθηκε στήν πατρίδα του (Ἁγίου Νικολάου τοῦ Ἀρτσάρ στό Βιδύνιο, ἀσκητήρια στίς περιοχές Τσερβέν καί Σλίβεν καί μονή Θεοτόμου τοῦ Ἐπικέρνους στό Σλίβεν) ἦταν καί ἡ μονή τῆς Θεοτόκου Ὁδηγητρίας στό Τύρνοβο. Στό Βίο τοῦ ὁσίου Θεοδοσίου διαβάζουμε: «Καί εὑρών τότε μονήν λίαν περίφημον, τῆς πανενδόξου παρθένου καί Θεοτόκου μητρός τοῦ Χριστοῦ, εἰς ἐκεῖνο τό μέρος ἐγκατεστάθη, τόν ὁποῖον ἀκόμη καί μέχρι σήμερον καλεῖται μέ τή συνήθη ὀνομασία Ἅγιον Ὄρος». Ἡ εἴδηση τῆς ἀφίξεως τοῦ ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου στά Παρόρια, τόν ὁδήγησε -ὅπως καί ἄλλους ἐραστές τῆς ἡσυχαστικῆς ζωῆς- στήν ἀπόφαση νά μεταβεῖ ἐκεῖ καί νά γίνει μαθητής του. Μάλιστα, ὅπως θά δοῦμε στή συνέχεια, μεσολάβησε μεταξύ τοῦ ὁσίου Γρηγορίου καί τοῦ τσάρου Ἰωάννου Ἀλεξάνδρου ὥστε ὁ δεύτερος νά ἐκδηλώσει τό προστατευτικό του ἐνδιαφέρον γιά τή μονή τῶν Παρορίων. Ἐκτιμῶντας μάλιστα ὁ ὅσιος Γρηγόριος τήν πνευματική του πρόοδο, ἐπέτρεψε στό Θεοδόσιο νά ἀσκηθεῖ κατά μόνας σέ κελλί μακρυά ἀπό τή μονή.
Μέ τήν παρουσία τοῦ ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου στά Παρόρια, ὅταν αὐτός ἀποσύρθηκε στήν περιοχή γιά νά ἀφιερωθεῖ ἀπερίσπαστος στήν ἡσυχαστική ζωή, ὁ ἡσυχαστικός αὐτός τόπος ἔλαβε πανορθόδοξο χαρακτήρα, καθώς συνέρεαν πρός τόν Ὅσιο πλήθη μοναχῶν ἀπό τή Θράκη, τήν Κωνσταντινούπολη, τήν εὐρύτερη γεωγραφική περιοχή τῆς Μακεδονίας, τή Βουλγαρία καί τή Σερβία, ὥστε νά θεωρεῖται ὡς «Ὄρος ἄλλον Ἅγιον» κατά τόν βιογράφο τοῦ ὁσίου Μαξίμου τοῦ Καυσοκαλύβη ὅσιο Θεοφάνη Περιθεωρίου. Στό ὄρος ‘‘Κατακεκρυωμένον’’ τῶν Παρορίων, μεταξύ τῶν ἐτῶν 1335-1341, ἵδρυσε ὁ ὅσιος Γρηγόριος τήν πρώτη μονή, ἐνῶ τίς ἄλλες τρεῖς κοντά στό σπήλαιο τῶν ‘‘Μεσομιλίων’’ καί στήν τοποθεσία ‘‘Παίζουβαν’’. Στά Παρόρια πέρασε ὁ Ὅσιος τήν τελευταία περίοδο τῆς ζωῆς του μέ ἄκρα προσευχή καί νηστεία, ὥσπου ἐκοιμήθη στίς 27 Νοεμβρίου πιθανότατα τοῦ ἔτους 1346. Ἀπό τό Βίο τοῦ ὁσίου Θεοδοσίου Τυρνοβίτου, μαθητή τοῦ ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου πληροφορούμαστε ὅτι πρίν μεταβεῖ στό ὄρος Ἔμμονα ἐπισκέφτηκε τά Παρόρια καί προσκύνησε τόν τάφο τοῦ διδασκάλου του γιά τελευταία φορά.
Ἡ σπουδαιότητα τῆς προσωπικότητας τοῦ ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου, ἡ ἐπίδραση πού ἄσκησε ἡ βιοτή, ἡ διδασκαλία, τό ἔργο του τόσο στό Ἅγιον Ὄρος ὅσο καί ἐκτός αὐτοῦ καθώς καί ἡ ἀποφασιστική συμβολή του στή διάδοση τοῦ Ἡσυχασμοῦ καί γενικότερα στήν ἐκκλησιαστική ζωή τῶν λαῶν τῆς χερσονήσου τοῦ Αἴμου, ἔχουν νομίζω ἀρκούντως διερευνηθεῖ. Ὁ σλαβικός κόσμος γοητευμένος ἀπό τήν πνευματική μορφή τοῦ ὁσίου Γρηγορίου καί τῶν μαθητῶν του, ἐνστερνίζεται τήν ἡσυχαστική ζωή καί προσπαθεῖ νά τήν ἀφομοιώσει. Τά Βαλκάνια, μέ κέντρο τό Θρακικό μοναστικό κέντρο τῶν Παρορίων, μεταβάλλονται σέ ἕνα ἀπέραντο χριστιανικό πεδίο δράσης. Ὁ ρόλος τῶν συνόρων ὡς διαχωριστικῶν ὁρίων μεταξύ τῶν λαῶν ἀποδυναμώνεται. Ἡ ἐποχή τοῦ ὁσίου Γρηγορίου εἶναι μία ἔνδοξη ἐποχή ἰσχυρῶν πνευματικῶν δεσμῶν τοῦ σλαβικοῦ μέ τόν ἑλληνικό κόσμο.
Τό μοναστικό κέντρο τῶν Παρορίων, μέ τή δράση τοῦ ὁσίου Γρηγορίου κατέστη ἐπιπλέον ἕνα ἀπό τά ἀξιολογότερα κέντρα τῆς βυζαντινῆς καί βουλγαρικῆς ἡσυχαστικῆς γραμματείας. Ἡ δημιουργία τοῦ κέντρου αὐτοῦ ἐκκλησιαστικῆς καί κατ’ ἐπέκταση πολιτιστικῆς συνεργασίας ἀνάμεσα στούς λαούς τῆς χερσονήσου τοῦ Αἴμου, συνέβαλλε στήν πνευματική πρόοδο τῶν χωρῶν τῆς περιοχῆς, καθιστώντας τες ἄμεσους κοινωνούς τοῦ βυζαντινοῦ τρόπου διανοήσεως.
Παρ’ ὅλα αὐτά ὅμως, ὁ ὅσιος Γρηγόριος ἦταν ὁ κατ’ ἐξοχήν διδάσκαλος καί εἰσηγητής τῆς ἡσυχίας. Καί μέσα ἀπό τήν ἡσυχαστική αὐτή διάσταση ἐξυφαίνεται ἡ πνευματική σχέση του μέ τόν ἕτερο μεγάλο Ἁγιορείτη ἡσυχαστή τῆς ἐποχῆς του, τόν ὅσιο Μάξιμο τόν Καυσοκαλύβη.
Ἡ γνωριμία τῶν δύο Ὁσίων στό Ἅγιον Ὄρος καθώς καί ὁ μεταξύ τους διάλογος περί προσευχῆς (εἰκ. 6), τό πιθανότερο εἶναι νά συνέβη πρίν τό 1325, ἔτος ἀναχωρήσεως τοῦ ὁσίου Γρηγορίου γιά τά Παρόρια, κατά τήν πρόρρηση τοῦ ὁσίου Μαξίμου.
Ὁ διάλογος αὐτός (πού καταλαμβάνει μεγάλο μέρος στό Βίο τοῦ ὁσίου Μαξίμου) μπορεῖ νά θεωρηθεῖ σταθμός στή νηπτική γραμματεία, καθώς ἀποτελεῖ τήν διαφανέστερη ἀνάπτυξη τῆς θεωρίας περί νήψεως καί ἐκστάσεως τοῦ νοῦ, καί περιγράφει τήν κατάστασή του ὅταν ἐλλάμπεται ἀπό τό θεῖο φῶς κατά τήν προσευχή. Διακρίνει δέ μέ σαφήνεια καί προσοχή τά σημεῖα τῆς χάριτος ἀπ’ αὐτά τῆς πλάνης. Ἕνας ἀπό τούς καρπούς τῆς προσευχῆς εἶναι καί ὁ θεῖος ἔρωτας πού γεννιέται στήν φλεγόμενη καρδιά τοῦ προσευχομένου. Στά τέλη τοῦ 18ου αἰ., ἕνα σημαντικό ἀπόσπασμα τοῦ διαλόγου αὐτοῦ, λόγῳ τῆς σπουδαιότητάς του, συμπεριλήφθηκε στή γνωστή Φιλοκαλία.
Οἱ βυζαντινοί Βίοι τόσο τοῦ ὁσίου Μαξίμου τοῦ Καυσοκαλύβη ὅσο καί τοῦ ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου ἀποτελοῦν σημαντικές ἱστορικές πηγές, ἀνάμεσα σέ ἄλλα, γιά τό μοναστικό κέντρο τῶν Παρορίων καί τή ἐκεῖ δράση τοῦ ὁσίου Γρηγορίου καί τῶν μαθητῶν του.
Στόν Βίο Β΄ τοῦ ὁσίου Μαξίμου, ὁ βιογράφος του ὅσιος Θεοφάνης Περιθεωρίου ἀναφέρεται ἀρκετές φορές τόσο στή πρόρρηση τοῦ ὁσίου Μαξίμου περί τῆς ἀναχωρήσεως τοῦ ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος γιά τά Παρόρια ὅσο καί γιά τήν ἐκεῖ δράση του. Στά Παρόρια ἀναφέρεται καί ὁ τρίτος βιογράφος τοῦ ὁσίου Μαξίμου ὅσιος Μακάριος Μακρῆς καθώς καί ὁ ὅσιος Ἰωαννίκιος Κόχιλας. Εἰδικότερα, ὁ τελευταῖος αὐτός βιογράφος τοῦ ὁσίου Μαξίμου στόν ὑπ’ αὐτοῦ γραφέντα Βίο μᾶς πληροφορεῖ γιά τήν ἀλληλογραφία τοῦ ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου μέ διάφορους ἡγεμόνες τῆς ἐποχῆς κατά τήν παραμονή του στά Παρόρια: «Καί τούς βασιλεῖς τῆς γῆς, Ἀνδρόνικον λέγω καί τόν Ἀλέξανδρον, Στέπανον καί Ἀλέξανδρον, ἐπιθυμητάς αὐτοῦ πεποίηκεν δι’ ἐπιστολῶν διδακτικῶν θαυμασίων». Ὑπό τά ἀνωτέρω ὀνόματα πρέπει νά ἐννοήσουμε τόν Βυζαντινό αὐτοκράτορα Ἀνδρόνικο Γ΄ (1328-1341), τόν βούλγαρο τσάρο Ἰωάννη Ἀλέξανδρο (1331-1371), τόν Σέρβο τσάρο Στέφανο Ντουσάν (1331-1355) καί ἴσως τόν Ἀλέξανδρο τόν Α΄ Basarab (1338-1364), ἡγεμόνα τῆς Βλαχίας γυναικάδελφο τοῦ Ἰωάννου Ἀλεξάνδρου τῆς Βουλγαρίας. Εἰδικότερα γιά τόν βούλγαρο τσάρο Ἰωάννη Ἀλέξανδρο καί γιά ὅ,τι κυρίως τόν ἀφορᾶ στήν παρούσα εἰσήγηση, θά πρέπει νά ἀναφέρουμε ὅτι στά πλαίσια τῆς γενικότερης δραστηριότητάς του γιά τήν ἵδρυση νέων μονῶν ἤ ἀνακαίνιση καί διακόσμηση παλαιοτέρων, ἔδειξε ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον γιά τόν ὅσιο Γρηγόριο τό Σιναΐτη καί τούς μοναχούς τοῦ μοναστικοῦ κέντρου τῶν Παρορίων, κάτι γιά τό ὁποῖο ἐγκωμιάζεται ἀπό τόν ἅγιο Κάλλιστο Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, πού συναγωνίζεται γι’ αὐτό καί τούς πιό δεινούς βούλγαρους ἐγκωμιαστές τοῦ τσάρου. Εἰδικότερα, ὁ τσάρος ἔσπευσε νά ἱκανοποιήσει τό αἴτημα τοῦ ὁσίου Γρηγορίου –πού διατυπώθηκε μέ τή μεσολάβηση τοῦ ὁσίου Θεοδοσίου- γιά προστασία ἀπό τούς ληστές τῆς περιοχῆς τῶν Παρορίων. Γιά τό σκοπό αὐτό ἀνήγειρε ὑψηλό ὀχυρό πύργο καί ἐπιπλέον, ναό, κελλιά γιά τούς μοναχούς καί στάβλους γιά τά ζῶα, ἐνῶ δώρησε στούς μοναχούς κτήματα, μία λίμνη πού εἶχε μεγάλα ἰχθυοτροφεῖα, ζῶα κ.ἄ. Κατά τόν Γρηγόριο τό Νέο, βιογράφο τοῦ ὁσίου Ρωμύλου τοῦ ἐκ Βιδυνίου, ὁ τσάρος αὐτός δημιούργησε συνθῆκες γαλήνης στά Παρόρια. Στό μοναχικό αὐτό κέντρο σύντομα -ἰδίως μετά τήν ἰδιαίτερη προστασία πού ἐξασφάλισε γιά τούς ἐκεῖ μοναχούς ὁ βούλγαρος τσάρος Ἰωάννης-Ἀλέξανδρος- συγκροτήθηκε μία ἀκμαία πνευματικά πολυεθνική μοναστική κοινότητα, στήν ὁποία καλλιεργοῦνταν ἡ ἡσυχαστική ζωή ἀλλά καί τά γράμματα μέ ἰδιαίτερη ἔμφαση στή μελέτη, συγγραφή, ἀντιγραφή χειρογράφων καθώς καί μετάφραση διαφόρων συγγραμμάτων. Τό κέντρο αὐτό πού χρησίμευσε ὡς συνδετικός κρίκος ἀνάμεσα στόν ἑλληνικό καί σλαβικό πνευματικό κόσμο καί ὡς ἕνα ἀπό τά ἀξιολογότερα κέντρα τῆς βυζαντινῆς καί βουλγαρικῆς ἡσυχαστικῆς γραμματείας, λειτούργησε μέχρι τό 1355-1360 ὁπότε καί ἐγκαταλείφθηκε λόγῳ τῶν συχνῶν ληστρικῶν ἐπιδρομῶν τῶν Τούρκων. (συνεχίζεται......)
______________________________________________________________________
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ:
Ὁ διάλογος μεταξύ ὁσίου Μαξίμου τοῦ Καυσοκαλύβη καί ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου. Τοιχογραφία τοῦ 1820 στή Λιτή τοῦ Κυριακοῦ τῆς σκήτης Καυσοκαλυβίων. Ἔργο Μητροφάνους μοναχοῦ τοῦ ἐκ Βιζύης τῆς Θράκης
* Ὁλόκληρη ἡ μελέτη τοῦ μοναχοῦ Παταπίου Καυσοκαλυβίτου: «Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ.», δημοσιεύθηκε στά Πρακτικά τοῦ 4ου Διεθνοῦς Συμποσίου Θρακικῶν Σπουδῶν: Βυζαντινή Θράκη. Μαρτυρίες καί Κατάλοιπα. Κομοτηνή, 18-22 Ἀπριλίου 2007, στό: Byzantinsche Farschulngen 300 XXX (2011), σσ. 277-326, πίνακες 801-807.
Ἁγιορειτικές ὁσιακές μορφές στή Θράκη τοῦ 14ου αἰ. ( Δ΄ μέρος)